Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Επιλογές από τα καλύτερα του 60ου φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (1)

Λίγο πριν την απονομή...

Όταν πάω σε ένα φεστιβάλ ξεκινάω με φιλοδοξίες. ‘Θα δω πενήντα, εβδομήντα ταινίες.’ Στο τέλος δεν βλέπω ούτε τις μισές..

Όταν πάω σε ένα φεστιβάλ ξεκινάω με φιλοδοξίες. ‘Θα δω πενήντα, εβδομήντα ταινίες.’ Στο τέλος δεν βλέπω ούτε τις μισές από αυτές που είχα ξεχωρίσει. Σημασία όμως δεν έχει πόσες βλέπεις εντέλει αλλά τι σου μένει.

Το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έδινε πάντα έμφαση στους νέους δημιουργούς και μπορεί να καυχιέται ότι έχει βοηθήσει να αναδειχθούν αρκετά ταλέντα στην ιστορία του. Έτσι και φέτος, κάποιες ταινίες ήταν διαμάντια. Μερικές τις έχουν ήδη ανακαλύψει οι  διανομείς και, αργά ή γρήγορα, θα τις δούμε στις αίθουσες. Και θα μιλήσουμε γι’αυτές εν ευθέτω χρόνω.

 Άλλες πάλι δίνουν το αγώνα τους να βρουν διανομή στην αγορά του φεστιβάλ. Γιατί τα φεστιβάλ, κατά κύριο λόγο, είναι ο χώρος όπου παραγωγοί και κινηματογραφιστές προσπαθούν να πουλήσουν το προϊόν τους. Την ταινία τους δηλαδή.

Το λόγο σήμερα έχουν μερικά από τα διαμαντάκια – όσα κατάφερα να δω – που δεν έχουν βρει ακόμα διανομή, με την ευχή και την ελπίδα να τα καταφέρουν και να τα δούμε στις αίθουσες. Για να γυρίζονται πολλές και όμορφες ταινίες που να λένε ιστορίες που παρεκκλίνουν από το κυρίαρχο μοντέλο, πρέπει να κόβουν εισιτήρια και να βγάζουν τα έξοδα τους. Και σ’αυτό ο σημείο κάτι μπορούμε να κάνουμε κι εμείς οι εν δυνάμει θεατές.

Πυρετός – O Febro

Σκηνοθεσία: Μάγια Ντα – Ρέν

Πρωταγωνιστούν: Ρεζίς Μαϊροπού, Ρόζα Πεϊξότο, Σούζι Λόπες

Γεννήθηκε και σπούδασε σε μια μεγάλη πόλη στην ανατολική ακτή της χώρας. Έκανε σεμινάρια φωτογραφίας στην Κούβα. Όμως την καρδιά της νεαρής Μάγια Ντα – Ρεν είχε κερδίσει η άλλη, η σκοτεινή καρδιά τα χώρας της.  Η απέραντη λεκάνη του Αμαζονίου και η αδιαπέραστη ζούγκλα της. Και οι τρεις μεγάλου μήκους που έχει σκηνοθετήσει η ίδια, από το ντοκιμαντέρ στο docu-drama και μετά σε μια μυθοπλασία με έντονα τα στοιχεία του ντοκιμαντέρ, έχουν όχι ως σκηνικό αλλά ως πρωταγωνιστή τη ζούγκλα. Στην τελευταία της ταινία η ζούγκλα έχει δυο πρόσωπα:  η σκοτεινή ζούγκλα του τροπικού δάσους βροχής και η ανελέητη ζούγκλα του τσιμέντου και της εργασιακής υποτέλειας των ανθρώπων.

Ο χώρος είναι το Μανάος, η πρωτεύουσα της βραζιλιάνικης Αμαζονίας, μια πόλη δυόμιση εκατομμυρίων χτισμένη στην καρδιά της ζούγκλας, απόληξη της transamazonica, του αυτοκινητόδρομου που σκίζει το τροπικό δάσος στη μέση. Ο άνθρωπος προσπαθεί να επιβληθεί στη φύση από τότε που σηκώθηκε στα δυο πόδια και χρησιμοποίησε τον αντίχειρα. Όμως αυτός ο άνθρωπος, ο λευκός άνθρωπος που πάτησε το πόδι του στην άλλη άκρη του ωκεανού, δεν σεβάστηκε τίποτα, εξόντωσε άλλους ανθρώπους και θέλησε να εισχωρήσει στο άβατο.

