Του Σπύρου Αλεξίου* – 100 χρόνια ιστορίας συμπληρώνει εφέτος ο Ολυμπιακός και στην ιστορία του, τη γεμάτη από τίτλους και νίκες, υπάρχει και η σύνδεση με τους κοινωνικούς αγώνες καθώς υπήρξε ο σύλλογος που κατ’ εξοχήν εξέφρασε τα λαϊκά, εργατικά και προσφυγικά στρώματα. Την ιστορία του σημάδεψαν εμβληματικές μορφές όπως ο Νίκος Γόδας, ο λοχαγός του ΕΛΑΣ που εκτελέστηκε φορώντας την ερυθρόλευκη φανέλα, ο Αντρέας Μουράτης, ο αρχηγός του Ολυμπιακού και της Εθνικής και μαχητής του ΕΛΑΣ, ο Μάρτον Μπούκοβι, ο θρυλικός Ούγγρος προπονητής που με περηφάνια δήλωνε κομμουνιστής. Όσο και αν τους «έκρυβε» η επίσημη ιστορία των διοικήσεων του Ολυμπιακού, με τη συμβολή δημοσιογράφων όπως του Πάνου Γεραμάνη, του Νίκου Μπογιόπουλου, του Δημήτρη Μηλάκα, του Νάσου Μπράτσου και άλλων η ιστορία τους έγινε γνωστή. Στο άρθρο αυτό παρουσιάζουμε χαρακτηριστικές περιπτώσεις, όπως αυτές καταγράφονται στο βιβλίο «Ένας Θρύλος με πολλά πρόσωπα», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Τόπος», ένα βιβλίο με άγνωστες στο πλατύ κοινό ιστορίες που δείχνουν τις κοινωνικές καταβολές του συλλόγου.
Ο Ντίνος Βέλλας
Μιλώντας για τον Ολυμπιακό της Κατοχής, υπάρχει η ιστορία του Ντίνου Βέλλα, του δεκαοκτάχρονου τερματοφύλακα. Ο πατέρας του Βέλλα είχε ιταλικές ρίζες, αλλά είχε πολιτογραφηθεί Έλληνας από το 1917, όπως και τα τρία μεγαλύτερα παιδιά της οικογένειας. Για τον Ντίνο δεν χρειάστηκε, αφού γεννήθηκε στον Πειραιά το 1922. Θεωρείτο ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα, είχε αγωνιστεί ήδη σε μεγάλα παιχνίδια του Ολυμπιακού, άλλα και της μικτής Πειραιά και όλοι έβλεπαν στο πρόσωπό του τον διάδοχο του Αχιλλέα Γραμματικόπουλου, τόσο στον Ολυμπιακό όσο και στην Εθνική ομάδα.
Με την είσοδο των κατοχικών δυνάμεων, το 1941, ο Ντίνος συνελήφθη από τους Ιταλούς μαζί με τον αδερφό του. Ο αδερφός του που είχε υπηρετήσει τη θητεία του αφέθηκε ελεύθερος. Ο Ντίνος, που δεν είχε κληθεί να υπηρετήσει λόγω ηλικίας, εξαναγκάστηκε από τους φασίστες να φορέσει την ιταλική στρατιωτική στολή, καθότι τον θεωρούσαν Ιταλό. Αρνήθηκε με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να μεταφερθεί στη Ρόδο.
Το 1943, όταν η φασιστική Γερμανία κατέρρευσε και η κυβέρνηση του Πιέτρο Μπαντόλιο συνθηκολόγησε, οι Ιταλοί έγιναν αντίπαλοι των Ναζί. Ο Βέλλας κλείστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης από τους Γερμανούς και από εκεί και μετά χάθηκαν για πάντα τα ίχνη του, παρά τις τεράστιες προσπάθειες των μελών της οικογένειάς του να τον φέρουν ελεύθερο πίσω στον Πειραιά. Τελικά, εξακρίβωσαν πως άφησε την τελευταία του πνοή στη Ρόδο.
Ο Δεκέμβρης του Μιχάλη Αναματερού
Στις μάχες στους δρόμους της Αθήνας, τον Δεκέμβρη του 1944, έχασε τη ζωή του και ο Μιχάλης Αναματερός, διεθνής ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού. Σκοτώθηκε στη μάχη του Μεταξουργείου και όχι στα Εξάρχεια, όπως εκ παραδρομής γράφεται. Στην ιστορία του Ολυμπιακού δεν έχει τη θέση που του πρέπει, ο επίσημος Ολυμπιακός τον «διέγραψε» από τη μνήμη του τα πρώτα κιόλας χρόνια. Κι όμως, ο Αναματερός, εκτός από αγωνιστής της ελευθερίας, υπήρξε και πολύ σημαντικός ποδοσφαιριστής.
