Κλιμακώνεται η πολιτική κρίση στη Νότια Κορέα η οποία αντανακλά την όξυνση της ενδοαστικής αντιπαράθεσης σχετικά με τη θέση και τις συμμαχίες του νοτιοκορεατικού κεφαλαίου σε ένα περιβάλλον σοβαρών ανακατατάξεων στο ιμπεριαλιστικό σύστημα σε παγκόσμιο επίπεδο και έντονων οικονομικών πιέσεων στο εσωτερικό.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Νότιας Κορέας επιβεβαίωσε σήμερα, με ομόφωνη απόφασή του, την καθαίρεση του προέδρου Γιουν Σουκ Γεολ από το αξίωμά του, που γίνεται πλέον οριστική και αμετάκλητη, εξαιτίας της κήρυξης στρατιωτικού νόμου στην οποία προχώρησε τη νύχτα της 3ης προς 4η Δεκεμβρίου.
Στην ετυμηγορία το Συνταγματικό Δικαστήριο τόνισε πως ο Γιουν «παραβίασε θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου και της δημοκρατικής διακυβέρνησης» και τον ίδιο τον θεμελιώδη νόμο (σ.σ. το σύνταγμα). Ο Γιουν «δεν περιορίστηκε να κηρύξει στρατιωτικό νόμο, αλλά διέπραξε ενέργειες που παραβίασαν το Σύνταγμα και τη νομοθεσία, ιδίως κινητοποιώντας τις ένοπλες δυνάμεις και την αστυνομία για να εμποδίσουν το κοινοβούλιο να ασκήσει τα καθήκοντά του», αναφέρει η ετυμηγορία.
Η απόφαση αυτή σημαίνει την άμεση απομάκρυνση του Γιουν από την εξουσία. Θα είναι αντιμέτωπος και με ποινική δίκη για «ανταρσία» — αδίκημα που επισύρει ποινή ισόβιας κάθειρξης, ως ακόμη και τη θανατική ποινή, δυνάμει της νοτιοκορεάτικης νομοθεσίας.
Υπενθυμίζεται πως ο Γεολ, εκλεγμένος με το δεξιό «Κόμμα Λαϊκής Εξουσίας» (που έχει στενούς δεσμούς με το στρατιωτικό κατεστημένο, ισχυρούς ντόπιους επιχειρηματικούς ομίλους και με την Ουάσιγκτον) κήρυξε στρατιωτικό νόμο στις 3 Δεκέμβρη 2024, μετά το βέτο που προέβαλε το «Δημοκρατικό Κόμμα» (το κεντρώο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης) στη συζήτηση του κρατικού προϋπολογισμού σχετικά με τις προεδρικές δαπάνες. Ο Γεόλ είχε κατηγορήσει την αντιπολίτευση ότι λειτουργεί ως ενεργούμενο της Κίνας και της Βόρειας Κορέας, υποδεικνύοντας ότι η σύγκρουση αυτή δεν είναι αποκομμένη από το διεθνές πλαίσιο. Η πολιτική του Γιουν, που ευθυγραμμιζόταν απόλυτα με τις επιταγές των ΗΠΑ για κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με την Κίνα στην περιοχή, προκαλούσε τριβές με τμήματα της ντόπιας αστικής τάξης που επιδιώκουν μια πιο «ισορροπημένη» στάση, με στόχο τη διατήρηση των εμπορικών σχέσεων με την Κίνα και άλλες δυνάμεις.