Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Ο λόγος του «σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει»

Σαν σήμερα πριν από 46 χρόνια έφυγε από τη ζωή ο ποιητής της εργατιάς, Κώστας Βάρναλης Διώξεις, εξορία, άρνηση κάθε..

Σαν σήμερα πριν από 46 χρόνια έφυγε από τη ζωή ο ποιητής της εργατιάς, Κώστας Βάρναλης

Διώξεις, εξορία, άρνηση κάθε αναγνώρισης, λοιδορίες, ήταν το τίμημα της πίστης στα υψηλά ιδανικά της κομμουνιστικής ιδεολογίας. Αυτός ήταν ο Βάρναλης ο πιο ριζοσπαστικός ποιητής της νεότερης Ελλάδας. Ο σοφός πνευματικός δημιουργός, ένας γνήσιος κι αληθινός άνθρωπος, ο μπάρμπα – Κώστας, ο φίλος του λαού και των προλετάριων. Με την τέχνη του πολέμησε το κοινωνικό κατεστημένο, κατήγγειλε τις αδικίες, την ανισότητα και τις αθλιότητές του. Σαν σήμερα, έφυγε από τη ζωή (16/12/1974).

Ο Βάρναλης συντάχθηκε με τους πρωτοπόρους διανοούμενους, τους φοιτητές, τους εργάτες και η μαρξιστική ιδεολογία άνοιξε νέους ορίζοντες στην ποίησή του. Ο ποιητής πλαστουργός μιας «νιας ζωής» που με το όραμα και τον αγώνα μεταμορφώνει τις συνειδήσεις και τις διαπαιδαγωγεί. Συνήθως, ο λόγος περιστρέφεται γύρω από τον Βάρναλη ποιητή, ή και τον πεζογράφο. Ομως, πίσω από τον λογοτέχνη βρίσκεται ο φιλόσοφος, ο στοχαστής αγωνιστής, ο οποίος από τη στιγμή που εγκαταλείπει τη διονυσιακή, την αισθησιακή τάση, δίνει στην ποίησή του αποκλειστικά κοινωνικό περιεχόμενο. 

«Ποιητή, σ’ είδαμε πάντα στο πλευρό του λαού μας με σκέψη και με πράξη» – είχε γράψει ο μεγάλος μας ποιητής Γιάννης Ρίτσος, για τον Κώστα Βάρναλη στα 1956, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων παρουσίας του τελευταίου στα ελληνικά Γράμματα. «Ο λόγος σου σπαθί, νυστέρι και φωτιά που φωτάει και φως που καίει. Σ’ είδαμε πάντα με την παλάμη σου ανοιχτή, δίπλα στ’ αυτί, για ν’ αφουγκράζεσαι πίσω απ’ τα τείχη τη στρογγυλή βουή του Ιστορικού, αναπότρεπτου ήλιου. Αυτόν τον ήλιο μας έδειξες». 

Η ποίηση του Βάρναλη γράφει ο Μενέλαος Λουντέμης «δε μύριζε ποτέ γάλα. Μύριζε από την αρχή μπαρούτι. Κατέβηκε δηλαδή στο στίβο χωρίς πάρα πολλά “γυμνάσματα” και δοκιμές και περιπλανήσεις στους “λειμώνες των ασφοδελών”. Μ’ άλλα λόγια, χωρίς αυτές τις πεισιθάνατες κραυγές που έβγαζαν όλοι οι λυρικοί του καιρού του. Οχι. Η ποίηση του Βάρναλη ήταν από την αρχή αρσενική, λάσια, μια βολίδα πού ‘πεσε μες στα στεκούμενα νερά του μελίπηχτου λυρισμού».

Στη Μόσχα μετά την απονομή του βραβείου Λένιν, μαζί με τον λογοτέχνη Ιλία Έρενμπουργκ (1959).

