Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Φασισμός: Το επινοημένο παρελθόν και η Ινδογερμανοποίηση της Ελλάδας

Ευθύς εξ αρχής, αξίζει τον κόπο να επισημάνω, πως εκ των υστερών όσα συνέβησαν μοιάζουν σαν μια αναπόφευκτη πορεία όπου..

Ευθύς εξ αρχής, αξίζει τον κόπο να επισημάνω, πως εκ των υστερών όσα συνέβησαν μοιάζουν σαν μια αναπόφευκτη πορεία όπου μηδενίστηκε, από όσους βρίσκονταν στο επίκεντρο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, εντελώς η δυνατότητα εναλλακτικών επιλογών. Αυτό  βέβαια μπορούμε να το πιστέψουμε μόνο αν δεχτούμε πως τα θεμέλια της ιστορίας είναι απολύτως ντετερμινιστικά και αναγκαιοκρατούμενα. Κάθε προσέγγιση να μετρήσουμε το μέγεθος και το βάρος των αιτιοκρατικών προσεγγίσεων του υπαρκτού κόσμου εγείρουν μέχρι και σήμερα σοβαρούς προβληματισμούς περί ελευθερίας της βούλησης.

Αν υπάρχει όμως ελευθερία στις αποφάσεις των ανθρώπων τι ρόλο  διαδραματίζει η τυχαιότητα; Πρέπει να κάνουμε εικοτολογικές υποθέσεις, ένα παιχνίδι εικασιών δηλαδή,  όσων αφορά εναλλακτικές που ενεχόμενος θα άλλαζαν το ρου της ιστορίας; Να καταλήξουμε μήπως στο αμφιλεγόμενο συμπέρασμα πως υπάρχει μόνο ένα δυνατό μέλλον το οποίο και είναι αυστηρά προκαθορισμένο άρα δεν αξίζει να διευκρινίζουμε τους λόγους που ελήφθη η κάθε ιστορική απόφαση;

Πάντως η ελευθερία της βούλησης συνίσταται στην έννοια της ηθικής υπευθυνότητας, η οποία με τη σειρά της εξαρτάται από τον αυτοκαθορισμό. Όμως που να ψάξουμε να βρούμε το  «ηθικά υπεύθυνο» στις εθνικές ιστοριογραφίες οι οποίες βρίθουν από:  ριζωμένες πολιτισμικές διαφοροποιήσεις (κυρίως σε φυλετικά, θρησκευτικά και εθνικά χαρακτηριστικά), ρατσισμό και δογματικότητα που συνίστανται στην παγίωση της εθνικιστικής εξ αίματος, άρα, αποκλειστικής συλλογικής ταυτότητας η οποία μάλιστα παραμένει αμετάβλητη μέσα στα ερέβη του χρόνου (;).

Γενικά μιλώντας η ανθρωπολογική- εθνογραφική ιστορία αναγνωρίζεται ως ιστορικά προσδιορισμένη και πολιτικά φορτισμένη, εμπλεκόμενη συνεχώς σε συγκεκριμένα για κάθε εποχή και τόπο δίκτυα σχέσεων ισχύος και εξουσίας. Η ιστορία βρέθηκε να υποστηρίζει το μύθο της αυτοχθονίας διεκδικώντας φαντασιακά την συνέχεια της γλωσσικής, πολιτιστικής, θρησκευτικής, και ιστορικής ενότητας για να υποστηριχτεί η εθνικιστική συγκρότηση, κάτω βέβαια από την σιδερένια πυγμή ενός «ισχυρού» άνδρα.

Η εφεύρεση όμως της ιστορίας ως θεραπαινίδα εθνικιστικών μύθων, αν και δομούν την εθνοσοσιαλιστική ιδεολογία, δεν είναι εφεύρεση του φασισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: η υπόθεση περί βόρειας καταγωγής των ξανθών δολιχοκέφαλων αρίων, οι λεγόμενοι «Ινδογερμανικοί λαοί», στων οποίων τις φλέβες έρεε Νορδικό αίμα, μετανάστευσαν στην αρχαιότητα και εποίκησαν την Ελλάδα, την Τροία, την Ινδία, δημιουργώντας μεγάλους πολιτισμούς και από τους απογόνους τους δημιουργήθηκε η Ρώμη. Απόδειξη; Μα η διάδοση του αγκυλωτού σταυρού σε όλους τους πολιτισμούς της αρχαιότητας, της σφραγίδας δηλαδή των αρίων!

Πράγματι έχουν ανακαλυφθεί σβάστιγκες στις Μυκήνες, στην Τροία, στην Ινδία μα οι επιστήμονες της εποχής όπως ο καθηγητης αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Βερολίνου  Alexander Conze, (1831-1914), αργότερα ο Johannes Mahnkoph «αποκάλυψαν» πως οι αρχαιότερες  σβάστιγκες ανακαλύφθηκαν στην Σκανδιναβία άρα από εκεί οι  ξανθοί δολιχοκέφαλοι,  κατά την μετανάστευση τους, την διέδωσαν στην μεσόγειο μα και στην Ινδία. Όσο αφορά το αίμα ο Γερμανός ιστορικός και φιλόσοφος Christof Meiners (1747- 1810) έθεσε στις αρχές του 19ου αιώνα τον εξής παράγοντα για την ευεξία μιας φυλής: την καθαρότητα του αίματος της. Το αίμα εξοπλίστηκε με μεταφυσικές ιδιότητες και η ανάμειξη με άλλες φυλές ποινικοποιήθηκε αυστηρά.

Η ρατσιστική διδασκαλία της αριοσοφίας, με την οποία συνθέτονται οι φυλετικές ρατσιστικές θεωρίες και ο Κοινωνικός Δαρβινισμός, αναπτύχθηκε από τον Γκουίντο φον Λιστ (1848- 1919) στις αρχές του 20ού αιώνα και έτυχαν ευρείας αποδοχής ανάμεσα στους παγγερμανιστές ή μεγαλογερμανιστές. Το κεντρικό αξίωμα είναι η ύπαρξη της τέλειας φυλής θεανθρώπων στη Βόρεια Ευρώπη του απώτερου παρελθόντος, της άριας φυλή δηλαδή, που αποίκησαν την μεσόγειο όπως ήδη αναφέραμε, και εκστράτευσαν εναντίων της Ινδίας. Ως απόγονοι των αρίων λογίζονται τα γερμανικά φύλα, κυρίως οι Γερμανοί. Ως εκ τούτου ο κοινωνικός δαρβινισμός, συνδέθηκε αρμονικά με την προοπτική της φυλετικής θεμελίωσης του βιολογικοποιημένου εθνικιστικού γερμανικού επιχειρήματος.

