Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Ο εφιάλτης του «γερμανικού ονείρου»

ΕΛΛΟΓΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ Ο τίτλος του σημερινού μας σημειώματος αποτελεί παραλλαγή του τίτλου ενός πρόσφατου άρθρου- συνέντευξη στο αμερικανικό περιοδικό “Jacobin’’,..

ΕΛΛΟΓΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ

Ο τίτλος του σημερινού μας σημειώματος αποτελεί παραλλαγή του τίτλου ενός πρόσφατου άρθρου- συνέντευξη στο αμερικανικό περιοδικό “Jacobin’’,  του κοινωνιολόγου, δημοσιογράφου και ειδικευμένου στα κοινωνικά ζητήματα της Γερμανίας, Jerko Bakotin [28/12/2018, “Τhe Death of the German Dream”].

Αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε και να σχολιάσουμε τα όσα λέει ο Βakotin, έπειτα από την πρόσφατη επίσκεψη της Καγκελαρίου Μέρκελ στην Αθήνα (μακριά από τις κοκορομαχίες παλαιών και νέων «μερκελιστών»), αλλά και γιατί πιστεύουμε πως η επικρατούσα οικονομική και κοινωνική κατάσταση στο εσωτερικό της πρωτοπόρου δύναμης της ΕΕ έχει να μας πει πολλά. Όχι μόνο για το μέλλον της ίδιας της Ένωσης, αλλά και για όσα επιφυλάσσονται στους λαούς της Ευρώπης συνολικά.

Όταν η Άνγκελα Μέρκελ ανήλθε στην εξουσία το 2005, τα δύο μεγάλα κόμματα (Χριστιανοδημοκράτες (CDU) και Σοσιαλδημοκράτες (SPD) ) ήλεγχαν από κοινού το 69,4% του εκλογικού σώματος. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από την κ. Μέρκελ, τα κόμματα αυτά μοιράστηκαν όχι μία, αλλά τρεις φορές την εξουσία σε ολοένα και πιο συρρικνωμένους συνασπισμούς.

Σήμερα, έναν χρόνο και κάτι μετά τις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν την εκλογική επιρροή και των δύο κομμάτων κάτω από το 50%,  το πολιτικό σκηνικό έχει μεταβληθεί σχεδόν ολικά. Η κ. Μέρκελ βρίσκεται σε αποδρομή, έχοντας μάλιστα ανακοινώσει τον τερματισμό της πολιτικής της καριέρας, ενώ, ο έτερος στυλοβάτης της αστικής διαχείρισης στη χώρα, το SPD παλεύει ανάμεσα στη Σκύλα της «πασοκοποίησης» και τη Χάρυβδη της ταξικής αυταρέσκειας, των αριστερών που υπηρέτησαν και υπηρετούν πιστά τη δημοσιονομική βιομηχανία καταστροφής ολόκληρων κοινωνιών.

Το πιο σημαντικό όμως αποτέλεσμα των καλπών του 2017 είναι η είσοδος στο γερμανικό Κοινοβούλιο ενός ανοιχτά ακροδεξιού, νεοφασιστικού μορφώματος όπως το AfD, εξέλιξη που προκάλεσε μεγάλη ανησυχία, καθώς κάτι τέτοιο είχε να συμβεί στη χώρα από το 1952. Είπαμε μεγάλη ανησυχία;  Όχι σ’ όλους. Ή, τουλάχιστον, όχι στον τέως ΥΠΟΙΚ και πρώην επικεφαλής της  “Treuhand”, της δυτικογερμανικής «συμμορίας», η οποία, έπειτα από την πτώση του καθεστώτος της Αν. Γερμανίας, καθ’ υπόδειξη δυτικογερμανικών οικονομικών κύκλων, έβαλε λουκέτο σε  πάνω από 3.700 εργοστάσια, ωθώντας στην ανεργία τρία εκατομμύρια πολίτες. Κι αυτό γιατί, πολλές από τις «αντιευρωπαϊκές» θέσεις της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία», έχουν την τάση να θυμίζουν τις (σκληρές) μεταρρυθμίσεις που ζητούσε το 2015 ο κ. Σόιμπλε.

