Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

3 Δεκέμβρη 1944: Η ματωμένη Κυριακή

Εκατοντάδες χιλιάδες λαού, μια πραγματική λαοθάλασσα από την Αθήνα και τον Πειραιά συρρέουν στο Σύνταγμα. Την ώρα που η κεφαλή της πορείας από τις νότιες συνοικίες φτάνει στην πλατεία, άνδρες τμημάτων της Αστυνομίας πιστών στην κυβέρνηση Παπανδρέου, που είχαν μεταφερθεί στο αρχηγείο της από την προηγούμενη μέρα, με διαταγή του Παπανδρέου που δίνει ο αστυνομικός διευθυντής Αθηνών Άγγελος Έβερτ ανοίγουν πυρ κατά του άοπλου λαού

 Από το μεγάλο αφιερώμα του «Ημεροδρόμου» «Μέρες του Δεκέμβρη ’44»

 

Τριαντατρείς  μέρες ηρωικής μάχης του λαού
της Αθήνας και του Πειραιά για τη λευτεριά

 

«Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυρανίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα».

Μέσα σ’ αυτές τις  λίγες λέξεις, γραμμένες στο με το αίμα των θυμάτων της  Κυριακής 3 του Δεκέμβρη του ’44 πανό,  περικλείεται όλο το νόημα της μάχης που έδωσε επί 33 μέρες ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά. Μιας μάχης που αποτελεί, μαζί με τον αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, μια από τις κορυφαίες στιγμές στην  ιστορία των αγώνων του λαού μας για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση.

Επί 33 ημέρες ο απλός λαός της Αθήνας και του Πειραιά  έδωσε μια ηρωική μάχη απέναντι στα στρατεύματα της βρετανικής αυτοκρατορίας και των Ελλήνων υποτακτικών της. Άντρες, γυναίκες,  παιδιά, εργάτες, υπάλληλοι, μικρέμποροι, σύσσωμος ο πληθυσμός από τις προσφυγικές φτωχογειτονιές, πάλαιψαν σκληρά, μόνοι τους, με λιανοντούφεκα, χωρίς καμιά βοήθεια, για να διεκδικήσουν το αυτονόητο: Να ορίζουν αυτοί τον τόπο τους και τις τύχες τους.

Κι αν ακόμη νικήθηκαν σ’ αυτή την άνιση μάχη, ο Δεκέμβρης του  ‘44 μένει ζωντανός στη μνήμη του λαού μας, παρά τις προσπάθειες των μεταπολεμικών κυβερνήσεων να τον θάψουν.

Σ’ αυτό το μεγάλο αγώνα των 33 ημερών είναι αφιερωμένα τα σημειώματα του «Ημεροδρόμου», η δημοσίευση των οποίων αρχίζει από σήμερα. Τριάντα τρία σημειώματα, ένα κάθε μέρα, σαν ελάχιστος φόρος τιμής στους αγωνιστές του Δεκέμβρη.

 

Η πορεία προς τον Δεκέμβρη

 

Ξεκινάμε με μια σύντομη ματιά στα  σημαντικότερα γεγονότα που προηγήθηκαν των Δεκεμβριανών και με την περιγραφή των όσων έγιναν εκείνη τη ματωμένη Κυριακή στις 3 Δεκέμβρη του ‘44:

21 Αυγούστου 1944: ο πρωθυπουργός της κυβέρνησης του Καϊρου, Γεώργιος Παπανδρέου, συναντάται με τον Τσώρτσιλ και ζητά την ένοπλη βοήθεια της Μεγάλης Βρετανίας, «με τον σκοπόν να βοηθήσουν εις την αποκατάστασιν ομαλής διακυβερνήσεως  της Ελλάδος».

Ο Αλέξανδρος Σβώλος στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» αριστερά του Γ. Παπανδρέου. Πρώτος από τα αριστερά της φωτογραφίας ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος.

2 Σεπτέμβρη: Η ΕΑΜική ηγεσία δέχεται τελικά να συμμετάσχει στην κυβέρνηση του Παπανδρέου και έτσι σχηματίζεται η κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» στην οποία το ΕΑΜ και η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) αντιπροσωπεύονται από έξι μέλη: Αλέξανδρος  Σβώλος Οικονομικών, Γιάννης Ζεύγος Γεωργίας, Μιλτιάδης Πορφυρογέννης Εργασίας, Νίκος Ασκούτσης Εθνικής Οικονομίας, Ηλίας Τσιριμώκος Δημοσίων Έργων και Άγγελος Αγγελόπουλος υφυπουργός Οικονομικών.

26 Σεπτέμβρη: Υπογράφεται στην Καζέρτα της Ιταλίας συμφωνία με την οποία όλες οι ανταρτικές οργανώσεις υπάγονται στις διαταγές του βρετανού στρατηγού Σκόμπυ. Με βάση τους όρους της συμφωνίας απαγορεύθηκε στον ΕΛΑΣ να μπει στην Αθήνα. Η συμφωνία της Καζέρτας αποτελούσε συνέχεια της συμφωνίας του Λιβάνου και των απαράδεκτων υποχωρήσεων του αντιστασιακού κινήματος.

12 Οκτώβρη: Οι Γερμανοί φεύγουν, ο λαός της Αθήνας στους δρόμους.

12 Οκτώβρη: Απελευθέρωση της Αθήνας μετά από 1264 μέρες σκλαβιάς. Το ΕΑΜ και ο  ΕΛΑΣ κυριαρχούν σε όλη την πόλη εκτός από κάποιες νησίδες της αστυνομίας, της χωροφυλακής και ομάδων Χιτών και άλλων δοσιλόγων στο κέντρο και το Θησείο.

