Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Λέων Τολστόι, ο «γίγας Τάνταλος που αιώνια πεινούσε και διψούσε την τελειότητα»

«Υπήρξε γίγας Τάνταλος που αιώνια πεινούσε και διψούσε την τελειότητα, την έβλεπε μπροστά του και ποτέ δεν μπόρεσε να την..

«Υπήρξε γίγας Τάνταλος που αιώνια πεινούσε και διψούσε την τελειότητα, την έβλεπε μπροστά του και ποτέ δεν μπόρεσε να την αγγίξει» (Νίκος Καζαντζάκης)

Ένας από τους κορυφαίους συγγραφείς όλων των εποχών, ο άνθρωπος που επέδρασε καταλυτικά στον ευρωπαϊκό, αλλά και αμερικάνικο λογοτεχνικό ρεαλισμό, ο ουμανιστής, ο οποίος αποτέλεσε το πνευματικό σημείο αναφοράς της παγκόσμιας διανόησης του καιρού του, αλλά και του λαού του, ο Λέων Τολστόι, ο δημιουργός των έργων «Πόλεμος και Ειρήνη» και «Άννα Καρένινα», που συγκαταλέγονται στα σημαντικότερα μυθιστορήματα όλων των εποχών, έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα πριν από 110 χρόνια (20/11/1910 ή ή με το τότε ισχύον ημερολόγιο στη Ρωσία, 7 Νοεμβρίου 1910).

«Όλοι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά κανένας δεν θέλει να αλλάξει τον εαυτό του» (Τολστόι)

Η ζωή του Τολστόι χαρακτηρίστηκε από μεγάλες αντιθέσεις, καθώς τα πρώτα άσωτα χρόνια της αριστοκρατίας τα διαδέχτηκε η ριζοσπαστική μεταστροφή του προς την άρνηση του πλούτου, τη φιλανθρωπία και προς έναν ιδιόμορφο ειρηνιστικό και χριστιανικό αναρχισμό, που έτυχε θαυμασμού από προσωπικότητες όπως ο Γκάντι και επισφραγίστηκε με τον αφορισμό της Ρωσικής Εκκλησίας. Η στροφή στην κοσμοθεωρία του άρχισε να συντελείται με την απογοήτευση που γεύτηκε πολεμώντας με τον ρώσικο στρατό σε διάφορα μέτωπα μέχρι το 1856, όταν και έγραφε τα πρώτα του έργα, αυτοβιογραφικά σε μεγάλο βαθμό. Ο πόλεμος γυμνός, χωρίς πατριωτικά πλουμίδια, σκιαγραφήθηκε στα “Διηγήματα της Σεβαστούπολης” (1855). Λίγο μετά ο Τολστόι αφοσιώθηκε στα κτήματα του, γράφοντας παράλληλα τους “Κοζάκους” (1863) και τον “Πολικούσκα” (1863), έκφραση της γοητείας που του ασκούσε ο χωριάτικος τρόπος ζωής και συνάμα της αποστροφής του για την αριστοκρατική τάξη πραγμάτων, της οποίας ο καθωσπρεπισμός στηλιτεύτηκε στην “Άννα Καρένινα” (1875-77). Στον “Πόλεμο και Ειρήνη” (1865-69), έργο που βασίστηκε σε ιστορικές μαρτυρίες και ντοκουμέντα όπως τα επεξεργάστηκε η πολιτική σκέψη του Τολστόι, επιχειρήθηκε η ανατροπή της ιστορικής μυθοπλασίας, η αποκαθήλωση των ηγετικών μορφών και η ανάδειξη του ρόλου των απλών στρατιωτών. Στα τελευταία έργα του, όπως είναι “Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς”” (1886), “Η σονάτα του Κρόιτσερ” (1887-9), “Ο Διάβολος” (1889-90) και η “Ανάσταση” (1899), ο Τολστόι ανέλυσε πτυχές της γνήσιας χριστιανικής αρετής σε αντιδιαστολή με τον τυπικισμό, μια αρετή που εφάρμοσε ζώντας ασκητικά, παρά τις σοβαρές αντιρρήσεις της γυναίκας του και την αποστασιοποίηση του από το οργανωμένο κράτος και την επίσημη Εκκλησία. Πλήθη όμως ολόκληρα τον θεωρούσαν πρότυπο και προσπαθούσαν να τον γνωρίσουν από κοντά, στη δύση πλέον της ζωής του.

