Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

 Ένας ροκ Χριστός στα Εξάρχεια

     Το πλέον εμβληματικό και «βλάσφημο» – για την εποχή – μιούζικαλ της δεκαετίας του 1970 φέρνει στη αθηναϊκή..

     Το πλέον εμβληματικό και «βλάσφημο» – για την εποχή – μιούζικαλ της δεκαετίας του 1970 φέρνει στη αθηναϊκή σκηνή του Θεάτρου Ακροπόλ η Θέμις Μαρσέλλου, σκηνοθέτις επιτυχώς δοκιμασμένη στο απαιτητικό αυτό είδος το οποίο τα τελευταία μόλις χρόνια ανθίζει ουσιαστικά στην Ελλάδα.

Το «Jesus Christ Super Star», σε λιμπρέτο του Tim Rice και μουσική σύνθεση του Andrew Lloyd Webber, ανεβαίνει για πρώτη φορά το 1971 στο Broadway ενώ την επόμενη χρονιά θα παρουσιαστεί στο Λονδίνο, στο Palace Theatre του West End όπου θα παίζεται για οκτώ χρόνια συμπληρώνοντας το έως τότε ρεκόρ για όπερα των 3580 παραστάσεων.

Η φήμη του οδηγεί στην κινηματογραφική μεταφορά του από τον Norman Jewison ήδη το 1973, κάνοντάς το γνωστό σε όλο τον κόσμο με τις αίθουσες να γεμίζουν ασφυκτικά, αν θυμηθούμε και τις προβολές του στην Ελλάδα.

Η πορεία του, όπως μας πληροφορεί και το κατατοπιστικό πρόγραμμα της παράστασης, θα συνεχιστεί τις επόμενες δεκαετίες με παραστάσεις σε όλο τον κόσμο, θα ανέβει το 2012 σε στάδιο με 150.000 θεατές σε μορφή δραματοποιημένης συναυλίας για να φτάσει, το 2016, σαράντα πέντε χρόνια μετά την πρώτη του παράσταση, στη θριαμβευτική του επάνοδο στο Λονδίνο για να κερδίσει το βραβείο «Λώρενς Ολίβιε» για την καλύτερη αναβίωση μιούζικαλ.

Στην Ελλάδα ανέβηκε με τον τίτλο «Ιησούς Χριστός Υπέρλαμπρο Άστρο» στο Θέατρο Καλουτά την περίοδο 1978-79. Με τα πασίγνωστα κομμάτια του να έχουν ακολουθήσει τη δική τους πορεία και να αναζωπυρώνουν μνήμες μιας άλλης εποχής, εποχής αναζήτησης της ελευθερίας, της ειρήνης, εν μέσω κινήματος των χίπις, με αιτήματα κατά της εξουσίας, των πολέμων, η παράσταση (όσο και η ταινία) κινητοποίησε τους νέους οι οποίοι ανακάλυπταν στην όπερα των RiceWebber έναν άλλο, δικό τους Ιησού αλλά και έναν Ιούδα ο οποίος  αναλάμβανε έναν νέο ρόλο από εκείνον του φιλοχρήματου «μαθητή» των Ευαγγελίων: έναν Ιούδα επαναστάτη, ριζοσπαστικότερο από τον Ιησού, έναν Ιούδα ο οποίος έβλεπε στην τάση προς θεοποίηση του φίλου του από τους αυξανόμενους οπαδούς του, το αποπροσανατολισμό από τον αρχικό στόχο. Εξ ου και το έργο επικεντρώνεται στη σχέση και τη σύγκρουση μεταξύ των δύο: Ιησού-Ιούδα.

 

                    Εκσυγχρονιστική ανατοπογράφηση της δράσης

Η Θέμις Μαρσέλλου ανατοπογραφεί, εκσυγχρονίζοντας τη δράση του αυθεντικού μιούζικαλ τοποθετώντας το στο σήμερα, στην περιοχή των Εξαρχείων, ως τόπο όπου αντιεξουσιαστικές ομάδες συνευρίσκονται, αναπτύσσονται, χαράζουν δράσεις. Εδώ όπου, όπως αναγράφεται στο πρόγραμμα, «τα Εξάρχεια, ως χώρος αμφισβήτησης, νέων ιδεών και αγωνιστικότητας είναι το καταλληλότερο μέρος για να γεννηθεί ο επαναστάτης που θα θελήσει να αναμορφώσει τον κόσμο». Ίσως, τελικά, αυτός να είναι το μικρό αγόρι, πανομοιότυπα ντυμένο με τον Ιησού, που κυκλοφορεί ανά στιγμές ανάμεσα στις συγκρούσεις των νέων ή κάθεται μόνο μετά το πέρας τους. Μπροστά σε αυτό ο Ιούδας, στο τέλος, θα γονατίσει, προσφέροντάς του ένα κόκκινο άνθος.

