Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

28 Δεκέμβρη 2011 — Η σφαγή στο Ρομπόσκι: ακόμα αναζητείται δικαιοσύνη

Δεκατρία χρόνια από τη βραδιά της σφαγής στο Ρομπόσκι συμπληρώνονται σήμερα, 28 Δεκέμβρη. Ηταν τότε που ένα τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος βομβάρδισε μια περιοχή κοντά στο χωριό Ρομπόσκι, σκοτώνοντας 34 πολίτες, από τους οποίους οι 17 ήταν ανήλικοι.

Δεκατρία χρόνια από τη βραδιά της σφαγής στο Ρομπόσκι συμπληρώνονται σήμερα, 28 Δεκέμβρη. Ηταν τότε  που ένα τουρκικό μαχητικό αεροσκάφος βομβάρδισε μια περιοχή κοντά στο χωριό Ρομπόσκι, σκοτώνοντας 34 πολίτες, από τους οποίους οι 17 ήταν ανήλικοι.

«Στην Τουρκία, υπάρχει μια παράδοση που επιτρέπει στο κράτος να σκοτώνει χωρίς τιμωρία», δήλωσε ο Τάνζου Γκιουντουζάιπ (Tanju Gündüzalp), εκπρόσωπος της πρωτοβουλίας «Δικαιοσύνη για το Ρομπόσκι», και πρόσθεσε: «Χωρίς δικαιοσύνη για το Ρομπόσκι σημαίνει ανυπαρξία δικαιοσύνης για την Τουρκία».

Το απόγευμα της 28 Δεκέμβρη 2011, μια ομάδα 38 χωρικών με 50 μουλάρια φορτωμένα με τρόφιμα και καύσιμα, μπήκαν στο δρόμο της επιστροφής για το Ρομπόσκι, από τα παραμεθόρια χωριά του Ιράκ, στα τουρκοϊρακινά σύνορα, στην επαρχία Σιρνάκ. Εκείνη η Τετάρτη  ξεκίνησε σαν άλλη μια συνηθισμένη μέρα.

Αμερικανικό Predator drone. Σήμερα η Τουρκία κατασκευάζει δικά της μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα ANKA-S, με τη βοήθεια των ΗΠΑ.

Στα πλαίσια των συμφωνιών για ανταλλαγή πληροφοριών με την Τουρκία (από τον Νοέμβρη του 2007), ένα αμερικάνικο μη επανδρωμένο αεροσκάφος, ένα Predator drone, ανιχνεύει και παρακολουθεί την κίνηση της ομάδας των χωρικών, για πέντε ώρες. Οι Αμερικάνοι ενημερώνουν την τουρκική στρατιωτική διοίκηση της περιοχής, σημειώνοντας ότι πρόκειται, πιθανά, για διέλευση ύποπτης ομάδας Κούρδων ένοπλων μαχητών του PKK.

Χωρίς να διασταυρώσουν την πληροφορία, όπως όφειλαν, και παρά το γεγονός ότι οι διαδρομές των χωρικών ανάμεσα στα τουρκικά και ιρακινά χωριά ήταν γνωστές στις αρχές, τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη F-16 σηκώθηκαν στον αέρα.

Μόλις πέρασαν τα σύνορα, στην πέτρα με το νούμερο 15, τα τουρκικά μαχητικά εξαπέλυσαν πυραύλους αποδεκατίζοντας τους «ύποπτους μαχητές», την μικρή ομάδα των άοπλων Κούρδων χωρικών. Ο βομβαρδισμός διήρκεσε 45 λεπτά, μεταξύ 9:39 και 10:24 μ.μ.

Επεσαν νεκροί 34 από τους 38. Οι 17 από αυτούς παιδιά κάτω από 18 χρόνων με τον μικρότερο, μόλις στα 12, κι από τους υπόλοιπους 17, από 19 έως 38 ετών ο μεγαλύτερος.

Από την περισυλλογή των νεκρών από τους συγχωριανούς τους το πρωί της 29ης Δεκέμβρη 2011.

Το ξημέρωμα οι κάτοικοι των γύρω χωριών μαζεύτηκαν στη δύσβατη περιοχή να μαζέψουν τους νεκρούς τους. Το γειτονικό στρατόπεδο δεν έδωσε άδεια σε στρατιώτες και στους υγειονομικούς της μονάδας να ψάξουν για επιζώντες και να βοηθήσουν στη μεταφορά των πτωμάτων.