Όμως, μιας και η πολιτική δεν είναι τίποτα άλλο από εκπεφρασμένα οικονομικά- ταξικά συμφέροντα, θεωρούμε υποχρέωσή μας να τονίσουμε ότι τα θεμέλια του συστήματος εξουσίας που οικοδομήθηκε μεταπολεμικά στη Γερμανία, τρίζουν τη στιγμή που αυτό το σύστημα έρχεται αντιμέτωπο με τις υποβόσκουσες κοινωνικές και πολιτικοοικονομικές διεργασίες.

Όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο Bakotin:

«σήμερα παρατηρούμε το τέλος του Δυτικογερμανικού Ονείρου, της ισότιμης, δηλαδή «κοινωνικής οικονομίας της αγοράς» με την «ευημερία για όλους». (…) Οι ιστορικοί και οι κοινωνιολόγοι προειδοποιούσαν ανέκαθεν ότι η αποδοχή της φιλελεύθερης δημοκρατίας στη (Δυτική) Γερμανία εξαρτιόταν πάντα από την παρουσία αυτού του είδους κράτους: της γενικής πρόνοιας και της καθολικής κοινωνικής ασφάλισης. Επομένως, πώς αυτή θα επιβιώσει σήμερα»;

Η «γερμανική Ευρώπη», η Ελλάδα και τα «Κίτρινα Γιλέκα»

Επιστρέφοντας ξανά στη μεγάλη εικόνα, τη δεκαετία του ’80, με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (1986), η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση (που μέχρι πριν μερικά χρόνια τότε, έδινε θέσεις εξουσίας, όπως την προεδρία της Κομισιόν, σε γνωστά διακεκριμένα στελέχη του Γ’ Ράιχ, σαν τον ναζί, νομικό και μετέπειτα ιδρυτικό μέλος της ΕΟΚ Βάλτερ Χάλσταϊν) τέθηκε ανοικτά υπέρ της υιοθέτησης του νεοφιλελευθερισμού, τον οποίο και ακολούθησε εφεξής.

«Εντούτοις, αυτό», αναφέρει πάλι ο Bakotin, «δεν οδήγησε σε εκείνο που οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι αποκαλούν ισορροπία και σύγκλιση, αλλά αντίθετα οδήγησε στην αύξηση των οικονομικών αποκλίσεων και ανισορροπιών. Ως συνέπεια, η νότια Ευρώπη αποβιομηχανοποιήθηκε – και σταδιακά, φτάσαμε σ’ αυτό που αποκαλούμε- «διάσωση της Ελλάδας» – η οποία- ήταν στην πράξη μια δεύτερη διάσωση των τραπεζών», μετά το ξέσπασμα της κρίσης του 2008.

Αναφορικά με το τελευταίο, η δημοσιοποίηση των πρακτικών από τη συζήτηση στο εσωτερικό του ΔΣ του ΔΝΤ, στις 10 Μαΐου 2010, γνωστοποίησε τη ρητή  δέσμευση των ευρωπαϊκών κρατών των οποίων οι εμπορικές τους τράπεζες κατείχαν ελληνικά ομόλογα, ότι δεν θα χρησιμοποιούσαν τα κεφάλαια διάσωσης για να βγάλουν από πάνω τους το τοξικό βάρος των ομολόγων. Δέσμευση που, φυσικά, τήρησαν. Αν και, οι κακές γλώσσες, όπως η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, αναφέρουν πως, ενώ, στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2010, η έκθεση γερμανικών και γαλλικών τραπεζών ανερχόταν σε 22,6 και 17,8 δισ. δολάρια, ενάμιση χρόνο μετά η έκθεση των ίδιων τραπεζών, σύμφωνα πάντα με την τράπεζα, είχε μειωθεί σε 11,3 και 7,2 δισ. δολάρια, αντίστοιχα (Λ. Βατικιώτης, «Έξοδος- Αδιέξοδος», Τόπος, 2018). Αλλά, είπαμε, αυτά τα λένε οι κακοπροαίρετοι. Όλοι ξέρουμε πως η χώρα σφηνώθηκε στην αλεστική μηχανή των μνημονίων, επειδή δεν έκοβε απόδειξη ο πλανόδιος πωλητής τυρόπιτας κι όχι για να διαφυλάξουν τα ακάλυπτα νώτα τους ντόπιοι και ξένοι μεγάλοι οικονομικοί παράγοντες.

