Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

4 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1936
Η μεταξική δικτατορία και ο πολιτικός κόσμος της εποχής

Ο Γκαίμπελς, υπουργός Προπαγάνδας του Χίτλερ, δίπλα στον Μεταξά, όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα, μετά από πρόσκληση του δικτάτορα. Η παραίνεσή..

Ο Γκαίμπελς, υπουργός Προπαγάνδας του Χίτλερ, δίπλα στον Μεταξά, όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα, μετά από πρόσκληση του δικτάτορα. Η παραίνεσή του προς τα Σώματα Ασφαλείας, ήταν μονολεκτική: «Βασανήστε…»
Οταν στις 5 Μάρτη του 1936 ο βασιλιάς Γεώργιος έκανε τον Ι. Μεταξά υπουργό Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Δεμερτζή, πολλοί ήταν αυτοί που νόμισαν- κι ακόμη περισσότεροι αυτοί που διέδωσαν- πως ο μονάρχης παρενέβαινε δυναμικά για να αποφύγει μια δικτατορία. Φαινομενικά έτσι είχαν τα πράγματα, αφού το πρωί της ίδιας ημέρας- και φυσικά πριν υπουργοποιηθεί ο Μεταξάς- πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Στρατιωτικών σύσκεψη της ανώτατης ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας με θέμα την κήρυξη δικτατορίας. Μάλιστα μετά τη σύσκεψη ο, μέχρι εκείνη τη στιγμή, υπουργός Στρατιωτικών, Αλ. Παπάγος, πήγε στα ανάκτορα και ζήτησε από το βασιλιά να παύσει την κυβέρνηση Δεμερτζή και να ορίσει νέα, εξωκοινοβουλευτική, της εμπιστοσύνης των ανακτόρων και των Ενόπλων Δυνάμεων1.
  Ακόμη κι αυτός ο Ε. Βενιζέλος φαίνεται να παρασύρθηκε από εκείνες τις εξελίξεις και σε επιστολή που έστειλε από το Παρίσι στο φίλο του Λουκά Ρούφο, στις 9/3/1936, σχολίαζε ως εξής την υπουργοποίηση του Μεταξά: «Δεν είναι ανάγκη να σου είπω πόσον ζωηρά είναι η χαρά μου, διότι ο Βασιλεύς απεφάσισε να πατάξη επί τέλους τας διηνεκείς επεμβάσεις των στρατιωτικών παραγόντων, απομακρύνας από την κυβέρνησιν, μετά την τελευταίαν αυθάδειάν των, τον Παπάγον και Πλατήν, και αναθέσας το υπουργείον των Στρατιωτικών εις τον Μεταξάν. Με την ενέργειάν του αυτήν ο βασιλεύς απέκτησε πάλιν ακέραιον το κύρος του, τόσον απαραίτητον διά την αποκατάστασιν της ψυχικής ενότητος του ελληνικού λαού και την οριστικήν επάνοδον της Χώρας εις κανονικόν πολιτικόν βίον… Από μέσα από την καρδιά μου αναφωνώ: Ζήτω ο Βασιλεύς!»2.  
Η φασιστικοποίηση της νεολαίας ήταν μια από τις κύριες επιδιώξεις της Μεταξικής δικτατορίας
Εντελώς διαφορετικά σχολίασε την υπουργοποίηση του Μεταξά ο «Ριζοσπάστης» ο οποίος έγραφε3: «Η παρουσία του Μεταξά στο υπουργείο Στρατιωτικών, όχι μόνο δεν αποτελεί καμιά εγγύηση για το λαό, αλλά αντίθετα αποτελεί πρόκληση κατά των εργαζομένων. Ο Μεταξάς είναι ο πιο ραφιναρισμένος φασίστας με καθαρά χιτλερικό, φασιστικό πρόγραμμα. Δεν είναι ανάγκη ν’ αναφέρουμε τις αλλεπάλληλες δηλώσεις του και τις ενέργειές του, που απέβλεπαν πάντα σε μια προσωπική δικτατορία. Η εγκαθίδρυσή του σήμερα στο υπουργείο Στρατιωτικών, δείχνει μια ανακατάταξη δυνάμεων μέσα στους στρατιωτικούς – δικτατορικούς κύκλους και μια προσπάθεια της μοναρχίας συγκέντρωσης όλων των αυλόδουλων στρατοκρατικών δυνάμεων για εγκαθίδρυση μιας βασιλικής δικτατορίας, δεδομένου πως τόσο ο ίδιος ο Μεταξάς, όσο και οι στρατιωτικοί πάνω στους οποίους στηρίχθηκε είναι της απολύτου εμπιστοσύνης του Βασιλιά».  Η ακρίβεια με την οποία η εφημερίδα του ΚΚΕ εκτίμησε τα γεγονότα και πρόβλεψε όσα θα επακολουθούσαν είναι ομολογουμένως καταπληκτική. Δυο, περίπου, μήνες αργότερα, στις 27 Απρίλη 1936 ο Μεταξάς αντικατέστησε τον αποθανόντα Δεμερτζή στη θέση του πρωθυπουργού και η κυβέρνηση που σχημάτισε πήρε την ψήφο εμπιστοσύνης όλου, σχεδόν, του αστικού πολιτικού κόσμου. Στη συνέχεια, για την ακρίβεια τρεις μέρες μετά την ψήφο εμπιστοσύνης, η Βουλή διέκοψε τις εργασίες της μέχρι το τέλος Σεπτέμβρη, αφού προηγουμένως έδωσε στη μεταξική κυβέρνηση το δικαίωμα να εκδίδει διατάγματα. Ετσι εγκαθιδρύθηκε στη χώρα ένα ιδιότυπο καθεστώς που αργότερα πολύ εύστοχα ονομάστηκε «καθεστώς της 3 1/2 Αυγούστου»4. Η ολοκλήρωση την πορείας προς τη φασιστική δικτατορία ήρθε στις 4 Αυγούστου του 1936, όταν στις 8 το βράδυ ο Μεταξάς, έχοντας πλήρη κάλυψη από τα ανάκτορα, συγκάλεσε υπουργικό συμβούλιο και ζήτησε από τους υπουργούς του να υπογράψουν δύο διατάγματα, όπου με το πρώτο αναστελλόταν η ισχύς βασικών άρθρων του Συντάγματος και με το δεύτερο διαλυόταν η Βουλή. Ως βασική αιτία για την επιβολή της δικτατορίας προβαλλόταν ο λεγόμενος κομμουνιστικός κίνδυνος. Το γνωστό δηλαδή άλλοθι που χρησιμοποιεί η άρχουσα τάξη για κάθε είδους περιστολή των λαϊκών ελευθεριών, όταν αυτό επιτάσσουν τα συμφέροντά της.
Η δικτατορία και τα αστικά κόμματα
 