«Μαζέψαμε όσα κομμάτια από τα τεμαχισμένα σώματά τους μπορέσαμε να βρούμε και με γαϊδούρια που επέζησαν από τον βομβαρδισμό τα μεταφέραμε στο χωριό μας», διηγήθηκε ένας από τους συγχωριανούς τους.

Με το σημαντικό αυτό γεγονός τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης της Τουρκίας άργησαν πολύ να ασχοληθούν, πάνω από 12 ώρες, και όταν το έκαναν αναφέρθηκαν σε «περιστατικό κοντά στα ιρακινά σύνορα». Αργότερα άρχισαν να «αναρωτιούνται» «αν τα θύματα ήταν λαθρέμποροι ή τρομοκράτες» ή «αν το περιστατικό ήταν ένα ατύχημα, μια αμέλεια ή μια παγίδα»…

Το τουρκικό κράτος δυο μέρες μετά, γιόρταζε την Πρωτοχρονιά με λαμπρές γιορτές και πανηγύρια, λες και η σφαγή στο Ρομπόσκι δεν έγινε ποτέ, ή ήταν ένα τίποτα.

30 Δεκέμβρη 2011. Την ώρα που η υπόλοιπη Τουρκία ετοιμαζόταν να γιορτάσει το Νέο Ετος, οι κάτοικοι του Ρομπόσκι έθαβαν τους νεκρούς τους.

Το 1993, το τουρκικό κράτος, και με τη χρήση στρατιωτικής βίας, εκκένωσε τα κουρδικά χωριά και τα μετέτρεψαν σε ναρκοπέδια, ξεριζώνοντας τους κατοίκους και μεταφέροντάς τους σε νέα, στην Επαρχία Σιρνάκ, κοντά στα σύνορα με το Ιράκ. Ανάμεσά τους το Ρομπόσκι (η τουρκική ονομασία του είναι Ορτάσου), και το Μπεζού (Γκιούλγιαζί) στην περιοχή Γκιλεμπάν (Ουλούντερέ).

Σε μια περιοχή έντονα στρατιωτικοποιημένη, σε ένα περιβάλλον με μεγάλες εκτάσεις ναρκοθετημένες, που έχουν στοιχίσει στο παρελθόν τουλάχιστον 5 ανθρώπινες ζωές, 20 ακρωτηριασμένους και μεγάλο αριθμό  ζώων από τις εκρήξεις ναρκών, η μοναδική δυνατότητα για να επιζήσουν οι άνθρωποι είναι το διασυνοριακό εμπόριο, οι ανταλλαγές προϊόντων με τα γύρω χωριά που τυχαίνει να βρίσκονται στην «άλλη πλευρά» των συνόρων, στο Νότιο Κουρδιστάν (Ιρακινό Κουρδιστάν).

«Είμαι υποχρεωμένος να κάνω αυτή τη δουλειά», είπε ένας 27χρονος κάτοικος της περιοχής. «Σε μια οικογένεια 13 μελών μόνο εγώ εργάζομαι. Μας πήραν τα χωράφια μας, έκαψαν τις καρυδιές μας και έκαναν την περιοχή ναρκοπέδιο. Μόνο αυτή τη δουλειά μας άφησαν. Όταν θέλησαν να αυξήσουν το αριθμό των πολιτοφυλάκων, μας απείλησαν, και με τις νάρκες που τοποθέτησαν σκότωσαν και σακάτεψαν συγγενείς μας. Με τον εκφοβισμό έκαναν κάποιους πολιτοφύλακες. Αυτοί που δεν υπέκυψαν στον φόβο και με γνώση του κινδύνου συνεχίζουν να πηγαίνουν για χάρη των 100 λιρών εβδομαδιαίως. Ένα μουλάρι έχω, αν λείψει κι αυτό θα πεινάσουμε».