Γεννήθηκε το 1910 στην Αθήνα. Σε ηλικία είκοσι πέντε ετών, μεταγράφηκε στον Ολυμπιακό. Είχε 57 επίσημες συμμετοχές και πέτυχε 24 επίσημα γκολ, νούμερα σπουδαίου παίκτη, αν αναλογιστούμε τον αριθμό των παιχνιδιών που δίνονταν. Κατέκτησε με τον Ολυμπιακό τρία συνεχόμενα Πρωταθλήματα (1936, 1937, 1938). Η πιο μεγάλη στιγμή του ήταν το χατ-τρικ, που πέτυχε σε βάρος της ΑΕΚ, στον θρίαμβο της ομάδας με 5-1 (19 Μαρτίου 1939) για το Πρωτάθλημα Ελλάδος.
Τα βασικά προσόντα του ήταν η αγωνιστικότητα κι η εξυπνάδα. Έξω από τα γήπεδα ήταν ζωηρός, πνευματώδης, πεισματάρης και ανυπάκουος, ένας κλασικός «φτωχοδιάβολος», ένας «αλητάκος» που πάλευε για την επιβίωση συνειδητοποιώντας πως το ποδόσφαιρο είναι η διαφυγή από τη δυσκολία της ζωής, όχι η ίδια η ζωή. Πάλευε για το μεροκάματο πάντα, στο τέλος της Κατοχής είχε ανοίξει ένα καφενεδάκι κοντά στον σταθμό Πελοποννήσου.
Αριστερός από ταξικό ένστικτο κυρίως, στην Κατοχή οργανώθηκε στο ΕΑΜ και γρήγορα πέρασε στο μάχιμο τμήμα, τον ΕΛΑΣ. Τον Δεκέμβριο του 1944 σκοτώθηκε σε μάχη εναντίον βρετανών στρατιωτών και των ναζιστών της οργάνωσης «Χ». Ως ακριβής τόπος θανάτου του αναφέρεται η συμβολή των οδών Σατωβριάνδου και Ίωνος, στο Μεταξουργείο, (κοντά στο σημείο που βρίσκεται σήμερα το θέατρο «Περοκέ»). Το σημείο του θανάτου του είχε επικρατήσει να λέγεται ανεπίσημα «μνήμα Αναματερού», αλλά με την πάροδο του χρόνου, το γεγονός γρήγορα ξεχάστηκε. Και σε αυτό τη μεγάλη ευθύνη την έχει ο ίδιος ο επίσημος Ολυμπιακός.
Ολυμπιακός Πειραιώς εναντίον Ολυμπιακού… Μακρονήσου!
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, στο κολαστήριο της Μακρονήσου οδηγήθηκαν χιλιάδες αγωνιστές, ανάμεσά τους και αρκετοί ποδοσφαιριστές. Οι απάνθρωπες συνθήκες είχαν ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε όλον τον κόσμο. Το εμφυλιακό καθεστώς επιχειρούσε να διασκεδάσει αυτήν την εικόνα και μετά από πρόταση του διοικητή του Γ΄ Τάγματος Σκαπανέων της Μακρονήσου Γεώργιου Σγουρού συγκροτήθηκε ποδοσφαιρική ομάδα. Ο στόχος προφανής: να παρουσιαστεί η Μακρόνησος ως ένας πολιτισμένος τόπος «περιορισμού», όπου οι κρατούμενοι ανέπτυσσαν τα ταλέντα τους (!). Ως αντίπαλος επιλέχθηκε ο πρωταθλητής Ολυμπιακός. Η επιλογή δεν ήταν τυχαία: ο Πρωταθλητής Ελλάδος του «κανονικού κράτους», αλλά και η πιο δημοφιλής και λαϊκή ομάδα.
