Γερμανόφιλοι και αγγλόφιλοι αντικομμουνιστές
Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην αγγλόφιλη και τη γερμανόφιλη μερίδα του αντικομμουνιστικού στρατοπέδου είχε ήδη αρχίσει να ξεθωριάζει από τα μέσα του 1943, με τη συγκρότηση της κυβέρνησης Ράλλη και τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας, αλλά και τη συγκρότηση του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Συνασπισμού (ΠΑΣ), που είχε ως κεντρικό στόχο την αποτροπή πιθανής κατάληψης της εξουσίας από το ΕΑΜ σε ενδεχόμενη αποχώρηση των Γερμανών. Στο χρόνο που μεσολάβησε, μια σειρά οργανώσεων της αγγλόφιλης μερίδας σε σύνδεση με την κυβέρνηση του Καΐρου, με πιο εμβληματική ανάμεσά τους τη «Χ» λειτούργησαν σταδιακά ως συγκοινωνούντα δοχεία με τους μηχανισμούς του κατοχικού κράτους, τα Τάγματα Ασφαλείας και την Ειδική Ασφάλεια. Η τελευταία λειτούργησε μέχρι το τέλος της Κατοχής σαν επιτελικός μηχανισμός συλλογής πληροφοριών και συντονισμού της δράσης των διαφορετικών αντικομμουνιστικών δυνάμεων.
Οι πρώτες συγκρούσεις
Από την πρώτη στιγμή της σύγκρουσης του Δεκέμβρη, η επιλογή της ηγεσίας του ΕΑΜ/ΚΚΕ ήταν να μη θέσει σε κίνδυνο τη στρατηγική συμμαχία με τη Μεγάλη Βρετανία, και άρα να αποφύγει κάθε σύγκρουση μαζί τους. Οι πρώτες επιθέσεις του ΕΛΑΣ έγιναν στα κατά τόπους αστυνομικά τμήματα (κάποια από τα οποία καταλήφθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες και αναίμακτα) και εναντίον του ένοπλου βραχίονα της κυβέρνησης Παπανδρέου, συμπεριλαμβανομένων των δοσιλόγων που κρατούνταν σε διάφορα σωφρονιστικά καταστήματα περιμετρικά του κέντρου.
Φυλακές, Γουδή, Σχολή Χωροφυλακής
Παράλληλα, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ επιχείρησαν εξαρχής να καταλάβουν τις φυλακές όπου κρατούνταν πολλοί δοσίλογοι περιμετρικά του κέντρου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όπως στου Χατζηκώστα στην Πειραιώς και στου Συγγρού στον Ταύρο, η παρέμβαση βρετανικών δυνάμεων απέτρεψε την κατάληψή τους. Οι αντάρτες κατέλαβαν ωστόσο με αιφνιδιασμό τις φυλακές της οδού Βουλιαγμένης, οργανώνοντας στη συνέχεια επί τόπου συνοπτικές δίκες και εκτελέσεις δοσιλόγων.
Φυλακές Αβέρωφ
Η τελευταία απόπειρα μαζικής σύλληψης δοσιλόγων από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ έγινε στο εμβληματικό κτήριο των φυλακών Αβέρωφ στη λεωφόρο Αλεξάνδρας -εκεί που βρίσκεται σήμερα το κτήριο του Αρείου Πάγου, στις 18 Δεκεμβρίου 1944, όπου κρατούνταν περίπου 500 υψηλά ιστάμενοι κατηγορούμενοι για δοσιλογισμό, πρωθυπουργοί και μέλη των κατοχικών κυβερνήσεων, διοικητές των Ταγμάτων Ασφαλείας και άλλων ενόπλων μηχανισμών του κατοχικού κράτους. Αρχικά οι δυνάμεις τη Χωροφυλακής και οι λιγοστοί Βρετανοί που υπερασπίστηκαν τις φυλακές δεν άντεξαν τα καταιγιστικά πυρά των ελασιτών από τα υψώματα του Γκύζη και των Αμπελοκήπων. Μετά την ανατίναξη ενός τμήματος του εξωτερικού τοίχου της φυλακής δυνάμεις των ανταρτών εισέβαλαν στο κτήριο συλλαμβάνοντας περί τους 200 δοσιλόγους, κάποιοι από τους οποίους, όπως οι υπουργοί των κατοχικών κυβερνήσεων Πειρουνάκης και Μπάκος, εκτελέστηκαν λίγο αργότερα, ενώ άλλοι κρατήθηκαν ως όμηροι.
«Αδιαφιλονίκητος ηθική δικαιολογία»
Οι δοσίλογοι που διασώθηκαν από τους Άγγλους και την Ορεινή Ταξιαρχία φυγαδεύτηκαν σε θέσεις που έλεγχαν οι βρετανικές δυνάμεις, ενώ κάποιοι από αυτούς μεταφέρθηκαν και σε βρετανικά στρατόπεδα εκτός της χώρας μέχρι να δικαστούν. Κατά την αποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στα τέλη Δεκεμβρίου -αρχές Ιανουαρίου του 1945, μερικές εκατοντάδες κατηγορουμένων για δοσιλογισμό συνελήφθησαν ως όμηροι, κάποιοι από τους οποίους εκτελέστηκαν μετά από αποφάσεις λαϊκών δικαστηρίων που στήθηκαν στις εαμοκρατούμενες περιοχές. Όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν το ξέσπασμα της λαϊκής οργής απέναντι στην ατιμωρησία των εγκλημάτων που είχαν διαπράξει στην Κατοχή, είχαν πλέον κάθε λόγο να ατενίζουν με αισιοδοξία το μέλλον, με την πεποίθηση πως, μετά τη νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων, ο χρόνος επρόκειτο πια να δουλέψει για λογαριασμό τους. Σύντομα η νέα κυβέρνηση Πλαστήρα θα εμπιστεύονταν την ποινική τους δίωξη στους επαγγελματίες δικαστές που ελέγχονταν σε μεγάλο βαθμό από τον αντικομμουνιστικό πυρήνα των ελίτ που είχε συντονίσει τη δουλειά της κρατικής δικαιοσύνης και κατά την Κατοχή. παράλληλα, η ανάγκη ταχείας επάνδρωσης του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας για την αντιμετώπιση της εαμικής απειλής και το χτύπημα των περιοχών που παρέμεναν υπό εαμικό ελεγχο, προοιώνιζε λαμπρες ευκαιρίες ενσωμάτωσής τους στο νέο κρατικό μηχανισμό.
* Ο Δημήτρης Κουσουρής είναι Επίκουρος Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης
ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ «ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΔΕΚΕΜΒΡΗ ΄44» Εδώ