Αλλωστε αυτό το εμπόριο είναι υπόθεση αιώνων. Οι παππούδες τους και οι πατεράδες τους ακολουθούσαν αυτές τις διαδρομές, χρησιμοποιώντας πάντα τους ίδιους δρόμους, χωρίς να έχουν αντιμετωπίσει ποτέ σοβαρά προβλήματα από τις αρχές και των δύο χωρών. Εχουν συγγενείς που ζουν στις περιοχές μετά τα σύνορα. Γι αυτούς τους ανθρώπους φυσικό σύνορο, φράχτης ή συρματοπλέγματα δεν υπάρχουν, μονάχα μια πέτρα στημένη στη μέση του παμπάλαιου μονοπατιού με σκαλισμένο πάνω της το νούμερο «15».

 

Στα χρόνια που ακολούθησαν

 

Τα ονόματα και οι ηλικίες των 34 θυμάτων των αεροπορικών επιδρομών στο Ρομποόσκι στις 28.12.2011

Λίγους μήνες μετά και ενώ οι έρευνες βρίσκονταν σε εξέλιξη, ο Ρετζέπ Νταγίπ Ερντογάν δηλώνει ότι πρόκειται για ένα «θλιβερό και λυπηρό λάθος». Λίγες μέρες νωρίτερα, μάλιστα, βράβευσε, για την συνολική του προσφορά, τον Διοικητή των Τουρκικών Αεροπορικών Δυνάμεων, ο οποίος ήταν υπεύθυνος των βομβαρδισμών.

Τον Μάρτη του 2013 η Επιτροπή που είχε αναλάβει να εξετάσει τη Σφαγή του Ρομπόσκι και τις τυχόν ευθύνες, παραδίνει στη Κοινή Γνώμη την αναφορά της. «Ηταν ένα ατύχημα». «Δεν υπήρξε πρόθεση στο περιστατικό».  «Η ΜΙΤ (Milli İstihbarat Teskilati – Εθνική Οργάνωση Πληροφοριών Τουρκίας) και το Γενικό Επιτελείο είχαν δώσει λαθεμένες πληροφορίες για επικείμενη δράση των ανταρτών του ΡΚΚ στην περιοχή».

Διεξήχθη έρευνα για τη σφαγή. Ο Γενικός Εισαγγελέας του Ντιγιαρμπακίρ (Αμιδα) απεφάνθη ότι δεν έχει δικαιοδοσία για την υπόθεση και έστειλε το φάκελο στη στρατιωτική εισαγγελία του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στις 7 Γενάρη 2014, η Στρατιωτική Εισαγγελία εξέδωσε απόφαση «μη δίωξης».

 Οι οικογένειες των θυμάτων άσκησαν έφεση κατά της απόφασης αυτής, ο φάκελος υποβλήθηκε στο Συνταγματικό Δικαστήριο στις 18 Ιούλη 2014. Το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπίστωσε ότι «λείπουν έγγραφα» και ζήτησε από τις οικογένειες να συμπληρωθούν. Στις 24 Φλεβάρη 2015 το Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή των οικογενειών με το σκεπτικό ότι «τα ελλείποντα στοιχεία δεν προσκομίστηκαν εντός εύλογου χρονικού διαστήματος».

Στη συνέχεια ο φάκελος των 281 ατόμων που ήταν συγγενείς των 34 νεκρών, απεστάλη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο απέρριψε την αίτηση, μετά από δυο χρόνια, στις 17 Μάη 2018, λέγοντας ότι δεν εξαντλήθηκαν όλες οι νομικές δυνατότητες εντός της Τουρκίας.

Κανείς δεν ανακρίθηκε, κανείς δεν οδηγήθηκε στο Δικαστήριο και κανείς δεν τιμωρήθηκε για τον βομβαρδισμό των αμάχων και την Σφαγή του Ρομπόσκι.

Κανείς, εκτός από τον δημοσιογράφο της εφημερίδας Ταράφ, τον αρθρογράφο Αχμέτ Αλτάν, ο οποίος, για το άρθρο του με τίτλο «Κρατική Συνενοχή και Ηθική», τον Γενάρη του 2012, αναφέρθηκε στη Σφαγή του Ουλούντερε (Ρομπόσκι) και έγραψε ότι «οι υπεύθυνοι πρέπει να βρεθούν, να δικαστούν και να τιμωρηθούν». Ο Αλτάν για αυτό το άρθρο του κατηγορήθηκε για προσβολή του τότε πρωθυπουργού, Ταγίπ Ερντογάν, και καταδικάστηκε  σε ποινή 11 μηνών και 20 ημερών.

