Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η ταινία της εβδομάδας: Η παρείσφρηση

Η παρείσφρηση – Blackklansman (2018) Σκηνοθεσία: Σπάϊκ Λη Πρωταγωνιστούν : Άνταμ Ντράιβερ, Τόφερ Γκρέις, Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον, Λόρα Χάριερ Διάρκεια: 135’..

Η παρείσφρηση – Blackklansman (2018)

Σκηνοθεσία: Σπάϊκ Λη

Πρωταγωνιστούν : Άνταμ Ντράιβερ, Τόφερ Γκρέις, Τζον Ντέιβιντ Ουάσινγκτον, Λόρα Χάριερ

Διάρκεια: 135’

Του πήρε περίπου δέκα ταινίες μυθοπλασίας μετά το αριστουργηματικό ‘25η ώρα’ για να επιστρέψει δριμύτατος στις κινηματογραφικές αίθουσες και τα καλλιτεχνικά φεστιβάλ. Κι εκεί που νομίζαμε πως ο Σπάικ ξέμεινε από ιδέες, να τος με μια δυναμική ταινία με θέμα – τι άλλο – τα φυλετικά μίση στην Αμερική.

Με αφορμή μια πραγματική ιστορία που συνέβη στο Κολοράντο το 1971, ο Σπάικ στήνει μια αφήγηση με δομή αστυνομικού θρίλερ και έντονο καταγγελτικό χαρακτήρα. Στόχος  του η διακυβέρνηση των Η.Π.Α. από τον υπερσυντηρητικό Ντόναλντ Τραμπ, που φέρνει το θέμα των φυλετικών διακρίσεων και πάλι στο προσκήνιο. Στη διάρκεια της ταινίας όμως γίνονται συνεχείς αναφορές σε προγενέστερα και μεταγενέστερα γεγονότα που σημάδεψαν την μαύρη Αμερική του 20ου  και 21ου αιώνα.

Η ταινία ξεκινάει με σκηνές του αμερικάνικου Εμφυλίου από το ‘Όσα παίρνει ο Άνεμος’ και συνεχίζει με ένα διάγγελμα γεμάτο μίσος για την ανωτερότητα του πολιτισμού της λευκής Αμερικής.

Η υπόθεση: Ο Ρον Σταλγουορθ – τον οποίο υποδύεται ο γιος του μαύρου σταρ του Χόλλυγουντ Ντένζελ Ουασινγκτον – περνάει συνέντευξη για να προσληφθεί ως αστυνομικός στο Κολοράντο Σπρινγκς. Η αίτηση του γίνεται δεκτή και είναι ο πρώτος μαύρος που υπηρετεί στο αστυνομικό τμήμα. Η θέση του στα αρχεία του τμήματος δεν τον ικανοποιεί και ζητάει μετάταξη στο τμήμα Πληροφοριών. Πρώτη του αποστολή να παρεισφρήσει, καλωδιωμένος, στη συγκέντρωση που οργανώνει η Ένωση Μαύρων Φοιτητών της πόλης, με ομιλητή τον μαύρο ακτιβιστή, πρώην Μαύρο Πάνθηρα, Στόκλυ Καρμίκαελ. Εκεί θα γνωρίσει την πρόεδρο του συλλόγου, τη μαχητική Πατρίς, την οποία ερωτεύεται. Βγαίνει μαζί της χωρίς να της πει ότι είναι μυστικός αστυνομικός.

Μια μέρα, ενώ κάθεται στο γραφείο του, πέφτει το βλέμμα του σε μια μικρή ανακοίνωση της Κου Κλουξ Κλαν σε τοπική εφημερίδα, όπου δίνεται ένα τηλέφωνο για όποιον θέλει να έρθει σε επαφή. Αποφασίζει μόνος του να τηλεφωνήσει και να παραστήσει τον ρατσιστή λευκό – προς μεγάλη έκπληξη όλων των παρευρισκόμενων – και κανονίζει μια συνάντηση μαζί τους. Στη συνάντηση θα πάει ο Φλιπ, ένας εβραίος συνάδελφος του – ένας και πάλι θαυμάσιος Άνταμ Ντράιβερ-  ο οποίος θα κατορθώσει να πείσει τον αρχηγό της τοπικής οργάνωσης, τον «θεωρητικό» Ουώλτερ, για τη σφόδρα του επιθυμία να καταταγεί στην «Οργάνωση», αν και ο θερμοκέφαλος Φήλιξ, που είναι πάντα με το δάκτυλο στην σκανδάλη, αμφισβητεί την ειλικρίνεια του. Σε συνεργασία με τον Ρον και δυο ακόμα αστυνόμους του τμήματος, κατορθώνουν να διεισδύσουν στην τοπική οργάνωση και να φτάσουν μέχρι τον Μεγάλο Μάγιστρο.