Πάντως η γερμανική αντιουμανιστική ανθρωπολογική σχολή του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφενός γιατί εικονογραφεί δραματικά την ανθρωπολογική ιστορική πορεία με αιχμή την κρανιομετρία (οι κρανιομέτρες πίστευαν πως υπάρχει γραμμική σχέση ανάμεσα στην νοημοσύνη και στο μέγεθος του κρανίου ενός ανθρώπου) τον βιολογικό ανταγωνισμό, τον βιολογισμό του αίματος, την ανατομοφυσιολογία, αφετέρου εξήχθη και επηρέασε την επιστημονική σκέψη σε όλη την Δυτική Ευρώπη, την Ελλάδα μα και τις ΗΠΑ. Οι θεωρίες αυτές προσαρμόστηκαν σε ποικίλα ιδεολογικά, ρατσιστικά, εθνικιστικά, και πολιτικά συμφραζόμενα εκτοπίζοντας ταυτόχρονα την επιστημονική φιλελεύθερη εθνολογία.           

Όσο αφορά τον Κοινωνικό Δαρβινισμό αυτός ξεκίνησε από την  έκδοση των  βιβλίων του  Charles Darwin: «Η Καταγωγή των Ειδών» (1859) και «Η Καταγωγή του Ανθρώπου» (1871). Τα βιβλία αυτά, με την βοήθεια και του φιλοσόφου Χέρμπερτ Σπένσερ, προήγαγαν την αντιστοιχία της εξελικτικής πάλης του φυσικού κόσμου στον ανθρώπινο κόσμο και ενίσχυσαν το ρατσισμό με ένα ηθικό περιεχόμενο: την έννοια της ισχυρότερης φυλής, η οποία είχε το ηθικό δικαίωμα να επιβληθεί στις κατώτερες πολιτισμικά φυλές λόγω της δυνατότητάς της να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται καλύτερα στο περιβάλλον. Ο λόγος αυτός των βιβλίων έτυχε ευρύτατης διάδοσης και έδωσε ηθική αιτιολογία, μάλλον ερήμην του συγγραφέα τους, όχι μόνο στο θεώρημα της σύγκρουσης βιώσιμων και αποθνησκόντων εθνών, αλλά και σε κάθε εξελικτική ή ιστορική διαδικασία η οποία οφείλει να οδηγεί στην επικράτηση των πιο «ικανών» στην κοινωνία και, ταυτόχρονα, στην εξάλειψη των «ανίκανων».

Ανάμεσα στους πολλαπλούς φορείς των απαρχών του φασισμού και των θεωρητικών της φυλής και του αίματος εξέχουσα θέση κατέχει ο Βρετανός Houston  Chamberlain ο οποίος έγραφε πως: «Η σημασία κάθε έθνους, είναι ανάλογη της αυθεντικότητας του τευτονικού αίματος του πληθυσμού του. Ο Καίσαρας, ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Ντα Βίντσι,ο Γαλιλαίος,ο Βολτέρος ακόμα και ο Χριστός ήταν Τεύτονες. Όποιος ισχυρίζεται ότι ο Χριστός ήταν Εβραίος ψεύδεται ή είναι ανόητος». (Νίκος Λακόπουλος:  Το μυθιστόρημα του ναζισμού: Οι «Ιππότες του Τάγματος της Χρυσής Αυγής»  Εκδόσεις Καστανίωτης) 

Οι όποιοι δισταγμοί μερικών κύκλων επιστημόνων γι αυτά τα ιδεολογικά αξιώματα κάμφθηκαν μπροστά στην «αναγκαία» αποκατάσταση της ιστορικής συνέχειας των αρίων «Ινδογερμανών», καθώς το έθνος χρειαζόταν μια ανάκτηση του παρελθόντος του γερμανοκεντρισμού, με ηγεμονικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο, και μια επιβεβαίωση της εθνικής ταυτότητας, μετά την ήττα του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου και της ταπεινωτικής συνθήκης ειρήνης των Βερσαλλιών που ακολούθησε.

Ένας άλλος μοχλός διέγερσης του όχλου είναι ο αντισημιτισμός που βγαίνει ξανά στο προσκήνιο. Στον Εβραίο έχουμε την συγχώνευση των εχθρών, εσωτερικών αλλά και αυτών σε Ανατολή και Δύση. Είτε με την μορφή της κομμουνιστικής ανατροπής είτε με την μομφή των πλουτοκρατικών συμφερόντων, η θεμελιώδες αναγωγή γίνεται  σε έναν μυθικό εχθρό: τον Εβραίο, που έχει την ικανότητα να ρυθμίζει με μυστικό τρόπο την τύχη της ανθρωπότητας.        

Και πράγματι πέτυχαν οι προπαγανδιστικοί σκοποί διέγερση του όχλου, από την άρχουσα συντηρητική τάξη, για εθνικιστικούς λόγους και με την φυλή ως τη μόνη βάση της συλλογικής του ταυτότητας. Ένας δαιμονοποιημένος «εχθρός» και ένα επινοημένο, ένδοξο και μυθοποιημένο παρελθόν λειτουργούν πάντα ως βαλβίδα ασφαλείας όταν υπάρχει κοινωνική δυσαρέσκεια. Μην αμελούμε την οικονομική κρίση, μετά το κραχ στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης το 1929 που απλώθηκε στην Ευρώπη. Κυρίως για τους Γερμανούς που πλήρωναν πολεμικές αποζημιώσεις η Μεγάλη Ύφεση σημαίνει προλεταριοποιημένες, μάζες, μαζική ανεργία και εξαθλίωση των εργατικών τάξεων. Ως εκ τούτου, ο  Χίτλερ, στην Λέσχη Βιομηχάνων στο Ντίσελντορφ, θα δηλώσει : «την φτώχεια θα την νιώθαμε χίλιες φορές πιο σκληρή αν ήταν καθαρώς υλική, αν δεν δίναμε στο λαό κάποιο ιδεώδες».  Οι μάζες εξαπατώνται εύκολα από τον μεγαλορρήμονα εθνικιστικό μυστικισμό!

Προάγγελος και διανοητικό υπόστρωμα όσων επακολούθησαν ήταν  ο Νίτσε ο οποίος απέρριψε την δημοκρατία και ανήγγειλε την παρουσία του Υπερανθρώπου, ουσιώδες χαρακτηριστικό του οποίου ήταν ο «θρίαμβος της θέλησης» και η «βούληση για δύναμη». Ο «θρίαμβος της θέληση», κινηματογραφίστηκε από την Λένι Ρίφενσταλ. Στην πρώτη σκηνή παρουσιάζεται ο Χίτλερ σε αεροσκάφος να διασχίζει τα σύννεφα, να κατεβαίνει αργά και υποβλητικά στην πόλη, περνώντας πλάι και από τους καθεδρικούς ναούς. Ο Χίτλερ, παρουσιάζεται αριστοτεχνικά ως άλλος θεός, ως άλλος μεσσίας, ως Υπεράνθρωπος που υψώνεται πάνω από την ματαιότητα της κοινωνίας!

H συναισθηματική απήχηση της ταινίας ήταν τεράστια: Μεσσιανισμός, μυστικισμός, φυλετισμός, ρατσισμός, βιολογισμός του αίματος, αίγλη Ινδογερμανική… Προορισμός του κάθε πολίτη: τυφλή υπακοή στον Κυρίαρχο!