15 Οκτώβρη: Μόλις τρεις μέρες μετά την απελευθέρωση της Αθήνας,  συνεργάτες των γερμανών, που είχαν τεθεί «υπό περιορισμόν» σε ξενοδοχεία της Ομόνοιας, χτυπούν με αυτόματα και χειροβομβίδες άοπλους διαδηλωτές, μέλη των οργανώσεων του ΕΑΜ από τις ανατολικές συνοικίες, και σκοτώνουν εφτά Καισαριανιώτες και δύο Βυρωνιώτες. Το χτύπημα αυτό αποτέλεσε το προανάκρουσμα αυτών που θα ακολουθούσαν τις επόμενες μέρες, με αποκορύφωμα το Δεκέμβρη.

18 Οκτώβρη: Φτάνουν  στην Αθήνα ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο στρατηγός Σκόμπυ. Στο λόγο του στο Σύνταγμα, κάτω από την πίεση του συγκεντρωμένου πλήθους, ο Παπανδρέου  λέει και το περίφημο: «Πιστεύομεν και εις την Λαοκρατίαν».

Ο Άρης Βελουχιώτης μιλάει στο λαό της Λαμίας

19 Οκτώβρη: Ο ΕΛΑΣ απελευθερώνει τη Λαμία και το Βόλο. Ιστορική ομιλία του ΄Αρη Βελουχιώτη στην κεντρική πλατεία της Λαμίας .

Τμήματα του ΕΛΑΣ παρελαύνουν στην ελεύθερη Θεσσαλονίκη.

30 Οκτώβρη: Ελεύθερη η Θεσσαλονίκη. Ο λαός της πόλης υποδέχεται με ενθουσιασμό τα τμήματα του ΕΛΑΣ

3 Νοέμβρη: Ο στρατηγός Αλέξανδρος Οθωναίος διορίζεται αρχιστράτηγος του υπό συγκρότηση Ελληνικού Στρατού. Δέκα μέρες μετά θα παραιτηθεί γιατί δεν έγινε δεκτός από τους Παπανδρέου και Σκόμπυ ο όρος που έθεσε να έχει απόλυτη δικαιοδοσία στις ελληνικές μονάδες και ο Σκόμπυ να διοικεί μόνο τις βρετανικές.

5 Νοέμβρη: Ο Παπανδρέου χωρίς γνώση του υπουργικού Συμβουλίου και μετά από υπόδειξη του Σκόμπυ και του βρετανού πρεσβευτή Λήπερ ανακοινώνει τη διάλυση του ΕΛΑΣ και των άλλων ανταρτικών οργανώσεων στις 10 Δεκεμβρίου. Έντονες αντιδράσεις από το ΕΑΜ.

Ο στρατηγός Mανώλης Μάντακας με τον καπετάνιο του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ Σπύρο Κωτσάκη (Νέστορα) (φωτογραφία από το αρχείο του ΚΚΕ).

16-17 Νοέμβρη: Σε απάντηση των ενόπλων προκλήσεων των Εγγλέζων και των αντιδραστικών οργανώσεων το Α΄ Σώμα  Στρατού ( Αθήνας) του ΕΛΑΣ οργανώνει στις συνοικίες επιθεώρηση των Ταξιαρχιών και Συνταγμάτων από τον στρατηγό Μανώλη Μάντακα.

Ο Γιώργης Σιάντος στο μπαλκόνι των γραφείων της ΚΕ του ΚΚΕ στο Σύνταγμα στις 19 Νοεμβρίου 1944. (Φωτογραφία του Dmitri Kessel « Ελλάδα του ’44», εκδόσεις ΑΜΜΟΣ, Αθήνα 1994).

19 Νοέμβρη: Μεγάλη συγκέντρωση του ΚΚΕ στο Σύνταγμα  για τα 26 χρόνια από την ίδρυση του. Ο γραμματέας του κόμματος Γιώργης Σιάντος μιλάει από τα γραφεία της Κεντρικής Επιτροπής στην οδό Όθωνος: «…Πιστεύουμε ότι οι σύμμαχοί μας Άγγλοι στέκονται και θα σταθούν πιστοί στις αρχές του συμμαχικού αγώνα, παραστάτες και βοηθοί του λαού μας…». « Ευσεβής πόθος ή χοντρό κομπλιμέντο του θύματος προς τον υποψήφιο εκδηλωμένο ληστή και βιαστή, να τον καλοπιάσει μήπως και τη γλυτώσει…». (Το σχόλιο για την ομιλία του Σιάντου από τον Σπύρο Κωτσάκη (Νέστορα) στο βιβλίο του «Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα», σ. 27 , Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1986).

30 Νοέμβρη: Σε συνεδρίαση του υπουργικού Συμβουλίου, που έγινε χωρίς  τη συμμετοχή των υπουργών του ΕΑΜ, ο Γεώργιος Παπανδρέου ορίζει ημερομηνίες διάλυσης του ΕΛΑΣ (10.12) και της Εθνικής Πολιτοφυλακής (1.12), χωρίς να διαλυθούν η Ορεινή Ταξιαρχία ( Ρίμινι), ο Ιερός Λόχος, η Χωροφυλακή και άλλες δυνάμεις- στηρίγματα της αντίδρασης. Σ΄αυτή τη συνεδρίαση ο Παπανδρέου ήταν ξεκάθαρος για τις επιδιώξεις του γιατί όπως ανέφερε αργότερα: « Ουδέποτε υπήρξαμεν βέβαιοι δια τον ειρηνικόν αφοπλισμόν του ΕΛΑΣ. Εν τούτοις … αφού μας παρέδωσαν την Ελλάδα τον Οκτώβριον, οπότε ήσαν κύριοι, θα πρέπει να είναι ηλίθιοι δια να επιχειρήσουν την στάσιν τον Δεκέμβριον». Την ίδια μέρα δυνάμεις της Ορεινής Ταξιαρχίας ακροβολίζονται προς του Ζωγράφου και την Καισαριανή.