Κωμικό πολιτικό θρίλερ, αστυνομική σάτιρα, ο Σπάικ Λη προσπάθησε να τα κάνει όλα σε ένα σε μια ταινία. Να διασκεδάσει, να θυμίσει, να προβληματίσει, να καταγγείλει. Να στιγματίσει το παρόν και το μέλλον. Να κατακεραυνώσει όσους θεωρεί υπεύθυνους, τότε και τώρα, για τη ρατσιστική βία στην Αμερική. Από τα δηλητηριώδη βέλη του δεν θα γλιτώσει ούτε η επική ταινία Birth of a Nation του D.W. Griffith, η οποία διδάσκεται σε όλες τις σχολές κινηματογράφου για τις πρωτοπόρες κινηματογραφικές τεχνικές που είχε επινοήσει το 1915 που γυρίστηκε – «χωρίς ποτέ να μας λένε πως αυτή η ταινία ευθύνεται για την επιτυχή στρατολόγηση νέων μελών από την Κου Κλουξ Κλαν και το λυντσάρισμα πολλών μαύρων τις επόμενες δεκαετίες.», όπως λέει ο σκηνοθέτης.

Με έντονα χρώματα και νευρική, περιγραφική κάμερα, ο Σπάικ καταφέρνει να αποτυπώσει την κινηματική μαύρη κοινότητα των 70s : το στυλ της – αφάνα, κολλητά τζιν και δερμάτινα σακάκια – τη μουσική και τους χορούς της, τα συνθήματα της, τους αγώνες της και τους πρωταγωνιστές τους. Μας θυμίζει τη χρυσή δεκαετία της αμφισβήτησης και της κοινωνικής πάλης, κλείνει το μάτι στους δικούς του: «κοιτάξτε πως ήμασταν κάποτε, και τώρα μπορούμε.» Πολλές στιγμές στην οθόνη αναδύονται, μέσα από το σκοτάδι, πορτραίτα αφροαμερικάνων – με χαραγμένες επάνω τους τις μνήμες και τα τραύματα της δουλείας, με βλέμματα περήφανα και αποφασιστικά. Ναι, είναι ένας ύμνος στη μαύρη Αμερική η τελευταία ταινία του Σπάικ!

Και μια βαθιά πολιτική ταινία: ανατέμνει τον τρόπο οργάνωσης της Κου Κλουξ Κλαν αποκαλύπτοντας τα δυο της πρόσωπα – τους φανατισμένους αμαθείς που με το όπλο στο χέρι περιμένουν πότε θα την ανάψουν στον πρώτο μαύρο που θα περάσει από την μία και από την άλλη το «πολιτισμένο» και πιο επικίνδυνο πρόσωπο της, αυτό των ρατσιστών – ιδεολόγων της άρχουσας τάξης που ψάχνουν και βρίσκουν τον τρόπο να παρεισφρήσουν στην κεντρική εξουσία και να αναρριχηθούν στα ανώτατα αξιώματα, σέρνοντας μαζί τους το βρωμερό τους μίσος για τους συνανθρώπους τους που είναι διαφορετικοί από τα μούτρα τους.

Είναι όμως και μια κινηματογραφική ταινία μυθοπλασίας, που κρίνεται και για το σενάριο και την κινηματογράφηση της: εδώ, αν και τα καταφέρνει στο να ισορροπεί ανάμεσα στην κωμωδία και το σασπένς, το σενάριο είναι αρκετά προβλέψιμο και το σχεδόν happy-end του συνταγογραφημένο στο Χόλλυγουντ. Η δε κινηματογράφηση, αν και προσεγμένη στη λεπτομέρεια της και με εμπνευσμένες στιγμές, δεν είναι του ύψους άλλων ταινιών του.