Και στη Γαλλία, όμως, τον άλλο διασωθέντα από την δανειακή επίθεση εναντίον της Ελλάδας, τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Ή, για να είμαστε ακριβείς, δεν είναι καλύτερα για την πλειοψηφία των Γάλλων. Σήμερα, όπως σημειώνει ο Bakotin, η χώρα της αστικής επανάστασης του 1789 και του Μάη του 1968, αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα νεοφιλελεύθερης και αντιδημοκρατικής φύσης της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρώπης.

Πώς θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε μαζί του, όταν την ίδια ώρα που το στρατιωτικό περιοδικό «Jane’s» κατέτασσε τη Γαλλία στην 3η θέση των μεγαλύτερων πολεμικών βιομηχανιών του κόσμου, με τα έσοδα από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα να αγγίζουν τα 6 δισ. ευρώ, 8,7 εκατ. Γάλλοι βρίσκονταν κάτω από το όριο της φτώχειας.

Ποια φανταχτερή παρουσία του Γάλλου προέδρου, όπως αυτή στην Πνύκα προ λίγων ετών, θα μπορούσε να αντιπαραταχθεί στο προ ολίγων ημερών δημοσίευμα της «Liberation» που έκανε λόγο για 93 σοβαρά τραυματισμένους διαδηλωτές από την ημέρα έναρξης των κινητοποιήσεων των Kίτρινων Γιλέκων, με τους 13 εξ αυτών να έχουν χάσει το μάτι τους;

Ο λόγος και πάλι στον Jerko Bakotin: «Με λίγα λόγια- σ’ αυτήν την Ευρώπη- η δημοκρατία περιστέλλεται συνεχώς- ενώ, ταυτόχρονα-  η ευρωπαϊκή εργατική τάξη καλείται να πληρώσει την οικονομική κρίση που προκάλεσαν οι τραπεζίτες. Και αυτή είναι η πολιτική που εκπροσωπούν η Μέρκελ, ο Σόιμπλε και οι διάδοχοί τους, Σολτς και Καρενμπάουερ, αντίστοιχα».

Προσφυγικό, οικονομία και άκρα Δεξιά

«Σε διεθνές επίπεδο, πολλοί εκθείασαν τη Μέρκελ για τη (φαινομενικά) ανθρωπιστική στάση της απέναντι στην προσφυγική κρίση».

Ακόμη και οι πολέμιοί της εκ δεξιών, θα συμπληρώναμε εμείς.

 «Ξεχνούν, όμως», μας διορθώνει ο Κροάτης δημοσιογράφος, « ότι η δυτική εξωτερική πολιτική είναι αυτή που προκαλεί τις πολεμικές συρράξεις και τον εκτοπισμό εκατομμυρίων ανθρώπων εδώ και δεκαετίες- από τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και τους δυτικούς πολέμους για την αύξηση των εξαγωγών όπλων, έως τον ιμπεριαλισμό χρέους (…)και το υποχρεωτικό «ελεύθερο» εμπόριο στον Παγκόσμιο Νότο. Επίσης, ξεχνούν ότι η Γερμανία είναι η ηγέτιδα δύναμη πίσω από το «Σύμφωνο με την Αφρική» και τις επονομαζόμενες «συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης» με την Αφρική, που πρόκειται να εξαναγκάσουν πολλά εκατομμύρια ανθρώπους ακόμα στη μετανάστευση».

Για να συνεχίσει:

«αλλά, ακόμη και αν αναγνωρίσουμε στη Μέρκελ τις προθέσεις της να αντιμετωπίσει την προσφυγική κρίση και πάλι ήταν ανίκανη να ηγηθεί. (…)Παρά την πασίγνωστη ρήση της ότι «μπορούμε να το κάνουμε», δεν παρείχε τα οικονομικά μέσα ώστε αυτό να γίνει πράξη, για παράδειγμα μέσω μιας πιο εκτεταμένης κοινωνικής μεταρρύθμισης που θα βοηθούσε ντόπιους και ξένους εργάτες. Αντιθέτως, κατά την ηγεσία της (…) η Γερμανία μπήκε σε μια πορεία δημοσιονομικών τροποποιήσεων και οι οικονομικές ανισότητες εκτοξεύθηκαν, (…) γεγονός που ενδυνάμωσε την άκρα Δεξιά. Μην ξεχνάμε ότι ο Alexander Gauland, συνεπικεφαλής του AfD, είχε χαρακτηρίσει την προσφυγική κρίση ως το ‘’καλύτερο δώρο’’ για αυτόν και το κόμμα του, καθώς είναι πιο εύκολο να αναδειχθεί κανείς ως ακροδεξιός(…) δημαγωγός, παρά ως επικριτής(…) των ευρωομολόγων».