1 Δεκέμβρη: Παραιτούνται οι ΕΑΜικοί υπουργοί. Η Εθνική Πολιτοφυλακή αψηφώντας τις διαταγές του Σκόμπυ δεν παραδίδει τον οπλισμό της. Το ΕΑΜ καλεί το λαό σε συλλαλητήριο την Κυριακή 3.12. στο Σύνταγμα και γενική απεργία τη Δευτέρα 4.12. Ο Παπανδρέου αρχικά επέτρεψε την πραγματοποίηση του συλλαλητηρίου, αλλά αργότερα την απαγόρευσε.

Ανασυγκροτείται η Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ (μέλη ο  Γιώργης Σιάντος, οι στρατηγοί Μανώλης Μάντακας και Μιχάλης Χατζημιχάλης, επιτελάρχης ο μόνιμος ανώτερος αξιωματικός Κώστας Λαγγουράνης και ο Σάββας Μακρίδης υπασπιστής-γραμματέας). Ο Σιάντος δηλώνει στον στρατιωτικό διοικητή του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ συνταγματάρχη Πυριόχο: «Τα όπλα δεν τα δίνουμε».

Η ΚΕ του ΕΛΑΣ επεξεργάζεται «Σχέδιον Ενεργείας» για την αντιμετώπιση κάθε πραξικοπήματος και επιθετικής ενέργειας κατά του ΕΛΑΣ με κατάληψη στρατηγικών σημείων της πρωτεύουσας και εξουδετέρωση των βασικών δυνάμεων της αντίδρασης (Ορεινή Ταξιαρχία στο Γουδί, όπου έχουν «περιορισθεί» και οι ταγματασφαλίτες, Ιερός Λόχος στο Ψυχικό, Χωροφυλακή , κτίρια Γενικής και Ειδικής Ασφάλειας, αστυνομικά τμήματα, βάσεις Χιτών στο Θησείο, ξενοδοχεία όπου είχαν «περιορισθεί» μέλη ναζιστικών συμμοριών, στο κέντρο, στον Πειραιά με αιχμή  τη Σχολή Δοκίμων και το Μέγαρο Βάτη κ.λπ.). Την εκτέλεση του σχεδίου ανέλαβε το Α΄ Σώμα Στρατού στο οποίο είχε ενταχθεί και η ΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ Αττικοβοιωτίας που κατευθυνόταν στην Αθήνα. Στο σχέδιο δεν γίνεται καμία αναφορά στις βρετανικές δυνάμεις.

Βρετανικές δυνάμεις αποβιβάζονται στο Φάληρο.

2 Δεκέμβρη: Μαζικές διαδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα. Στο Φάληρο αποβιβάζονται 6.000 βρετανοί στρατιώτες και δύο τάγματα του κυβερνητικού στρατού από την Αίγυπτο. Η ΚΕ του ΕΑΜ απευθύνει έκκληση προς τις συμμαχικές κυβερνήσεις της ΕΣΣΔ, της Μ. Βρετανίας και των ΗΠΑ. Το ΕΑΜ και το ΚΚΕ αψηφούν την απαγόρευση του συλλαλητηρίου και αποφασίζουν να πάρουν μέρος και άοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ «πρωτοπορία και περιφρούρηση». Η έδρα του Α΄ Σώματος  Στρατού του ΕΛΑΣ μετακινείται από την οδό Σίνα στην Κυψέλη. Σε σύσκεψη της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας ο γραμματέας της Βασίλης Μπαρτζιώτας μιλάει για τις τελευταίες εξελίξεις και ξεκαθαρίζει: Πάμε για σύγκρουση!

 

Η ματωμένη Κυριακή 3 του Δεκέμβρη

 

Εκατοντάδες χιλιάδες λαού, μια πραγματική λαοθάλασσα  από την Αθήνα και τον Πειραιά συρρέουν στο Σύνταγμα. Την ώρα που η κεφαλή της πορείας από τις νότιες συνοικίες ( Καλλιθέα, Νέα Σμύρνη κ.λπ.) φτάνει στην πλατεία, άνδρες τμημάτων της Αστυνομίας πιστών στην κυβέρνηση Παπανδρέου, που είχαν μεταφερθεί στο αρχηγείο της (βρισκόταν στη γωνία Πανεπιστημίου και Βασιλίσσης Σοφίας)  από την προηγούμενη μέρα (σ.σ.: τμήματα πιστά στην κυβέρνηση, γιατί η πλειοψηφία των αστυφυλάκων ήταν οργανωμένη στο ΕΑΜ), με διαταγή του Παπανδρέου που δίνει ο αστυνομικός διευθυντής Αθηνών Άγγελος Έβερτ (σ.σ.: κατείχε την ίδια θέση και επί κατοχής), ανοίγουν πυρ κατά του άοπλου λαού. Πυροβολισμοί πέφτουν και από την ταράτσα της Βουλής. Η Αμαλίας μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη στρώνεται με νεκρούς και τραυματίες, υπό τα απαθή βλέμματα των βρετανών στρατιωτών που είχαν λάβει θέσεις με  άρματα μάχης στην πλατεία. Στην αρχή το πλήθος υποχωρεί. Όμως μόλις κόπασαν τα πυρά ανασυντάσσεται και επιστρέφει. Η οργή ξεχειλίζει. Μια αγανακτισμένη, φουρτουνιασμένη λαοθάλασσα φωνάζει: «Όχι άλλη κατοχή!».

