Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Μελίνα Μερκούρη 100 χρόνια από τη γέννησή της

  Βραβευμένη, με διεθνή βραβεία ηθοποιός, δημοφιλής και παγκόσμιας ακτινοβολίας προσωπικότητα, η Μελίνα Μερκούρη γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 100..

 

Βραβευμένη, με διεθνή βραβεία ηθοποιός, δημοφιλής και παγκόσμιας ακτινοβολίας προσωπικότητα, η Μελίνα Μερκούρη γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 100 χρόνια (18 Οκτωβρίου 1920 – Νέα Υόρκη, 6 Μαρτίου 1994). Καταγόταν από οικογένεια πολιτικών και διετέλεσε υπουργός Πολιτισμού όλων των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ.

Την πρώτη θεατρική της πρόβα η Μελίνα Μερκούρη την έκανε μπροστά στον καθρέφτη, προσπαθώντας να καταφέρει να κυλήσουν κάποια δάκρυα σε κατάλληλη στιγμή, προκειμένου να πειστούν οι δικοί της να της αγοράσουν κάτι που επιθυμούσε. Ήταν μόλις πέντε ετών. Σε ηλικία δέκα ετών, «ντεμπουτάρισε» στις Σπέτσες, στο τραπέζι ενός καφενείου, όπου τη χειροκρότησαν θερμά. Η μητέρα της όμως, που φτάνει τρέχοντας μόλις πληροφορείται ότι η κόρη της δίνει αυτοσχέδια παράσταση, τη «φιλοδωρεί» με ένα μεγαλοπρεπές χαστούκι.

Παιδί ανήσυχο, και με το μυαλό προσηλωμένο σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τα μαθήματα, ήταν από τις χειρότερες μαθήτριες. Είναι ακόμη έφηβη, όταν ερωτεύεται τον Πάνο Χαροκόπο, που της υπόσχεται (και τηρεί την υπόσχεσή του) ότι θα της παράσχει πλήρη ελευθερία να ασχοληθεί με το πάθος της, το θέατρο. Παντρεύονται κρυφά και στέλνουν στις οικογένειές τους τηλεγράφημα : «Γάμος ετελέσθη». Μετά από χρόνια θα χωρίσουν.

Όταν έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού θεάτρου, απήγγειλε ένα ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη. Ανάμεσα στους εξεταστές της, και ο Αιμίλιος Βεάκης. «Δεν πέρασα» σκέφτηκε. Έγινε δεκτή πανηγυρικά και την ανέλαβε ο Δημήτρης Ροντήρης. Διέγνωσε μέσα της την τραγωδό και την έβαλε να δουλεύει σκληρά. Αποφοιτά το 1944.

Εντάσσεται στο δυναμικό του Εθνικού θεάτρου, όπου ερμηνεύει μικρούς ρόλους στην κεντρική σκηνή και στη σκηνή του Πειραιά. Το 1945 ερμηνεύει τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο, το ρόλο της Λαβίνια στο έργο του Ευγένιου Ο’ Νηλ «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» (θίασος Κατερίνας, θέατρο «Κεντρικόν»). Η πρώτη της όμως μεγάλη επιτυχία έρχεται με το «Λεωφορείον ο πόθος» του Τένεσι Ουίλιαμς, παράσταση του «θεάτρου τέχνης», όπου ερμηνεύει το ρόλο της Μπλάνς Ντυμπουά. Συνεχίζει τη συνεργασία της με τον Κάρολο Κουν και το «Θέατρο Τέχνης» και εμφανίζεται σε έργα των Άλντους Χάξλεϊ, Άρθουρ Μίλλερ, Φίλιπ Τζόρνταν και Αντρέ Ρουσέν.

Ακολουθεί μια περίοδος που ζει στο Παρίσι, όπου γνωρίζει τον Μαρσέλ Ασάρ. Η Μελίνα εμφανίζεται στη θεατρική σκηνή της Πόλης του Φωτός σε μπουλβάρ των Ζακ Ντεβάλ και Μαρσέλ Ασάρ. Παίζει στο “Le Moulin de la Galette”, στο “Les Compagnons de la Marjolaine”, στο “Il etait une gare”. Εκεί θα γνωρίσει τον Ζαν Κοκτώ, τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, την Κολέτ, τη Φρανσουάζ Σαγκάν. Εκεί ανοίγουν οι ορίζοντές της.

Το 1953 παίρνει το έπαθλο «Μαρίκα Κοτοπούλη». Δύο χρόνια μετά επιστρέφει στην Ελλάδα και πρωταγωνιστεί στο θέατρο Κοτοπούλη – Ρεξ σε έργα από όλο το φάσμα του δραματολογίου, όπως ο «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ και ο «Κορυδαλλός» του Ανούιγ. Σε αυτή τη δεκαετία ανακαλύπτει το κοινωνικό πρόσωπο που κρύβει μέσα της και αναμιγνύεται με τον θεατρικό συνδικαλισμό.