Ο ίδιος ο Λένιν ασχολήθηκε με τον Τολστόι ήδη από το 1908, προσδίδοντάς του την πραγματική, όσο και σημαντική διάσταση του έργου του: «… οι αντιφάσεις στις απόψεις και στις θεωρίες του Τολστόι δεν είναι τυχαίες, αλλά είναι έκφραση των αντιφατικών συνθηκών που επικρατούσαν στη ρωσική ζωή το τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα… Ο Τολστόι είναι μεγάλος ως εκφραστής εκείνων των ιδεών και εκείνων των διαθέσεων που διαμορφώθηκαν στα εκατομμύρια της ρώσικης αγροτιάς τον καιρό του ερχομού της αστικής επανάστασης στη Ρωσία».

Σήμερα, προτείνουμε για ανάγνωση, μερικά από τα συναρπαστικά έργα του:

Ο Θάνατος του Ιβάν Ίλιτς

«Η νουβέλα “Ο Θάνατος του Ιβάν Ίλιτς (1884-1886)” κατέχει κεντρική θέση στη δημιουργία του Τολστόι των χρόνων 1880-1890.
Το θέμα της -η εξιστόρηση του τέλος ενός δικαστή- ο Τολστόι το καθορίζει σαν “περιγραφή του απλού θανάτου ενός απλού ανθρώπου”. Το βασικό νόημα του έργου βρίσκεται στους συλλογισμούς που κάνει ο άρρωστος πάνω σ’ όλη την περασμένη ζωή, καθώς και το συμπέρασμά του πως η “ευπρεπής, εύθυμη ευχάριστη ζωή” είναι χειρότερη κι’ από τη φρίκη του θανάτου.
Οι κοινωνικοί θεσμοί, που τυλίγουν σαν ιστός αράχνης τη ζωή του Ιβάν Ίλιτς με την υποκρισία και την ψευτιά, ξεριζώνοντας από μέσα του καθετί το ανθρώπινο, αποτελούν την αιτία του δράματος που ζει στις στερνές του μέρες ο άρρωστος. Σ’ αυτή τη στέρεα, τη συγκεκριμένη και σ’ όλο το βάθος τοποθέτηση του ζητήματος, βρίσκεται η γενικότερη σημασία της νουβέλας, που αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά έργα της παγκόσμιας ρεαλιστικής λογοτεχνίας…» (Κριτική ανάλυση από την Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ , 1958, απόσπασμα).

Αφέντης και υπηρέτης

Δύο άνδρες, ένας εύπορος έμπορος κι ο υπηρέτης του, στη διάρκεια ενός κοντινού ταξιδιού, χάνονται στις χιονισμένες εκτάσεις κάποιας ρωσικής επαρχίας. Αντιμέτωποι με τους κινδύνους που κρύβει η μανιασμένη φύση, ξεδιπλώνουν το χαρακτήρα τους κι αναλογίζονται τις επιλογές που έκαναν στη ζωή τους και που, σε μεγάλο βαθμό, καθορίζονται από την τάξη στην οποία ανήκουν. Ο Λέων Τολστόι, μέσα από το έργο “Αφέντης και υπηρέτης”, καρπό της ύστερης δημιουργίας του, μας δίνει ένα διεισδυτικό ψυχογράφημα με αναπόφευκτες πολιτικές προεκτάσεις, το οποίο, χάρη στους διαυγείς συμβολισμούς του, προβάλλει ιδιαίτερα επίκαιρο στις μέρες μας.

Περί τρέλας

Λίγους μήνες προτού πεθάνει, διαισθανόμενος το τέλος, ο Λέων Τολστόι γράφει ένα άρθρο για την τρέλα που διέπει τη ζωή μας. Με το θάρρος που πάντα τον διακρίνει, με την ειλικρίνεια ενός ανθρώπου που έχει βιώσει την τρέλα και με την ένταση που προσδίδει στο λόγο η εγγύτητα του θανάτου, ο μεγάλος κλασικός στρέφει τη διεισδυτική ματιά του στον παραλογισμό που χαρακτηρίζει τις επιλογές μας, αναζητά τα αίτιά του, εξετάζει το ρόλο της εκκλησίας και της επιστήμης, αμφισβητεί ανοιχτά την “πρόοδο”, αποκηρύσσει τη βίαιη αντίσταση και μας δίνει ένα κείμενο που μοιάζει να γράφηκε χθες και που -δυστυχώς- είναι ιδιαίτερα επίκαιρο.

Ανάσταση

Η “Ανάσταση” του Τολστόι, είναι ένα έργο κλασικό διαχρονικό και πάντα επίκαιρο. Έχει μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες και είναι από τα πρώτα σε πωλήσεις έργα του Λέοντος Τολστόι. Η προοδευτική Ρωσία δέχτηκε την “Ανάσταση” με ενθουσιασμό, τονίζοντας ιδιαίτερα την τόλμη του μεγάλου συγγραφέα στο ξεσκέπασμα της κοινωνίας της εκμετάλλευσης από τη μια, και στη σωστή περιγραφή της βασανισμένης ζωής του απλού λαού, από την άλλη. Χαρακτηριστικό είναι από την άποψη αυτή το γράμμα του γνωστού Ρώσου κριτικού τέχνης και κοινωνικού παράγοντα Β. Β. Στάσοβ, που έγραφε στον Τολστόι την 1η του Γενάρη του 1900: “Ζωγραφίσατε με ένα πελώριο πινέλο όλη τη νέα μας ανθρώπινη γενιά, που προχωρεί προς μια νέα ζωή και μπαίνει σε νέους δρόμους, και πώς τη ζωγραφίσατε!… Να πώς αρχίζει, λοιπόν, ο καινούριος αιώνας”.

Τι είναι τέχνη

Στο βιβλίο αυτό εξαπολύει μια δριμύτατη επίθεση κατά του δόγματος “η τέχνη για την τέχνη” και εκθέτει τις δικές του απόψεις για τη δημιουργία και το νόημά της. Για τον Τολστόι, οι άνθρωποι επικοινωνούν με το λόγο και με την τέχνη. Μεταβιβάζουν τις γνώσεις τους με το λόγο, και τα αισθήματά τους με την τέχνη. Η τέχνη δεν έχει καμία σχέση ούτε με το (αντικειμενικό) κάλλος, ούτε με την (υποκειμενική) καλαισθησία, το καλό γούστο. Είναι τόσο καλύτερη, όσο ειλικρινέστερα εκφράζει τα αισθήματά του ο καλλιτέχνης. Τα αισθήματα αυτά μπορούν και οφείλουν να ιεραρχηθούν: τα καλύτερα είναι αυτά που εμψυχώνουν τον άνθρωπο και τον κάνουν να νιώσει πως είναι αδελφός με τους συνανθρώπους του και υιός του Θεού. Κατά συνέπεια, η καλύτερη τέχνη είναι αυτή που εκφράζει με τη μεγαλύτερη δυνατή ειλικρίνεια τα παραπάνω αισθήματα.
 
Ο μεγάλος λιμός (1891-1892) (συλλογικό, Εκάτη)

Το βιβλίο αυτό είναι μια απόπειρα για προσέγγιση του μεγάλου λιμού που έπληξε επί δύο χρόνια (1891-1892) τις παραβόλγιες περιοχές. Θύμα της κακής σοδειάς και των άλλων δεινών που αναφέρονται σε αυτό το βιβλίο ήταν ο λαός, δηλαδή το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού της Ρωσίας που δούλευε πάρα πολύ σκληρά και σε δύσκολες συνθήκες για να τα βγάλει πέρα. Στον λαό, κατά την τότε αντίληψη, ανήκαν μόνο τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, ήτοι οι πρώην δουλοπάροικοι που στην πλειοψηφία τους ήταν αγρότες.
Οι ευγενείς, οι αριστοκράτες και οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν πείνασαν και γι’ αυτό μια μερίδα τους ήταν αδιάφορη για τα δεινά του λαού. Όμως πολλοί άλλοι διανοούμενοι που εμφορούνταν από ανθρωπιστικές και από επαναστατικές ιδέες ασχολήθηκαν με λόγια και με έργα.

Στάλθηκαν μεγάλες ποσότητες τροφίμων, συστάθηκαν συσσίτια, ιδρύθηκαν καινούρια τμήματα του Ρωσικού Ερυθρού Σταυρού, ιδρύθηκαν ιατρεία για τις λοιμώδεις ασθένειες που ακολούθησαν την πείνα, γράφτηκαν άρθρα για την παρακίνηση σε βοήθεια, δόθηκαν πολλά χρήματα, αλλά όπως μας λέει και ο Τολστόι στο άρθρο του που ακολουθεί, «τίποτε δεν θα αλλάξει, αν δεν πάψουμε να εκμεταλλευόμαστε ποικιλοτρόπως τον λαό». 

Λεβ Τολστόι: “Περί πείνας”
Κονσταντίν Φόφανοφ, “Πείνα”
55 Νικολάι Τελεσόφ: “Μεροδούλι-Μεροφάι”
Αντόν Τσέχοφ, Επιστολές
Βλαντίμιρ Κορολιένκο, “Στο έτος του λιμού”

 

Απόψεις