Πράγματι, όλες οι κυβερνήσεις της δεκαετίας του ’90 τροφοδότησαν μια κοινωνική και οικονομική πόλωση εντός της κοινωνίας με επίπεδα-ρεκόρ στην ανισότητα του πλούτου.

Οι μεταρρυθμίσεις στην κοινωνική πρόνοια και τις εργασιακές σχέσεις που περιλαμβάνονταν στην «Ατζέντα 2010» των Σοσιαλδημοκρατών- Πρασίνων, προσανατολισμένες στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Γερμανίας, μέσω της απορρύθμισης της αγοράς εργασίας, δημιούργησε μία κατάσταση σήμερα, στην οποία το ¼ των εργατών απασχολούνται σε κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας.

Όπως μάλιστα αναφέρει στο βιβλίο του «Από τον μεγάλο πόλεμο στη διαρκή κρίση» (εκδ. Λιβάνη) ο καθηγητής Οικονομικών στο Παν/μιο της Ζυρίχης, Μάρκ Σενέ, το 2014 οι χαμηλόμισθοι τομείς στους οποίους το 2013 οι ωριαίες αποδοχές ήταν χαμηλότερες από 9,30 ευρώ/ώρα, αυξήθηκαν ραγδαία, περιλαμβάνοντας το 24,31% των μισθωτών, δηλαδή, 8,37 εκατ. εργαζόμενους. Ο νέος κατώτατος μισθός που καθορίστηκε τον Ιανουάριο του 2015 ανερχόταν πλέον σε 8, 50 ευρώ την ώρα και αφορούσε σχεδόν 4 εκατ. μισθωτούς.

Κι όλα αυτά, σε μια χώρα που, μόνο το 2015, το ΑΕΠ της είχε αύξηση 1,7%, οι εκατομμυριούχοι το 2016 αυξήθηκαν σε 16.492 από 12.424 προ επταετίας και όταν η ίδια η Bundesbank σε Έκθεσή της ανέφερε ότι το πλουσιότερο 10% κατέχει πλούτο άνω του 60% του συνολικού πλούτου της χώρας.

Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν τα όσα κατέγραφε σε Έκθεσή της η Credit Suisse το 2017. Σύμφωνα λοιπόν, με την Έκθεση, η Γερμανία συγκαταλέγεται ανάμεσα στις χώρες με τη μεγαλύτερη κοινωνική ανισότητα, κάτι που εντείνει αφενός το αίσθημα ανασφάλειας του μέσου Γερμανού πολίτη για την «επόμενη μέρα», αφετέρου ρίχνει λάδι στο κοχλάζον καζάνι της γερμανικής κοινωνίας απέναντι σε ένα μοντέλο ανάπτυξης, τα οφέλη του οποίου φτάνουν όλο και πιο σπάνια στη δική του τσέπη [Deutsche Welle, 19/11/2017, «Εντείνεται η κοινωνική ανισότητα στη Γερμανία»].

Μάλιστα, όπως έδειξαν οι μελέτες για τη συνείδηση της εργατικής τάξης που εκπόνησε ο κοινωνιολόγος Klaus Dörre από κοινού με συναδέλφους του στο Πανεπιστήμιο της Ιένα και ερευνητές του προγράμματος  Wissentransfer, η φτώχεια, η ανασφάλεια, η μόνιμη οικονομικοποίηση (της κοινωνικής ζωής) και ο φόβος προκαλούν τεράστιο θυμό, τον οποίο- ελλείψει και μιας σοβαρής πολιτικής  πρότασης με αντικαπιταλιστικό πρόσημο, πεταγόμαστε για να προσθέσουμε και πάλι εμείς- η ακροδεξιά εργαλειοποιεί.