Έπειτα ο Χίτλερ εξέδωσε τα διατάγματα εκτάκτου ανάγκης τα οποία είχαν περιγραφεί ως μέτρα για την αντιμετώπιση των «κομμουνιστικών πράξεων βίας που θέτουν σε κίνδυνο το κράτος»…

                                                                 ***

Αυτά μυθώδη, φανταστικά μοτίβα των απαρχών, και με  δεδομένο ότι οι πορείες των ιδεολογιών συνδέονται άρρηκτα, ορίζουν ρητά την παραστατική απεικόνιση και της Ελλάδας. Η φυλετική της αναγέννηση ταυτίστηκε με το αρχαίο κλέος, και  βασίστηκε στην βιολογικοποιημένη εθνικoφροσύνη, και τον αντικομμουνισμό, στοιχεία, τα οποία προσέφερε η μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο εποχή- η οποία έχει καίριες επιπτώσεις στη γενική θέαση του κόσμου που συναρτώνται με τον ανορθολογισμό. Λογικό, καθώς εκείνη την εποχή, οι αυτάρεσκες θεωρήσεις της Ευρώπης ως λίκνο του ανθρώπινου πολιτισμού κλονίστηκαν. Οι ανθρωπιστικές φιλοσοφικές θεωρίες απαξιώθηκαν, οι άνθρωποι έμαθαν να ζουν μέσα στην βία!

Στην Ελλάδα κυριαρχεί ένα ιδεολογικό κενό, μια ψυχική κατάπτωση στον πληθυσμό, συνέπεια του «Εθνικού Διχασμού» της Μικρασιατικής Καταστροφής, της χρεοκοπίας της «Μεγάλης Ιδέας», και το άδοξο τέλος στην εκπολιτιστική αποστολή της Ελλάδας στην Εγγύς Ανατολή, που κάνουν επιτακτικό, τουλάχιστον για τις άρχουσες τάξεις, το αίτημα μιας ψυχικής εθνικής και θρησκευτικής ανασύνταξης και γενικά μιας επανανακάλυψης των γονιδιακών ελληνικών ορθοδόξων αξιών που θα δώσει διέξοδο στα κοινωνικά, στα ιδεολογικά και υπαρξιακά διλήμματα του πληθυσμού. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή της κατάστασης από τον Γ. Θεοτοκά: «οι Έλληνες βούλιαξαν στο λιμάνι της Σμύρνης όχι μόνο τους δυνάμεις τους, αλλά και τα ιδανικά τους, και την αυτοπεποίθησή τους» (Θεοτοκάς Γ., «Προϋποθέσεις μιας αληθινής πρωτοπορείας», στο Ελεύθερο πνεύμα, επιμ. Κ.Θ. Δημαράς, Αθήνα, Ερμής, 1988, σ. 63)

Πάντως το θεμελιακό χαρακτηριστικό αυτής της εσωτερικής ανασυγκρότηση και κύριος εχθρός, (με πρωτεργάτη αυτού του ρεύματος τον δημοτικιστή Αλέξανδρο Δελμούζο) αναδείχτηκε ο κομμουνισμός: «εχθρός της θρησκείας, της οικογένειας, και της πατρίδας, που υπομονεύει τη βιολογική υπόσταση έθνους»! (Ξιφαράς Δ.Χρ., « «Η ελληνική εθνικιστική ιδεολογία στο Μεσοπόλεμο: Όψεις διαμόρφωσης της εθνικής θεωρίας. Μέρος Α’», περ. Θέσεις,)

Σχετικά με τον Δελμούζο οφείλω να ξεκαθαρίσω πως ο στοχασμός του παραπέμπει στον γερμανικό «από καθέδρας σοσιαλισμό», ένα διανοητικό ρεύμα που αμφισβήτησε τόσο τον μαρξισμό-κομμουνισμό όσο και τον άκρατο φιλελευθερισμό. Γενικά όμως, μέσα σε αυτό το κλίμα, σχεδόν κανείς από την διανόηση δεν ενδιαφέρεται για την άσκηση κριτικής στο πλαίσιο ενός δημόσιου διαλόγου, αλλά, αντίθετα, και για να καταλαγιάσουν τα λαϊκά πάθη, (όξυνση, εκείνη την εποχή, των εργατικών ζητημάτων που οδηγεί σε κοινωνικές ταραχές και απεργίες, δύσκολη ένταξη των προσφύγων, διάλυση του στρατού κ.α.) υποστήριξαν τους θεσμούς που εξασφάλιζαν την ενότητα ενός ισχυρού εθνικιστικού ιεραρχικού κράτους το οποίο στηρίζεται στην προγονοπληξία, την ορθόδοξη θρησκεία, την μοναρχία και τον στρατό.

Όπως ήδη έχω αναφέρει, δημιουργήθηκε ένα ιδεολογικό κενό, λόγω των ελλειμματικών εμπειριών του τότε παρόντος, που κάνει επιτακτικό το αίτημα μιας ψυχικής ανασύνταξης, μιας ανακατάταξης των ελληνικών αξιών και μιας στροφή στο ένδοξο ελληνικό παρελθόν και στις ad hoc επινοημένες παραδόσεις, που λειτουργούν ως ψυχολογική διαφυγή από την δυσλειτουργία της τρέχουσας μιζέριας του ελληνικού κράτους. Ως πλαίσιο αναφοράς για τις μάζες επελέγη, από οργανωτικά σχήματα του συντηρητισμού, η προσέγγιση του έθνους ως βιολογικής και πολιτισμικής κοινότητας και της αδιάσπαστης εθνικής συνέχειας του.  

Ο φασισμός, εκείνη την εποχή προωθώντας την ιδέα ενός καινούργιου ξεκινήματος, μιας αναγέννησης και κοσμογονίας της φυλής, έβρισκε ευήκοα ώτα, ενώ η επίδραση των ιδεών της γερμανικής ανθρωπολογικής σχολής αποτελέσαν γόνιμο φυτώριο της εκστατικής φυλετικοποίησης του ανώτερου «εθνικού εγώ» σε σχέση με του «άλλου». Χαρακτηριστικό παράδειγμα: ο Κλων Στέφανος, (1854- 1915) γιατρός-ανθρωπολόγος, ιδρυτής του Ανθρωπολογικού Μουσείου της Αθήνας ο οποίος, για να προσθέσει βάθος στο εθνικό αφήγημα του μεγαλοϊδεατισμού, είχε «αποδείξει» μέσα από την κρανιομετρική κατάδειξη την βιολογική ανερώτητα των Ελλήνων απέναντι στους Σλάβους.  

