Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η Ρόζα αρνήθηκε να σηκωθεί από τη θέση της για να καθίσει ένας λευκός  

Πέμπτη 1η του Δεκέμβρη 1955 -- «Οι άνθρωποι λένε πάντα ότι δεν παραχώρησα τη θέση μου επειδή ήμουν κουρασμένη, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν ήμουν κουρασμένη σωματικά περισσότερο από ό,τι συνήθως στο τέλος μιας εργάσιμης ημέρας. Δεν ήμουν ηλικιωμένη, αν και μερικοί άνθρωποι έχουν αυτή την εντύπωση. Ήμουν σαράντα δύο χρόνων. Όχι, η μόνη κούραση που είχα, ήταν αυτή του να υποχωρώ»

Εκείνη την εποχή, η αφροαμερικάνα Ρόζα Πάρκς εργαζόταν ως μοδίστρα σε ένα τοπικό πολυκατάστημα και παράλληλα ήταν γραμματέας της Οργάνωσης του Μοντγκόμερι NAACP (Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Έγχρωμων Ανθρώπων).

Την Πέμπτη 1η του Δεκέμβρη 1955, περίπου στις 6.00 το απόγευμα  η 42χρονη μοδίστρα, αφού σχόλασε από την δουλειά της, επιβιβάστηκε στο λεωφορείο Cleveland Avenue στο κέντρο του Μοντγκόμερι, πλήρωσε το εισιτήριο της και κάθισε σε ένα κάθισμα της πρώτης σειράς των καθισμάτων που προοριζόταν για τους μαύρους, ακριβώς πίσω από τις δέκα θέσεις που προορίζονταν για λευκούς επιβάτες.

Στη διαδρομή το λεωφορείο γέμισε. Στην τρίτη στάση, μπροστά από το Empire Theatre,  επιβιβάστηκαν αρκετοί λευκοί επιβάτες. Ο οδηγός, Τζέιμς Μπλέικ, διαπίστωσε ότι δύο ή τρεις λευκοί επιβάτες στέκονταν όρθιοι, καθώς το μπροστινό μέρος του λεωφορείου δεν υπήρχαν κενές θέσεις «για λευκούς», τότε μετακίνησε την πινακίδα που σηματοδοτούσε το χώρο για τους μαύρους επιβάτες με τη σήμανση «Εγχρωμοι», πίσω από τις θέσεις όπου κάθονταν τρεις μαύροι και η Ρόζα Πάρκς και με αυταρχικό τόνο ζήτησε να μετακινηθούν οι μαύροι προς τα πίσω ώστε να καθίσουν οι λευκοί.

Αστυνομικός της Αλαμπάμα παίρνει τα δαχτυλικά αποτυπώματα της Ρόζας Παρκς μετά τη σύλληψή της.

Οι τρεις μαύροι πειθάρχησαν, σηκώθηκαν και μετακινήθηκαν προς τα πίσω, ανάμεσά τους και εκείνος που καθόταν δίπλα στην Πάρκς. Η Ρόζα Παρκς απλά μετακινήθηκε προς το κάθισμα δίπλα στο παράθυρο. Ο Μπλέικ την ρωτά αν θα μετακινηθεί ή θα φωνάξει την αστυνομία, εκείνη απαντά: «Δεν νομίζω ότι πρέπει να σηκωθώ» και τότε ο οδηγός κάλεσε την αστυνομία και η Ρόζα Λουίζ ΜακΚόλεϊ Παρκς (Rosa Louise McCauley Parks) συνελήφθη.

Η Ρόζα θυμόταν ότι ρώτησε τον αστυνομικό: «Γιατί με σπρώχνεις;» και εκείνος της απάντησε: «Δεν ξέρω, αλλά ο νόμος είναι νόμος και είστε υπό κράτηση».  Αργότερα είπε: «Ήξερα μόνο ότι, όταν με συνέλαβαν, ήταν η τελευταία φορά που θα είχα υποστεί μια ταπείνωση αυτού του είδους».