Εκτός από το Σύνταγμα αστυνομικοί πυροβόλησαν και σκότωσαν διαδηλωτές στη Βασιλίσσης Σοφίας έξω από την πολυκατοικία που έμενε ο Παπανδρέου.

Στις 14.30 η διοίκηση του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ διατάσσει την έναρξη επιχειρήσεων με βάση το «Σχέδιον Ενεργείας». Η εντολή για τους βρετανούς είναι τα τμήματα του ΕΛΑΣ να μη «λάβουν επαφή, ούτε να συγκρουσθούν μ’ αυτούς, αλλά να αναφέρουν και να αναμένουν διαταγές». Όμως τα μεσάνυχτα εκδίδεται νέα διαταγή που ακυρώνει την προηγούμενη. Σε σύσκεψη με στρατιωτικοπολιτικά στελέχη ο Γιώργης Σιάντος τους λέει πως πρέπει να συγκεντρώσουν πρώτα κι άλλες δυνάμεις και παράλληλα να παραμένουν σε επιφυλακή.

Αντίθετα η κυβέρνηση Παπανδρέου μεταφέρει στο κέντρο της πόλης τμήματα της Ορεινής Ταξιαρχίας που εγκαθίστανται στα Παλαιά Ανάκτορα  (σ.σ.: Τη σημερινή Βουλή), Το Μετοχικό Ταμείο Στρατού και το Πανεπιστήμιο. Την ίδια μέρα ο Ουίνστον Τσώρτσιλ τηλεγραφεί στο στρατηγό Ουίλσον αρχηγό των χερσαίων συμμαχικών δυνάμεων στη Μεσόγειο: «Είμαι βέβαιος ότι βλέπετε την κατάσταση με στενό πνεύμα. Καταστροφή στην Ελλάδα λόγω ελλείψεως λίγων ταγμάτων θα ήταν λυπηρό πράγμα και θα είχε συνέπειες σε μεγάλη κλίμακα. Η καταστροφή στην Αθήνα δεν ισοσταθμίζεται με την κατάληψη της Μπολόνια. Γνωστοποιείστε μου τι αποφασίσατε».

 

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ- ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ

 

«…κι εγώ αυθόρμητα πήρα τη σημαία, τη βούτηξα μέσα, έγινε κατακκόκινη κι έσταζε αίμα…»

 

Ο Μίκης Θεοδωράκης που βρέθηκε στο Σύνταγμα με τις οργανώσεις της Νέας Σμύρνης, μιλάει για τον ξεσηκωμό του αθηναϊκού λαού και την πραγματική σφαγή  εκείνη τη ματωμένη Κυριακή:

« …Όταν ξεκινήσαμε εμείς, φτάσαμε , ας πούμε , στο Φιξ αλλά και από τον Άγιο Σώστη μέχρι το Σύνταγμα. Όλοι αυτοί οι δρόμοι ήταν γεμάτοι κόσμο. Έρχονταν επίσης από την Πατησίων και από το Πεδίον του Άρεως. Είχε πήξει ο κοσμος πιά. Εκεί  στο Φιξ μπροστά , μας προσπέρασε η Καλλιθέα και γελούσαν μάλιστα, «Θα πάμε πρώτοι εμείς». Τυχαίνει τη στιγμή που είναι η Καλλιθέα μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη, εμείς να είμαστε πλέον στην είσοδο του Εθνικού Κήπου, λίγο πιο κάτω. Ήταν ένα πρωινό με πάρα πολλή ομίχλη και τότε ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί …

Ο Μίκης Θεοδωράκης  (αριστερά στη φωτογραφία) την Κυριακή 3 του Δεκέμβρη 1944, με τη σημαία, που βούτηξε στο αίμα των αμάχων, που σκότωσαν οι αστυνομικοί του Παπανδρέου και του Έβερτ.

Και οι Εγγλέζοι , που είχαν τα τανκς  μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη, δυό-τρία τανκς, σημάδευαν προς τον Εθνικό Κήπο. Ήταν τα τροχιοδεικτικά βλήματα, πέρναγαν ίσως τα τρία μέτρα- εγώ ήμουν  δύο μέτρα, ένα μέτρο δηλαδή πάνω από το κεφάλι μου. Ο κόσμος φυσικά έπεσε κάτω και άρχισε να υποχωρεί. Φτάσαμε υποχωρώντας στο Ζάππειο και άρχισε να γίνεται πλέον ο ανασχηματισμός (…).

Θυμάμαι ότι πήρα μια ελληνική σημαία την οποία ανέμιζα – είμαι και ψηλός- και φώναζα τον κόσμο να ακολουθήσει. Κι όταν έφτασα ακριβώς μπροστά στο Σύνταγμα, είδα το τανκ στα είκοσι μέτρα, γιατί όπως είπα, είχε ομίχλη. Το τανκ πρόβαλε με τον Εγγλέζο μπροστά. Εκεί, στα είκοσι μέτρα …

Κοιτάζω μπροστά μου και ήταν γεμάτο κορμιά, άλλοι σπάραζαν, άλλοι φώναζαν, άλλοι ήταν ακίνητοι, ήταν όμως όλοι μέσα σε μια λίμνη αίματος. Είχε φτάσει το αίμα τόσο πολύ , περίπου στους πέντε πόντους πάνω από το κράσπεδο, κι εγώ αυθόρμητα πήρα τη σημαία, τη βούτηξα μέσα, έγινε κατακκόκινη κι έσταζε αίμα…

Εκείνη τη μέρα σκότωσαν εβδομήντα και τραυμάτισαν κάπου διακόσιους πενήντα, αλλά το αίμα ήταν τόσο πολύ… Κι ήταν όλοι από την Καλλιθέα. Αν δεν μας προσπερνούσαν στην πορεία, θα ήμασταν εμείς πιο πριν στη σειρά…».