Ο τιμημένος με το Βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη (1969) Κώστας Βάρναλης , σε εκδήλωση στη Μόσχα, αναφερόμενος στην κατηγορία ότι ανήκει στη «στρατευμένη Τέχνη», απάντησε με αυτά τα σταράτα λόγια:

«…το δόγμα “η Τέχνη δεν κάνει πολιτική” διαψεύδεται από τα πράγματα. Ο Αριστοφάνης, ο Ντάντες, ο Θερβάντες, ο Ζολά, ο Τολστόι κάνουνε πολιτική. Πολιτική κατά των “κακώς κειμένων”. Πολιτική έξω απ’ τα δόντια. Ποιος μυθολόγος της εξωπολιτικής Τέχνης θα ‘χει το κουράγιο να υποστηρίξει πως αυτοί οι ήλιοι του πνευματικού στερεώματος δεν είναι μέγιστοι δημιουργοί του λόγου; Να λοιπόν, μια απόδειξη πως η Τέχνη μπορεί να κάνει πολιτική, χωρίς να πάψει να ‘ναι Τέχνη και μάλιστα τρισμεγάλη. Ζήτημα, λοιπόν, υπάρχει μόνο για το ποια πολιτική δίνει ζωή και δύναμη στην Τέχνη και την απλώνει στο χώρο και στο χρόνο και ποια πολιτική τη χαλάει, τη σκοτώνει και τη μεταβάλλει σε καπνό χωρίς φλόγα…». 

Η ζωή και το έργο του

1883 Γέννησή του στον Πύργο (Μπουργκάς) της Βουλγαρίας. Ηταν το πέμπτο παιδί της οικογένειας. Ο πατέρας του (Γιαννάκος) καταγόταν από τη Βάρνα και ήταν τσαγκάρης. Η μάνα του (Αλίσαβα – Ελισάβετ) καταγόταν από την Αχελώ (Αγχίαλο).

1898 Γράφεται στα «Ζαρίφεια Διδασκαλεία» (Γυμνάσιο) της Φιλιππούπολης. Σπουδάζει εκεί μέχρι το 1902. Διακρίνεται ως εξαίρετος μαθητής.

1902 Διορίζεται δάσκαλος στο σχολείο του Πύργου (Μπουργκάς) σε ηλικία 18 χρονών.

1903 Του δίνεται υποτροφία της Κοινότητας Βάρνας για σπουδές στη Φιλοσοφική του Πανεπιστημίου Αθηνών. Φοιτητής της Φιλοσοφικής μέχρι το 1908. Με τα «Ορεστιακά εντάσσεται στους δημοτικιστές, που του κοστίζει την οργή του γλωσσαμύντορα Γιώργου Μυστριώτη, ο οποίος τον μηδενίζει.

1904 Στο περιοδικό «Ακρίτας» του Σ. Σκίπη δημοσιεύει τα ποιήματα: «Καταρράκτης», «Μόνο», «Αγάπη, Τρισαγάπη μου» (τεύχη 14-16 Οκτώβρης – Δεκέμβρης) που θα περιληφθούν αργότερα στις «Κηρήθρες». Δημοσιεύονται με τον γενικό τίτλο «Σε μια μέρα της ζωής μου» δέκα ποιήματά του στο «Νουμά». Δευτεροετής φοιτητής, στέλνει στον Παλαμά τη συλλογή ποιημάτων του «Πυθμένες», χωρίς να κρατήσει αντίγραφο. Τη βρίσκει στη βιβλιοθήκη του Παλαμά ο Κ. Γ. Κασίνης και την εκδίδει το 1985.

1907 Συμμετέχει μαζί με τους Μήτση Καλαμά, Νίκο Καρβούνη, Λαυρέντιο Κουμαριανό, Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, Λέανδρο Παλαμά, Γιώργο Πολίτη, Φώτο Πολίτη, Ρώμο Φιλύρα και Νίκο Χατζάρα στην εκδοτική ομάδα του περιοδικού «Ηγησώ», στο οποίο δημοσιεύονται μόνο ποιήματα. Υπογράφοντας με το όνομά του δημοσιεύει σύντομα ποιήματα στα όλα κι όλα δέκα τεύχη του περιοδικού, με εξαίρεση το ποίημα «Τραγουδάκια από ένα μεγάλο τραγούδι»..

1908 Παίρνει το δίπλωμά του και διορίζεται ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα.

1910 – 1918 Στο περιοδικό «Νέα Ζωή» της Αλεξάνδρειας δημοσιεύεται το ποίημα «Το τραγούδι των νέων». Δημοσιεύεται στο περιοδικό «Γράμματα» της Αλεξανδρείας το ποίημά του «Θυσία». Στο ίδιο περιοδικό «Γράμματα» δημοσιεύει τα ποιήματα «Πώς εθρήνησαν την Σαπφώ τα κορίτσια της όταν αγάπησε τον Αλκαίο» (1911), «Διονυσιακός Υμνος» (1913), «Ορέστης» (1914), «Στο πέρασμά σου» (1914). Συνεργάζεται ξανά με την «Νέα Ζωή» και δημοσιεύει τα ποιήματα «Ο καημός των ποδιών» και «Ο χορός του Πανός και της Οπώρας» (1915). Στο περιοδικό «Λόγος» δημοσιεύονται τα ποιήματα του «Πιερροτίνα», «Σερενάτα», «Φαντασία», «Κένταυροι» (1917). Στον «Βωμό» το «Στη νέα καλλιτέχνισσα» (1918). Στον «Πυρσό» το «Αλκιβιάδης» (1918). Μεταφράζει τις «Βάκχες» και ως το 1916 τον «Ηρακλή μαινόμενο» και τους «Ηρακλείδες» του Ευριπίδη, τον «Αίαντα» του Σοφοκλή, τα «Απομνημονεύματα» του Ξενοφώντα και τον «Πειρασμό του Αγίου Αντωνίου» του Φλομπέρ.

1911 Προάγεται σε σχολάρχη του σχολείου της Αργαλαστής Πηλίου. Εμπλέκεται έμμεσα στην υπόθεση των «Αθεϊκών», όταν υποδέχεται τον Αλέξανδρο Δελμούζο και τον Δ. Σαράτση. Παραπέμπεται σε δίκη και αθωώνεται με βούλευμα. Μετατίθεται στα Μέγαρα.

1912-13 Επιστρατεύεται. Τοποθετείται στον Γ΄ Λόχο του Α΄ Τάγματος του Α΄ Συντάγματος, για να καταλήξει γραφιάς σε ανακριτικό γραφείο, μουλαράς στο Κέντρο Εφοδιασμού και διαγγελέας στο Α΄ Σύνταγμα. Τελικά τον στέλνουν στην Λήμνο, από όπου απολύεται τον Μάρτη του 1914.

1914 Επιστρέφει στα Μέγαρα – Σεπτέμβριο καλείται να φοιτήσει στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαιδεύσεως που διευθύνει ο Γληνός.

1915 Σχολάρχης στην Κερατέα Αττικής – Επιστρατεύεται ξανά στη Λήμνο μέχρι τον Ιούλιο του 1916.

1917 Καθηγητής στο Α’ Γυμνάσιο Πειραιά – δίνει διάλεξη στον «Παρνασσό» για τον Βιζυηνό – Επαινος του Παλαμά στο «Εμπρός». (Οι Α. Αργυρίου και Δ. Ποσαντζής στην Επιλεκτική Εργοβιογραφία του Κ. Βάρναλη που περιέχεται στο βιβλίο του Βάρναλη «Φέιγ βολάν της κατοχής» αναφέρουν ότι το 1917 υπηρετεί στην Κερατέα).

1919 Με κρατική υποτροφία πηγαίνει στο Παρίσι. Από το Παρίσι τον Αύγουστο στέλνει και δημοσιεύεται στο περιοδικό «Μαύρος Γάτος» το ποίημά του «Προσκυνητής», αφιερωμένο στον Ν. Πολίτη (αλλού 1917), ως «πρώτο άσμα», υποσχόμενος συνέχεια. Αυτή τη συνέχεια την ματαιώνει ο ίδιος, αφού η επίδραση των επαναστατικών ιδεών τον διαμορφώνουν όπως ο ίδιος λέει σε αντιιδεαλιστή. Ενστερνίζεται τον Μαρξισμό και αρχίζει η συνεργασία του με τους κομμουνιστές.

1920 Συνδέεται με τον χαράκτη Γ. Κεφαλληνό. Ανακαλείται η υποτροφία του. Διορίζεται στο Γ’ Γυμνάσιο του Πειραιά.

1921 Στον «Εκπαιδευτικό Ομιλο» του Γληνού δίνει τρεις διαλέξεις με θέμα «Δημοτικισμός και Σοσιαλισμός». Γράφει στην Αίγινα το αριστουργηματικό «Φως που καίει», το πρώτο έργο του βασισμένο στον ιστορικό υλισμό.

1922 Δημοσιεύεται το «Φως που καίει» στα «Γράμματα» της Αλεξάνδρειας, με το ψευδώνυμο «Δήμος Τανάλιας» και η «Λευτεριά» στο περιοδικό «Μούσα», αντικρούοντας τις αντικομμουνιστικές νύξεις του Παλαμά, στο ποίημά του «Το τραγούδι των προσφύγων».

1923 Δημοσιεύεται στο περιοδικό της ΟΚΝΕ «Νεολαία» το ποίημα «Οι Μοιραίοι». Εκδίδεται «Ο λαός των μουνούχων» («Γράμματα» Αλεξάνδρειας, με ψευδώνυμο «Δήμος Τανάλιας»). Νέα υποτροφία για το Παρίσι.

1925 Δημοσιεύει την μελέτη «το πρόβλημα της τέχνης για την επιστημονική αισθητική», στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος», καθώς και άλλα θεωρητικά άρθρα. Εκδίδει την μελέτη «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική» (απάντηση στις θέσεις του Αποστολάκη, στο βιβλίο του «Η ποίηση στη ζωή μας»). Ενώ εργάζεται στην Παιδαγωγική Ακαδημία τιμωρείται με εξάμηνη παύση εξαιτίας στίχων του από «Το φως που καίει» και του έργου «Ο λαός των μουνούχων».

1926 Για τη συμμετοχή του στα «Μαρασλειακά» τιμωρείται με δυσμενή μετάθεση στα Χανιά. Επειδή αντιδρά, απολύεται οριστικά. Η παύση του προκαλεί τη διαμαρτυρία των λογίων της Αλεξάνδρειας. Φεύγει για το Παρίσι απ’ όπου στέλνει ανταποκρίσεις στην εφημερίδα «Πρόοδος» (αλλού 1925 απόλυση ως άπατρις εξορία και απαγόρευση υπογραφής στα γραπτά του).

1927 Επιστρέφει στην Αθήνα και εκδίδει την ποιητική σύνθεση «Σκλάβοι Πολιορκημένοι». Τμήματά της είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό του Κόντογλου «Φιλική Εταιρεία». Στο περιοδικό «Λογοτεχνική Επιθεώρηση» (των Χουρμούζιου και Πικρού) δημοσιεύει το ποίημα «Ο καλός πολίτης» και στην «Νέα Επιθεώρηση» των ίδιων τα ποιήματα «Ο Ιδεαλιστής» και «Εξαγνισμός». Συνεργάζεται με θεωρητικά κείμενα με το περιοδικό «Αναγέννηση» του Δ. Γληνού μέχρι και 1928.

1929 Παντρεύεται την Δώρα Μοάτσου. Γράφει λήμματα στη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» του «Πυρσού», μέχρι το 1934, στο «Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη».

1931 – 1932 Μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού «Νέοι Πρωτοπόροι».

1932 Γράφει λήμματα στο «Λεξικό της Ελληνικής Γλώσσης» της εφημερίδας «Η Πρωία», μέχρι το 1934. Εκδίδει το βιβλίο «Η αληθινή απολογία του Σωκράτη». (Αλλού 1931) Υπογράφει το Αντιπολεμικό Μανιφέστο με άλλους 29 διανοούμενους.

1933 Ιδρυτικό μέλος της Αντιχιτλερικής Επιτροπής Βοηθείας στα Θύματα του Ναζισμού. Επανεκδίδεται το «Φως που καίει» με ουσιαστικές αλλαγές.

1934 Προσκαλείται με τον Δ. Γληνό στο Α΄ Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων. Με την επιστροφή του από την Μόσχα γράφει τις εντυπώσεις του από την ΕΣΣΔ στην εφημερίδα «Ελεύθερος Ανθρωπος» με τον γενικό τίτλο «Τι είδα στην χώρα των Σοβιέτ». Επανεκδίδεται το δοκίμιο «Ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική».

1935 Δημοσιεύονται στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος» τμήματα της αυτοβιογραφίας του με τον γενικό τίτλο «Τριάντα χρόνια ελληνικής ζωής. Τα φιλολογικά απομνημονεύματα ενός μεγάλου λογοτέχνου (Διά να αναζήσει μία ταραχώδης περίοδος της ιστορίας μας)». Συνεργάζεται με τον «Ριζοσπάστη» και τους «Νέους Πρωτοπόρους». Συμμετέχει στο Διεθνές Συνέδριο Συγγραφέων στο Παρίσι και γράφει τις εντυπώσεις του στα «Νεοελληνικά Γράμματα». Εξορίζεται, μαζί με τον Γληνό, από τον Οκτώβρη μέχρι και τον Δεκέμβρη στον Αη – Στράτη και στη Μυτιλήνη απαθανατίζει το γεγονός στο ποίημά του «Εξορία», και με ενθυμήματά του στην εφημερίδα «Ανεξάρτητος».

1936 Φεύγει από την εφημερίδα «Ανεξάρτητος», επειδή αυτή έκανε αντικομμουνισμό και γίνεται μόνιμος συνεργάτης του «Ριζοσπάστη» μέχρι τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Από τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου απαγορεύονται τα βιβλία του, στον ίδιο δεν επιτρέπεται να δημοσιογραφεί, αναγκάζεται να γράφει με ψευδώνυμο «Τ. κ. Ζ».

1937 Γράφει στην «Πρωία» ανώνυμα. Καλείται στην Ασφάλεια «δι’ υπόθεσίν σας».

1938 Γράφει στην «Πρωία» ανώνυμα ως μόνιμος συντάκτης όπου δημοσιεύει τις «Φυσιογνωμίες λογοτεχνών».

1939 Αναλαμβάνει την στήλη «Τέχνη και Ζωή» στην «Πρωία». Εκδίδεται το «Ανθρωποι Ζωντανοί». Αποστέλλεται ως δημοσιογράφος στα άσυλα ψυχασθενών και γράφει τις εντυπώσεις του με τίτλο «Ανθρωποι αληθινοί».

1940 Συλλαμβάνεται από την ασφάλεια. Ο Μανιαδάκης τον απειλεί με εξορία αν συνεχίσει να γράφει κατά του φασισμού. «Δεν πολεμάμε τον φασισμό αλλά την Ιταλία», λέει στον Βάρναλη .

1942 – 1944 Συμμετέχει στο ΕΑΜ.

1944 -1947 Γράφει στον «Ριζοσπάστη», στον «Ρίζο της Δευτέρας» και την «Κομμουνιστική Επιθεώρηση».

1946 Δημοσιεύει στον «Ριζοσπάστη» «Το ημερολόγιο της Πηνελόπης», μετά από εξάμηνη άδεια με αποδοχές που του έδωσε ο Ζαχαριάδης.

1953 Συνεργάζεται με την εφημερίδα «Αλλαγή». Δημοσιεύει σ’ αυτήν σε 55 συνέχειες την μονογραφία «Ηρώδης ο μέγας». Μέχρι το 1958 γράφει το χρονογράφημα στην εφημερίδα «Αυγή».

1955 Υπογράφει την ιδρυτική διακήρυξη της ΕΕΔΥΕ. Εκδίδονται τα «Ποιήματα» (εκλογή του μέχρι τότε ποιητικού του έργου).

1956 Εκλέγεται στο Γενικό Συμβούλιο της ΕΔΑ από την Α΄ Πανελλαδική της Συνδιάσκεψη. Εκδίδονται από τον «Κέδρο» τα «Ποιητικά» όπου περιλαμβάνονται «Το φως που καίει», οι «Σκλάβοι Πολιορκημένοι» και πολύ περιορισμένη εκλογή ποιημάτων της πρώτης περιόδου ως το 1918, δημοσιευμένα σε περιοδικά με εκτενείς διορθώσεις του ποιητή. Εκδίδονται οι «Διχτάτορες», (γράφτηκαν το 1941, σε επιφυλλίδες). Γιορτάζονται τα λογοτεχνικά πενηντάχρονά του, από την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, στο θέατρο «Ιντεάλ», με ομιλητές καταξιωμένους ανθρώπους των Γραμμάτων.

1957 – 1958 Εκδίδεται σε δύο τόμους το έργο του «Αισθητικά – Κριτικά». Στο μικρό σημείωμα – πρόλογο – ο ίδιος ο Βάρναλης υπογραμμίζει ότι «σ’ όλα τα θέματα τούτα ζητιέται εξήγηση επιστημονική (κοινωνιολογική) με μέθοδο επιστημονική (διαλεχτικός υλισμός)». Εκδίδονται τα «Σολωμικά» του. Στον τόμο «Πεζός λόγος» περιλαμβάνει δύο από τα τρία διηγήματα των «Μουνούχων» (είχε αποκηρύξει το ένα) και διορθωμένη την «Αληθινή απολογία του Σωκράτη». Αναδημοσιεύεται στην «Επιθεώρηση Τέχνης» ο «Προσκυνητής» χωρίς τις διορθώσεις που είχε κάνει με επιστολή του κατά την πρώτη δημοσίευση.

1958 Επανεκδίδονται οι «Ανθρωποι ζωντανοί», στον ίδιο τόμο περιλαμβάνονται και οι «Ανθρωποι αληθινοί», που είχαν σα θέμα τους τις εντυπώσεις του από τα ψυχιατρεία της χώρας. Δημοσιεύει στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» τα ποιήματα «Παλιολαός», «Ο εχτρός», «Επιτάφιο», «Σκέρτσο». Δημοσιεύει στην «Αυγή» τα άρθρα «Δημοσθένης Βουτυράς», «Ο Κάλβος οδηγός» και τις αναμνήσεις του από τον Παλαμά.

1959 Του απονέμεται το βραβείο «Λένιν» για τη συμβολή του στον παγκόσμιο αγώνα για την ειρήνη. Εκλέγεται στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ από το Α΄ Συνέδριο της.

1962 Επανεκλέγεται στην Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ από το Β΄ Συνέδριο της.

1963 – 1965 Δημοσιεύει στην «Επιθεώρηση Τέχνης» τα άρθρα «Ο γυρισμός του Μυστριώτη» και «Μοναδικός, ανόμοιαστος, ανεπανάληπτος» (Καβάφης). Εκδίδονται οι «Δικτάτορες» και η τελευταία του ποιητική συλλογή «Ελεύθερος Κόσμος» (1965).

1964 Επίτιμος Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη.

1967 Υιοθετεί την δίχρονη Ευγενία.

1970 Δημοσιεύεται στην «Ισβέστια» και στην αντιδικτατορική εφημερίδα «Ελεύθερη Πατρίδα» που έβγαινε στο Λονδίνο, χαιρετισμός του για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Β. Ι. Λένιν.

1974 Πεθαίνει στις 16 Δεκεμβρίου στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και κηδεύεται στις 18 Δεκέμβρη στο Α΄ Νεκροταφείο. Η κηδεία του μετατρέπεται σε παλλαϊκή εκδήλωση. 

Τα συνθήματα «Ποιητή της εργατιάς -Είσαι Οδηγητής για μας», «Ο λαός δεν ξεχνά-Τους αγωνιστές τιμά» «Αθάνατος!» και «Δεν πεθαίνει ο ποιητής –Είναι πάντα Οδηγητής» δονούσαν το χώρο του Α΄ Νεκροταφείου. Τραγουδούσαν όλοι μαζί τα μελοποιημένα του ποιήματα –τους «Μοιραίους» («Μες στην υπόγεια την ταβέρνα»), τον «κυρ-Μέντιο» («Χάιντε θύμα, χάιντε ψώνιο»), «οργή λαού». 

Η κηδεία του, με την πορεία που ακολούθησε συμπεριλαμβάνεται στο ντοκιμαντέρ «Μαρτυρίες» του Νίκου Καβουκίδη, παραγωγής 1975. Ενα κινηματογραφικό χρονικό της περιόδου που αρχίζει με την εξέγερση του Πολυτεχνείου και φτάνει ως και τον Αύγουστο του 1975.

 

Ο Βάρναλης έμεινε συνεπής στην κομμουνιστική ιδεολογία και στο μαρξισμό έως το τέλος. Αυτό εκτιμήθηκε και εκτιμάται από το λαό και τον προοδευτικό πνευματικό κόσμο και παρότι πολεμήθηκε και πολεμιέται από τους συντηρητικούς κύκλους, κάποιοι από αυτούς του αναγνωρίζουν τις αρετές του ήθους και της προσήλωσης στον άνθρωπο και το λαό. Θα τον μνημονεύουμε πάντα καθώς ο λόγος του θα μας αφυπνίζει πάντα. «Αλίμονο στον αυτόδουλο πολίτη που φτασμένος στα έσχατα της απελπισιάς παραδίνεται για να σωθεί… στο έλεος του Θεού και στους νόμους των Κλεφτών».

Πηγή Ριζοσπάστης

 

Απόψεις