Μια προσωπικότητα της ελληνικής ποίησης ο Κωστής Παλαμάς,-εχθρός της   συμμετοχής του λαού στα κοινά, της κοινωνικής ισότητας αλλά και της καθολικής ψηφοφορίας,- αναφέρει πως χρειάζεται η: αντικατάσταση των συνθημάτων της Γαλλικής Επανάστασης «Ελευθερία-Ισότητα-Αδελφότητα» με μια άλλη τριάδα, τη «μουσσολινική Σύμπνοια-Πειθαρχία-Εργασία», γιατί: «δεν χρειάζεται κόπος πολύς εις τον υγιέστερον και συνετότερον σκεπτόμενον διά να ομολογήσει ότι είναι τα ωραία, πειστικότερα και μάλλον αποτελεσματικά νοήματα, τα ανταποκρινόμενα εις την πραγματικότητα και παραδίδοντα εις ημάς το μυστήριον της ευημερίας ατόμων και λαών» (Π. Βουτουρής, Ιδέες της σκληρότητας και της καλοσύνης. Εθνικισμός, σοσιαλισμός, ρατσισμός (1897-1922), Εκδώσεις Καστανιώτη).

 Ο Στρατής Μυριβήλης (Ευστράτιος Σταµάτογλου) από  τους σημαντικότερους εκπροσώπους της  “γενιάς του 1930” και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών σημειώνει: «πρώτα απ’ όλα είµαστε Ρωµιοί Εθνικιστές […] και έπειτα, αν µας µένει περιθώριο, γενόµαστε αν θέλετε και ρουαγιαλίστες και δηµοκράτες και σοσιαλιστές και όλα τα ρέστα της πατάτας. Τ’άλλα όλα είναι γκεβεζελίκια ανάξια συζητήσεως, αν δεν είναι ψυχοπάθειες νοσηρές, και αν δεν είναι δηµοκοπίες» (Εφημερίδα Σάλπιγξ, 22-7-1915 «Πρώτα εθνικισταί»)

 Ο Γεώργιος Φραγκούδης ιδρυτής της Πάντειου σχολής της οποίας υπήρξε και ο πρώτος διευθυντής της, τάσσεται υπέρ ενός ισχυρού παρεμβατικού κράτους που θα κατόρθωνε να αλλάξει «τα φυλετικά ημών ελαττώματα» όπως στην Ιταλία, ενώ ο Γιώργιος Θεοτοκάς, που ξεχωρίζει για την αισθητική αρτιότητα του έργου του, κράτα «ίσες» απόστασης από τους «Εθνικιστές και μαρξιστές» και συνεχώς βιώνει μια ιδεολογική αμφιθυμία, αναφέρει: «Οι Ιταλοί μας έχουν αφήσει τόσο τρομερά πίσω […] Η άφταστη ως χτες Βρετανία, τόσο περήφανη για τους νόμους της και τους θεσμούς της, ομολογεί σήμερα ότι οι χτεσινοί αλήτες της Νεάπολης και του Μπρίντιζι την έχουν ξεπεράσει σε πολλά σημεία της νομικής και οικονομικής της οργάνωσης. […] Μπορεί να μη μας αρέσουν οι μέθοδες του Ντούτσε, αλλά χρωστούμε να αναγνωρίσουμε πως ο άνθρωπος αυτός δημιούργησε, στη συνείδηση του κόσμου, μια πολύ διαφορετική αντίληψη για τη ζωτικότητα και τις δυνατότητες των μεσημβρινών λαών»… (Αγγέλα Καστρινάκη «Η κρίση του κοινοβουλευτισμού στην ελληνική λογοτεχνία του μεσοπολέμου».)

Η ανάμιξη νοοτροπιών και ιδεολογικών μετεωρισμών συνθέτουν, ως επί το πλείστον, το πλαίσιο όχι μόνο της ελληνικής διανόησης, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, εντείνει την προσπάθεια συγχρονισμού της με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, (του ρεύματος Μωρίς Μπαρρές, ο οποίος προβάλλει τον εαυτό του ως ο “δάσκαλο” του εθνικισμού, τον οποίο ορίζει ως ντετερμινισμό της πάτριας γης, εξυμνούσε τον πόλεμο και ήταν ενάντια στον διεθνισμό και τις οικουμενικές αξίες), κυρίως την γερμανική, (επίδραση των βιταλιστικών θεωριών του Νίτσε του Σοπενχάουερ μα και του Χάιντεγκερ) αλλά και της ελληνικής αστικής κοινωνίας στην αρχή του Μεσοπολέμου.

Η κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας («ενσωμάτωση όλων των βαλκανικών και Ασιατικών περιοχών όπου κατοικούσαν μέλη του «ελληνικού έθνους» στο ενιαίο ελληνικό «εθνικό κράτος») δημιουργεί ένα ιδεολογικό κενό καθώς η εθνικιστική ιδεολογία δε συμπεριλάμβανε πλέον μια επανάσταση των αλύτρωτων αδελφών, άρα επιβάλει έναν επείγοντα επαναπροσδιορισμό του πληθυσμού σε σχέση με το παρελθόν του.

Η Αρχαία Ελλάδα (εκτός του ακλόνητου ταμπού της ελληνικής γραμματείας που αφορά την μη παραδοχή του αρχαίου ομοερωτισμού), η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η Μακεδονία του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η θρησκευτική ορθοδοξία παρουσιάζουν τις απαραίτητες ιδεολογικές προϋποθέσεις για τη νομιμοποίηση  της «ελληνικής ενότητας», αλλά και της ίδιας της ύπαρξης της «ελληνικής φυλής».

Έτσι γεννήθηκε η βαρύγδουπη ιδεοληψία πως ο θεοκρατικός ορθόδοξος βυζαντινός Ελληνισμός που διατήρησε τη φλόγα της αρχαίας Ελληνικής παιδείας και την μεταλαμπάδευσε στη Δυτική Ευρώπη. Ως εκ τούτου ήρθε στο προσκήνιο και το ζήτημα της συνέχειας της ελληνικής πολιτιστικής, ιστορικής, θρησκευτικής, και αρχαιο-ελληνικής φυλετικής κληρονομιάς, ενισχυμένη από το γενικότερο, εμποτισμένο με ρατσισμό και εθνικισμό κεντρο-ευρωπαϊκό κίνημα της «υγιεινής της φυλής».

Τον όρο  «υγιεινή της φυλής» μας τον εξηγεί ο διδάκτορας του πανεπιστημίου της Βιέννης και επιμελητής του εργαστηρίου υγιεινής μικροβιολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Μουτούσης: «Δυστυχώς το κληρονομικόν δένδρον των γενεών της συγχρόνου κοινωνίας είναι επιβεβαρημένον βιολογικώς δια πολλών νοσηρών προδιαθέσεων[…] Η εκτίμησις και η κατάταξις των προδιαθέσεων τούτων είναι το προέχων μελέτημα των ασχολουμένων εις την φυλετικήν υγιεινήν και την ευγονίαν».(σ.σ Πλατωνικός όρος για την βελτίωση της φυλής) (Φυλετικές θεωρίες στην Ελλάδα. Συλλογικό. Εκδόσεις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις  Κρήτης)

Η αναδυόμενη τότε ευγονία ή ευγονική, προσφέρθηκε να επιλύσει το πρόβλημα των ασθενέστερων, κυρίως φτωχών στρωμάτων, εφόσον τα χαρακτηριστικά τους, η φτώχια τους, ο αλκοολισμός τους, η ανεργία τους, οι αρρώστιες τους, οι δυσμορφίες τους και η διανοητική ικανότητα τους θεωρούνταν από τους «ειδικούς» αμετάβλητα προβλήματα.

