Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Άρθουρ Μίλερ, μια αταλάντευτη κριτική ευφυία

Το όνομα του ήταν στον κατάλογο των «υπό επιτήρηση καλλιτεχνών» που είχε καταρτίσει, την εποχή του μακαρθισμού, το Kογκρέσο για..

Το όνομα του ήταν στον κατάλογο των «υπό επιτήρηση καλλιτεχνών» που είχε καταρτίσει, την εποχή του μακαρθισμού, το Kογκρέσο για τους καλλιτέχνες που θεωρούσε ότι ασκούσαν «κομμουνιστική επιρροή επί των τεχνών».

Άλλωστε, όλα τα έργα του Άρθουρ Μίλερ, ο οποίος έφυγε από τη ζωή, σαν σήμερα, 10 Φεβρουαρίου 2005 ασκούσαν κριτική στις Ηνωμένες Πολιτείες, την κυβέρνηση και τον τρόπο ζωής των κατοίκων της, ενώ εξέθεταν και τα ψεγάδια του λεγόμενου «αμερικανικού ονείρου», κάτι για το οποίο είχε δεχτεί κριτική στις ΗΠΑ. Με τα έργα του καταγγέλλει τα οξεία ζητήματα της εποχής του, ασκώντας κριτική στην αμερικανική κοινωνία: το ρατσισμό της, την κερδοσκοπία, τη μισαλλοδοξία και την αναισθησία.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο βιογράφος του, Μάρτιν Γκότφριντ, «σπάνια ένας καλλιτέχνης έχει δεχτεί τόσες πολλές επιθέσεις και συκοφαντίες στην πατρίδα του και ταυτόχρονα έχαιρε βαθιάς εκτίμησης σε όλον τον κόσμο».

«Η αποστολή του θεάτρου, τελικά, είναι να αλλάξει τους ανθρώπους, να τους κάνει να αποκτήσουν μεγαλύτερη συνείδηση για το τι μπορούν να κάνουν». Αυτή η βασική αρχή καθόρισε το έργο του μεγάλου Αμερικανού συγγραφέα. 

Η οικογένειά του είχε εβραϊκές ρίζες και μεγάλωσε με θρησκευτική ανατροφή. Ο πατέρας του, Ισιντόρ Μίλερ , μετανάστης από την Πολωνία, είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία από μια βιοτεχνία και κατάστημα γυναικείων ρούχων, ενώ η μητέρα του, Ογκούστα Μπάρνετ, ήταν Αμερικανίδα που είχε εργαστεί ως δασκάλα στο δημόσιο, ενώ ο πατέρας της είχε ρίζες από την ίδια πόλη της Πολωνίας απ’ όπου κατάγονταν και οι Μίλερ.

Ήταν το δεύτερο από τα τρία παιδιά της οικογένειας. Πήγε στο δημόσιο σχολείο του Χάρλεμ και τέλειωσε το γυμνάσιο το 1932, όντας μέτριος μαθητής με καλές επιδόσεις στον αθλητισμό. Στο μεταξύ, σε αντίθεση με την προηγουμένως οικονομικά άνετη και σχεδόν πλούσια ζωή τους, είχαν μετακομίσει στο Μπρούκλιν και η οικογένειά του είχε καταστραφεί οικονομικά από το Κραχ του 1929 στις ΗΠΑ, συνεπώς αναγκάστηκε να εργαστεί για να βγάλει χρήματα σε διάφορες δουλειές: τραγουδιστής σε τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό, οδηγός φορτηγού, υπάλληλος καταστήματος ανταλλακτικών αυτοκινήτων στη 10η Λεωφόρο του Μανχάταν κ.ά. Η μόνη επαφή που είχε μέχρι τότε με τη λογοτεχνία ήταν κάποια από τα έργα του Άγγλου συγγραφέα Καρόλου Ντίκενς, ενώ ώθηση για να αρχίσει να γράφει του έδωσαν οι «Αδερφοί Καραμαζώφ» του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι.

«Ήταν όλοι τους παιδιά μου», στο θέατρο «Τζένη Καρέζη» 2006

Στις 29 Ιανουαρίου 1947, ανεβαίνει το έργο «Ήταν όλοι τους παιδιά μου», ένα έργο που παρουσίαζε τον αντίκτυπο της ανάμειξης των ΗΠΑ στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε μια τυπική αμερικανική οικογένεια και επίκεντρό του ήταν οι κοινωνικές ευθύνες ενός βιομηχάνου που είχε κερδοσκοπήσει, πουλώντας ελαττωματικά ανταλλακτικά αεροσκαφών στην αμερικανική πολεμική αεροπορία. Με το έργο αυτό έγινε ευρέως δημοφιλής και κέρδισε το Βραβείο Δράματος των Κριτικών της Νέας Υόρκης και το Βραβείο «Ντόναλντσον». Το συγκεκριμένο έργο παρουσιάστηκε ξανά και απέκτησε μεγαλύτερη σημασία, όταν προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση το 1987, ένα χρόνο μετά την εκτόξευση και έκρηξη του διαστημικού λεωφορείου Challenger λόγω βλάβης στους αγωγούς στερεών καυσίμων.