Στις 26 Ιανουαρίου 1949 το γήπεδο στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας ήταν ασφυκτικά γεμάτο, ενώ στους επίσημους καμάρωνε ο υπουργός Στρατιωτικών Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο πολιτικός που είχε χαρακτηρίσει το κολαστήριο της Μακρονήσου «Παρθενώνα της σύγχρονης Ελλάδας». Από τη μία ο Πρωταθλητής Ελλάδος Ολυμπιακός και από την άλλη τα… «πεπλανημένα παιδιά» της Μακρονήσου. Οι φίλαθλοι ένιωθαν λίγο… μπερδεμένοι, καθώς το «φιλικό» έμοιαζε με… εσωτερικό προπονητικό διπλό του Ολυμπιακού. Στην ομάδα της Μακρονήσου αγωνίζονταν οι «ερυθρόλευκοι» Νίκος Πολίτης, Διονύσης Γεωργάτος, Ηλίας Μαλαμόπουλος και ο θρυλικός Γιώργος Δαρίβας. Αυτό ενίσχυε ακόμα περισσότερο τη συμπάθεια με την οποία οι θεατές αντιμετώπισαν τους εξόριστους παίκτες, συμπάθεια που μεταφέρθηκε και στον αγωνιστικό χώρο, καθώς οι παίκτες του Ολυμπιακού αντιμετώπισαν με μεγάλη… ευγένεια τους συμπαίκτες και φίλους τους. Αντίθετα, οι εξόριστοι έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και για την αξιοπρέπειά τους, αλλά και για ένα ακόμα, πολύ ανθρώπινο κίνητρο, τους είχαν υποσχεθεί 1 μήνα άδεια.
Η Μακρόνησος, με ήρωα τον «ερυθρόλευκο» τερματοφύλακα Νίκο Πολίτη, νίκησε 2-1 και μετά τη λήξη του αγώνα οι παίκτες της γνώρισαν την αποθέωση από τις χιλιάδες των θεατών (η πρώτη και τελευταία φορά που οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού πανηγύρισαν ήττα της ομάδας τους), από τους παίκτες του Ολυμπιακού που ενώθηκαν μαζί τους στον χαιρετισμό προς τον κόσμο και τις φωτογραφίες, αλλά και από τον Τύπο των επόμενων ημερών.
Όταν στην 11άδα είχε λόγο η …ΚΥΠ!
Το μετεμφυλιακό κράτος δεν ήταν διατεθειμένο να επιτρέψει να εμφανιστούν νέοι «Γόδες», νέοι «Μουράτηδες» και νέοι «Δαρίβες», ινδάλματα ποδοσφαιρικά ταυτισμένα και με την Αριστερά.
Ο Σάββας Παπάζογλου ήταν διεθνής μεσοεπιθετικός που έκανε σημαντική καριέρα στον Απόλλωνα Αθηνών. Το 1960 μεταγράφηκε στον Ολυμπιακό, αλλά δεν μπόρεσε να κάνει καριέρα. Μιλώντας στον Παναγιώτη Γιαλό το 2014, έλεγε:
«παίζαμε με το Αιγάλεω στο Καραϊσκάκη και δεν με βάζουν. Συναντιέμαι με τον Σιμονόφσκι μετά το ματς και μου λέει:
«Γιατί ρε παιδί μου δεν με αφήνουν να σε βάλω;» βρίζοντας στα σέρβικα.
– Γιατί δεν άφηναν τον προπονητή να σε βάλει; Ποιος κατέβαζε τη σύνθεση;
– Εγώ ήμουν «αριστερός» και δεν είχα «πλάτες». Επενέβαινε η ΚΥΠ σε πολιτικά θέματα και στη σύνθεση του Ολυμπιακού.
Ο Στέλιος Μπέσης ήταν αριστερός εξτρέμ που ξεκίνησε την καριέρα του στην Προοδευτική. Ο Αντώνης Μαντζαβελάκης, ο γενικός αρχηγός του ΠΑΟ, τον προσέγγισε πρώτος. Τη στιχομυθία τους αποκάλυψε ο ίδιος ο Μπέσης:
«– Στέλιο λέγε τι θέλεις και θα το έχεις…
– Εγώ κυρ Αντώνη θα ήθελα 150.000, αλλά έτσι κι αλλιώς είμαι Ολυμπιακός και δε γίνεται να πάω στον ΠΑΟ.»