Από την άλλη μεριά η κυβέρνηση του ΑΚΡ, προσπάθησε, στην αρχή, ανεπιτυχώς, να εξαγοράσει τις οικογένειες των θυμάτων. Οι οικογένειες  ήθελαν δικαιοσύνη. Το τουρκικό κράτος άρχισε να παρενοχλεί τους συγγενείς.

Όλα σχεδόν τα μέλη των οικογενειών που είχαν θύματα, κάποια στιγμή συνελήφθησαν και τέθηκαν υπό κράτηση. Μερικοί καταδικάστηκαν και φυλακίστηκαν. Ανάμεσά τους ο Ferhat Encü, βουλευτής του HDP της εκλογικής περιφέρειας του Σιρνάκ. Ο Encü συνελήφθη για πρώτη φορά σε αστυνομική επιχείρηση στις 4 Νοέμβρη 2016 μαζί με άλλους οκτώ βουλευτές, συμπεριλαμβανομένων των τότε συμπροέδρων του κόμματος, Selahattin Demirtaş και Figen Yüksekdağ. Απελευθερώθηκε από τη φυλακή Kandıra τον Φλεβάρη του 2017, αλλά συνελήφθη ξανά τον ίδιο μήνα, ξαναφυλακίστηκε και παρέμεινε στις φυλακές μέχρι τον Ιούνη του 2019.

 

Το μνημείο της σφαγής στο Ρομπόσκι

 

Σε μια κεντρική πλατεία του δήμου Καγιάπινάρ, της πόλης του Ντιγιάρμπακιρ, που οι Κούρδοι ονομάζουν Αμιδα, ο Δήμος της πόλης, τον Δεκέμβρη του 2013, έστησε ένα επιβλητικό μνημείο, του γλύπτη Σουάτ Γιακούτ (Suat Yakut), στη μνήμη των 34 νεκρών της σφαγής του Ρομπόσκι.

Οκτώ πύραυλοι καρφωμένοι γύρω από μια τραγική φιγούρα της Κούρδισας μάνας, ίσως αδελφής, ίσως συζύγου ή κόρης. Στη βάση του μνημείου αναγράφονταν τα 34 ονόματα των νεκρών της επίθεσης.

Από τα εγκαίνια του μνημείου, Δεκέμβρης 2013.

Τρία χρόνια αργότερα, την Κυριακή 8 Γενάρη 2017, οι βάρβαροι του τουρκικού κράτους, μια μεγάλη δύναμη της τουρκικής αστυνομίας με φορτηγά και τεθωρακισμένα οχήματα εισέβαλαν στο πάρκο Ροζάβα, στην Αμιδα (Ντιγιάρμπακιρ) και κατεδάφισαν το επιβλητικό μνημείο.

Αυτό είναι ότι απέμεινε από το μνημείο.

Μετά την καθαίρεση και φυλάκιση των Κούρδων εκλεγμένων δημάρχων, οι διορισμένοι αξιωματούχοι στο δήμο του Καγιάπινάρ, στη περιοχή όπου ήταν το μνημείο επικαλέστηκαν άγνοια και δήλωσαν ότι δεν είχαν καμία πληροφόρηση για το θέμα.

Η Εντσού, εκ μέρους των μητέρων των σφαγιασθέντων του Ρομπόσκι, δήλωσε ότι τέτοια βάρβαρα φαινόμενα μισαλλοδοξίας, μαζί με εγκλήματα και σφαγές, συμβαίνουν κάθε μέρα στη πολιτεία.

«Κάνουν ό,τι μπορούν για να ξεχαστεί το περιστατικό. Προσπάθησαν να εμποδίσουν την κατασκευή του μνημείου. Νομίζουν ότι αν γκρεμίσουν το μνημείο θα ξεχάσουμε! Κάνουν λάθος.

Θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας μέχρι το τέλος. Γκρεμίσανε το μνημείο. Αυτό μεγάλωσε τον πόνο μας.  Οι δολοφόνοι του Ρομπόσκι επέστρεψαν για να σκουπίσουν το αίμα από τα χέρια τους πάνω στο μνημείο με τα ονόματα των 34 θυμάτων τους».