(« Μίκης Θεοδωράκης -Άξιος εστί»,
σ. 142,143, εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα 2004).

 

«Τα όπλα δεν  τα δίνουμε! Μόνοι μας τα πήραμε!
Γιατί να τα δώσουμε;».

 

Από τα «Τετράδια Ημερολογίου (1939-1953)» του Γιώργου Θεοτοκά, σ. 528, εκδόσεις Εστία:

«3 Δεκεμβρίου

Εκτροχιαστήκαμε (….)  είδα μεγάλους λεκέδες από αίμα, σκεπασμένους με πρασινάδες και πινακίδες επαναστατικές. Το επαναστατικό πλήθος, σκληραγωγημένο από τα χρόνια της Κατοχής, έδειξε γενναιότητα και φανατισμό. Άκουσα φωνές: «Κάτω ο Παπανδρέου! Δολοφόνε Παπανδρέου!» κ.τ.λ.(…)

Την ώρα της διαδήλωσης έγινε επίδειξη αεροπορικής δύναμης σε χαμηλό ύψος. Χτες και σήμερα οι Άγγλοι κυκλοφορούν άρματα μες στην πόλη, έλαβαν και άλλα στρατιωτικά μέτρα. Η αστυνομία πρόσταξε περιορισμό της κυκλοφορίας από τις 7 μ.μ.

Το ηλεκτρικό δεν λειτουργεί, ούτε το τηλέφωνο. Για αύριο αναγγέλλεται γενική απεργία. Το απόγευμα είδα νέους που τοιχοκολλούσαν εαμικές προκηρύξεις τραγουδώντας: «Τα όπλα δεν τα δίνουμε!». Ένας λαϊκός τύπος, που τους συνόδευε, εξηγούσε στους διαβάτες: «Μόνοι μας τα πήραμε! Γιατί να τα δώσουμε;».

Την ώρα των διαδηλώσεων, αρκετοί διαδηλωτές, περνώντας από την αμερικανική πρεσβεία, εκδηλώσανε με θόρυβο τη συμπάθειά τους για την Αμερική. Τούτο βέβαια ήτανε μια έμμεση αποδοκιμασία της αγγλικής πολιτικής…».

 

«Εμπρός παιδιά, είμαστε οι πολλοί,
είμαστε περισσότεροι και από τις σφαίρες τους!»

 

«… Την ώρα που η διαδήλωση των Ανατολικών Συνοικιών περνούσε την οδό Ηρώδου του Αττικού δέχεται ομοβροντίες από τον κήπο και το σπίτι του χαφιέ (σ.σ. ο Γεώργιος Παπανδρέου έμενε σε  πολυκατοικία της Βασιλισσης Σοφίας, απέναντι από τα σημερινά γραφεία της Ευρωπαικής Ένωσης, επικεφαλής της φρουράς του ήταν ο αστυνόμος Εμμανουήλ Αρχοντουλάκης που τη δεκαετία του ’60 έγινε αστυνομικός διευθυντής Αθηνών). Εκεί σκοτώνονται οι Σ. Αλεξίου, Μ. Γιαγκτής, Π. Παπαδάκης, από το Βύρωνα, ο Κ. Τριανταφύλλου από την Καισαριανή, ο Κ. Μαυροματόπουλος από τη Ν. Ελβετία. Την ίδια στιγμή οι δολοφόνοι χτυπάνε την Καλλιθέα μπροστά στον Άγνωστό Στρατιώτη (…). Έξαλλος και ακάλυπτος προχωρεί ο λαός κάτω από τη βροχή του μολυβιού. «Εμπρός παιδιά, είμαστε οι πολλοί, είμαστε περισσότεροι και από τις σφαίρες τους!». Ποτέ ο λαός μας δεν ήταν τόσος πολύς…μα και τόσο Μεγάλος…».

(« Οι Ανατολικές Συνοικίες το Δεκέμβρη του 1944», σ.19,20.
Από την έκδοση της 6ης  Αχτίδας της Κομματικής Οργάνωσης Αθήνας του ΚΚΕ το 1945.
Επανέκδοση από τη Σύγχρονη Εποχή το 2014).

 

«… ήταν δικαίωμα του λαού και γιατί
είχε ξεχειλίσει η υπομονή του»

 

«… Το συλλαλητήριο αυτό ήταν αναφαίρετο δικαίωμα του λαού μας. Ήταν μια παλλαϊκή διαμαρτυρία 500.000 λαού, διαμαρτυρία για την προσβολή που του γινότανε και που ζήταγε να παραιτηθεί ο χρεωκοπημένος Παπατζής και να γίνει μια νέα κυβέρνηση πραγματικής Εθνικής Ενότητας.

Οι αστυφύλακες πυροβολούν στο ψαχνό πάνω στον άοπλο λαό. (Φωτογραφία του Dmitri Kessel οπ.π)

Να πως περιγράφει τα γεγονότα της Κυριακής ο ανταποκριτής της αμερικάνικης εφημερίδας «Ήλιος» του Σικάγου…».  «Επρόκειτο περί μιάς ειρηνικής και άοπλης διαμαρτυρίας του λαού. Και τούτο είναι τόσο βέβαιο ώστε γυναίκες έφερναν μαζύ τους ακόμα και τα μωρά τους. Κάτω από το παράθυρο είδα με τα μάτια μου τα γεγονότα. Ήταν αφάνταστος ο ηρωισμός αυτού του λαού».