Όσο αφορά την φιλοσοφία του Νίτσε, το επικρατέστερο φιλοσοφικό ρεύμα της περιόδου για τον ελληνικό εθνικισμό και κατ’ επέκταση  την ελληνική διανόηση, δημοσιεύθηκε αποσπασματικά σε τόμο από τον Παύλο Νιρβάνα για να βιβλιοκριθεί θετικά από τον Κωστή Παλαμά, ακολούθησαν αποσπάσματα στο «Περιοδικόν Μας», στον «Νουμά», η διατριβή του Νίκου Καζαντζάκη σε ανθολογία νιτσεϊκών κειμένων, η μετάφραση του στο έργο Ζαρατούστρα, (Μετέφρασε το 1914 και «Την Καταγωγή των ειδών» του Δαρβίνου)  και η πρώτη ολοκληρωμένη μετάφραση νιτσεϊκής φιλοσοφίας από τον Ιωάννη Ζερβό την οποία ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, επαινεί διαπιστώνοντας ότι «ο νιτσεϊσμός, στην Ελλάδα, είχε μεταβληθεί σε αληθινή θρησκεία και ισχυρίσθηκε ότι ο Ζαρατούστρα ήταν το πιο εξέχον λογοτεχνίας μετά τη μετάφραση της Βίβλου από το Λούθηρο». (Θανάσης Μπουχώτης: ΑΝΟΡΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, 1890-1940)

Σχετικά με τον Καζαντζάκη η βιοθεωρία του  είχε  αφετηρία τον γερμανικό ιδεαλισμό και έτσι εξηγείται η καταλυτική επίδραση του Νίτσε στο φιλοσοφικό υπόβαθρο του. Ήταν πρότυπο και μέντορας του. Επίσης του άρεσε ο φίλος και ομοϊδεάτης του Νίτσε, ο Βίλχελμ Ρίχαρντ Βάγκνερ γιατί, λέει ο Κρητικός λογοτέχνης, η «μεγαλόπνοη» τέχνη του ασπάζεται την «ιδέα της Πατρίδος» κλείνει μέσα της τα «ιδανικά της φυλής» και την «εθνική ψυχή». (Περισσότερα: Κώστας Λουλουδάκης: Τα Ζάρια του Δαρβίνου Εκδόσεις ΚΨΜ 2020 και Παντελής Βουτούρης Ιδέες της σκληρότητας και της καλοσύνης Εκδόσεις Καστανιώτη)

Ποιας Πατρίδας όμως και ποιας φυλής;  

Σύμφωνα με τον Βάγκνερ, που τον διέκρινε ένας ρατσιστικός αντισημιτισμός: «το  γερμανικό πνεύμα […] αποκάλυψε στον κόσμο τι ήταν η κλασική αρχαιότητα, φανέρωσε στο ανθρώπινο πνεύμα τι ήταν η φύση και ο κόσμος. Αυτά τα κατορθώματα τα πέτυχε το γερμανικό πνεύμα μέσα από την έντονη ευθυμία  του να συνειδητοποιήσει τον εαυτό του.[…]Ό,τι μεταδίδεται μ’ αυτήν την έννοια είναι γερμανικό  και γι’ αυτό ο Γερμανός είναι μεγαλειώδης και μόνο έτσι μπορεί η Γερμανία να οδηγηθεί στο μεγαλείο της» (Angela Clausnitzer: Η αισθητική της μουσικής του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο)

Όσο αφορά τον Εβραίο ο Βάγκνερ τον θεωρεί «Έναν άνθρωπο του οποίου την εμφάνιση πρέπει να την θεωρήσουμε ανίκανη για καλλιτεχνική εκδήλωση όχι λόγο της μιας ή της άλλης προσωπικότητας, αλλά γενικά σύμφωνα με της φυλης του δεν μπορούμε να τον θεωρήσουμε καθόλου ικανό για την καλλιτεχνική έκφραση της φύσης του» (Angela Clausnitzer ο.π)              

Για να ξανά γυρίσουμε στον Νίτσε, ο συνεχιστής του γερμανικού ιδεαλισμού είναι ο δημιουργός μιας φιλοσοφικής σχολής που στηλιτεύει την εξιδανίκευση της συνείδησης, και την αναγωγή της σε οντότητα με τη μορφή του πνεύματος ή της ψυχής.  Ο εκφυλισμός της ζωής για τον φιλόσοφο οφείλεται στο γεγονός ότι η συνείδηση πλανά τον άνθρωπο και τον ωθεί να υποπίπτει σε σφάλματα.

Δεν πρέπει να παραβλεφθεί πως στο χώρο των διανοουμένων και των καθηγητών που δίδασκαν στα Πανεπιστήμια, η ανάμειξη του νιτσεϊσμού και του κοινωνικού δαρβινισμού στην προοπτική της φυλετικής θεμελίωσης ενός εθνικιστικού επιχειρήματος, ήταν σχεδόν κοινός τόπος (Ο κατάλογος των ονομάτων τους είναι εντυπωσιακός) και συνδέθηκε αρμονικά με τον αντικοινοβουλευτισμό.

Οι διανοούμενοι που ακολούθησαν την φιλοσοφία του Νίτσε πείστηκαν πως, «ελατήριο της ζωής είναι το ένστικτο». Το ένστικτο της «αρχέγονης» ή «πρωτόγονης ανθρωπότητας», ή, με άλλα λόγια, η «πραγματικότητα της ζωής», που εκδηλωνόταν με ισχυρό φυλετικό επίχρισμα και το «διαχωρισμό των ανθρώπων σε κυρίαρχους και υποτελείς». Υπεράσπιση δηλαδή των κοινωνικών διακρίσεων υπέρ των «αριστοκρατικών» στοιχείων και σε βάρος των «μαζών». Ο Νίτσε απέρριψε τη «ψυχολογία του κοπαδιού» που προωθεί η δημοκρατία και ανήγγειλε την παρουσία του Υπερανθρώπου, ουσιώδες χαρακτηριστικό του οποίου ήταν η «βούληση για δύναμη». Ενώ η ηθική του Νίτσε, με στοιχεία βιολογικού ντετερμινισμού, ήταν ηθική της δύναμης, της εξύμνησης του πολέμου  και της εχθρότητας απέναντι στον ανθρωποκεντρισμό της θρησκείας. Όταν το ένστικτο της ζωής επικράτησε, τότε συμφώνα με τον φιλόσοφο «αναδείχθηκαν λαμπροί πολιτισμοί, όπως ο ελληνικός και ελληνορωμαϊκός». (Δημήτριος Χατζόπουλος:«Μποέμ», «Η χειραφέτησις», Ο Διόνυσος V (1901). Βλ. Ο Διόνυσος, ΕΛΙΑ, Αθήνα 1981, σ. 402-403.)