Ακόμη, όπως πολύ σωστά έρχεται να συμπληρώσει ο Bakotin,  η «απολιτικοποίηση» της πολιτικής διαδικασίας από πολιτικούς σαν την κ. Μέρκελ, είναι ένας από τους κύριους λόγους πριμοδότησης τής δήθεν αντισυστημικής ρητορικής της άκρας Δεξιάς. Αφού, έτσι, με την κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις και την υιοθέτηση μεγάλου μέρους του πολιτικού λόγου της άκρας Δεξιάς από αυτές, η τελευταία αυτοαναγορεύεται σε εναλλακτικό εξουσιαστικό πόλο, έχοντας πλέον την ευκαιρία και την ελευθερία να εφαρμόζει τα αποκτηνωμένα της σχέδια εναντίων όσων θεωρεί εχθρούς της. Τους μετανάστες εργάτες, τους αριστερούς και τους αντιφασίστες.

Γιατί αυτούς; 

Γιατί,  συνεχίζει ο… ιδιότυπος καλεσμένος μας, αυτοί αποτελούν εχθρό για την κυρίαρχη καπιταλιστική τάξη ή θεωρούνται γρανάζια στις μηχανές παραγωγής κέρδους και άρα αναλώσιμοι.

Τόσο απλά, τόσο κυνικά.

Κι αν κάποιος συνεχίζει να διατηρεί τις αμφιβολίες του για το γεγονός ότι τέτοια πολιτικά εξαμβλώματα όπως το «AfD» αποτελούν τον πολιτικό βραχίονα της άρχουσας τάξης, θα ήταν αρκετό, νομίζουμε, να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με έρευνα του εβδομαδιαίου περιοδικού «Der Spiegel», στον δρόμο προς τις κάλπες του 2017, ο 88χρονος δισεκατομμυριούχος  August von Finck χορήγησε μυθώδη ποσά στους Γερμανούς νεοφασίστες, τηρώντας έτσι τα ήθη και τα έθιμα της οικογένειάς του. Αφού, ο συνονόματος πατέρας του ήταν από τους βασικούς χρηματοδότες του Χίτλερ, στήριξη την οποία, όπως γράφει το WSWS, αντάλλαξε με τη συμμετοχή του στο «πάρτι» διαχείρισης των δημευθεισών εβραϊκών περιουσιών.

Αλλά και το σκάνδαλο που ξέσπασε πριν μερικούς μήνες, όταν ο γερμανικός Τύπος αποκάλυψε ότι η τοπική οργάνωση της αντιπροέδρου του κόμματος Αλίς Βαϊντέλ έλαβε σε εμβάσματα περίπου 133.000 ευρώ, κατά το διάστημα Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2017 από ελβετική φαρμακευτική εταιρία, με την αιτιολογία: «Εκλογική δωρεά για την Αλίς Βαϊντέλ».

Ξυπνώντας έτσι τις πιο άσχημες μνήμες στους αγιογράφους της καπιταλιστικής κτηνωδίας…

Η σημασία της εκλογής Καρενμπάουερ

Η Κραμπ Καρενμπάουερ, η οποία επικράτησε στον δεύτερο γύρο των εσωκομματικών εκλογών έναντι του Φρίντριχ Μερτς, του ανθρώπου που βγάζει το ψωμάκι του στην Blackrock και την HSBC, είναι η (ιδανική) διάδοχος της Καγκελαρίου Μέρκελ στο Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα. Συντηρητική, υπέρμαχος των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, προανήγγειλε φορολογικές ελαφρύνσεις για τις επιχειρήσεις, ικανοποιώντας ένα πάγιο αίτημα του γερμανικού ΣΕΒ κι ολόκληρης της γερμανικής καπιταλιστικής τάξης.

Πολύ σωστά, θυμίζει ο Bakotin,

«από τότε που ο Τράμπ ανακοίνωσε τη μείωση της φορολογίας του κεφαλαίου και της μεγάλης περιουσίας στις ΗΠΑ, 11 από τις 35 χώρες του ΟΟΣΑ έχουν κατά παρόμοιο τρόπο μειώσει τη φορολογία τους στις εταιρείες, ενώ άλλες βρήκαν επιπλέον τρόπους να συνθλίψουν τα εργατικά δικαιώματα, όπως η εργασιακή μεταρρύθμιση του Μακρόν στη Γαλλία ή η απόφαση του συντηρητικού/ ακροδεξιού συνασπισμού στην Αυστρία να επανεισαγάγει το 12ωρο ή ο νέος «νόμος των σκλάβων» στην Ουγγαρία που επιτρέπει στις επιχειρήσεις να απαιτούν από τους εργαζόμενούς τους να κάνουν έως και τετρακόσιες υπερωρίες τον χρόνο».