Η σκηνική τοπογραφία της Μαίρης Τσαγκάρη αποτελεί μια χαρακτηριστική φέτα της αθηναϊκής συνοικίας όπου συγκεντρώνονται συνηθισμένοι νέοι με σύγχρονα ρούχα (της Παναγιώτας Κοκκορού) και κουρέματα όχι, ωστόσο, χωρίς σημαίνουσες λεπτομέρειες όπως, για παράδειγμα, η απλή μπλούζα του νεαρού που επάνω της γράφει «Generation Yuck Fou 1995» (αναγραμματισμός του Fuck You).  Μεταξύ τους ξεχωρίζει ο Ιησούς με λευκά παντελόνι-πουκάμισο, λευκό σακάκι-πανωφόρι και μπότες ως τα γόνατα. Αντιστοίχως, ο Ιούδας φοράει μαύρα ρούχα και μαύρο ναυτικό πανωφόρι με χρυσά κουμπιά, αντιθετικός συνδυασμός που μάλλον φαντάζει στερεότυπος.

Στον εκσυγχρονισμό συμβάλλουν βιντεο-εικόνες στο βάθος της σκηνής (του Κάρολου Πορφύρη) που εναλλάσσονται μεταξύ αφενός σκηνών με δράσεις σε  φυσικό αθηναϊκό χώρο των σκηνικών προσώπων και αφετέρου εικόνων από παγκόσμια γεγονότα -πολέμων και καταστροφών- των τελευταίων χρόνων. Θα εξαιρέσω από τις ενδιαφέρουσες προβολές που συνόδευαν την παράσταση κάποια «επεξηγηματικά» των λόγων στοιχεία όπως εκείνο το φωτεινό δάκτυλο που δείχνει κάποια στιγμή τον Ιούδα και γίνονται περιγραφικά και μάλλον περιττά.

Παρόλο που μια εντυπωσιακή τεράστια κυλιόμενη σιδηρο-κατασκευή θα χωροθετεί την εξουσία των Άννα και Καϊάφα, θα σταθώ στα ομιλούντα σκηνικά αντικείμενα που ορίζουν τους χώρους των νέων και όλα τους δηλώνουν εύγλωττα αυτό τον άλλο τόπο στον οποίο διαβιούν: στο παλιό παγκάκι, στους τοίχους με τα γκράφιτι και τα μηνύματα και, κυρίως, στη σύνθεση από στρογγυλά ή τετράγωνα τραπέζια καφενείου ή παλιά γραφεία που, τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο, θα δημιουργήσουν, εκ του προχείρου, το μακρύ τραπέζι του Μυστικού Δείπνου. Όπως θα έκανε μια παρέα που βρέθηκε να συντρώγει σε κάποιο ταβερνείο και ενώνει, για να χωρέσει, παράταιρα τραπέζια και καρέκλες.

Την αλλαγή τόπων εντός του σταθερού σκηνικού διευθετούν οι επιτυχείς φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα οι οποίοι αναδιαμορφώνουν τον χώρο, φωτίζουν σημεία, αναδεικνύουν λεπτομέρειες ή πρόσωπα, χρωματίζουν στιγμές. Εξάλλου, βίντεο και φωτιστικά εφέ θα δώσουν κάποιες στιγμές, την αναγκαία σε μιούζικαλ λάμψη.

                              