Το συλλαλητήριο της Κυριακής καμιά δύναμη στον κόσμο δεν ήταν σε θέση να το ματαιώσει. Γιατί πρώτα-πρώτα ήταν δικαίωμα του λαού και γιατί είχε ξεχειλίσει η υπομονή του.

Όμως ο Παπαντρέου το απαγορεύει. Σκόπιμα για να μπορεί να χτυπήσει. Κι ο Σκόμπυ παίρνει έκτακτα μέτρα.

Κλείνει το Ρουφ με αυτοκίνητα για  να μην μπορεί να ανέβει ο Πειραιώτικος λαός.

Εγγλέζος υπαξιωματικός πετά με αφάνταστο κομπασμό στα μούτρα 10.000 Πειραιωτών τούτη τη φράση.

Από δω δεν θα περάσετε.

Κι όταν ο λαός ρωτάει-Γιατί;

Αυτός προκλητικότατα φωνάζει.-Έτσι!

Κι ένας στρατιώτης του Τσώρτσιλ τρυπάει με ξιφολόγχη ένα παιδί 14 χρονών που θέλησε να περάσει μέσα από τα αυτοκίνητα.

Ταυτόχρονα τα εγγλέζικα μεγαθήρια τανκς φράζουν τους δρόμους. Πολυβόλα στήνονται στην Ομόνοια κι’ οι Ταγματαλίτες παίρνουν εντολή να βαραίσουν στο ψαχνό πάνω από Παληά Ανάχτορα.

44 Νεκρούς και 70 τραυματίες δίνει ο λαός της Αθήνας- Πειραιά κείνη τη μέρα…».

(Από την έκδοση της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Πειραιά,  το Δεκέμβριο του 1945,
επανέκδοση από την Τομεακή Οργάνωση Αττικής του ΚΚΕ το  2014).

΄Αοπλοι  άντρες , γυναίκες, παιδιά προσπαθούν να προστατευθούν από τα καταιγιστικά πυρά. (Φωτογραφία του Dmitri Kessel οπ.π)

 

«Ήταν οι ίδιοι που χτυπούσαν και όταν κατεβαίναμε εναντίον των Γερμανών»

 

H Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, μέλος της ΕΠΟΝ τότε, μιλάει στο «Βήμα»  (5.12.2004) για το ματοκύλισμα στο Σύνταγμα:

« Γιατί μας αδικούν όλοι; Βρίσκομαι μπροστά από το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» στη γωνία. Απέναντι είναι τα παλαιά ανάκτορα, όπως τα λέγαμε τότε. Η σημερινή Βουλή. Στη σκεπή βλέπω Έλληνες αστυνομικούς να πυροβολούν. Πιάνω τον Εγγλέζο αξιωματικό που ήταν εκεί δίπλα μου  ( Η «Μεγάλη Βρετανία» ήταν το αρχηγείο τους) και του λέω, με τα λίγα αγγλικά που ήξερα:

-Τους βλέπετε αυτούς εκεί; Ήταν οι ίδιοι που χτυπούσαν και όταν κατεβαίναμε εναντίον των Γερμανών.

– Yes, I Know (Ναι το ξέρω).

Δε θα ξεχάσω ποτέ την απάντησή του».

 

Ο … « αθώος» Έβερτ: «Ποιος πυροβολεί;»

 

Ο διάσημος φωτογράφος Dmitri Kessel ήταν αυτόπτης μάρτυρας της αιματοχυσίας:

« … Ένα τεράστιο πλήθος γέμιζε το δρόμο μπροστά στον αστυνομικό κλοιό. Ξαφνικά ακούστηκαν πυροβολισμοί κι ακολούθησε μια ριπή. Βρισκόμασταν με τον Κόνι έξω από τα Παλαιά Ανάκτορα, απέναντι από τον κλοιό της αστυνομίας. Όταν άρχισαν οι πυροβολισμοί εγκλωβιστήκαμε ανάμεσα στις πρώτες γραμμές των διαδηλωτών και τους αστυνομικούς. Καλυφθήκαμε πίσω από το τοιχαλάκι του δρόμου που οδηγεί στα ανάκτορα. Με τους πρώτους πυροβολισμούς οι διαδηλωτές έπεσαν κάτω. «Πυροβολούν άοπλους», είπε ο Κόνι. «Ναι», του απάντησα, «κοίτα αυτόν αριστερά». Σχεδόν 15 πόδια μακριά μας, ένας άντρας με το πρόσωπο γεμάτο αίματα προσπαθούσε να σηκωθεί  από το έδαφος. Κρατούσε το στομάχι του κι αίματα ανάβλυζαν μέσα απ’ τα δάχτυλά του.

Ο Άγγελος Έβερτ που μετά από εντολή του Γεωργίου Παπανδρέου έδωσε την εντολή για να ανοίξουν πυρ οι αστυφύλακες.

Οι σποραδικοί πυροβολισμοί σταμάτησαν σε μερικά δευτερόλεπτα. Οι διαδηλωτές σηκώθηκαν κι άρχισαν να διαλύονται. Μερικά σώματα έμεναν ακίνητα στο δρόμο. Κάποιος ζητούσε βοήθεια. Όσοι τραυματίες μπορούσαν να περπατήσουν υποβαστάζονταν από τους συντρόφους τους. Μετά από μια διακοπή, η αστυνομία πυροβόλησε ξανά. Όταν φάνηκε πως οι πυροβολισμοί σταματούν οριστικά, μερικοί διαδηλωτές εμφανίστηκαν στην πλατεία Συντάγματος για να μαζέψουν τους νεκρούς και τους βαριά τραυματισμένους. Η αστυνομία πυροβόλησε και τους απώθησε.