Με δεδομένο το προβάδισμα της Γερμανίας έναντι των ανταγωνιστών της στην ΕΕ, αλλά και τα προβλήματα που ενδεχομένως να προκύψουν στις εμπορικές ροές μετά από ένα σκληρό Brexit, με την απώλεια ενός από τους κυριότερους προορισμούς της γερμανικής μηχανής εξαγωγών, η πρόταση της Καρενμπάουερ έρχεται να απλώσει ένα δίχτυ προστασίας στην γερμανική επιχειρηματική ελίτ, ασκώντας παράλληλα έμμεσες πιέσεις στους ανταγωνιστές της στην περιφέρεια και βυθίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τους εργαζόμενους του Νότου ακόμη περισσότερο στη φτώχεια, την ανασφάλεια και την εντατικοποίηση.

Σε αδρές γραμμές, η νέα σιδηρά κυρία δεν αναμένεται να παρεκκλίνει της πολιτικής τής προκατόχου της. Τα αντιλαϊκά μέτρα απέναντι στους λαούς της ΕΕ, θα συνεχιστούν. Απλά, εξηγούν αρκετοί αναλυτές, αυτό δεν θα γίνει με τον βίαιο τρόπο ενός εκπροσώπου του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, όπως ο Μερτς, ο Γερμανός Μακρόν, αλλά με τον  «μαμαδίστικο» προεδρικό τρόπο της κ. Μέρκελ.

Το «μπιλιετάκι» στο λαό

Τα exit polls των πρόσφατων εκλογικών αναμετρήσεων στα γερμανικά κρατίδια, έδειξαν με εκκωφαντικό τρόπο ότι η πλειοψηφία του γερμανικού λαού έχει ως προτεραιότητά της την κοινωνική δικαιοσύνη, την αξιοπρεπή εργασία και σύνταξη, την εκπαίδευση, τη στέγαση (αύξηση των αστέγων κατά 150% από το 2014, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Ομάδα Εργασίας, με τους μισούς εξ αυτών να ανήκουν σε προσφυγικούς πληθυσμούς) κ.ά. Μολοταύτα, ο πολιτικός λόγος κυριαρχείται από το ζήτημα της μετανάστευσης και το προσφυγικό.

Μ’ αυτό τον εξαιρετικά τοξικό τρόπο, το AfD αυξάνει την επιρροή του κι όπως επισημαίνει ο Bakotin, αν αυτό συνεχιστεί «θα δούμε χειρότερα πογκρόμ απ’ ότι είδαμε το 2018 στο Κέμνιτς».

Πώς μπορεί να διακοπεί αυτή η πορεία προς τη φαιά πανούκλα; Ίσως, τονίζεται πάλι στην ίδια συνέντευξη, αν σκεφτούμε ότι  «η καπιταλιστική αγορά (…) είναι το πρόβλημα κι όχι η λύση».

Η άκρα Δεξιά διοχετεύει τον θυμό και την ανασφάλεια των πολιτών σ’ ανώδυνες για το σύστημα κατευθύνσεις, προκρίνοντας την βαρβαρότητα ως θεραπεία προς πάσα (κοινωνική) νόσο και μαλακίαν. Πάνω εξηγήσαμε το γιατί.

Αυτή η στρατηγική, θα συνεχίσει να είναι επιτυχημένη έως ότου ξεκινήσουμε να μιλάμε για αυτά τα ζητήματα ξανά και επιμένουμε να δούμε με καθαρότητα ότι η ανάπτυξη με βάση το μοντέλο και τις επιδιώξεις της Αγοράς είναι η ρίζα της κοινωνικής εξαθλίωσης και της πολιτικής αποσύνθεσης όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά σ’ ολόκληρη την Ευρώπη.

Μέχρι τότε, ψυχραιμία και πολιτική εγρήγορση.

Σχετικά θέματα

Απόψεις