Στην  αυτοβιογραφία της με τίτλο «Η ιστορία μου» ξεκαθάρισε:

«Οι άνθρωποι λένε πάντα ότι δεν παραχώρησα τη θέση μου επειδή ήμουν κουρασμένη, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν ήμουν κουρασμένη σωματικά περισσότερο από ό,τι συνήθως στο τέλος μιας εργάσιμης ημέρας. Δεν ήμουν ηλικιωμένη, αν και μερικοί άνθρωποι έχουν αυτή την εντύπωση. Ήμουν σαράντα δύο χρόνων. Όχι, η μόνη κούραση που είχα, ήταν αυτή του να υποχωρώ».

Η Παρκς  κατηγορήθηκε για παραβίαση του Κεφαλαίου 6, ενότητα  11 του νόμου περί φυλετικού διαχωρισμού του κώδικα της πόλης του Μοντγκόμερι.

Η Ρόζα Παρκς δεν ήταν, βέβαια, η πρώτη που αρνήθηκε τις φυλετικές διακρίσεις στα λεωφορεία. Είχαν προηγηθεί ο Μπαγιάρντ Ρουστίν το 1942, η Αϊρίν Μόργκαν το 1944, η Λίλη Μέι Μπράντφορντ το 1951, η Σάρα Λουίζ Κέις το 1952 και τα μέλη της τελικώς επιτυχημένης αγωγής Browder κατά Gayle 1956 (Claudette Colvin , Aurelia Browder , Susie McDonald και Mary Louise Smith) που συνελήφθησαν στο Μοντγκόμερι επειδή δεν παραχώρησαν τις θέσεις τους στο λεωφορείο λίγους μήνες πριν από την Παρκς.

 

Το μποϊκοτάζ των λεωφορείων

 

Η Ρόζα Παρκς (περίπου το 1955), πίσω αριστερά διακρίνεται ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.

Στις 5 Δεκέμβρη η Ρόζα Παρκς δικάστηκε για την παραβίαση του τοπικού διατάγματος. Η δίκη διήρκεσε 30 λεπτά. Κρίθηκε ένοχη και της επιβλήθηκε πρόστιμο 10 $, συν 4 $ τα δικαστικά έξοδα (συνολικό ποσό ισοδύναμο με 135 $ σήμερα). Η Παρκς, άσκησε έφεση και αμφισβήτησε επίσημα τη νομιμότητα του φυλετικού διαχωρισμού. Σε συνέντευξή της το 1992 δήλωσε:

«Δεν ήθελα να υποστώ άλλη κακομεταχείριση, δεν ήθελα να στερηθώ μια θέση για την οποία είχα πληρώσει. Είχε έρθει η ώρα … μου δόθηκε η ευκαιρία να πάρω θέση και να εκφράσω αυτό που ένιωθα για τον τρόπο που με αντιμετώπιζαν.  Δεν είχα προγραμματίσει να συλληφθώ. Είχα πολλά να κάνω αντί να καταλήξω στη φυλακή. Αλλά όταν βρέθηκα μπροστά σε αυτή την κατάσταση, δεν δίστασα να το κάνω γιατί ένιωθα ότι είχαμε υπομείνει πολλά. Όσο υποχωρούσαμε, όσο περισσότερο συμμορφωνόμασταν με αυτό το είδος της μεταχείρισης, τόσο πιο καταπιεστική γινόταν».

Την προηγούμενη κιόλας μέρα, 4 Δεκέμβρη, αποφασίστηκαν και ανακοινώθηκαν σχέδια για μποϊκοτάζ των λεωφορείων του Μοντγκόμερι σε μαύρες εκκλησίες της περιοχής. Σε μια εκκλησία εκείνο το βράδυ, οι παραβρισκόμενοι συμφώνησαν ομόφωνα να ξεκινήσουν το μποϊκοτάζ μέχρι να αρχίσουν να τους φέρονται με την αρμόζουσα ευγένεια, μέχρι να προσληφθούν μαύροι οδηγοί και μέχρι την οριστική κατάργηση του φυλετικού διαχωρισμού στις θέσεις των λεωφορείων.

Η υπόθεση της Ρόζας Λουίζ ΜακΚόλεϊ Παρκς δεν ήταν η αιτία της διαμαρτυρίας ήταν όμως ο καταλύτης του ξεσπάσματος της κοινότητας των μαύρων. Το Πολιτικό Συμβούλιο των Γυναικών ήταν η πρώτη ομάδα που ενέκρινε επίσημα το μποϊκοτάζ.

