Eνα μνημειακό αρχιτεκτονικό σύνολο, «μοναδικό εύρημα για τη μινωική αρχαιολογία», η χρήση του οποίου πιθανολογείται λίγο πριν ή στην αρχή της παλαιοανακτορικής περιόδου στην Κρήτη, αποκάλυψε η αρχαιολογική έρευνα στην κορυφή του λόφου Παπούρα στο Καστέλι Ηρακλείου, όπου κατασκευάζεται το νέο αεροδρόμιο. Το σημείο μάλιστα που εντοπίστηκε το μνημείο έχει απαλλοτριωθεί προκειμένου να τοποθετηθούν τα ραντάρ του νέου αερολιμένα.
Tο κυκλικό μνημείο, με διάμετρο περίπου 48 μ. και έκταση 1.800 τ.μ., αποτελείται από 8 επάλληλους λιθόκτιστους δακτυλίους χτισμένους σε διαφορετικά υψομετρικά επίπεδα. Στο κέντρο δεσπόζει ένα κυκλικό κτίσμα (ζώνη Α) με διάμετρο 15 μ. και το εσωτερικό του χωρίζεται σε 4 τεταρτημόρια. Περιβάλλεται δε από μια δεύτερη κύρια ζώνη (ζώνη Β) στην οποία ακτινωτοί τοίχοι τέμνουν κάθετα τους δακτυλίους των χαμηλότερων επιπέδων διαμορφώνοντας μικρότερους χώρους. Είναι μια «σχεδόν δαιδαλώδης διάρθρωση», καθώς οι χώροι επικοινωνούν μεταξύ τους με στενά ανοίγματα. Αποκαλύφθηκαν επίσης δύο πιθανές κύριες είσοδοι προς τις κεντρικές ζώνες, στη νοτιοδυτική και στη βορειοδυτική πλευρά.
Η κύρια περίοδος χρήσης χρονολογείται μεταξύ 2000 και 1700 π.Χ. και πιθανά θεμελιώθηκε λίγο πριν ή στην αρχή της παλαιοανακτορικής περιόδου, ενώ η νεοανακτορική κεραμική που βρέθηκε φανερώνει ότι η χρήση του μνημείου συνεχίστηκε και στην περίοδο των νέων ανακτόρων.
Στη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε για να αξιολογηθεί το εύρημα και να προγραμματιστεί η συνέχεια του έργου της κατασκευής του αεροδρομίου με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και ο υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών Νίκος Ταχιάος συμφώνησαν να αναζητηθεί άλλη θέση για την τοποθέτηση του ραντάρ και το επόμενο διάστημα η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας να καταθέσει στο ΥΠΠΟ νέα μελέτη, αφού κρίθηκε σκόπιμο να συνεχιστεί η ανασκαφική έρευνα και να προστατευθεί το εύρημα.
Καθώς σε αυτή τη φάση η ανασκαφική έρευνα είναι ακόμη σε εξέλιξη, δεν είναι δυνατόν προς το παρόν να προσδιοριστεί η αρχική μορφή ή και το συνολικό ύψος της κατασκευής. Η στέγασή της κεντρικής ζώνης, όπως υποδεικνύει το εκφορικό σύστημα δόμησης, πιθανά ήταν είτε σε σχήμα κόλουρου κώνου, είτε και θολωτή. Οι δύο ζώνες Α και Β που σχηματίζουν οι ανώτεροι δακτύλιοι φαίνεται να αποτελούν την κύρια εστία δραστηριοτήτων. Η ποσότητα και το είδος των ευρημάτων, καθώς και η παρουσία μεγάλης ποσότητας ζωικών οστών, δεν υποδηλώνει -έως σήμερα- διαρκή οικιστική χρήση, αλλά πιθανόν περιοδική χρήση εν είδει τελετουργικών πιθανά δρώμενων, που αφορούσαν κατανάλωση τροφής, οίνου ίσως και προσφορών. Πρόκειται για το πρώτο μνημείο αυτού του τύπου που έχει εντοπιστεί και ανασκάπτεται στην Κρήτη. Το μέγεθος, η αρχιτεκτονική του
διάρθρωση και η επιμελημένη κατασκευή προϋποθέτει σημαντική εργασία, εξειδικευμένη εμπειρία και μια ισχυρή κεντρική διοίκηση, που οργάνωσε την κατασκευή του. Το βέβαιο είναι ότι πρόκειται για κάποιου τύπου κοινοτικό κτήριο – ορόσημο για την ευρύτερη περιοχή της Πεδιάδας. Το γεγονός ότι η κατασκευή είναι μνημειακή και περίοπτη πιθανόν δείχνει τη σημασία της θέσης, αλλά και το εύρος
του πληθυσμού που θα εξυπηρετούσε.