Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Εργαζόμενοι Μουσείου Ακρόπολης: “Απαιτούμε την απόσυρση του νομοσχεδίου για τη μετατροπή πέντε μουσείων σε ΝΠΔΔ

"Το Μουσείο της Ακρόπολης αποτελεί μάλλον πρότυπο παραδείγματος προς αποφυγή αποτελεί παρά κάτι άλλο."

H επιστημονική κοινότητα και οι εργαζόμενοι αντιδρούν σθεναρά  απέναντι στη βιασύνη  της κυβέρνησης και της ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού να μετατρέψει πέντε μεγάλα αρχαιολογικά μουσεία σε παραμάγαζα και εμπορικές επιχειρήσεις μέσω της αλλαγής του νομικού τους προσώπου σε ΝΠΔΔ (Εθνικό Αρχαιολογικό, Βυζαντινό και Χριστιανικό, Αρχαιολογικό Θεσσαλονίκης και Βυζαντινού Πολιτισμού, Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου) και της αποκοπής του από την Αρχαιολογική Υπηρεσία. 

Η ανακοίνωση του Σωματείου των Εργαζομένων του Μουσείου της Ακρόπολης, το οποίο λειτουργεί ως ΝΠΔΔ αποκομμένο από την Αρχαιολογική Υπηρεσία είναι ενδεικτική για το πώς και το γιατί το Μουσείο της Ακρόπολης δεν είναι και δεν μπορεί να είναι το παράδειγμα προς μίμηση για το σύνολο της πολιτιστικής κληρονομίας. 

Μάλιστα επισημαίνουν ότι  η εμπειρία τους μετά από 13 χρόνια ως εργαζόμενων σε ένα μουσείο που λειτουργεί ως ΝΠΔΔ “έχει δείξει καθετί αρνητικό που αφορά τη λειτουργία ενός τέτοιου οργανισμού και μια τέτοια μετατροπή των άλλων μουσείων δεν είναι αποδεκτή“. Και καταλήγουν “το Μουσείο Ακρόπολης, ως εργασιακό-διοικητικό περιβάλλον, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση
πρότυπο και βάση ώστε να στηθούν και τα άλλα μεγάλα μουσεία σε αντίστοιχο πλαίσιο. Ένας
πρότυπος οργανισμός είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο πως πρέπει να τοποθετεί εξίσου στη
κορυφή των προτεραιοτήτων του την ικανοποίηση του έμψυχου δυναμικού του. Για την ώρα,
λοιπόν, και μέχρι να υπάρξει αυτή η βούληση, μάλλον πρότυπο παραδείγματος προς αποφυγή
αποτελεί παρά κάτι άλλο.”

Αναλυτικά στην ανακοίνωσή τους αναφέρουν: 

Ως Σύλλογος Εργαζομένων του Μουσείου Ακρόπολης θέλουμε να τονίσουμε ότι ένα τέτοιο
εγχείρημα μας βρίσκει στο σύνολο του κάθετα αντίθετους .
Με το νέο αυτό νομοσχέδιο τα 5 κορυφαία Μουσεία της χώρας (Εθνικό Αρχαιολογικό, Βυζαντινό και
Χριστιανικό, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και
Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου) μετατρέπονται σε ΝΠΔΔ, όπου και αποκόπτονται από την
Αρχαιολογική Υπηρεσία (με ότι αυτό συνεπάγεται) και παρόλα όσα φαίνονται ή ακούγονται, δε
προκύπτει από κάπου σε επιστημονικό επίπεδο πως για τον εκσυγχρονισμό της πολιτιστικής μας
κληρονομιάς είναι απαραίτητη αυτή η μετατροπή.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι με το νομοσχέδιο αυτό:

  • Υπονομεύεται τόσο ο ρόλος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας όσο και ο δημόσιος χαρακτήρας
    των Μουσείων, μετατρέποντας τα σε υποχείρια της εκάστοτε Κυβέρνησης χρησιμοποιώντας
    κάθε φόρα τα «αορίστου χρόνου» διορισμένα χωρίς καμία προϋπόθεση διορισμού
    Διοικητικά Συμβούλια.
  •  Αυξάνονται οι αμειβόμενες θέσεις των μελών των «ημέτερων» διοικητικών συμβουλίων με
    δημόσιο χρήμα.
  •  Δημιουργεί προϋποθέσεις για την άμεση και έμμεση ιδιωτικοποίηση των δημόσιων
    Μουσείων ανοίγοντας το δρόμο στο μέλλον για παρόμοιες ενέργειες και σε άλλους
    δημόσιους χώρους πολιτισμού.
  •  Δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας παραρτημάτων, ανοίγοντας το δρόμο νέων «περίεργων»
    συμφωνιών. Πολύ πρόσφατα είναι άλλωστε και τα δημοσιεύματα περί ανταλλαγής ή
    δανεισμού των Γλυπτών του Παρθενώνα θίγοντας πάγιες θέσεις της χώρας σε σχέση με
    αυτό το θέμα και τη μόνιμη επιστροφή τους.
  •  Μειώνονται τα έσοδα του ΟΔΑΠ με αποτέλεσμα την πλήρη αποδυνάμωση των υπόλοιπων
    «μικρότερων» Μουσείων και αρχαιολογικών χώρων.
  •  Αποδυναμώνει τον επιστημονικό και εκπαιδευτικό ρόλο των Μουσείων.
  • Εξίσου σημαντικά και επικίνδυνα είναι και τα άρθρα που αφορούν τους εργαζομένους και τις
    εργασιακές τους σχέσεις θίγοντας κεκτημένα χρόνων. Με πιο κραυγαλέα  Τον εσαεί εγκλωβισμό των εργαζομένων στα Μουσεία αυτά και τη μη δυνατότητα εργασιακής εξέλιξης αφού με την κατάργηση των οργανικών θέσεων στο ΥΠΠΟΑ και καταληκτική ημερομηνία την 01/11/2023 καμία συμμετοχή στο Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας (ΕΣΚ) δεν θα μπορούν να έχουν.
  •  Τη μη συμμετοχή αιρετού εκπροσώπου, αλλά επίσης διορισμένων υπαλλήλων στα Δ.Σ των Μουσείων, δημιουργώντας σοβαρό έλλειμμα ανεξαρτησίας, διαφάνειας, επικοινωνίας και συμπόρευσης εργαζομένων και διοίκησης, στοιχεία απαραίτητα για τη πραγματικά εύρυθμη και πετυχημένη λειτουργία ενός οργανισμού.
  •  Τη συγκέντρωση εξουσιών σε Γενικούς Διευθυντές και Διοικητικά Συμβούλια, όπως την μεταβίβαση των πειθαρχικών ελέγχων σε αυτούς θέτοντας ζήτημα ανεξαρτησίας και αντικειμενικότητας, καθώς και μη εξασφάλιση της επιστημονικής, νομικής, δικαστικής κατάρτισης που αυτές οι διαδικασίες απαιτούν.

Η πολύχρονη εμπειρία μας -τουλάχιστον 13 έτη- ως εργαζόμενοι στο Μουσείο Ακρόπολης σε ΝΠΔΔ
μας έχει δείξει καθετί αρνητικό που αφορά τη λειτουργία ενός τέτοιου οργανισμού και μια τέτοια
μετατροπή των άλλων μουσείων δεν είναι αποδεκτή.

Λανθασμένα πιστεύεται πως επειδή το Μουσείο Ακρόπολης (και λόγω των πολύ ιδιαίτερων και μοναδικών χαρακτηριστικών του) τείνει – αλλά όχι πάντα – στην οικονομική αυτοτέλεια, μπορούν αντίστοιχα και τα άλλα μουσεία της χώρας να εφαρμόσουν το ίδιο μοντέλο.

Θυμίζουμε πως στο Μουσείο Ακρόπολης:

  •  Τίθενται ζητήματα άνισης μεταχείρισης μας σε σχέση με τους συναδέλφους του ΥΠΠΟΑ
    αλλά και του ευρύτερου δημόσιου τομέα καθώς δεν έχουμε τη δυνατότητα εργασιακής
    εξέλιξης-ανέλιξης και αλλαγής εργασιακού περιβάλλοντος μιας και δε μετέχουμε στη
    διαδικασία του Ενιαίου Συστήματος Κινητικότητας (ΕΣΚ), ενώ δεν μας καταβάλλεται μέχρι
    σήμερα επίδομα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας.
  • Η υπηρεσιακή μας κατάσταση κρίνεται από υπηρεσιακό συμβούλιο επίσης «αορίστου
    χρόνου» κατ ́ εξαίρεση του Υπαλληλικού Κώδικα όπου δε πραγματοποιούνται καν
    αρχαιρεσίες ανά 2 έτη.
  •  Ο Οργανισμός του Μουσείου Ακρόπολης παραμένει παρωχημένος, σχεδιασμένος 10 χρόνια
    πριν, μη λαμβάνοντας υπόψη τα τυπικά προσόντα του προσωπικού, τις ιδιαίτερα αυξημένες
    ειδικές απαιτήσεις για περιγραφή θέσεων, αξιολόγηση και σύνδεσης τους με αμοιβή, τις
    πραγματικές ανάγκες σε δύναμη και ειδικότητες και την ανάγκη για συνολική επαναδιοργάνωση διευθύνσεων, τμημάτων, γραφείων, θέσεων, κριτηρίων επιλογής σε θέση ευθύνης, κλπ.
    Το Μουσείο Ακρόπολης, ως εργασιακό-διοικητικό περιβάλλον, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση
    πρότυπο και βάση ώστε να στηθούν και τα άλλα μεγάλα μουσεία σε αντίστοιχο πλαίσιο. Ένας
    πρότυπος οργανισμός είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο πως πρέπει να τοποθετεί εξίσου στη
    κορυφή των προτεραιοτήτων του την ικανοποίηση του έμψυχου δυναμικού του. Για την ώρα,
    λοιπόν, και μέχρι να υπάρξει αυτή η βούληση, μάλλον πρότυπο παραδείγματος προς αποφυγή
    αποτελεί παρά κάτι άλλο.
    Οι εργαζόμενοι του Μουσείου Ακρόπολης στηρίζουμε και συμμετέχουμε στις κινητοποιήσεις και απαιτούμε την άμεση απόσυρση του εν λόγω νομοσχεδίου.

Σχετικά θέματα

Απόψεις