Στις δημοτικές εκλογές της 31 Μάρτη 2019 εκλέχτηκε δήμαρχος του Ντιγιαρμπακίρ  ο υποψήφιος του HDP,  Adnan Selçuk Mızraklı, με 62,93%. Στις 19 Αυγούστου καθαιρέθηκε και βρέθηκε στις φυλακές κατηγορούμενος για «υποστήριξη της τρομοκρατίας».

Στις 28 του κάθε μήνα, η πρωτοβουλία «Δικαιοσύνη για το Ρομπόσκι» οργανώνει συγκέντρωση στην οδό Γιουτσέλ (Yüksel Caddesi ) στην Άγκυρα με αίτημα την τιμωρία των υπευθύνων για τη σφαγή.

Αριστερά συγκέντρωση της 28 Αυγούστου 2015, το πανό γράφει: «Βρείτε τους δολοφόνους — Ποτέ ξανά Ρομπόσκι — Πρωτοβουλία για Δικαιοσύνη στο Ρομπόσκι». Δεξιά στις 28 Δεκέμβρη 2015 «Έχουν περάσει 4 χρόνια, 48 μήνες, 1461 ημέρες, Ποιος έδωσε την εντολή να χτυπηθεί το Ρομπόσκι;»

Από το ξέσπασμα της πανδημίας του Covid-19 και λόγω των προληπτικών μέτρων, η συγκέντρωση της πρωτοβουλίας γινόταν στις εγκαταστάσεις της Ενωσης Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (IHD), στην Αγκυρα.  

 

Φετινές εκδηλώσεις τιμής και μνήμης

 

Οι εκδηλώσεις τιμής και μνήμης της 13ης επετείου από τον βομβαρδισμό και τη δολοφονία 34 ατόμων από τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη στο Ρομπόσκι ξεκίνησαν με επίσκεψη των οικογενειών των νεκρών και των κατοίκων του χωριού στο νεκροταφείο.

Οικογένειες επισκέφθηκαν νωρίς το πρωί το νεκροταφείο όπου βρίσκονταν οι τάφοι των δολοφονημένων. Το μνημόσυνο ξεκίνησε με ενός λεπτού σιγή για τα θύματα της σφαγής.

Οι οικογένειες ντυμένες με τα μαύρα ρούχα τους και τις φωτογραφίες των δολοφονημένων παιδιών τους στα χέρια, με δάκρυα απήγγειλαν προσευχές στους τάφους. Πολλοί άνθρωποι ταξίδεψαν από άλλες επαρχίες για να παρακολουθήσουν τη μνήμη. Ανάμεσά τους ήταν πολλοί εκπρόσωποι της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, μεταξύ των οποίων οι ηγέτες των κομμάτων DEM, DBP, EMEP και EHP, ηγετικά μέλη του CHP, καθώς και εκπρόσωποι της συνδικαλιστικής ομοσπονδίας KESK και διάφορων δικηγορικών συλλόγων. Μετά από κοινή προσευχή, πραγματοποιήθηκαν πολλές ομιλίες.

Η Χαλιμέ Εντσού, η οποία έχασε τον γιο της, τον Σερχάτ, στην επίθεση, μίλησε συγκινητικά και κατηγορηματικά εκ μέρους των οικογενειών Roboski: «Πέρασαν δεκατρία χρόνια από τη σφαγή, αλλά μέχρι σήμερα κανείς σε πολιτικό επίπεδο δεν έχει αναλάβει την ευθύνη. Τα πτώματα 34 ανθρώπων, ανάμεσά τους 17 παιδιά, ανατινάχτηκαν από τις βόμβες αυτού του κράτους. Έπρεπε να μαζέψουμε τα μέρη των σωμάτων των αγαπημένων μας. Ήταν μια σφαγή σε πολλά επίπεδα, για την οποία απαιτούμε δικαιοσύνη».

«Θέλουμε ένα τέλος σε αυτή τη νοοτροπία, η οποία είναι προσανατολισμένη στον θάνατο και τον πόλεμο. Θέλουμε μια ελεύθερη ζωή πέρα από τον φόβο των νέων σφαγών, μια ζωή ισότητας, αξιοπρέπειας και αδελφοσύνης. Πρέπει να ανοίξουν οι πύλες των φυλακών και να απελευθερωθούν οι κρατούμενοι. Τα δάκρυα των μητέρων πρέπει επιτέλους να στεγνώσουν, ελπίζω να βιώσουν το ίδιο και οι καταπιεστές και οι δολοφόνοι», είπε η Halime Encü, της οποίας την ομιλία ακολούθησαν μεγάλες κραυγές «Şehîd namirin» (Οι μάρτυρες είναι αθάνατοι).

Ο Σεγίτ Ασλάν, Πρόεδρος του Εργατικού Κόμματος (EMEP), δήλωσε: «Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για ισότητα και δικαιοσύνη εάν η νοοτροπία που δολοφόνησε 34 Κούρδους στο Ρομπόσκι δεν αντιμετωπίσει την δικαιοσύνη εδώ, εάν δεκάδες χιλιάδες Κούρδοι φυλακίζονται, εάν όσοι άσκησαν τα δημοκρατικά τους δικαιώματα για τις διαδηλώσεις στο Κομπανί είναι φυλακισμένοι για δεκαετίες. Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για ειρήνη και δικαιοσύνη αν εξακολουθούν να υπάρχουν διασυνοριακές επιχειρήσεις και απειλές κατά των δημοκρατικών δικαιωμάτων του κουρδικού λαού στη Συρία».

Αναφέροντας συγκεκριμένα βήματα για μια λύση στο κουρδικό ζήτημα, ο Ασλάν είπε ότι οι κατοχικές επιθέσεις πρέπει να σταματήσουν και οι κρατούμενοι να απελευθερωθούν.

Ο Σανέμ Ντενίζ Κουράλ, μέλος της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής (MYK) του Κόμματος Εργατικού Κινήματος (EHP), δήλωσε: «Ούτε ένα άτομο δεν διώχθηκε, δεν καταδικάστηκε ή απολύθηκε. Η πολιτική εξουσία λέει ότι δεν υπάρχει ανισότητα και διακρίσεις. Αν θέλετε να δείτε την ανισότητα και τις διακρίσεις, μπορείτε να τις δείτε κοιτάζοντας τα πτώματα 34 ανθρώπων τοποθετημένων δίπλα δίπλα».

Το μέλος του CHP,  Λεβέντ Γκιούκ είπε: «Αυτοί που πήραν αυτή την απόφαση εξακολουθούν να εργάζονται για το κράτος σήμερα. Τα ανώτατα στελέχη του κράτους προσπαθούν να καλύψουν το περιστατικό με κοινή ευθύνη, προσπαθούν να το συσκοτίσουν και να το σβήσουν από τη μνήμη σας».

Ο Συμπρόεδρος του Κόμματος Δημοκρατικών Περιφερειών (DBP) Κεσκίν Μπαγιντίρ τόνισε: «Οι μητέρες μας πρέπει να γνωρίζουν ότι η υπόθεση για δικαιοσύνη για τα 34 άτομα δεν είναι μόνο η περίπτωση των μητέρων του Roboski, αλλά η περίπτωση όλων των Κούρδων και του Κουρδιστάν. Η σφαγή του Ρομπόσκι δεν ήταν ούτε η πρώτη σφαγή κατά του λαού μας ούτε η τελευταία. Εδώ και 100 χρόνια, σφαγές κατά του κουρδικού λαού γίνονται μέσα και γύρω από το Ρομπόσκι. Τώρα θέλουν να συνεχίσουν αυτές τις σφαγές». Ο Μπαγιντίρ θυμήθηκε τη σφαγή με τις «33 σφαίρες» στην περιοχή Ουζάλπ του Βαν τον Ιούλιο του 1943, όταν 33 άνθρωποι εκτελέστηκαν χωρίς δίκη με την κατηγορία της λαθρεμπορίας ζώων, με αποτέλεσμα τον θάνατο των 32 από αυτούς, ένας επέζησε. Η σφαγή διαπράχθηκε με εντολή του διοικητή της 3ης Στρατιάς, στρατηγού Μουστάφα Μουγκλαλί.