Για το σενάριο ο Λη δέχτηκε δριμύτατη κριτική από τον σκηνοθέτη Μπουτς Ρίλεϋ, ο οποίος του προσάπτει πως έχει παραποιήσει την ιστορία, παρουσιάζοντας για ήρωα του αντιρατσιστικού αγώνα έναν μαύρο αστυνομικό που, στην πραγματικότητα, παρείσφρησε σε οργανώσεις μαύρων και έδινε πληροφορίες που στην ουσία σαμποτάριζαν τη δράση τους. «Όταν το FBI και η Intelligence Service παρεισέφρησαν στην Κου Κλουξ Κλαν, δεν το έκαναν για να εμποδίσουν τη δράση της, αλλά για να την χρησιμοποιήσουν ενάντια σε ριζοσπαστικές οργανώσεις.» Να προσθέσω ότι ο Λη επικεντρώνεται, πολύ καλώς, στο ιδεολόγημα της υπεροχής της λευκής Αμερικής του Τραμπ – βάζοντας τα τότε μέλη της Κλαν να φωνάζουν φράσεις που χρησιμοποιεί ο νυν Πρόεδρος των Η.Π.Α. – παραβλέπει όμως το γεγονός ότι οι δολοφονίες μαύρων πολιτών από ατιμώρητους αστυνομικούς στους δρόμους των αμερικάνικων πόλεων είχαν φτάσει στο ζενίθ επί προεδρίας του ομόφυλου του, δημοκρατικού Μπάρακ Ομπάμα.

 Κοντολογίς, γυρίζοντας μια πολύ καλή, αλλά όχι εξαιρετική ταινία, ο Σπάικ Λη κατάφερε να πει αυτό που ήθελε, αυτό που λέει ξανά και ξανά εδώ και τρεις δεκαετίες: το φυλετικό μίσος και η καταπίεση των αφροαμερικάνων δεν σταμάτησε ποτέ, και πρέπει να βρεθεί μια λύση. Το τελευταίο πεντάλεπτο, με τον Ρον και την Πατρίς να κατευθύνονται στοχεύοντας με τα όπλα έναν φλεγόμενο σταυρό και τα τελικά πλάνα με την διαδήλωση των ακροδεξιών, φασιστών, ρατσιστών, εθνικιστών και λοιπών καθικιών στο Σαρλότεσβιλ τον Αύγουστο του 2017 και την επίθεση τους στην αντιδιαδήλωση, με νεκρή μια νεαρή λευκή, τη Χήδερ Χέγιερ – η φωτογραφία της κλείνει την ταινία – είναι συγκλονιστικά και με την αίσθηση που σου αφήνουν φεύγεις από την αίθουσα πλήρης αισθημάτων και εντυπώσεων. Άξιο το Βραβείο της Επιτροπής στο φεστιβάλ Καννών!

Και επειδή ο κινηματογράφος λειτουργεί σε διαφορετικούς χώρους και χρόνους, μια ταινία όπου και όποτε κι αν γυρίστηκε εμείς τη βλέπουμε σε έναν συγκεκριμένο τόπο κάποια συγκεκριμένη στιγμή. Ένα τελευταίο σχόλιο: προς το τέλος της ταινίας ο Χάρυ Μπελαφόντε υποδύεται τον ακτιβιστή Τζέρομ Τέρνερ, ο οποίος σε μεγάλη ηλικία αφηγείται σε νεαρούς μαύρους φοιτητές πως, το 1916, ήταν αυτόπτης μάρτυρας του λυντσαρίσματος του 17χρονου Τζέσι Ουάσινγκτον, ενός νεαρού με νοητική υστέρηση που είχε καταδικαστεί με συνοπτικές διαδικασίες για το βιασμό και τη δολοφονία της λευκής Λούσυ Φράιερ. Καθώς η αφήγηση προχωράει και αντιπαραβάλλεται συνεχώς στην οθόνη με το λόγο του Μεγάλου Μάγιστρου, οι στιγμές που περιγράφει το πώς τον έσυραν έξω από το δικαστήριο και τον σκότωσαν σαν σκυλί στο δρόμο, την ώρα που οι περαστικοί χάζευαν σαν να έβλεπαν παρέλαση, μου έφερε αυτόματα στο νου τη δική μας θλιβερή πραγματικότητα των τελευταίων ημερών. Και ανατρίχιασα. Το μίσος, δυστυχώς, δεν έχει σύνορα.

 

Απόψεις