«Ο θάνατος του εμποράκου», στο «Εμπορικόν» 2019-2020

Η καθιέρωσή του ήρθε με το κλασικό πιά έργο «ο Θάνατος του Εμποράκου», σημείο αναφοράς του θεάτρου του 20ού αιώνα, ίσως το καλύτερό του έργο κατά τους ειδικούς, μια ιστορία για μια μικροαστική αμερικανική οικογένεια που συνεθλίβη υπό το βάρος του αμερικανικού καπιταλισμού. Κατά σύμπτωση, η 10η Φεβρουαρίου, ημερομηνία θανάτου του, ήταν η 56η επέτειος από την πρεμιέρα του έργου αυτού (1949).

Το 1949, είναι ο πρώτος που κερδίζει τρία βραβεία, το Βραβείο «Πούλιτζερ», το Βραβείο «Τόνι» και το βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης, για το «Θάνατο του εμποράκου», το οποίο του έφερε παγκόσμια αναγνώριση.

Είχε πιστέψει «με παθιασμένη ηθική βεβαιότητα ότι στο μαρξισμό βρισκόταν η ελπίδα της ανθρωπότητας»

Επηρεασμένος από τον αντικομμουνισμό και το «κυνήγι μαγισσών», εναντίον εκπροσώπων του πνευματικού κόσμου, ο Μίλερ, γράφει και παρουσιάζει το αλληγορικό έργο – κατηγορητήριο «Δοκιμασία» (Οι Μάγισσες Του Σάλεμ), το οποίο, αν και δε γνώρισε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία ούτε έγινε δεκτό με εγκωμιαστικές κριτικές, του έφερε ένα Βραβείο «Τόνι» το 1953 κι αργότερα έγινε ένα από τα πιο πολυπαιγμένα έργα του, παρουσιαζόμενο, κατά το συγγραφέα, κάθε φορά που σε κάποια χώρα έμπαιναν σε κίνδυνο οι πολιτικές ελευθερίες. 

Το 1954, του αφαιρείται το διαβατήριο κι έτσι δεν καταφέρνει να παραστεί στην πρεμιέρα της «Δοκιμασίας» στις Βρυξέλλες. Οδηγείται για κατάθεση, κατηγορούμενος ότι είχε διασυνδέσεις με αριστερούς. Αρνείται να καταδώσει ονόματα υπόπτων για κομμουνιστική δράση, καταδικάζεται από το Κογκρέσο το 1957, αλλά αθωώνεται από το Ανώτατο Δικαστήριο το 1958.

Στην πραγματικότητα η «ανατρεπτική» του δράση περιοριζόταν σε σχέσεις με κομμουνιστές συγγραφείς, στη συμπάθειά με ό,τι θετικό εκτιμούσε ότι γινόταν στις σοσιαλιστικές χώρες, αλλά δεν υπήρξε ποτέ μέλος του ΚΚ Αμερικής. Ωστόσο, όπως γράφει στην αυτοβιογραφία του, είχε πιστέψει «με παθιασμένη ηθική βεβαιότητα ότι στο μαρξισμό βρισκόταν η ελπίδα της ανθρωπότητας».

Μίλερ – Μονρόε

Στα τέλη του ’50, ο Μίλερ σταμάτησε να γράφει για το θέατρο και ασχολήθηκε με τη συγγραφή σεναρίων για τον κινηματογράφο. Το 1960, σε μια από τις τελευταίες προσπάθειές του να κρατήσει κοντά σε αυτόν και στην πραγματικότητα, την Μέριλιν Μονρόε, η οποία είχε αρχίσει να καταφεύγει στα ναρκωτικά, έγραψε το πρώτο του κινηματογραφικό σενάριο, των «Αταίριαστων», όπου πρωταγωνιστούσαν η Μονρόε, ο Κλαρκ Γκέιμπλ κι ο Μοντγκόμερι Κλιφτ.

Ξεχώρισε και για την αρθρογραφία του σε αμερικανικές εφημερίδες και περιοδικά, όπου εξέφρασε την άποψή του για κρίσιμα πολιτικά, κοινωνικά και καλλιτεχνικά ζητήματα, όπως για τον πόλεμο στο Βιετνάμ και την κρίση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, τη λογοκρισία και τη φυλάκιση καλλιτεχνών, ενώ πιο πρόσφατα για τον πόλεμο στο Ιράκ. Σε ένα από τα ταξίδια του, το 1985, πήγε στην Κωνσταντινούπολη με τον Χάρολντ Πίντερ, υποστηρίζοντας τα δικαιώματα των πολιτικών κρατουμένων που είχαν πληγεί από το δικτατορικό καθεστώς.

Απόψεις