«Ο Μουγκλαλί έσφαξε 33 ανθρώπους. Φυλακίστηκε μόνο για 2 μήνες. Από εκείνη την ημέρα, κανένας από αυτούς που διέπραξαν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν έχει διωχθεί. Δεν έχουν καν ερευνηθεί. Αυτό μας δείχνει ένα πράγμα: «Ό,τι κι αν κάνετε εναντίον του κουρδικού λαού, όποια εγκλήματα κι αν διαπράξετε, οι νόμοι μας θα σας προστατεύσουν». Αυτό συνέβει και στο Ρομπόσκι. Η σφαγή του σιδηροδρομικού σταθμού της 10ης Οκτωβρίου (Άγκυρα) είναι η ίδια. Η σφαγή του Amed (Diyarbakır) της 5ης Ιουνίου είναι η ίδια, όπως και η σφαγή του Suruç. Ναι, οι καρδιές μας είναι ραγισμένες, αλλά θα προστατεύσουμε την κληρονομιά τους. Θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας μέχρι να επιτευχθεί η ελευθερία στη γη που ζούμε».

Ο Συμπρόεδρος του Κόμματος Ισότητας και Δημοκρατίας των Λαών (DEM) Τουνσέρ Μπακιρχάν  περιέγραψε τη σφαγή στο Ρομπόσκι ως «μικρή αντανάκλαση» του κουρδικού ζητήματος. «Και όσο δεν απονέμεται δικαιοσύνη, όσο δεν διώκονται οι υπεύθυνοι, δεν θα υπάρξει λύση στο κουρδικό ζήτημα».

Απευθύνοντας έκκληση προς το κράτος, ο Bakırhan είπε: «Επί 100 χρόνια κάνετε σφαγές κατά πολλών κοινωνικών ομάδων στην Τουρκία, ιδιαίτερα των Κούρδων. Δεν μπορείτε να λύσετε αυτά τα προβλήματα με σφαγές και ανεξιχνίαστους φόνους. Δεν μπορούσατε και δεν μπορείτε να λύσετε το κουρδικό ζήτημα με αυτά τα φυλάκια και τους στρατιωτικούς σταθμούς. Οι Κούρδοι ζουν σε αυτά τα εδάφη εδώ και χιλιάδες χρόνια. Θέλουν να υπάρχουν με τη δική τους ταυτότητα, γλώσσα και πεποιθήσεις. Θέλουν να ζήσουν ως ίσοι πολίτες. Δείτε αυτή την πραγματικότητα. Κοιτάξτε, οι μητέρες μας μνημονεύουν τα παιδιά και τους αδελφούς και τις αδελφές τους εδώ για 13 χρόνια με αδυσώπητο θυμό και ατελείωτο πόνο. Παρακολουθούν την υπόθεσή τους. Το Ρομπόσκι δεν τελειώνει όταν το αγνοείς. Στα σκοτεινά βάθη της Άγκυρας υποστηρίζετε ότι δεν υπάρχει δολοφονία και σφαγή, αλλά αυτά είναι άκυρα εδώ. Οι δράστες αυτής της σφαγής πρέπει να διωχθούν και να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη το συντομότερο δυνατό. Το Ρομπόσκι είναι το κουρδικό ζήτημα και το κουρδικό ζήτημα δεν μπορεί να επιλυθεί χωρίς να δικαστούν οι δράστες».

«Αγαπημένες μητέρες, σας το υποσχόμαστε. Ακόμα κι αν αγνοήσουν αυτή την υπόθεση με βάση διάφορες διαδικασίες, εμείς θα ακολουθήσουμε αυτήν την υπόθεση. Δεν είστε μόνες. Τούρκοι, Κούρδοι, Άραβες, Αλεβίτες, η δημοκρατική κοινή γνώμη είναι μαζί σας. Θα αγωνιστούμε και θα είμαστε δίπλα σας μέχρι να αποδοθεί δικαιοσύνη, μέχρι να καταδικαστούν οι δράστες, μέχρι το κράτος να αντιμετωπίσει αυτές τις σφαγές. Θα συνεχίσουμε τον αγώνα μας για να οδηγήσουμε την Τουρκία σε ένα δημοκρατικό και φωτισμένο έδαφος όπου οι Κούρδοι είναι ίσοι πολίτες. Είμαστε μαζί σας, μοιραζόμαστε τον πόνο σας. Θα κουβαλάμε αυτόν τον πόνο στις καρδιές μας μέχρι να επιλυθεί αυτό το ζήτημα».