Συνολικά η αστυνομία σκότωσε 23 και τραυμάτισε 140, ανάμεσά τους και πολλές γυναίκες . Αυτό όμως, δεν σταμάτησε τους διαδηλωτές που άρχισαν να κατευθύνονται προς τον αστυνομικό σταθμό ( σ.σ. το αρχηγείο της αστυνομίας) απ’ όπου αναχαιτίστηκαν με νέα πυρά. Την ίδια στιγμή τα βρετανικά τεθωρακισμένα που είχαν σταθμεύσει κατά μήκος της Πανεπιστημίου κινήθηκαν κι εμφανίστηκαν στο δρόμο οι άντρες της βρετανικής στρατιωτικής αστυνομίας. Οι διαδηλωτές τους υποδέχτηκαν με ανακούφιση κι έτρεξαν στην πλατεία Συντάγματος να τους αγκαλιάσουν και να τους φιλήσουν. Ένας Βρετανός αξιωματικός φώναξε στον διευθυντή της αστυνομίας Άγγελο Έβερτ που στεκόταν στον εξώστη του αστυνομικού αρχηγείου. «Σταματήστε αμέσως να πυροβολείτε». Ο Έβερτ απάντησε με αθωότητα: «Ποιος πυροβολεί;».

Οι διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν ξανά. Αυτή τη φορά κρατούσαν μια πελώρια αμερικανική σημαία και κατέβαιναν αργά το δρόμο φωνάζοντας ρυθμικά:  «Ρούζβελτ, Ρούζβελτ». Δεν επιχείρησαν να επιτεθούν στον αστυνομικό σταθμό. Μετά από λίγο οι δρόμοι έμειναν έρημοι. Μερικοί άντρες και γυναίκες άφηναν πρόχειρους ξύλινους σταυρούς στα σημεία που είχε χυθεί το αίμα των θυμάτων. Άλλες γυναίκες μάζευαν το αίμα σε χαρτοσακούλες και παλιές κονσέρβες. Την επόμενη μέρα, στην κηδεία των 23 θυμάτων, καταλάβαμε γιατί…».

(Dmitri Kessel « Ελλάδα του ’44», σ.16,17,
εκδόσεις ΑΜΜΟΣ, Αθήνα 1994)

 

Η μαρτυρία ενός Χίτη για τον Έβερτ

 

Απόσπασμα από συνέντευξη στην «Κυριακάτικη δημοκρατία», τον Δεκέμβριο του 2012, του Νίκου Φαρμάκη. Ο Φαρμάκης, μέλος της Χ, συμμετείχε στην επίθεση κατά των αόπλων διαδηλωτών. Στα κατοπινά χρόνια εκλέχτηκε βουλευτής με την ΕΡΕ του Κ. Καραμανλή. Τη βραδιά του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου συνόδευσε  τους αρχιπραξικοπηματίες όταν πήγαν στο παλάτι του Τατοϊου να δουν τον Κωνσταντίνο :

«… Ακολούθως, ένας αγγελιαφόρος του διοικητή ήρθε με εντολή: “Κανείς δεν θα ανοίξει πυρ, παρά μόνο αν πατήσουν τον Αγνωστο Στρατιώτη. Αν γίνει αυτό, τότε πυρ κατά βούλησιν”. Οι περισσότεροι ήταν άοπλοι μεν, αλλά να ξέρετε ότι υπήρχε και οπλισμένος πυρήνας. Οι ΕΑΜίτες είχαν φτάσει στις ράγες του τραμ λίγο πριν από το άγαλμα του Αγνώστου Στρατιώτου. Ο χωροφύλακας μου είπε “Ετοιμάσου!”. Είχα ένα αυτόματο κι ένα πιστόλι. Παρακολουθούσα τον Εβερτ. Ξαφνικά, εκείνος έβγαλε -κατά το αγγλικό σύστημα- ένα μαντίλι από το μανίκι του (οι Αγγλοι αξιωματικοί έχουν ένα καθαρό μαντίλι στο μανίκι). Μόλις το έβγαλε, το κούνησε δεξιά αριστερά. Από το πουθενά εμφανίστηκαν 50-60 υπαρχιφύλακες και υπαστυνόμοι. Οι αναγνώστες σας πρέπει να μάθουν ότι η Αστυνομία είχε διαβρωθεί από το ΕΑΜ. Τα περισσότερα αστυνομικά τμήματα άνοιξαν από μέσα και μπήκαν να τα καταλάβουν οι αριστεροί. Τότε υπήρχαν η Ειδική Ασφάλεια, η Γενική Ασφάλεια, οι Μπουραντάδες και αυτή η ομάδα των 50-60 αστυφυλάκων. Αυτοί, λοιπόν, παρατάχθηκαν μπροστά από το πεζοδρόμιο του Αγνώστου Στρατιώτου. Με την εμφάνιση της ομάδας των αστυφυλάκων, το πλήθος, για μια στιγμή, σταμάτησε. Δεν μιλούσε κανείς. Απόλυτος σιγή. Επειτα από ένα λεπτό ξεκίνησαν να ορμήσουν. Εφοδος κανονική! Τότε άρχισε το πυρ. Η διάρκεια του πυρός ήταν περί τα δύο τρία λεπτά. Βέβαια, όταν χτυπάς ένα πλήθος, περισσότερο τραυματίζεις παρά σκοτώνεις. Οταν έπαυσε το πυρ, εκείνοι σήκωσαν τους τραυματίες τους. Ξανά παύση των επιθετικών ενεργειών. Αλλά μόλις πέρασαν δύο τρία λεπτά ξανάκαναν ντου! Οι αστυνομικοί ξανάνοιξαν πυρ. Αυτό το μακελειό κράτησε περισσότερο. Περίπου πέντε λεπτά».

 

« Αν μπούνε οι Άγγλοι στη μέση τι κάνουμε;»

 

«… Περασμένες οκτώ έρχεται σύνδεσμος από την ΚΕ του ΕΛΑΣ, από τον Σιάντο. Μας ζητάει ν’ ακολουθήσουμε το σύνδεσμό του να πάμε σ’ ένα σπίτι που μας περιμένει στην είσοδο της Ν. Φιλαδέλφειας. Τον Γιάννη, εμένα και τον Χρήστο ( σ.σ. οι Γιάννης Πυριόχος και Χρήστος Προυκάκης ήταν ανώτεροι αξιωματικοί του τακτικού στρατού στελέχη του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ). Από τα τασάκια , τον καπνό και τα φλιτζάνια φανερό ότι πριν από μας ήταν άλλοι που έφυγαν.

Άψυχα κορμιά στη λεωφόρο Αμαλίας (Φωτογραφία του Dmitri Kessel οπ.π)

Μόλις καθήσαμε, ο Γέρος (σ.σ. ο Γιώργης Σιάντος) μπαίνει αμέσως στο θέμα. Ρωτάει, πόσες είναι οι δυνάμεις της Αντίδρασης, πόσες οι δικές μας , στην Αθήνα. Μαζί με τη ΙΙ Μεραρχία ( σ.σ. η Μεραρχία Αττικοβοιωτίας του ΕΛΑΣ). Τις λογαριάζουμε:

Δικές μας του Α΄ Σ.Σ., 6.500 περίπου οπλισμένοι με ελαφρά όπλα, και 3.500 της ΙΙ Μεραρχίας.

Της Αντίδρασης: Ταξιαρχία Ρίμινι 2.500, Ιερός Λόχος  500, Χωροφυλακή 3.000, Αστυνομία Πόλεων 3.500, Ναυτικό 500, Χίτες κι άλλες μικροομάδες 500. Και οι ταγματασφαλίτες κρατούμενοι που θα μπορούσαν να οπλιστούν 4.500. Μπορεί και περισσότεροι. Η Αστυνομία Πόλεων δεν πρέπει να λογαριάζεται για μάχη. Η πλειοψηφία είναι οργανωμένη στο ΕΑΜ.

«Και των Άγγλων;» ρωτάει ο Γέρος.

Οι Άγγλοι απ’ ότι ξέρουμε έχουν μια θωρακισμένη Ταξιαρχία 2.500, μια Ταξιαρχία αλεξιπτωτιστές 2.000, μια Ταξιαρχία πεζικού 2.000, διάφοροι σκόρπιοι σε υπηρεσίες 2.000.

« Αν λοιπόν είμαστε μεταξύ μας τα βγάζουμε πέρα», λέει ο Γέρος. Σίγουρα τους νικάμε. Θα φέρουμε κι άλλες δυνάμεις εξάλλου. Αν όμως μπούνε οι Άγγλοι στη μέση, τι κάνουμε; Εσείς τι λέτε;». Και οι τρεις απαντάμε ότι, αν επέμβουν οι Άγγλοι, μ’ αυτές τις δυνάμεις που διαθέτουμε είναι ολοφάνερο ότι δεν μπορούμε να νικήσουμε.

«Μπορεί να επέμβουν , όπως λένε σοβαρές πηγές», λέει συλλογισμένος ο Γέρος. «Και δεν μπορούμε να μην το πάρουμε υπόψη. Πρέπει λοιπόν να συγκεντρώσουμε περισσότερες δυνάμεις απ’ αυτούς στην Αθήνα. Αυτό πρέπει να το κάνουμε μέχρι τις 10 Δεκέμβρη που λήγει η προθεσμία να παραδώσουμε τα όπλα. Και τότε θα ξεκαθαρίσουμε την κατάσταση… Πρέπει λοιπόν, συνεχίζει, ν’ αναστείλουμε την επιχείρηση που διατάξαμε (σ.σ. «Σχέδιον Ενεργείας» για την περίπτωση αντιδραστικού πραξικοπήματος, που είχε επεξεργασθεί το Α΄ Σώμα  Στρατού του ΕΛΑΣ την 1η Δεκεμβρίου και προέβλεπε τις ενέργειες, με τη βοήθεια των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από την επαρχία, για τον πλήρη έλεγχο της Αθήνας με αιχμή την εξουδετέρωση της Ταξιαρχίας του Ρίμινι που στρατοπέδευε στο Γουδί και τον έλεγχο του κέντρου της πόλης). Μέχρι τότε η ΙΙ Μεραρχία θ’ αποσυρθεί στην Πάρνηθα. Το Σώμα Στρατού σ’ επιφυλακή θα επιτηρεί τα τμήματα Αστυνομίας και Χωροφυλακής. Δε θα δεχθεί αφοπλισμό. Η κομματική οργάνωση θα έχει σε διαρκή κινητοποίηση το λαό και πίεση στην κυβέρνησης για πολιτική, ειρηνική λύση. Θα κάνουμε το παν για ν’ αποφύγουμε τη σύγκρουση και θα κερδίσουμε χρόνο». Συζητάμε λίγο μερικές λεπτομέρειες  της διάταξης των δυνάμεων της ΙΙ Μεραρχίας και της τακτικής του κερδίσματος χρόνου…».

(Σπύρου Κωτσάκη ( Νέστορα) Καπετάνιου του Α΄ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ  
«Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα», σ.63,64 , Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1986).

 

 

 

Απόψεις