Μέσα σε αυτό το κλίμα των περίβλεπτων φιλοσοφικών κληρονομιών μας προέκυψε ο Μεταξάς: Ελληνολάτρης με γερμανική παιδεία και θρεμμένος με τους θρησκευτικοαρχαιοελληνικούς μύθους, δημιουργός του κόμματος Ελευθεροφρόνων  και που δεν έχαιρε ποτέ ιδιαίτερης αποδοχής.  

Οι εργατικές κινητοποιήσεις του Μαΐου 1936 στη Θεσσαλονίκη,  όπου δολοφονούνται 12 διαδηλωτές και 300 τραυματίζονται από παραστρατιωτικές φασιστικές ομάδες και από την χωροφυλακή  και ο εμφύλιος πόλεμος στην Ισπανία διευκόλυναν το έργο του Μεταξά και του βασιλιά για την εγκαθίδρυση της Μεταξικής δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936. Ήδη από τις 19 Ιουλίου, λιγότερο από μήνα δηλαδή πριν την επιβολή της φασιστικής δικτατορίας, η εφημερίδα «Καθημερινή» του Γεωργίου Βλάχου προφητεύει: «Αν δεν ευρεθή μία ισχυρά εν τη χώρα προσωπικότης δια να επιβληθή και τακτοποιήση το χάος, επί μακρόν ακόμη ο λαός της Ισπανίας θα υφίσταται τας συνεπείας της επιπολαιότητος μετά της οποίας ενίσχυσε την άνοδον των αριστερών εις την αρχήν».

Η «ισχυρές προσωπικότητες»  μετά την άνοδο στην εξουσία του Μουσολίνι και του Χίτλερ, ήταν το άγιο δισκοπότηρο για τις ευρωπαϊκές συντηρητικές, για να το θέσω κομψά, παρατάξεις. Αυτό το στοιχείο προέβαλε και ο γερμανοσπουδασμένος φιρερίσκος Μεταξάς λέγοντας (όπως ο Χίτλερ) πως θα απαλλάξει τη χώρα από τη «διπλή τυραννία των κοµµάτων και του κοµµουνισµού». Στο πρώτο του διάγγελμα αναφέρει το εξ αυθεντίας επιχείρημα: «Ολίγον έλειψεν να καταποντισθώμεν μέσα εις τον πλέον ανόσιον εμφύλιον σπαραγμόν.Γνωρίζετε τι παρασκεύαζον οι τρελοί ανατροπείς του κοινωνικού μας καθεστώτος[…] Κανείς σας πλην των γνωστών δημαγωγών και των παραφρόνων ανατροπέων δεν θέλει να ιδή τον τόπο μας να πέση  εις την τύχην της δυστυχούς Ισπανίας». (Συλλογικό: Ελλάδα Ισπανία 1936. Εκδόσεις Βιβλιόραμα)

 Ο Ισπανικός εμφύλιος που πυροδότησε το φασιστικό πραξικόπημα του Φράνκο βοήθησε την κυβέρνηση Μεταξά να διακηρύσσει ότι η Ελλάδα δεν έγινε Ισπανία και ότι σε αυτόν οφείλεται η σωτηρία της χώρας από παρόμοια δεινά. Η προπαγάνδα αυτή συνοδευόταν από καθημερινά άρθρα στις εφημερίδες με πλούσιο φωτογραφικό ρεπορτάζ από την τραγωδία της Ισπανίας.

Πάντα όμως στο τέλος θα εμφανιστεί το μοτίβο  του Υπερανθρώπου, του Κυρίαρχου, η ισχυρά προσωπικότητα, ο σωτήρας ηγέτης που ενσαρκώνει υποτίθεται την εθνική βούληση και που λυτρώνει την χώρα του από τους από τους «τρελούς ανατροπείς του κοινωνικού καθεστώτος». Δεν είναι τυχαίες άλλωστε οι επισκέψεις Γερμανών φασιστών υπουργών και διακεκριμένων κομματικών προσώπων στην Ελλάδα όπως του Hjalmar Schacht, του Joseph Goebbels  του Hermann Göring  του Robert Ley Bernhard Rust (υπουργός Επιστήμης, Εκπαίδευσης και Λαϊκής Κουλτούρας). Αξιοσημείωτο θεωρώ το γεγονός πως ο ναζί Robert Ley συμμετείχε στους λαμπρούς εορτασμούς του καθεστώτος Μεταξά με αφορμή την έναρξη των γερμανικών ανασκαφών στην αρχαία Ολυμπία τις οποίες χρηματοδοτούσε, από τον προσωπικό του λογαριασμό και από τις πωλήσεις του βιβλίου «Ο Αγών μου», απευθείας ο Αδόλφος Χίτλερ στα πλαίσια της διεκδίκησης των Ολυμπιακών αγώνων από το Βερολίνο.   

Ωστόσο πρώτο μέλημα του σωτήρα ήταν να καταστείλει τα εργατικά κινήματα και να  δημιουργήσει το αξίωμα της υποταγής του ατόμου στην εξωτερικά επιβαλλόμενη οργάνωση και κοινωνική πειθαρχία που επιβάλει το φασιστικό του καθεστώς.

Δεύτερο μέλημα ήταν η ιδεολογική εγγύτητα με τα φασιστικά καθεστώτα της Γερμανίας και Ιταλίας, γι αυτό θέτει την συνέχεια της φυλή, με συνεχόμενη ροή κυκλοφορίας, ανά τους αιώνες ανόθευτου ελληνικού αίματος, ως την μόνη βάση της συλλογικής ταυτότητας και προσηλώνεται στην επίκληση του ηρωικού και υποδειγματικού παρελθόντος. Διότι, σύμφωνα με τον Μεταξά πρέπει «[…]για να πάμε εμπρός να γυρίσουμε και μεις πίσω[…]».

Ο όρος «Τρίτος Ελληνικός Πολιτισμός» προσομοιάζει την ονομασία του Τρίτου Ράιχ,  εξόφθαλμο ήταν το χιτλερικής έμπνευσης σύνθημα «Ένα Έθνος, ένας Βασιλεύς, ένας Αρχηγός, µία Νεολαία», (Ein Volk, ein Reich, ein Führer), ακολούθησαν, στα φασιστικά πρότυπα πάντα, οι δημόσιες καύσεις «υπόπτων» βιβλίων στις 21 Αυγούστου 1936 στον Πειραιά και τρεις ημέρες αργότερα στη Σπάρτη, ενώ ο Μεταξάς έλαβε από τον εαυτό του τον τιμητικό τίτλο του «Αρχηγού» παραπέμποντας σε απευθείας μετάφραση της λέξης Führer.