Με την επιστροφή της, της γίνεται η πρώτη πρόταση να πρωταγωνιστήσει σε κινηματογραφική ταινία. Πρόκειται για τη «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη από το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια». Η ταινία επαινέθηκε ιδιαίτερα στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Κανών το 1956. Παρότι το αξίζει, δεν θα πάρει το βραβείο του Φεστιβάλ των Κανών το 1956. Η εμφάνισή της σ’αυτό, όμως, θα είναι μοιραία, αφού εκεί θα γνωρίσει τον αμερικανό σκηνοθέτη Ζυλ Ντασσέν, κατοπινό σύντροφό της δια βίου.

Σημαντική ήταν και η πορεία της στο διεθνή και ελληνικό κινηματογράφο. Της χάρισε αρκετά βραβεία με κορυφαίο το βραβείο πρώτης γυναικείας ερμηνείας του Φεστιβάλ των Καννών και επίσης μία υποψηφιότητα για Όσκαρ για το «Ποτέ την Κυριακή», το οποίο έχασε απ’ την Ελίζαμπεθ Τέιλορ το 1960. Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο έγινε με ένα θεατρικό έργο που είχε γραφτεί από τον Ιάκωβο Καμπανέλλη ειδικά για τη Μελίνα Μερκούρη , το «Στέλλα με τα κόκκινα γάντια», που στην ταινία είχε τον τίτλο «Στέλλα» (1955). Το 1956, συνεργάζεται με το μεγάλο έρωτα της ζωής της, τοv Ζιλ Ντασσέν και γυρίζουν την ταινία «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» βασισμένη στο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη και ακολούθησαν πολλές ακόμη.

Πρωταγωνιστεί σε ταινίες διακεκριμένων δημιουργών όπως ο Βιτόριο Ντε Σίκα (Η Δευτέρα παρουσία), ο Νόρμαν Τζούισον (Σικάγο-Σικάγο), ο Καρλ Φόρμαν (Οι Νικητές) κ.α. Συνολικά, έχει πρωταγωνιστήσει σε 19 ταινίες.

Η διεθνής αναγνώριση είναι πλέον γεγονός. Η Μελίνα θα ανοίξει τα φτερά της το 1967 για το Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, για να παίξει στο «Ίλια Ντάρλινγκ» με τον Ζυλ Ντασσέν, σύζυγό της από την προηγούμενη χρονιά, στο πλευρό της. Τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου, ο Μάνος Χατζιδάκις τηλεφωνεί σε κείνη και στον Ζυλ για να τους πει ότι στην Ελλάδα έγινε στρατιωτικό πραξικόπημα. Η Μελίνα κάνει δηλώσεις στις τηλεοπτικές κάμερες των αμερικανικών μέσων μαζικής ενημέρωσης. «Σας παρακαλώ μην πάτε στη χώρα μου» λέει κλαίγοντας. Για τις δηλώσεις αυτές, η χούντα θα της αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια στις 12 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Εκείνη θα απαντήσει με το ιστορικό πλέον : «Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας». Από τον Νοέμβριο του 1967 και επί τρεις μήνες, το FBI την παρακολουθεί παντού. Υπάρχει προειδοποίηση ότι θα γίνει δολοφονική απόπειρα εναντίον της. Η Μελίνα δίνει συνεντεύξεις, κάνει ομιλίες, τραγουδά ενάντια στους συνταγματάρχες. Η χούντα αντιδρά, απαγορεύει στην Ελλάδα τα τραγούδια της και δεσμεύει την περιουσία της. Ο θάνατος του πατέρα της (7 Ιουλίου 1968) τη βρίσκει στην ξενιτιά. Δεν έχει ιθαγένεια, ούτε διαβατήριο. Όταν πεθαίνει η μητέρα της (Ιούλιος 1972) της επιτρέπουν την είσοδο στη χώρα για λίγες ώρες. Στις 26 Ιουλίου του 1974, δύο μόλις μέρες μετά την πτώση της χούντας, επιστρέφει στην Ελλάδα.

Το 1975 και ενώ έχει επιστρέψει στην Ελλάδα, ανεβάζει στο θέατρο Κάππα με τον Νίκο Κούρκουλο την «Οπερα της πεντάρας», το 1976 την «Μήδεια» με το ΚΘΒΕ, ενώ το 1978 το «Συντροφιά με τον Μπρεχτ» από το Ελληνικό θέατρο του Μάνου Κατράκη, παράσταση για την οποία γράφτηκε από το Θάνο Μικρούτσικο το «Αννα μην κλαις», για να τραγουδηθεί από τη Μελίνα Μερκούρη και τον Γιάννη Κούτρα.

Τέλος το 1980 ξανανέβασε το «Γλυκό πουλί της νιότης» με τον Γιάννη Φέρτη και έκλεισε ουσιαστικά την θεατρική της καριέρα με την «Ορέστεια», στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου από το Θέατρο Τέχνης.

Η Μελίνα Μερκούρη, ως υπουργός Πολιτισμού θα δώσει αγώνα για την επιστροφή στην Ελλάδα των Μαρμάρων του Παρθενώνα, που σύλησε και απέσπασε τον προηγούμενο αιώνα ο λόρδος Έλγιν και που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Επί υπουργείας της δημιούργούνται σε διάφορες πόλεις τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα.

Έφυγε στις 6 Μαρτίου 1994, στο νοσοκομείο «Μεμόριαλ» της Νέας Υόρκης και κηδεύτηκε στις 10 Μαρτίου με τιμές Πρωθυπουργού.

 

Απόψεις