Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – Ρωσία: Ενταση και στρατιωτικές προετοιμασίες στην Ανατολική Ουκρανία

ΠΗΓΗ: Ριζοσπάστης Κλιμακώνεται επικίνδυνα η ένταση στην Ανατολική Ουκρανία, με εντεινόμενες παρεμβάσεις, στρατιωτικές προετοιμασίες, εκατέρωθεν «προειδοποιήσεις» και απειλές μεταξύ ΗΠΑ..

ΠΗΓΗ: Ριζοσπάστης

Κλιμακώνεται επικίνδυνα η ένταση στην Ανατολική Ουκρανία, με εντεινόμενες παρεμβάσεις, στρατιωτικές προετοιμασίες, εκατέρωθεν «προειδοποιήσεις» και απειλές μεταξύ ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ και Ρωσίας. Σε ένα τέτοιο φόντο, αυξάνεται ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της σύγκρουσης μεταξύ των ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων, παραστρατιωτικών ομάδων της Ουκρανίας και των φιλορώσων αυτονομιστών στην περιοχή Ντονμπάς (Ντονέτσκ και Λουγκάνσκ).

Από τον Γενάρη καταγράφονται εντάσεις στη γραμμή επαφής και συχνές παραβιάσεις της εκεχειρίας που είχε συμφωνηθεί το περασμένο καλοκαίρι. Οι δυο πλευρές αλληλοκατηγορούνται για την κλιμάκωση. Παράλληλα αυξάνεται και η στρατιωτική δραστηριότητα στην περιοχή γύρω από την Ουκρανία, στην Κριμαία και τη Μαύρη Θάλασσα.

Οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις στην Ευρώπη έχουν τεθεί σε φάση αυξημένης επαγρύπνησης ενόψει μιας «δυνητικής άμεσης κρίσης», ενώ μέσω και διαφόρων ασκήσεων όπως η γιγάντια «Defender Europe», ισχυρές ΝΑΤΟικές δυνάμεις προωθούνται στην περιοχή.

Την ίδια ώρα, ισχυρές ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις βρίσκονται στα ανατολικά και βόρεια σύνορα με την Ουκρανία, αλλά και στην Κριμαία, με τη ρωσική κυβέρνηση να ξεκαθαρίζει ότι θα συνεχίσουν να μετακινούνται στο ρωσικό έδαφος «όπου και για όσο κρίνεται σκόπιμο». Η Ρωσία καταγγέλλει μια ολοένα και πιο προκλητική συμπεριφορά της Ουκρανίας και των δυτικών υποστηρικτών της, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, και προειδοποιεί ότι «η Ουάσιγκτον πρέπει να ανησυχεί για τις συνέπειες αυτής της συντονισμένης πολιτικής». Εκπρόσωπος της λεγόμενης «Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ» ισχυρίστηκε ότι η Ουκρανία περιμένει έγκριση και περισσότερη στρατιωτική στήριξη των ΗΠΑ για να ξεκινήσει επίθεση.

Εντονες προειδοποιήσεις της Ρωσίας για τα σχέδια ΝΑΤΟικής ένταξης

Την περασμένη βδομάδα υπήρξε μπαράζ συνομιλιών της ουκρανικής κυβέρνησης με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, τον γγ του ΝΑΤΟ, αξιωματούχους της ΕΕ, τον πρωθυπουργό και τον ΥΠΕΞ της Βρετανίας, αλλά και συντονισμένες ανακοινώσεις περί «ανησυχίας» για τις στρατιωτικές κινήσεις της Ρωσίας.

Χαρακτηριστικές των εξελίξεων ήταν οι «εκκλήσεις» του Προέδρου της Ουκρανίας, Β. Ζελένσκι, για ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ (σήμερα έχει καθεστώς «Εταίρου Βελτιωμένων Ευκαιριών» του ΝΑΤΟ), μετά από επικοινωνία με τον γγ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, και κατά την επίσκεψή του στην περιοχή του Ντονμπάς. Ο Ζελένσκι ισχυρίστηκε ότι η ένταξη της Ουκρανίας στη λυκοσυμμαχία είναι ο μοναδικός τρόπος για να τελειώσει ο πόλεμος στο Ντονμπάς, παρότι είναι σαφές ότι οποιαδήποτε τέτοια κίνηση θα οδηγούσε σε κλιμάκωση της σύγκρουσης.

Ο ίδιος ζήτησε οι χώρες του ΝΑΤΟ να ενισχύσουν περαιτέρω τη στρατιωτική παρουσία τους στη στρατηγική περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, προκειμένου να ενεργήσουν ως «ισχυρός παράγοντας αποτροπής» προς τη Ρωσία. Λετονία και Λιθουανία δήλωσαν ότι θα προτείνουν στα άλλα κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ να δοθεί άμεσα στην Ουκρανία το Σχέδιο Δράσης Ενταξης (Membership Action Plan – ΜΑΡ).

Από την πλευρά της η Ρωσία, προσπαθώντας να αποτρέψει τη ΝΑΤΟική περικύκλωσή της, αξιοποιεί ρωσόφωνους πληθυσμούς και φιλορωσικές αποσχιστικές τάσεις (βλέπε Νότια Οσετία, Αμπχαζία από τη Γεωργία, Τρανσδνειστερία από τη Μολδαβία). Στο Ντονμπάς υποστηρίζει τις αυτοανακηρυχθείσες αυτόνομες περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ και έχει διανείμει χιλιάδες ρωσικά διαβατήρια στους πληθυσμούς τους.

«Η Ουκρανία θα καταφέρει μόνο να επιδεινώσει την εγχώρια κρίση της με απόφασή της να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ», προειδοποίησε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, επικαλούμενος ότι αυτή η ιδέα είναι απαράδεκτη για τους εκατομμύρια ανθρώπους που ζουν στις «Λαϊκές Δημοκρατίες» του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ.

Ακόμα πιο καθαρά, το ρωσικό ΥΠΕΞ διαμήνυσε ότι ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ «όχι μόνο δεν θα φέρει ειρήνη στην Ουκρανία, αλλά αντίθετα θα οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση των εντάσεων στα νοτιοανατολικά, πιθανά με μη αναστρέψιμες συνέπειες για την κρατική κατάσταση της Ουκρανίας».

Αντιθέσεις και μέσα στον ευρωατλαντικό άξονα

Εξετάζοντας τον χρόνο της κλιμάκωσης της έντασης στην Ανατολική Ουκρανία, αυτή συμπίπτει με την κυβερνητική εναλλαγή στις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει ξεκαθαρίσει ότι θα συνεχίσει τη σκληρή πίεση απέναντι σε Κίνα και Ρωσία και στις απειλές που αντιπροσωπεύουν για τα συμφέροντα του αμερικανικού κεφαλαίου.

Ενα από αυτά τα μέτωπα είναι και ο ρωσικός αγωγός «Νord Stream 2», που έχει ολοκληρωθεί σε μεγάλο βαθμό. Ο αγωγός θα καταλήγει στη Γερμανία και σχεδόν θα διπλασιάσει τις προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ, ενισχύοντας παραπέρα τη Γερμανία και υπονομεύοντας το σχέδιο για την προώθηση του αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην Ευρώπη. Παράλληλα, θα υποβαθμιστεί η σημασία της Ουκρανίας ως χώρας διέλευσης ρωσικού φυσικού αερίου, μειώνοντας τη γεωπολιτική και διαπραγματευτική θέση της – και των συμμάχων της – απέναντι στη Ρωσία.

Η Ουκρανία έχει χαρακτηρίσει επανειλημμένως την κατασκευή του αγωγού «Nord Stream 2» ως ένα είδος «άρσης των κυρώσεων» της ΕΕ κατά της Ρωσίας. Το ίδιο δήλωσε η ουκρανική κυβέρνηση όταν η Ρωσία επανήλθε – με πρωτοστάτες τις Γερμανία και Γαλλία – στο Συμβούλιο της Ευρώπης, από το οποίο είχε αποκλειστεί μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ανατολική Ουκρανία το 2014.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα ο Λευκός Οίκος, ο οποίος απειλεί με κυρώσεις ενάντια στην ολοκλήρωση του «Nord Stream 2», ετοιμάζεται να διορίσει ειδικό απεσταλμένο για το θέμα του αγωγού, σε μια περίοδο που οι ΗΠΑ επιδιώκουν συντονισμό και αναθέρμανση σχέσεων με τη Γερμανία, κυρίως απέναντι στην Κίνα.

Στο μεταξύ, οι ΗΠΑ στηρίζουν φραστικά – αν και χλιαρά – τις συμφωνίες του Μινσκ για τη «διευθέτηση» της σύγκρουσης στην Ανατολική Ουκρανία, αλλά δεν ταυτίζονται πλήρως με την ΕΕ, καθώς έχουν αντιθέσεις με τη Γερμανία. Μέχρι τώρα το «πάνω χέρι» στις διαπραγματεύσεις έχουν οι Γερμανία, Γαλλία και Ρωσία, που συμμετέχουν ως μεσολαβητές μαζί με την Ουκρανία στο «Σχήμα της Νορμανδίας» και έχουν καταλήξει στις συμφωνίες του Μινσκ από το 2015, οι οποίες ελάχιστα εφαρμόζονται. Σημεία «τριβής» της Ουκρανίας με τη Ρωσία, που προβλέπονται στις συμφωνίες (φόρμουλα Σταϊνμάγερ), είναι ο έλεγχος των ρωσο-ουκρανικών συνόρων, η διεξαγωγή τοπικών εκλογών και η απόδοση ειδικού καθεστώτος στο Ντονμπάς.

Η Ουκρανία έχει απειλήσει να αποσυρθεί από τις συμφωνίες του Μινσκ αν δεν υπάρξει αξιοσημείωτη πρόοδος στην διευθέτηση της σύγκρουσης και να στραφεί σε «άλλες εναλλακτικές» (άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα), όπως και να ζητήσει την ανάπτυξη «ειρηνευτικών δυνάμεων» του ΟΗΕ στο Ντονμπάς. Επίσης, ο Ζελένσκι έχει προτείνει τη διεύρυνση του «σχήματος της Νορμανδίας» και με άλλες δυνάμεις, όπως ΗΠΑ και Βρετανία, κάτι που απορρίφθηκε από Ρωσία και Γερμανία – Γαλλία, καθώς και συνολικά από την ΕΕ.

Στο μεταξύ, η ουκρανική πλευρά ανακοίνωσε ότι αρνείται να συνεχιστούν οι ειρηνευτικές συνομιλίες στο Μινσκ μετά τη λήξη της πανδημίας, καθώς η Λευκορωσία θεωρείται πλέον ότι «είναι πολύ σταθερά υπό ρωσική επιρροή και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ουδέτερος χώρος για διαπραγματεύσεις».

Σε αυτό το φόντο, ενδεχόμενη αναζωπύρωση της σύγκρουσης στην Ανατολική Ουκρανία είναι βέβαιο ότι θα αξιοποιηθεί από τις ΗΠΑ για να πιέσουν περισσότερο τη Γερμανία στο θέμα του αγωγού «Nord Stream 2» και σε άλλα ανταλλάγματα, ενώ θα απαξίωνε το «σχήμα της Νορμανδίας» και τις συμφωνίες του Μινσκ ως «αναποτελεσματικά» εργαλεία, δίνοντας πάτημα στις ΗΠΑ για μεγαλύτερη εμπλοκή.

Την ίδια ώρα, διατυπώνονται και εντός Ρωσίας εκτιμήσεις – όπως από τον διευθυντή του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Οικονομίας και Διεθνών Σχέσεων της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών – ότι οι ΗΠΑ δεν θα υποστηρίξουν τελικά την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, καθώς προκύπτουν σοβαροί κίνδυνοι ανοιχτής σύγκρουσης με τη Ρωσία, ενώ παραμένει άλυτη η διευθέτηση στο Ντονμπάς. Ο ίδιος υποστήριξε ότι στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ «δεν ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν άμεσα στη σύγκρουση σε περίπτωση κλιμάκωσης», αλλά «χρησιμοποιούν τη σύγκρουση ως μέσο πίεσης στη Ρωσία και στους Ευρωπαίους συμμάχους της, τους οποίους η Ουάσιγκτον προσπαθεί να κινητοποιήσει ενόψει μιας υποτιθέμενης ρωσικής απειλής». Η σύγκρουση στην Ανατολική Ουκρανία «είναι ένα σημαντικό μέσο για τη διατήρηση μιας διαφοράς μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ», είπε.

Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από τους τακτικούς υπολογισμούς κάθε πλευράς και από το ενδεχόμενο προώθησης ορισμένων προσωρινών νέων συμβιβασμών, ο κίνδυνος για έναν νέο ιμπεριαλιστικό πόλεμο προκύπτει από την ίδια την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και τη μεγάλη σημασία που έχει για την εξέλιξή τους η ευρύτερη περιοχή.

Σχετικά θέματα

Απόψεις