Το νέο σύστημα ηλεκτρονικής αξιολόγησης δημόσιων υπηρεσιών από τους πολίτες παρουσιάστηκε σε διυπουργική σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη. Μιας «αξιολόγησης» που δεν είναι απλώς μια… τεχνική διαδικασία, όπως θέλει η κυβέρνηση να μας πείσει, αλλά εντάσσεται πλήρως σε μια νεοφιλελεύθερη στρατηγική αποδόμησης του δημόσιου χώρου και τη διαμόρφωσης ενός κράτους ακόμη πιο φιλικό στις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων και ακόμη πιο εχθρικό στις λαϊκές ανάγκες
«Είναι πραγματικά ξεχωριστή η σημερινή μας συνάντηση, καθώς ουσιαστικά αφορά κάτι το οποίο γίνεται για πρώτη φορά στη χώρα. Σχεδόν πέντε εκατομμύρια πολίτες έχουν τη δυνατότητα να βαθμολογούν οι ίδιοι τις δημόσιες υπηρεσίες, έχοντας πια τον πρώτο λόγο, με στόχο ένα κράτος το οποίο να είναι πιο αποτελεσματικό και πιο φιλικό. Έτσι μπορούν να στείλουν το δικό τους μήνυμα για όσα απασχολούν την καθημερινότητά τους, από τον ΕΦΚΑ, το Κτηματολόγιο, την ΑΑΔΕ, τις δημόσιες συγκοινωνίες, αλλά και την κατάσταση που επικρατεί στις γειτονιές, στα σχολεία, την καθαριότητα, τον ηλεκτροφωτισμό και πολλά ακόμα», δήλωσε ο πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια της παρουσίασης.
Πρόκειται για μια ακόμη πολιτική αθλιότητα από πλευρά κυβέρνησης. Όπου βάζει εργαζόμενους να… αξιολογούν εργαζόμενους, στο πρότυπο των ιδιωτικών εταιρειών παροχής υπηρεσιών (π.χ. κινητής τηλεφωνίας, ενέργειας κ.λπ.).
Σύμφωνα με τις εξαγγελίες, το ερωτηματολόγιο θα αποτελείται από περίπου 50 ερωτήσεις και θα καλύπτει περίπου 45 υπηρεσίες και φορείς. Οι συμμετέχοντες θα βαθμολογούν τις υπηρεσίες από 1, το χαμηλότερο, έως 10. Εκτός του ερωτηματολογίου βρίσκονται οι δομές δημόσιας υγείας, για τις οποίες βρίσκεται σε φάση υλοποίησης μία ξεχωριστή μέθοδος αξιολόγησης. Το ερωτηματολόγιο για τη μέτρηση της ικανοποίησης των πολιτών προγραμματίζεται να στέλνεται μία φορά ανά εξάμηνο, κάθε άνοιξη και κάθε φθινόπωρο.
Τα ψεύδη της κυβέρνησης
1. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η αξιολόγηση των δημόσιων υπηρεσιών είναι αναγκαία για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της εξυπηρέτησης του πολίτη. Ωστόσο, η αφήγηση αυτή αποκρύπτει τον βαθιά ιδεολογικό χαρακτήρα της λεγόμενης «αξιολόγησης», η οποία λειτουργεί ως εργαλείο επιβολής πειθαρχίας και προώθησης των ιδιωτικοποιήσεων. Δεν είναι μια ουδέτερη διαδικασία βελτίωσης, αλλά ένα μέσο ταξικής αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα. Αντί να ενισχυθεί ο ρόλος του δημοσίου υπέρ της κοινωνικής πλειοψηφίας, η «αξιολόγηση» συχνά μετατρέπεται σε μηχανισμό απαξίωσης και συρρίκνωσης υπηρεσιών, ιδιαίτερα σε υγεία, παιδεία και πρόνοια, προκειμένου να ανοιχτεί πεδίο κερδοφορίας για ιδιωτικά συμφέροντα.
2. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η αξιολόγηση εφαρμόζεται με αντικειμενικά, διαφανή και αξιοκρατικά κριτήρια. Στην πραγματικότητα, τα κριτήρια αξιολόγησης καθορίζονται μονομερώς, χωρίς ουσιαστική συμμετοχή των εργαζομένων ή συλλογικών οργάνων, ενώ συχνά βασίζονται σε μετρήσιμους δείκτες «παραγωγικότητας» που δεν λαμβάνουν υπόψη την κοινωνική χρησιμότητα του έργου. Για παράδειγμα, ένας κοινωνικός λειτουργός που εργάζεται με ευάλωτες ομάδες δεν μπορεί να «μετρηθεί» με τον ίδιο τρόπο όπως ένας υπάλληλος εξυπηρέτησης. Η αξιολόγηση αποκτά έτσι χαρακτηριστικά αυταρχικής επιτήρησης και ανταγωνισμού μεταξύ συναδέλφων, ενισχύοντας την εργασιακή ανασφάλεια και την υποταγή σε ποσοτικούς στόχους που δεν εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.
3. Κατά την κυβέρνηση, η αξιολόγηση προωθεί την επιβράβευση των ικανών και την αναβάθμιση των υπηρεσιών. Όμως στην πράξη, η λεγόμενη επιβράβευση μεταφράζεται σε συστήματα μισθολογικής διαφοροποίησης, που επιτείνουν τις ανισότητες και ενθαρρύνουν την ατομική ιδιοτέλεια εις βάρος της συλλογικής ευθύνης. Αντί να ενισχυθεί η συνεργατικότητα και η δημόσια λογική, προωθείται ένα μοντέλο «αρίστων» και «αποτυχημένων» με ταξικά και πολιτικά φίλτρα. Η αξιολόγηση, όπως εφαρμόζεται, δεν είναι κίνητρο βελτίωσης, αλλά μοχλός αναδιάρθρωσης της δημόσιας διοίκησης σε καθεστώς αγοράς.
4. Τέλος, η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι η αξιολόγηση δεν συνδέεται με απολύσεις ή ιδιωτικοποιήσεις. Η εμπειρία όμως δείχνει το αντίθετο: αξιολογήσεις έχουν χρησιμοποιηθεί ιστορικά για να δικαιολογήσουν λουκέτα σε δομές, απολύσεις προσωπικού ή την ανάθεση υπηρεσιών σε εργολάβους. Πίσω από το προσωπείο της «βελτίωσης» κρύβεται η στρατηγική διάλυσης των όποιων υπολειμμάτων κοινωνικού κράτους.