 Και ως ένα σημείο τα κατάφερε. Το Μανάους είναι μια υπερσύγχρονη πόλη, με μεγάλο εμπορικό λιμάνι απ’όπου φεύγουν τόνοι αμαζονιακής ξυλείας για τις ακτές κι από κει για τον υπόλοιπο κόσμο. Ο Ζουστίνο, ιθαγενής της φυλής Ντεσάνα, μετανάστης μέσα στη ίδια του τη χώρα, εργάζεται χρόνια ως εργοδηγός και αντιμετωπίζει καθημερινά τον συγκαλυμμένο ρατσισμό των συναδέλφων του και την εργασιακή βία, καθώς η επιστάτης τον απειλεί να τον απολύσει για το πρώτο του παράπτωμα χωρίς καμία αποζημίωση.

Απέναντι στη βαναυσότητα της εργασιακής καθημερινότητας ορθώνεται η αγάπη της οικογένειας. Μέσα στο ξύλινο καλύβι του στις παρυφές της πόλης, εκεί όπου απολήγει το τροπικό δάσος, ο Ζουστίνο απολαμβάνει τις φροντίδες της νοσηλεύτριας κόρης του Βανέσα, το μόνο μέλος της οικογένειας που βρίσκεται κοντά του καθώς η γυναίκα του έχει πεθάνει πρόσφατα και ο γιος του μένει με τη δική του οικογένεια,

Όταν η Βανέσα του ανακοινώνει πως θα μετακομίσει στην Μπραζίλια για να σπουδάσει Ιατρική, ο Ζουστίνο αρχίζει να παρουσιάζει έναν υψηλό πυρετό που η δυτική ιατρική δεν μπορεί ούτε να εξηγήσει ούτε να γιατρέψει. Παράλληλα ένας ‘αόρατος εχθρός’ εμφανίζεται στην άκρη της πόλης, ένα πλάσμα με τρομακτική μορφή που βγαίνει από τα σκοτάδια της νύχτας και επιτίθεται σε οικόσιτα ζώα. Οι ισορροπίες στη ζωή του Ζουστίνο ανατρέπονται παράλληλα με τις ισορροπίες ανάμεσα στην πόλη και τη ζούγκλα.

Η Ντα –Ρεν αγαπά την ντοκιμαντερίστικη γραφή. Έχει ζήσει αρκετό καιρό στην περιοχή και έχει μοιραστεί χρόνο και εμπειρίες με τον ιθαγενή πληθυσμό της, γι’αυτό και δεν καταφεύγει σε εύκολες λύσεις εντυπωσιασμού. Επιλέγει να τοποθετήσει την ιστορία των – απειλούμενων με αφανισμό από την άγρια πολιτική του πολιτιστικού επεκτατισμού του Μπολσονάρο, ας μην ξεχνάμε – αυτοχθόνων μέσα στην πόλη, αντί να τους ακολουθήσει στα χωριά τους. Γιατί μέσα στην πόλη αναδεικνύεται η τραγικότητα της βίαιης προσαρμογής και ένταξης. Οι φιγούρες του Ζουστίνο και των άλλων εσωτερικών μεταναστών που ζουν στο όριο, ανάμεσα στη ζούγκλα και την πόλη, ανάμεσα στη φύση και τον πολιτισμό, φέρουν στο σώμα τους, στη γλώσσα που μιλάν και στον τρόπο που κινούνται την ιστορία μισής χιλιετίας απαξίωσης και εκμετάλλευσης.

Η πόλη μοιάζει να έχει επιβληθεί αλλά η ζούγκλα είναι πάντα εκεί. Σκοτεινή, απόμακρη, σύντροφος του Ζουστίνο στο δρόμο από τα δουλειά στο σπίτι τη νύχτα. Γεμάτη μυστικά και απόκοσμα πλάσματα, παίρνει την εκδίκησή της από τον πολιτισμό που σκάβει στα σπλάχνα της. Κι αυτό το απροσδιόριστο πλάσμα που καραδοκεί μέσα στα σκοτάδια και στοιχειώνει τα πυρετώδη όνειρα του Ζουστίνο, είναι ζώο, πνεύμα ή κάποιος άνθρωπος που αλλάζει μορφή μέσα στη νύχτα; Η Ντα Ρεν αφήνει το ερώτημα να αιωρείται, μένοντας πιστή στη ρεαλιστική προσέγγιση που ακουμπά υπαινικτικά μόνο στο μεταφυσικό, αφήνοντας μας έξω από τη ζούγκλα και τα μυστικά της.

Η ταινία ήρθε στην Θεσσαλονίκη με το βραβείο των κριτικών από το φεστιβάλ του Λοκάρνο και συμμετέχει στο διεθνές διαγωνιστικό. Ο πρωταγωνιστής, με το βραβείο καλύτερου ηθοποιού στο Λοκάρνο, επισκέφθηκε την Θεσσαλονίκη και μίλησε με το κοινό στις δύο προβολές της ταινίας.

(Συνεχίζεται)

Απόψεις