Μάλιστα ο Βασίλειος Τσιρίμπας διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Μονάχου και Διευθυντής Δημοτικής Εκπαιδεύσεως στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων του καθεστώτος, ανέλαβε να ανασχεδιάσει το παρελθόν της ελληνικής φυλής για να διδάσκεται σωστά η ιστορία στα σχολεία. Πρώτα-πρώτα τεκμηρίωσε ότι οι νυν κατοικούντες στην Ελλάδα είναι εξ αίματος απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, έπειτα όρισε τους αρχαίους Σπαρτιάτες και Αθηναίους ως τους πρώτους εθνικοσοσιαλιστές και εντόπισε στοιχεία της εθνικοσοσιαλιστικής αγωγής στην αρχαία Ελλάδα!

Σύμφωνα με τον Τσιρίμπα, μέσω του εθνικοσοσιαλισμού των αρχαίων Σπαρτιατών ο Γερμανός θα κατακτήσει τη σωματική, πνευματική και ψυχική ικανότητα που θα του προσφέρει την ευκαιρία να μετέχει ως πολίτης και στρατιώτης στην αυτοθυσία της ζωής του, «χάριν του μεγαλείου της Γερμανίας», μιμούμενος τους αρχαίους Έλληνες!!!

Ενδιαφέρον έχει η συμβολή της Ακαδημίας Αθηνών επί του θέματος. Στις «Πολιτικαί Αρχαιότητες» στην σελ.16 διαβάζουμε: «Αλλ’ η κοινότερον παραδεδεγμένη δόξα, στηριζομένη είς φυσιογνωμικά τε και γλωσσικά γνωρίσματα καί είς τάς μυθικάς τών Ελλήνων παραδόσεις, συνδυαζομένης μετ’ αυτών των μαρτυριών τής γραφής ορθότερων ερμηνευμένων, έστι ότι το Ελληνικό έθνος, ομογενές πανταχού καί τή Ινδογερμανική ή Ιαφεθική φυλή, συγγενές, είχεν έν τή απωτάτη Ασία την πρώτη αυτού κοιτίδα. Πρώτος Γενάρχης των Ελλήνων, ο  πρόπαπος του Έλληνος Ιαπετός […]» («Πολιτικαί Αρχαιότητες της Ελλάδος: Καταγωγή και φυλετική διαίρεσις των Ελλήνων. Βιβλίο Α. Ακαδημία Αθηνών)        

Η Ακαδημία Αθηνών μα και ο καημένος Διευθυντής Δημοτικής Εκπαιδεύσεως Τσιρίμπας, είχε μαύρα μεσάνυχτα για την υπόθεση περί βόρειας, γερμανικής καταγωγής των αρχαίων Ελλήνων και το πόσο στέρεα εδραιωμένη ήταν στους πανεπιστημιακούς κύκλους της Γερμανίας. Και είναι απορίας άξιο, ως διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Μονάχου, να μην έχει υπόψη του τον Ηermann Muller ο οποίος ήδη από το 1844 δημοσίευσε την διάσημη σύνοψη: «Η βόρεια ελληνικότητα και η προϊστορική σημασία της βορειοδυτικής Ευρώπης» ή τον αρχαιολόγο Karl Ottfried Muller, ο οποίος αφού πρώτα εξερεύνησε τα ερείπια των αρχαίων κτισμάτων στην Αθήνα, στην Πελοπόννησο και στους Δελφούς όπου και ξεκίνησε ανασκαφές, έπειτα εκδίδει, το 1824, την μελέτη του Die Dorier, έργο αναφοράς για την γερμανική διανόηση, όπου αναφέρει πως οι αρχαιολογικές και ανθρωπολογικές μελέτες του θεμελιώνουν το αξίωμα περί ινδογερμανικής  προέλευσης των Δωριέων που ήταν δολιχοκέφαλοι με γαλάζια ή πράσινα μάτια- χαρακτηριστικά μόνο της βόρειας φυλής των αρχόντων,- μετανάστευσαν νότια και ίδρυσαν την ένδοξη πόλη των Λακεδαιμονίων: την Σπάρτη. 

Άρα οι αρχαίοι Σπαρτιάτες έχουν ομογενή ταυτότητα αίματος με την γερμανική φυλή που ήταν αγνή και αμιγής, όμοια μόνο με τον εαυτό της !!!

Προς επίρρωση του συμπεράσματος μου για την ινδογερμανική αιματολογική κληρονομιά των αρχαίων Ελλήνων, θα επικαλεστώ τον καθηγητή ανθρωπολογίας  του Πανεπιστημίου της Λειψίας μα και της Βιέννης, Otto Rache (1879 – 1966): «Μια μικρή ελληνική λέξη αποτελεί αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη: το όνομα για το περίβλημα της κόρης του ματιού, ίρις, που σημαίνει ουράνιο τόξο. Ένας λαός με καστανά ή μαύρα μάτια δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει τη γελοία ιδέα να συγκρίνει το χρώμα των ματιών του με το ουράνιο τόξο, γιατί στο ουράνιο τόξο προφανώς δεν υπάρχει καστανό. Η ονομασία αυτή δε έχει, νόημα παρά μόνο για τα ανοιχτόχρωμα μάτια- πράσινα ή γαλάζια με πορτοκαλί περίβλημα, δηλαδή χρώματα τα οποία υπάρχουν μόνο στην βόρεια φυλή ή σε ένα τμήμα των νόθων γόνων της» (Johann Chapoutot Ο Εθνικοσοσιαλισμός και η αρχαιότητα. Εκδόσεις Πολις)      

Υπέροχο κολλάζ επινόησης με σκόρπια στοιχεία ανακατεμένα με εθνικιστική ιδεολογία και φυλετικής-αιματολογικής απαρχής διαχωρισμένα από το χρόνο…

Ναι, αλλά τη ταυτότητα αίματος έχουν οι σύγχρονοι Έλληνες;                

Για τους Γερμανούς, η διάβρωση του «άριου τευτονικού» ελληνικού αίματος ξεκίνησε την ελληνιστική περίοδο, όταν «πολυπληθείς ασιατικές μάζες από την Ανατολή εισέδυσαν διά χιλίων διαύλων, δηλητηρίασαν την Ελλάδα και εξέθρεψαν τον μεταγενέστερο, χλεμπονιάρη Λεβαντίνο, ο οποίος δεν έχει τίποτα κοινό με τους αρχαίους Έλληνες εκτός από το όνομα».( Περισσότερα στο: Κώστας Λουλουδάκης: Τα Ζάρια του Δαρβίνου. Εκδόσεις ΚΨΜ 2020)

Η ασιατική επιμιξία, δηλαδή, μπαστάρδεψε και εκφύλισε τους άλλοτε «ινδογερμανούς Έλληνες» με αποτέλεσμα οι νυν Έλληνες να υποβιβάζονται στο επίπεδο των «βαρβάρων» της μεταγενέστερης ευρωπαϊκής ιστορίας. Άρα οι νυν ινδογερμανοί, που τους διακρίνει η γενικευμένη βιοεξουσία, παραμένουν βάσει βιολογικού δικαίου οι νόμιμοι κάτοχοι του ανώτερου αρχαίου βόριου αίματος…

Πάντως και τα δυο καθεστώτα κατάφεραν με σύμμαχο την επιστημονική σκευή (από επιστήμονες άβουλους και τυχοδιώκτες) να εγγράψουν το επινοημένο παρελθόν αποκλειστικά στην υπηρεσία του παρόντος. Μόνο που το καθεστώς του  Μεταξά  στερούμενο ιδεολογίας αντιγράφει στοιχεία από την γερμανική φασιστική θεωρία, προσαρμοσμένα όμως στις ελληνικές ανάγκες. Έτσι προκύπτει ο Τρίτος Ελληνικός Πολιτισμός ο οποίος μετά την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας καλείται να δώσει νέο εθνικιστικό όραμα.

