Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η ταινία της βδομάδας: Habanastation

Habanastation Διάρκεια: 95’ Σκηνοθεσία: Ιαν Παντρόν Πρωταγωνιστούν: Κλαούντια Αλβαρίνιο, Ρουμπέν Αραούχο, Μπλάνκα Ρόζα Μπλάνκο Σε μια μάλλον αδιάφορη κινηματογραφική εβδομάδα,..

Habanastation

Διάρκεια: 95’

Σκηνοθεσία: Ιαν Παντρόν

Πρωταγωνιστούν: Κλαούντια Αλβαρίνιο, Ρουμπέν Αραούχο, Μπλάνκα Ρόζα Μπλάνκο

Σε μια μάλλον αδιάφορη κινηματογραφική εβδομάδα, μεσούντος του καύσωνα, δροσιά φέρνει στην οθόνη μια σύγχρονη εκδοχή του μυθιστορήματος του Μαρκ Τουαίην ‘ο Πρίγκηπας και ο Φτωχός’ από την κινηματογραφόφιλη Αβάνα.

Υπάρχουν πρίγκηπες και φτωχοί στον σοσιαλιστικό παράδεισο; Φυσικά και υπάρχουν. Ο Μαγίτο και ο Κάρλος κάθονται σε διπλανά θρανία στην τάξη αλλά έρχονται από δυο διαφορετικούς κόσμους. Ο Μαγίτο είναι γιος ενός πετυχημένου μουσικού, ζει σε μια μικρή βίλα στο Μιραμάρ και μετακινείται από το σπίτι στο σχολείο με 4Χ4. Ο Κάρλος ζει σε μια φτωχογειτονιά στο κέντρο της Αβάνας μαζί με τη γιαγιά του, καθώς η μητέρα του έχει πεθάνει και ο πατέρας  του είχε μπλέξει σε μια συμπλοκή και οδηγήθηκε στη φυλακή.

Μετά τον εορτασμό της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Πλατεία της Επανάστασης ο Μαγίτο χάνεται με τους υπόλοιπους συμμαθητές του και τη δασκάλα του, μπαίνει στο λάθος λεωφορείο και καταλήγει στη γειτονιά του Κάρλος, τον οποίο και παρακαλεί να τον προστατέψει με αντάλλαγμα λίγες ώρες παιχνίδι με το playstation που του χάρισε ο πατέρας του και το κουβαλάει στο σακίδιο του – το havanastation λογοπαίγνιο του playstation, του μυθικής κονσόλας παιχνιδιών που έχει κατακτήσει τις καρδιες και τα μυαλά εκατομμυρίων παιδιών σε όλο τον κόσμο.

Κι αυτή είναι η αρχή της πιο μεγάλης και ενδιαφέρουσας μέρας στη ζωή του Μαγίτο, γιατί είναι η μόνη που έχει ζήσει χωρίς το playstation.

Το σενάριο, αν και απλοϊκό, προσεγγίζει με τρυφερότητα την περίπλοκη πραγματικότητα της σύγχρονης Κούβας, η οποία τις περισσότερες φορές ξεφεύγει τόσο από τους υποστηρικτές όσο και από τους τιμητές της. Ο σκηνοθέτης Ίαν Πεδρόν χώνεται μέσα στα στενά του κέντρου της πόλης, εκεί που, λίγα μόλις μέτρα από τα απαστράπτοντα ανακαινισμένα κτίρια, χτυπάει η καρδιά της Κούβας …και, γιατί όχι, της κουβανικής εκδοχής της επανάστασης. Φτωχικά σπίτια, αγόρια κι κορίτσια που αλητεύουν και ερωτοτροπούν στους δρόμους, οι πατενταδόροι που μπορούν να λύσουν και να δέσουν οποιoδήποτε μηχάνημα, οι χοροί των ορισά. Το πολύχρωμο, πολύβουο παζλ στις φτωχογειτονιές της Αβάνα. Όποιος το αποκαλεί φαβέλα, μάλλον δεν έχει δει τις παραγκουπόλεις της Νότιας Αμερικής και της Αφρικής.

Ο Μαγίτο παίρνει μια γερή δόση πραγματικής ζωής και, ενώ στην αρχή είναι τρομαγμένος, σιγά σιγά συνηθίζει και μαγεύεται. Και ποιον δεν μαγεύει η ελευθερία; Το ‘ηθικό δίδαγμα’ του σεναρίου μπλέκεται με την καθημερινότητα μιας κοινωνίας που έγινε γνωστή στον κόσμο λόγω της διαμάχης σχετικά με το αν είναι ο σοσιαλιστικός παράδεισος ή η επί της γης κόλαση και όχι γι αυτό που πραγματικά είναι: μια κοινότητα ανθρώπων που έχουν καταφέρει να ζουν χωρίς τον καθημερινό τρόμο στα μάτια που διακρίνει τους περισσότερους πολίτες στον λεγόμενο ‘τρίτο κόσμο’ – ή αλλιώς τα θύματα της παλαιο και νέο – αποικιοκρατίας – για το αν θα καταφέρουν να γυρίσουν το βράδυ στο σπίτι έχοντας κερδίσει το φαγητό της μέρας γι αυτούς και τη φαμίλια του.

Οι Κουβανοί το έχουν δεδομένο το καθημερινό γεύμα. Πλούσιοι και φτωχοί έχουν όλοι να φάνε. Και τρεχούμενο νερό να πιούνε. Γι αυτό και περπατώντας στις φτωχογειτονιές της Αβάνας εισπράττει κανείς ανεμελιά, μουσική, χορό και easy going. Και αυτό βγαίνει μέσα από τους ‘πόρους’ της ταινίας. Η βία – μια συμμορία μεγαλύτερα αγόρια που εκφοβίζουν τα μικρότερα – είναι καρικατούρα σε σχέση με τη βία που έχουμε δει σε ταινίες γυρισμένες στις φτωχογειτονιές του Ρίο, του Ναϊρόμπι, του Κέηπ Τάουν ή αλλού. Η ‘ημέρα ενηλικίωσης’ του Μαγίτο, η μυητική του εμπειρία σε έναν κόσμο μακριά από την προστατευτική κάψουλα του σπιτιού του – στην οποία ο πατέρας του κατηγορεί την μητέρα του ότι τον έχει κλείσει – δεν είναι οδυνηρή, οι καινούργιες του εμπειρίες και οι περιπέτειες του έχουν έναν παιγνιώδη χαρακτήρα. Και το τέλος – οι γονείς ξαναβρίσκουν το χαμένο βλαστάρι τους – είναι ελαφρά συγκινητικό και αισιόδοξο.

Η Κούβα βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας και ο κινηματογράφος της -από τις αγαπημένες τέχνες για τους Κουβανούς – προσπαθεί να αποτυπώσει εικόνες μιας ζωής που κανείς δεν είναι σίγουρος ότι θα μείνει η ίδια. Γιατί είναι τόσο ιδιότυπη, θα μπορούσε να πει κανείς μοναδική. Οι Ευρωπαίοι από τους καναπέδες των σαλονιών τους βλέπουν φτώχεια, για τους φαβελάος αυτού του κόσμου η Κούβα είναι η δική τους Σουηδία. Κι ας μην έχουν τα σπίτια τηλέφωνο. Ούτε playstation.

Οι δυο μικροί πρωταγωνιστές είναι το λιγότερο απολαυστικοί.

 

Απόψεις