Αναδημοσίευση από την εφημ. Ριζοσπάστης
Συγκεκριμένα, παρά τις κοκορομαχίες τους στα επιμέρους, κυβέρνηση και άλλα αστικά κόμματα, σε στενή συνεργασία με τους Αμερικανούς, επιταχύνουν την αναβάθμιση των υποδομών σε ευρωατλαντικά προπύργια στη χώρα, προχωρώντας με λυμένα τα χέρια μέσα από διαδικασίες όπως ο περιλάλητος Στρατηγικός Διάλογος Ελλάδας – ΗΠΑ (αφορά και την «Αμυντική Συνεργασία» – ξεκίνησε επισήμως το 2018 επί ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίστηκε επί ΝΔ) και τις λεγόμενες «επικαιροποιήσεις» της Συμφωνίας για τις Βάσεις (συζητήθηκαν εκτενώς επί ΣΥΡΙΖΑ για να καταληχθούν και να ψηφιστούν επί ΝΔ).
Ενδεικτικά, η 371 Expeditionary Air Base Squadron (EABS) της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ (US Air Force) επεκτείνει τις υποδομές της στην 110 Πτέρυγα Μάχης στην Αεροπορική Βάση Λάρισας, από όπου επιχειρούν τουλάχιστον 4 UAV τύπου MQ-9 Reaper. Τα UAV αυτά έχουν μεγάλη εμβέλεια και αποτελούν τα «μάτια» των Αμερικανών από την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα. Η Μοίρα, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, έχει αναλάβει τη διεκπεραίωση και γιγαντιαίων αμερικανικών μεταγωγικών που έχουν αξιοποιήσει τη Βάση.
Σημειωτέον, οι Αμερικανοί φέρονται να έχουν απλωθεί σε υποδομές της 348 Μοίρας Τακτικής Αναγνώρισης της ελληνικής ΠΑ, που το 2017 ανέστειλε τη λειτουργία της με την απόσυρση των αεροσκαφών RF-4E Phantom II. Εκεί, κατά νεότερες πληροφορίες του «Ριζοσπάστη», σχεδιάζουν να στήσουν ένα εργαστήριο ελέγχου υγρών καυσίμων («Fuel Lab») για τα αεροσκάφη που επιχειρούν από τη Λάρισα.
Σκοπός τους να ελέγχουν τύπους καυσίμων όπως: aviation gasoline (AVGAS), biofuels, biomass fuel, biodiesel, diesel fuel, ethanol – fuel grade, gasoline, heavy distillates, aviation turbine fuel (e.g., JP-5, JP-8, Jet A, F-24), kerosene, LNG – LPG, natural gas, petroleum and crude oil feedstocks, petroleum coke and fly-ash, και lube oil, όπως καταγράφονται σε σχετικά αμερικανικά έγγραφα.
Το εργαστήρι θα έχει έκταση από 185 έως 298 τ.μ. Φυσικά προβλέπεται και χώρος για την αποθήκευση χημικών, εύφλεκτων και επικίνδυνων υλικών («hazardous storage room for the storage of chemicals and flammable and hazardous materials»).
Σε μια παράλληλη εξέλιξη, στη Σούδα, οι Αμερικανοί προχωρούν τις διαδικασίες ώστε να «τρέξουν» εκτεταμένες επισκευές σε συνολικά έξι υποσταθμούς διανομής ηλεκτρικού ρεύματος στην «NSA Souda» (οι SS2, SS4, SS5, SS6, SS7 και SS9), όπως και σε έναν πίνακα μεταγωγής μέσης τάσης (MV) (SS7A). Το έργο θα αντικαταστήσει επίσης την καλωδίωση μέσης τάσης (MV) σε όλο το δίκτυο διανομής της εγκατάστασης. Προβλέπονται και «εργασίες αποξηλώσεως» συνοδευόμενες από νέες κατασκευές και υποδομές, όπου απαιτηθεί με βάση τις αυξημένες τους ανάγκες.
Η βάση συνδέεται με το δίκτυο Μέσης Τάσης της ΔΕΗ σε σημείο όπου τερματίζει το εναέριο σύστημα της εταιρείας και ξεκινούν υπόγεια καλώδια προς τη βάση, τα οποία ακολούθως διακλαδίζονται σε δύο γραμμές, «τρέχουν» σε όλη την εγκατάσταση και τροφοδοτούν τους συνολικά εννέα υπάρχοντες υποσταθμούς.
Οι υπηρεσίες στις ΗΠΑ και ΝΑΤΟ δεν περιορίζονται βέβαια μόνο στην παροχή υποδομών και υποστήριξης, αλλά απλώνεται στις προσφορές και ετοιμοπόλεμου προσωπικού για αποστολές και επιχειρήσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, στις 21 και 28 Ιουνίου αντίστοιχα ολοκληρώθηκε η ΝΑΤΟική διαδικασία αξιολόγησης, η οποία πραγματοποιήθηκε με κριτήρια NATO SOFEVAL (Special Operations Force Evaluation) της Διακλαδικής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων (ΔΔΕΕ) στον ρόλο της Τμηματικής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων (Special Operations Component Command – SOCC) και των Special Operations Air Task Units (SOATUs) της Μονάδας Αεροπορικών Ειδικών Επιχειρήσεων (ΜΑΕΕ) της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου (ΔΕΠ) του ΓΕΕΘΑ.
Μέσω των διαδικασιών αξιολόγησης που διεξήχθησαν από τη ΝΑΤΟική Allied Special Operations Forces Command (ASOFCOM), και κατά τις οποίες τόσο η ΔΔΕΕ όσο και η ΜΑΕΕ κρίθηκαν ως «Επιχειρησιακά Ετοιμες – Combat Ready» για ανάληψη αποστολών Ειδικών Επιχειρήσεων (ΕΕ), το προσωπικό της ΔΕΠ ασκήθηκε και εξετάστηκε «σε πολύπλοκα και ρεαλιστικά σενάρια που ανέδειξαν τον επαγγελματισμό και το υψηλό επίπεδο κατάρτισης των εμπλεκομένων», όπως αναφέρεται από το ΓΕΕΘΑ.
Από το επιτελείο τονίζεται επίσης ότι «οι εν λόγω αξιολογήσεις αποτελούν συνέχεια των αντίστοιχων επιτυχών διαδικασιών ΝΑΤΟικής αξιολόγησης οντοτήτων επιπέδου Μονάδας της ΔΕΠ κατά τα τελευταία έτη, γεγονός που αποδεικνύει την ταχεία προσαρμογή των Ενόπλων Δυνάμεων στις απαιτήσεις των συμμαχικών προτύπων και διαδικασιών».