Την ημέρα της δίκης διανεμήθηκαν 35.000 φυλλάδια στα οποία αναφέρονταν:

«Ζητάμε από κάθε μαύρο να μείνει έξω από τα λεωφορεία τη Δευτέρα για να διαμαρτυρηθεί για τη σύλληψη και τη δίκη …

Μπορείτε να απέχετε από το  σχολείο για μια μέρα. Εάν εργάζεστε, πάρτε ένα ταξί ή περπατήστε…

Μείνετε έξω από τα λεωφορεία τη Δευτέρα».

Έβρεχε εκείνη την ημέρα, αλλά η μαύρη κοινότητα επέμεινε στο μποϊκοτάζ. Οι περισσότεροι από τους 40.000 μαύρους μετακινήθηκαν περπατώντας.

Εκείνο το βράδυ μετά την επιτυχία του μονοήμερου μποϊκοτάζ, μια ομάδα από 16 έως 18 άτομα συγκεντρώθηκε σε μια Εκκλησία για να συζητήσει τα επόμενα βήματα. Στη συγκέντρωση παραβρέθηκε και η Ρόζα Παρκς. Όταν ρώτησε αν έπρεπε να πει κάτι στους συγκεντρωμένους πήρε την απάντηση: «Όχι, είπατε αρκετά!». Η συγκέντρωση αποφάσισε τη δημιουργία της Οργάνωσης «Προοδευτικός Ομιλος Μοντγκόμερι» (Montgomery Improvement Association – ΜΙΑ) με επικεφαλής τον Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ.

Το μποϊκοτάζ συνεχίστηκε με επιτυχία για 381 ολόκληρες μέρες, μέχρι την οριστική κατάργηση του νόμου για τους φυλετικούς διαχωρισμούς, ως αντισυνταγματικός από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ στην υπόθεση Browder κατά Gayle .

Δεκάδες δημόσια λεωφορεία ακινητοποιήθηκαν για μήνες, βλάπτοντας σοβαρά τα οικονομικά της ιδιοκτήτριας εταιρείας.

Η Ρόζα Παρκς στο λεωφορείο στις 21 Δεκέμβρη 1956, την ημέρα που καταργήθηκε ο φυλετικός διαχωρισμός στο Μοντγκόμερι. Πίσω της ο δημοσιογράφος του UPI, Nicholas C. Chriss, που κάλυπτε τις εκδηλώσεις εκείνης της ημέρας.

 

Ο νόμος φυλετικού διαχωρισμού στα λεωφορεία του Μοντγκόμερι

 

Σχεδιάγραμμα με τον διαχωρισμό των καθισμάτων στα λεωφορεία. Διακρίνεται δεξιά η θέση από την οποία άρχισε το τμήμα των «εγχρώμων», θέση στην οποία είχε καθίσει η Ρόζα Παρκς.

Το 1900, το Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα είχε εκδώσει ένα διάταγμα πόλης που κανόνιζε τον φυλετικό διαχωρισμό των επιβατών των λεωφορείων με βάση το χρώμα.

Οι τέσσερις πρώτες σειρές καθισμάτων (10 θέσεις συνολικά) σε κάθε λεωφορείο του Μοντγκόμερι προορίζονταν για λευκούς. Τα λεωφορεία είχαν καθορισμένα «χρωματισμένα»  τμήματα για τους μαύρους, γενικά στο πίσω μέρος του λεωφορείου, αν και οι μαύροι αποτελούσαν περισσότερο από το 75% των επιβατών.