Το καθεστώς προχώρησε στην κατασκευή ενός ιστορικού παρελθόντος σύμφωνα με το οποίο, η Αρχαία Ελλάδα αποτελούσε τον πρώτο ελληνικό πολιτισμό, η Βυζαντινή θεοκρατική Αυτοκρατορία τον δεύτερο, και η φιλοδοξία του καθεστώτος ήταν να δημιουργήσει τον τρίτο που στοχεύει να αποκαταστήσει την εθνική συνέχεια και ενότητα που ήταν διασπασμένη από το «αμαρτωλό κοινοβουλευτικό καθεστώς». Κυρίως ο Τρίτος Ελληνικός Πολιτισμός επανεπινοεί το θεμέλιο του παρελθόντος και εστιάζει στην αρχαία Σπάρτη, η οποία αποτελεί το καταλληλότερο πρότυπο ασκητικής, μιλιταριστικής κοινωνίας, λόγω της χαλύβδινης πειθαρχίας προς τις αρχές και την εξουσίας της πόλης. Δηλαδή το άτομο θα έπρεπε πρώτα να βρει την ψυχή του ενδόξου παρελθόντος και έπειτα να συγχωνευτεί με το νέο σώμα του έθνους και η προσωπική του θέληση να υποταχθεί σ’ αυτήν του κράτους.

Ας δούμε πως έθεσε το θέμα ένας άλλος εθελόδουλος ερμηνευτικός φορέας του καθεστώτος, ο Δημήτριος Βεζανής, υφηγητής στην έδρα της Γενικής Πολιτειολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητής της Γενικής Πολιτειολογίας και του Συνταγματικού δικαίου στην Πάντειο Σχολή Πολιτικών Επιστημών μας ανοίγει τα μάτια: «Ο Φασισμός είναι κυρίως μία πνευματική κίνησις, μία επανάσταση ψυχών κατά της υφισταμένης τάξεως των πραγμάτων και μία υπαγωγή των ατομικών δυνάμεων εις μίαν γενικήν κοσμοθεωρίαν[…] και συνεχίζει: «το βαρύτερον έργον μίας τοιαύτης μεσσιανικής επανάστασης δεν ευρίσκεται προ της καταλήψεως της αρχής αλλά[…] μετά την κατάληψίν της[…]η διαφορά λοιπόν μεταξύ αντιδημοκρατικών και δημοκρατικών δεν είναι ότι οι πρώτοι τάσσονται υπέρ της δουλείας και οι δεύτεροι υπέρ της ελευθερίας. Αλλ’ ότι οι πρώτοι βλέπουν τον κίνδυνον ενώ οι δεύτεροι δεν θέλουν να ιδούν αυτόν». (Δ. Σ. Βεζανής, Η Κρίσις του Δημοκρατισμού, Αθήνα, 1936, σ. 3-15 από Πέτρος Κώρης:  Η εικόνα  του Ναζιστικού καθεστώτος στην Ελλάδα)

Εν κατακλείδι, και υπό το ανωτέρω πρίσμα:

Η συμπεριφορά του φασισμού που καθοδηγείται από ορισμένες ανορθολογικές ιδέες, η οποίες αποκτούν διαισθητική, μυστικιστική, ενορατική, και αλάνθαστη γνώση αποτελούμενη από τις λεγόμενες, «αλήθειες της νόησης», ακόμα και αν μας φαίνονται βλακώδεις, δεν πρέπει να εκληφθούν ως αδυναμία του.

Η  συνταγή της επιτυχίας του είναι απλή: αλήθεια είναι ό,τι ευχαριστεί την μάζα της αμάθειας, της ημιμάθειας, του λαϊκισμού και της μνησικακίας. Οι ιδέες/εικόνες και η συστατική ιδεολογική λειτουργία τους τέμνονται με την υφή και το περιεχόμενο της δράσης των νεοφασιστικών και ακροδεξιών χώρων: πατριωτική αποστολή, προγονοπληξία, έθνος, φυλή, πεπρωμένο, αρχέγονο καταγωγικό αίμα, μυστικισμός, ύπαρξη εσωτερικού εχθρού που σχετίζεται στενά και με έναν εξωτερικό εχθρό, ρατσισμός, συνωμοσιολογία κ.α.. Σε συνέχεια αυτού, συνδέονται και μορφοποιούνται σε συστήματα αναγκών, που ικανοποιούνται ή και απωθούνται, μέσα σε καθορισμένες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες.

Ως εκ τούτου η υπερβολή, στη βία και στην ανορθολογικότητα του φασισμού, δεν αποτελεί μονοδιάστατα, μια «ιστορική παρένθεση» του μεσοπολέμου. Η περιρρέουσα μεθοδολογική του ατμόσφαιρα και οι αποκαλυψιακές εικονολογικές μυθολογίες του, σαν πολυπλόκαμο χταπόδι, αγκαλιάζουν μεγάλο μέρος των σύγχρονων κοινωνιών οι οποίες καλούνται να αποσυνδεθούν από το παραδοσιακό εθνικό πλαίσιο και να μετασχηματιστούν  σε πλουραλιστικές και διαπολιτισμικές οντότητες.

Αυτός ο μετασχηματισμός επιτρέπει στις ακροδεξιές παρατάξεις, με συνομωσιολογικά χαρακτηριστικά που υποδηλώνονται (ανάμεσα σε άλλα: ιλλουμινάτι -μασόνοι -Εβραίοι κ.α) από την φορτισμένη ιδεολογικά φράση «νέα παγκόσμια τάξη» και γονιμοποιούνται από την κατάσταση της συνεχούς πολιτικής ανασφάλειας, της επακόλουθης κοινωνικής αβεβαιότητας,  και χρησιμοποιώντας τον εθνικό μύθο από το μακραίωνο και ένδοξο παρελθόν, να διευρύνουν συνεχώς το ακροατήριο τους.

Προσοχή λοιπόν γιατί τίποτα, έστω και με άλλες ιδεολογικές συνθέσεις και πρακτικές, δεν αποκλείεται. Ο φασισμός ήδη ενδημεί στην εύκολα μεταβαλλόμενη κοινωνία μας, γι΄ αυτό μην υποτιμούμε την κινηματική φάση του!

Πηγή κεντρικής φωτογραφίας: alamy.com

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις