Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Πολίτες στο έλεος των παρακολουθήσεων! Ντογιάκος: «Αναρμόδια» η ΑΔΑΕ – Για αντισυνταγματική γνωμοδότηση κάνει λόγο ο πρόεδρος της

Η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) «δεν έχει αρμοδιότητα να διαχειρίζεται αιτήματα πολιτών που ζητούν να πληροφορηθούν εάν..

Η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) «δεν έχει αρμοδιότητα να διαχειρίζεται αιτήματα πολιτών που ζητούν να πληροφορηθούν εάν υπήρξε παρακολούθηση των τηλεφώνων τους για λόγους εθνικής ασφάλειας, ούτε μπορεί να απευθύνεται για αυτό το θέμα σε τηλεφωνικούς παρόχους», αναφέρει σε γνωμοδότησή του ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος, σε μια εξέλιξη που βάζει επιπλέον εμπόδια στην όποια διερεύνηση της υπόθεσης των υποκλοπών – παρακολουθήσεων. 

Η γνωμοδότηση του Ι. Ντογιάκου έγινε μετά από αίτημα του ΟΤΕ, ύστερα από την επίσκεψη κλιμακίου της ΑΔΑΕ για να διαπιστωθεί η παρακολούθηση πολιτών.

Ο εισαγγελέας, στην 19σελιδη γνωμοδότησή του, υποστηρίζει ότι η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον αρμοδιότητα να διαχειρίζεται αιτήματα πολιτών για ενημέρωση σχετικά με παρακολούθησή τους για λόγους εθνικής ασφάλειας, καθώς αυτή η αρμοδιότητα ανήκει πλέον σε τριμελές όργανο που συγκροτείται από δύο εισαγγελικούς λειτουργούς και τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ.  

Η ενημέρωση του πολίτη για τη λήψη του συγκεκριμένου μέτρου άρσεως του απορρήτου σε βάρος του για λόγους εθνικής ασφάλειας έχει ανατεθεί πλέον αποκλειστικά στο τριμελές όργανο του άρθρου 4 του νόμου 5002/2022, στο οποίο προεδρεύει εισαγγελικός λειτουργός. Ουδείς άλλος φορέας νομιμοποιείται προς τούτο ούτε και προβλέπεται από τον νόμο άλλος τρόπος ή διαδικασία ενημέρωσης. Η ΑΔΑΕ δεν έχει πλέον αρμοδιότητα για έλεγχο στους παρόχους ώστε να απαντήσει σε θιγόμενο ιδιώτη. Κυριαρχικός είναι ο ρόλος του τριμελούς οργάνου, στο οποίο προεδρεύει εισαγγελικός λειτουργός και ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ είναι μέλος“, αναφέρεται στην εισαγγελική γνωμοδότηση.

Η ΑΔΑΕ, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, δεν χρειάζεται να απευθύνεται σε τηλεφωνικούς παρόχους, καθώς έχει στη διάθεσή της όλες τις διατάξεις για άρση απορρήτου είτε πρόκειται για παρακολουθήσεις της ΕΥΠ για λόγους εθνικής ασφάλειας είτε για παρακολουθήσεις που διατάσσονται για τη διακρίβωση σοβαρών εγκλημάτων.

Η συγκεκριμένη γνωμοδότηση προκάλεσε ην άμεση αντίδραση του Καθηγητή Δημοσίου Δικαίου και Δικαίου Κοινωνικής Ασφάλειας, Ξενοφώντα Κοντιάδη, ο οποίος έγραψε συγκεκριμένα: 

Η σημερινή γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με την οποία επιχειρεί να περιορίσει το ελεγκτικό έργο της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών, είναι νομικά αστήρικτη, παρερμηνεύοντας την ισχύουσα νομοθεσία και το άρθρο 19 παρ. 2 του Συντάγματος. Είναι προφανές ότι αποσκοπεί στον ευνουχισμό της Αρχής, όπως δυστυχώς είχαμε προβλέψει ότι θα συμβεί πριν από λίγες μέρες. Ο νομικός κόσμος θα αντιταχθεί σθεναρά στην αδιανόητη παρέμβαση του εισαγγελέα στη συνταγματικά και νομοθετικά κατοχυρωμένη αποστολή της ΑΔΑΕ, με την οποία εκδηλώνεται άλλο ένα εγχείρημα συγκάλυψης του σκανδάλου των παρακολουθήσεων”.

Ωστόσο, παρά τις όποιες συνταγματικές προβλέπεις η υπόθεση των υποκλοπών και η γνωμοδότηση του Ισ. Ντογιάκου αποδεικνύουν τα όρια των «ανεξάρτητων» αρχών, καθώς και ότι το πολυπλόκαμο και σκοτεινό θεσμικό πλαίσιο, που συνδιαμόρφωσαν όλες οι κυβερνήσεις έως σήμερα, δημιουργεί πέπλο κάλυψης και προστασίας των παρακολουθήσεων σε βάρος οποιουδήποτε, με …θολές αιτιολογίες όπως η «εθνική ασφάλεια», επισφραγίζοντας το δόγμα «ουδείς εξαιρείται».

Πρόεδρος ΑΔΑΕ: Η γνωμοδότηση Ντογιάκου είναι αντισυνταγματική

Αντισυνταγματική χαρακτηρίζει ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος, τη γνωμοδότηση που έκανε σήμερα ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ισίδωρος Ντογιάκος,  σχετικά με το αν μπορεί ή όχι η ΑΔΑΕ να ζητά από παρόχους τηλεφωνίας στοιχεία προκειμένου να ενημερώνει πολίτες αν έχουν βρεθεί στο στόχαστρο παρακολούθησης.

«Η γνωμοδότηση παραβιάζει εξόφθαλμα την ευθέως εκ του Συντάγματος εκπορευόμενη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ» αναφέρει. Αναλυτικά η δήλωση του.

«Σύμφωνα με το Ελληνικό Σύνταγμα, όπως αναθεωρήθηκε το 2001, αλλά σύμφωνα και με τα ισχύοντα ευρύτερα στα κράτη του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού, στα οποία ανήκει η χώρα μας, ο θεσμός των ανεξαρτήτων αρχών προϋποθέτει την πραγματική και όχι απλώς στα χαρτιά ανεξαρτησία της λειτουργίας τους και δεν είναι συμβατός με την άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών υπό κηδεμόνευση ή καθ’ υπαγόρευση.

Ειδικότερα, η ρητή, κατά το άρθρο 19, παρ. 2, του Συντάγματος, συνταγματική κατοχύρωση της ΑΔΑΕ ως ανεξάρτητης αρχής, διασφαλίζουσας μάλιστα το απολύτως απαραβίαστο δικαίωμα στο απόρρητο των επικοινωνιών, έχει την έννοια ότι κανένα κρατικό όργανο δεν μπορεί να ασκήσει επί της εν λόγω Αρχής οιαδήποτε μορφή προληπτικού ελέγχου ή προληπτικής εποπτείας (εντολή, κατευθυντήρια ερμηνευτική οδηγία κ.λ.π.).

Συνεπώς, και με δεδομένο ότι το Σύνταγμα φωτίζει την ερμηνεία των νόμων και όχι το αντίστροφο, το άρθρο 29 παρ. 2 του Ν.4938/2022, ερμηνευόμενο σύμφωνα με το άρθρο 19, παρ. 2, του Συντάγματος, έχει την έννοια ότι ο Εισαγγελεύς του Αρείου Πάγου δεν δύναται, επικαλούμενος τη γενική αρμοδιότητά του να γνωμοδοτεί επί «νομικών ζητημάτων γενικού ενδιαφέροντος», να διατυπώνει γνώμη επί της ερμηνείας και εφαρμογής διατάξεων που αφορούν τις συνταγματικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ, απευθύνοντας σε αυτήν κατευθυντήριες οδηγίες και απειλώντας μάλιστα με πρωτοφανή τρόπο τα μέλη της με βαρύτατες ποινικές κυρώσεις, αν ασκήσουν τις αρμοδιότητες τους με τρόπο διαφορετικό από τον από αυτόν υιοθετούμενο.

 

Η δε απαγόρευση έκδοσης τέτοιας αντισυνταγματικής γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ισχύει a fortiori, εάν, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, η ΑΔΑΕ έχει ήδη επιληφθεί αρμοδίως συναφών υποθέσεων και διενεργεί ήδη σχετικούς ελέγχους. Επομένως, η επίμαχη γνωμοδότηση του κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, πέρα από το γεγονός ότι νομικά δεν παράγει καμία απολύτως δέσμευση (ως γνωστόν δέσμευση στην ελληνική έννομη τάξη παράγουν μόνο οι δικαιοδοτικές αποφάσεις των δικαστηρίων), παραβιάζει εξόφθαλμα την ευθέως εκ του Συντάγματος εκπορευόμενη ανεξαρτησία της ΑΔΑΕ, η οποία μέχρι σήμερα είχε πάντοτε γίνει σεβαστή.

Περαιτέρω, η -ούτως ή άλλως προβληματική ως προς τη συμβατότητά της με την ΕΣΔΑ και το εθνικό Σύνταγμα- ρύθμιση της παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 5002/2022 σχετικά με το ειδικό ζήτημα της ενημέρωσης του παρακολουθούμενου για λόγους εθνικής ασφάλειας ουδόλως περιορίζει τις γενικές αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ που κατοχυρώνονται στο άρθρο 6 §1 του ειδικότερου, εκτελεστικού του άρθρου 19 §2 του Συντάγματος, νόμου 3115/2003. Πρόκειται για δύο νόμους με μη διασταυρούμενα κανονιστικά πεδία. Εκτός, δε του γεγονότος ότι ουδόλως προκύπτει πως ο νομοθέτης θέλησε έναν τέτοιο περιορισμό, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι η αποτελεσματική άσκηση αυτών των γενικών αρμοδιοτήτων συνδέεται από την ημέρα που ιδρύθηκε η ΑΔΑΕ, κατά τρόπο άρρηκτο και πολυποίκιλο, με τον συστηματικό έλεγχο των παρόχων και όλων των δημοσίων φορέων, στον τομέα της διασφάλισης του απορρήτου των επικοινωνιών· έλεγχο, ο οποίος δεν έχει ως μόνο σκοπό την ενημέρωση που προβλέπεται στην παρ. 7 του άρθρου 4 του Ν. 5002/2022. Κάτι που επιμένει να παραγνωρίζει ο κ. Εισαγγελεύς στην γνωμοδότηση του.

Θα ακολουθήσει εντός των αμέσως προσεχών ημερών εκτενής ανακοίνωση της Ολομέλειας της ΑΔΑΕ επί των εν λόγω θεμάτων».

Σχετικά θέματα

Απόψεις