                             Ένα σύνολο ταλαντούχων ερμηνευτών

Σε αυτό τον χώρο, μια ομάδα ταλαντούχων νέων αγοριών και κοριτσιών, ηθοποιών-τραγουδιστών, οπαδών του Ιησού, θα χορέψουν, θα τραγουδήσουν τις γνωστές μελωδίες, θα αναπαραστήσουν σκηνές συμπλοκών και μάχης με  αστυνομικούς που εισβάλλουν στον χώρο τους σε χορογραφίες Άννας Αθανασιάδη και σε διδασκαλία σκηνικών μαχών του Νίκου Ιωαννίδη. Πολλά οφείλει η παράσταση σε αυτό το καλογυμνασμένο σύνολο είκοσι, περίπου, νέων καλλιτεχνών που εκπροσωπούν μια νέα γενιά πολλαπλά ικανών και σίγουρα ταλαντούχων παιδιών που μπορεί πλέον να επανδρώνει το δύσκολο είδος του μιούζικαλ στην Ελλάδα. Σε φωνητική διδασκαλία του Δημήτρη Μπουζάνη απέδωσαν φωνητικά πολλά τραγούδια από διαφορετικούς ρόλους πλαισιώνοντας αποτελεσματικά τα κεντρικά πρόσωπα και καταφέρνοντας να κάνουν αισθητή, εντός του συνόλου, ακόμη και την ατομική τους παρουσία. Η σκηνοθέτις φρόντισε ώστε όλοι να έχουν τη διακριτή στιγμή τους.

Ο Ησαΐας Ματιάμπα κρατάει τον ρόλο του Ιούδα και με αυθεντική ροκ φωνή δεσπόζει αναντίρρητα στη σκηνή παρόλο που προβλήματα ήχου στο πρώτο μέρος δεν άφηναν να ακουστούν καθαρά οι στίχοι του. Ωστόσο, ο γνωστός τραγουδιστής διαθέτει έντονη σκηνική παρουσία, εκφραστικότητα, κινησιακή ένταση και φωνή που δημιουργεί συγκινησιακή φόρτιση.

Αντίθετα, ο ανερχόμενος πρωταγωνιστικά σε μιούζικαλ Αιμιλιανός Σταματάκης στον ρόλο του Ιησού ενώ διαθέτει αναμφισβήτητα ωραία φωνή που κινείται σε πολλές τονικότητες, μοιάζει να αφοσιώνεται περισσότερο στην απόδοση του τραγουδιού και όχι στην εκφραστικότητα που απαιτεί ο ρόλος. Έτσι, δημιούργησε ένα μάλλον επίπεδο, χωρίς διακυμάνσεις πρόσωπο ακόμα και στις πλέον αντιπαραθετικές με τον Ιούδα σκηνές του ή εκείνες που βρίσκεται ενώπιον των κριτών του. Το μιούζικαλ δεν παύει να είναι θέατρο και ο νεαρός πρωταγωνιστής θα πρέπει να αναθερμάνει τη σχέση του με την υποκριτική την οποία εξάλλου κατέχει.

Η Αντιγόνη Ψυχράμη απέδωσε μια απόλυτα αισθαντική όσο και τρυφερή Μαρία Μαγδαληνή, εκφραστική, απόλυτα συμμετέχουσα,  με εξαιρετικές φωνητικές δυνατότητες ενώ τα σόλο τραγούδια της ήταν από τα καλύτερα της παράστασης.   

Κάτι ανάλογο θα υποστηρίξω για τον Κωνσταντίνο Φραντζή στον ρόλο του Σίμωνα του Ζηλωτή που γέμισε τη σκηνή στο σόλο τραγούδι του με την έντονη σκηνική παρουσία και υπέροχη φωνή του. Μαγκωμένος, αντίθετα, μου φάνηκε ο Μάριος Πετκίδης στον ρόλο του Πέτρου, ειδικά στη σύντομη στιχομυθία του με την Ψυχράμη.

Κύριος της σκηνής με την υπέροχη φωνή του αλλά και την όλη στάση του ο Βασίλης Αξιώτης στον ρόλο του Πιλάτου, ήταν από τις παρουσίες που ήθελες να παραμείνουν επί σκηνής. Ευτυχή, άλλωστε,  θα χαρακτήριζα και την ενδυματολογία του όπως και εκείνη της τετράδας της Εξουσίας με τα κοστούμια με πειραγμένες λεπτομέρειες όπως οι αλυσίδες ή τα τεράστια κολλαρισμένα γυρισμένα μανίκια τους: μια τετράδα όπου υποκριτικά ήταν απολαυστικός ο παιγνιώδης Στέλιος Κέλλερης στον ρόλο του Άννα απέναντι στον επιβλητικό βαρύτονο του Γιώργου Ζαχαρόπουλου ως Καϊάφα αλλά και τους συνοδούς τους, ωραίους νέους τραγουδιστές Γιώργο Γιαννίμπα και Απόστολο Κίτσο που συμμετείχαν -με ταχύτατη εναλλαγή κοστουμιών- και στο σύνολο των οπαδών του Ιησού.  

                                                   Τηλεοπτικό σόου

Το σκηνικό αλλάζει όταν ο Ιησούς μεταφερθεί στον Ηρώδη του οποίου ο χώρος έχει μετατραπεί σε τηλεοπτικό πλατώ με δημοσιογράφους να παίρνουν συνεντεύξεις, κάμερες να καταγράφουν σκηνές και όπου πέρα από τη φωτεινή μαρκίζα, αγόρια και κορίτσια με λαμέ και στρας πλαισιώνουν τον οικοδεσπότη Ηρώδη – Νίκο Μουτσινά, σε μια λογική μάλλον ξένη προς τα σύγχρονα τηλεοπτικά σόου, παραπέμποντας στην κιτς λογική που επικρατούσε στα «Bravo» της Ρούλας Κορομηλά. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ο Μουτσινάς, ντυμένος στα χρυσά λαμέ,  έμοιαζε πλέον να υποδύεται όχι κάποιον ρόλο αλλά τον εαυτό του. Παρόλο που καταλαβαίνω τη λογική της συγκεκριμένης σκηνής, δεν θα πω ότι με ενθουσίασε καθώς με έβγαλε απότομα από μια περισσότερο εσωτερική κατάσταση.

Τεχνικά έξυπνη η δημιουργία του σιδερένιου σταυρού με τους προβολείς αλλά ακολούθησε κι αυτή τη λογική του προηγηθέντος σόου παραπέμποντας φυσικά στη σύγχρονη διάσταση που έχει πάρει για τον χριστιανό η Σταύρωση ˙ παρόλα αυτά, θα επιμείνω στο υπερβολικά κιτς που θα αντιστοιχούσε πλήρως σε αμερικανικό κοινό -όχι όμως και στο ελληνικό του οποίου το κιτς τείνει περισσότερο στο ξαναζεσταμένο παραδοσιακό παρά στο γκλάμουρ (αυτό έχει κατακλύσει τα Χριστούγεννα προς το παρόν, όχι το Πάσχα).

Ως σαρκαστικό σχόλιο με γεύση ειρωνείας είδα, τέλος, την, ούτως ή άλλως,  δραματουργικά αμήχανη επάνοδο του αυτόχειρα Ιούδα, εδώ με μαύρα φτερά πλαισιωμένου από λευκοντυμένες κοπέλες-αγγελάκια, εικόνα που όμως περνά σε δεύτερο πλάνο καθώς ακούγεται το συγκλονιστικό ομότιτλο του έργου τραγούδι που, σε κάποιους τουλάχιστον, δημιουργεί ακόμη ρίγη συγκίνησης. Και θα ομολογήσω ότι συχνά η παράσταση, παρά τη σκληρότερα ροκ ενορχήστρωση της μουσικής της (μουσική διεύθυνση-διδασκαλία ορχήστρας: Ηλίας Καλούδης), είχε σκηνές που προκαλούσαν αθέλητη συγκίνηση – για μια εποχή που χάθηκε, για μια επαναστατική αθωότητα που ακόμη υπάρχει στις καρδιές των νέων αλλά ευτελίζεται όπως όλα στη σημερινή αναξιόπιστη και εχθρά αξιών εποχή.

Ευτέλεια που πρώτιστα εκφράζεται από εκείνους των παραθρησκευτικών και άλλων οργανώσεων που συγκεντρώνονταν έξω από το θέατρο Ακροπόλ εκφοβίζοντας τους υποψήφιους θεατές και χαρακτηρίζοντας βλάσφημη την παράσταση -που ως συνήθως δεν είχαν δει- αγνοώντας φυσικά ότι αν θα μπορούσε να περάσει σήμερα ένα ουσιαστικά χριστιανικό μήνυμα που μιλά στον σύγχρονο νέο είναι μόνο μέσω τέτοιων προσεγγίσεων. Και είναι αλήθεια ότι η Θέμις  Μαρσέλλου χειρίστηκε τη δική της παράσταση χωρίς προκλητικές υπερβολές, με καλλιτεχνική ευαισθησία και σεβασμό στην ιστορία του το κλασικό πλέον έργο. Άλλο αν βρέθηκε απέναντι σε φαινόμενα νεο-σκοταδισμού και θεοκρατίας που απαιτούν την άμεση επαγρύπνηση όλων.  

Οι φωτογραφίες από την παράσταση είναι του Κώστα Ζουρνά.

* Καθηγητής Σημειωτικής του Θεάτρου και Θεωρίας της Επιτέλεσης το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών

Απόψεις