Τα τμήματα δεν ήταν σταθερά αλλά σημαδεύονταν με τοποθέτηση ενός κινητού σημείου. Οι μαύροι θα μπορούσαν να καθίσουν στις μεσαίες σειρές μέχρι να γεμίσει το λευκό τμήμα. Εάν χρειάζονταν περισσότερα λευκά καθίσματα, οι μαύροι έπρεπε να μετακινηθούν στα πίσω καθίσματα, να σταθούν ή, εάν δεν υπήρχε χώρος, να κατεβούν από το λεωφορείο. Οι μαύροι δεν μπορούσαν να καθίσουν στο διάδρομο στην ίδια σειρά με τους λευκούς. Ο οδηγός μπορούσε να μετακινήσει το “έγχρωμο” σημάδι ή να το αφαιρέσει εντελώς. Εάν υπήρχαν λευκοί επιβάτες στο λεωφορείο, οι μαύροι έπρεπε να επιβιβαστούν στο μπροστινό μέρος για να πληρώσουν το ναύλο, στη συνέχεια κατέβαιναν και ξανανέβαιναν από την πίσω πόρτα.

Σύμφωνα με το νόμο, κανένας επιβάτης δεν υποχρεούταν να μετακινηθεί ή να εγκαταλείψει τη θέση του και να σταθεί όρθιος αν το λεωφορείο ήταν γεμάτο και δεν υπήρχαν άλλα καθίσματα. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου, οι οδηγοί λεωφορείων του Μοντγκόμερι απαιτούσαν από τους μαύρους επιβάτες να μετακινούνται και να παραχωρούν τη θέση τους όταν δεν είχαν απομείνει καθίσματα για λευκούς.

Μια μέρα το 1943,η Παρκς επιβιβάστηκε σε λεωφορείο και πλήρωσε το εισιτήριο. Στη συνέχεια προχώρησε προς τα καθορισμένα καθίσματα, αλλά ο οδηγός, ο οποίος ήταν ο Τζέιμς Μπλέικ, ο ίδιος που έτυχε να οδηγεί και εκείνο το λεωφορείο την 1η Δεκέμβρη 1955, της υπέδειξε να ακολουθήσει τους κανόνες της πόλης και να μπει ξανά στο λεωφορείο από την πίσω πόρτα. Όταν η Παρκς κατέβηκε από το όχημα, ο Μπλέικ έφυγε χωρίς αυτήν!

Η Ρόζα Παρκς αριστερά, σε πορεία στο Μοντγκόμερι το 1965, με επικεφαλής τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, στο κέντρο.

 

Ρόζα Λουίζ ΜακΚόλεϊ Παρκς

 

Η Rosa Louise McCauley γεννήθηκε στην Τοσκίγκη (Tuskegee) της Αλαμπάμα , στις 4 Φλεβάρη 1913. Ηταν κόρη του ξυλουργού Τζέιμς ΜακΚόλει και της Λεόνα Εντουαρτς. Ένα από τους παπούδες της ήταν Σκωτσεζο-ιρλανδικής καταγωγής και μια γιαγιά της υπήρξε σκλάβα.

Η Ρόζα έμαθε να ράβει από τη μητέρα της. Μέχρι τα 11 χρόνια της παρακολούθησε αγροτικά σχολεία.

Το 1932, η Ρόζα παντρεύτηκε τον Ρέιμοντ Παρκς, έναν κουρέα από το Μοντγκόμερι.  Μετά από παρότρυνση του συζύγου της, ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο γυμνάσιο το 1933, σε περίοδο που λιγότερο από το 7% των Αφρικανών Αμερικανών είχαν απολυτήριο γυμνασίου.

Ήταν δραστήριο μέλος της NAACP (Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Έγχρωμων Άνθρωπων) και πρωτοπόρα στους αγώνες για τα δικαιώματα των μαύρων ενάντια στις φυλετικές διακρίσεις.

Η Ρόζα Παρκς δεν απέκτησε παιδιά. Πέθανε στο Ντιτρόιτ, στις 24 Οκτώβρη 2005, σε ηλικία 92 χρόνων, από φυσικά αίτια. Η πόλη του Μοντγκόμερι και το Ντιτρόιτ τοποθέτησαν μαύρες κορδέλες στα μπροστινά καθίσματα των λεωφορείων, μέχρι την κηδεία της στις 29 Οκτώβρη. Το φέρετρό της μεταφέρθηκε με λεωφορείο παρόμοιο με εκείνο στο οποίο έκανε τη διαμαρτυρία της.

Το λεωφορείο No. 2857 στο οποίο ανέβηκε η Ρόζα Παρκς Parks βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Henry Ford.

 

 

ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ 1 Δεκέμβρη 2020

 

Απόψεις