Ο Μπέσης με αυτά τα χρήματα που ήθελε πήγε στον Ολυμπιακό το 1962 και ζήτησε να διοριστεί στον ΟΤΕ, όπως το σύνολο σχεδόν των ποδοσφαιριστών της Α΄ Εθνικής. Στάθηκε αδύνατο λόγω «κοινωνικών φρονημάτων», ο Μπέσης δεν ήταν μόνο αριστερός εξτρέμ ήταν και πολιτικά αριστερός. Με εντολή της ΚΥΠ αποκλειόταν από τις αποστολές της Εθνικής ομάδας αν αυτή επρόκειτο να αντιμετωπίσει ομάδες από το «παραπέτασμα»! Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος πολεμήθηκε από μεγαλοπαράγοντες του Ολυμπιακού, λόγω κοινωνικών φρονημάτων. Αντιμετώπιζε έναν διαρκή ψυχολογικό πόλεμο, πράγμα που τον έκανε το 1965 να γυρίσει πάλι στην πρώτη του ομάδα, την Προοδευτική.
Ο Ρομαίν Αργυρούδης … δεν υπέγραψε «δήλωση»!
Το καλοκαίρι του 1971 θα έρθει στον Ολυμπιακό ο Ρομαίν Αργυρούδης. Έμεινε αξέχαστος για τις μαγικές στιγμές που πρόσφερε όπως το νικητήριο εναντίον της Τότεναμ ή τα γκολ που σημείωσε την περίοδο 1972-1973 σε όλα τα ντέρμπι εναντίον του ΠΑΟ και της ΑΕΚ. Πάνω από όλα όμως, για εκείνο το απόγευμα της 6ης Δεκεμβρίου στην Λεωφόρο: Ο Αργυρούδης με μια χορευτική κίνηση και τακουνάκι με ανάποδο φάλτσο ήταν ο σκόρερ ενός από τα πιο όμορφα και ιστορικά γκολ στο ελληνικό ποδόσφαιρο, που έδωσε μια νίκη-ορόσημο για τη νέα εποχή θριάμβων του Ολυμπιακού που ξεκινούσε
Οι όμορφες στιγμές, όμως, θα κρατήσουν λίγο, καθώς ο Αργυρούδης είχε κι ορισμένα… «ελαττώματα». Τα παρουσίασε ο ίδιος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα SPORDAY:
«Έφυγα για πολιτικούς λόγους. Ο Νίκος Γουλανδρής, όταν τελείωνε το συμβόλαιό μου, μου είχε προτείνει να υπογράψω για πάντα. Για να μείνω στην Ελλάδα, όμως, έπρεπε να δηλώσω, να δώσω μία συνέντευξη και να πω ότι η κυβέρνηση της Ελλάδας είναι καλή. Είμαι ελεύθερος άνθρωπος και δημοκράτης και δεν θα το έκανα ποτέ. Αν δεν έλεγα αυτό το πράγμα, τότε δεν θα έμενα στην Ελλάδα. Ήξερα ότι με παρακολουθούσαν ασφαλίτες στην Αθήνα. Δεν είχα τηλέφωνο, αλλά παρακολουθούσαν το ταχυδρομείο μου. Άνοιγαν τα γράμματά μου. Δύο χρόνια πέρασα στον Ολυμπιακό, αλλά ήταν σαν να πέρασα είκοσι».
Ο Αργυρούδης θα επιστρέψει μετά από λίγους μήνες ως παίκτης της Λανς για ένα φιλικό με τον Ολυμπιακό αλλά… τον απαγάγει η ασφάλεια. Η Χούντα φοβόταν πως η εμφάνιση του Ρομαίν θα μετέτρεπε τον αγώνα σε αντιφασιστική διαδήλωση:
«Όταν έφτασα στο αεροδρόμιο, μου έδεσαν την τσάντα με ένα κορδόνι, με πήγαν στην Ασφάλεια και μου είπαν ότι έπρεπε να μείνω στο ξενοδοχείο και να μη βγω καθόλου από αυτό μέχρι να φύγει η ομάδα για τη Γαλλία.»
Για το γκολ που θυμάται περισσότερο:
«Το Δεκέμβρη του ’72, το 1-0 μέσα στη Λεωφόρο. Δεν είναι δυνατόν να ξεχάσω αυτό το γκολ. Ο Παναθηναϊκός ήταν η ομάδα των συνταγματαρχών και τους κέρδισα μόνος μου! Αυτό λέω συνέχεια. Ήταν μία μεγάλη νίκη για μένα. Με κυνηγούσε η Χούντα.»
*Ο Σπύρος Αλεξίου είναι συγγραφέας και το πλέον πρόσφατο βιβλίο του είναι το «Ένας Θρύλος με πολλά πρόσωπα», μια κοινωνική-πολιτική ιστορία του Ολυμπιακού