 

12 δικηγορικοί σύλλογοι από πόλεις του Κουρδιστάν έκαναν κοινή δήλωση για τη 13η επέτειο

 

12 δικηγορικοί σύλλογοι από πόλεις του Κουρδιστάν έκαναν κοινή δήλωση για τη 13η επέτειο από τον βομβαρδισμό και τη δολοφονία 34 ατόμων από τουρκικά πολεμικά αεροσκάφη στο Ρομπόσκι.

Στην ανακοίνωση επισημάνθηκε ότι στις 28 Δεκεμβρίου 2011, 34 πολίτες, μεταξύ των οποίων 17 παιδιά, σφαγιάστηκαν ως αποτέλεσμα του βομβαρδισμού του λαού από τα πολεμικά αεροσκάφη της Διοίκησης της Πολεμικής Αεροπορίας.

 «Οι εικόνες τεμαχισμένων σορών τυλιγμένων σε κουβέρτες που μεταφέρονται από τον τόπο του εγκλήματος στις πλάτες μουλάριων παραμένουν αξέχαστες στις μνήμες μας», ανέφερε η δήλωση, προσθέτοντας, «Δεν θα μπορούσε να διεξαχθεί αποτελεσματική δικαστική και διοικητική διαδικασία έρευνας σχετικά με αυτό το σοβαρό έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα». «Η πρακτική της ατιμωρησίας φάνηκε σε όλες τις πτυχές της σε αυτόν τον φάκελο της σφαγής και οι δράστες προστατεύονταν σαφώς».

Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου και του ΕΔΔΑ, που καταφεύγουν στην τυπική έλλειψη σχετικά με την αίτηση που υπόκειται σε σαφή παραβίαση του δικαιώματος στη ζωή, ήταν εικόνα ντροπής στο όνομα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του νόμου, και έγιναν οι ακόλουθες δηλώσεις: «Οι ανακριτικές αρχές διεξήγαγαν μισόλογους και αναποτελεσματικές έρευνες για περισσότερα από 3 χρόνια στην έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα από την «Υποεπιτροπή Uludere», που ιδρύθηκε στο όργανο της GNAT Human». Η Επιτροπή Διερεύνησης Δικαιωμάτων, με την εκτίμηση του «αναπόφευκτου λάθους» που έκανε ως αποτέλεσμα της διαδικασίας, «δεν ελήφθησαν στοιχεία ότι το περιστατικό έγινε εσκεμμένα». Η εκτίμηση αυτή αποτελεί ένδειξη ότι η αλήθεια πίσω από τη δολοφονία 34 ανθρώπων θέλει να αφεθεί σε σκοτεινούς διαδρόμους από τις δικαστικές και πολιτικές αρχές.

Η δικογραφία κατά της απορριπτικής απόφασης επί της αίτησης ανατροπής για λόγους δικαίου εκκρεμεί ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου στα πλαίσια ατομικής αίτησης. Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να βάλει τέλος σε αυτήν την αδικία λαμβάνοντας μια απόφαση σύμφωνα με τον λόγο ύπαρξής του για την προστασία του δικαιώματος στη ζωή. Η αποτυχία απόδοσης δικαιοσύνης συνεχίζει να πληγώνει τις συνειδήσεις, να πολώνει την κοινωνία και να υπονομεύει την εμπιστοσύνη στο νόμο. Επαναλαμβάνουμε για άλλη μια φορά ότι θα συνεχίσουμε με αποφασιστικότητα τον αγώνα μας για την αποκάλυψη της αλήθειας για τη σφαγή του Ρομπόσκι και τη διασφάλιση της δικαιοσύνης και καλούμε όλες τις διοικητικές και δικαστικές μονάδες να αναλάβουν δράση σύμφωνα με το νόμο. «Δεν ξεχάσαμε το Ρομπόσκι, δεν θα ξεχάσουμε».

Οι δικηγορικοί σύλλογοι που υπέγραψαν το κείμενο είναι: Semsur, Agirî, Êlih, Dêrsim, Amed, Colemêrg, Mêrdîn, Mûş, Sêrt, Riha, Şirnex και Wan.