Ο Μεταξάς εν μέσω υποτακτικών του που χαιρετάνε φασιστικά
Η επιβολή της Μεταξικής δικτατορίας ασφαλώς δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Η άρχουσα τάξη της χώρας και ο αγγλικός ιμπεριαλισμός, που είχε τον πρώτο λόγο στις ελληνικές υποθέσεις, προετοιμάζονταν χρόνια για μια τέτοια εξέλιξη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο μόνιμος Βρετανός υφυπουργός, Ρ. Βάνσιτταρτ, έγραφε σε υπόμνημά του6 το Μάη του 1937 ότι το καθεστώς Μεταξά σε σχέση με την Αγγλία ήταν «πολύ πιο συνεννοήσιμο από πολλά από τα προϋπάρχοντα καθεστώτα». Κι ούτε είναι χωρίς σημασία το γεγονός ότι ο Μεταξάς συγκέντρωσε πολύ εύκολα τις εξουσίες που του χρειάζονταν για να κάνει τη δικτατορία, έχοντας τη σκανδαλώδη στήριξη ή ανοχή του αστικού πολιτικού κόσμου.  Πρέπει επίσης να προστεθεί ότι ο δικτάτορας είχε φροντίσει πολύ έγκαιρα να κάνει γνωστές τις προθέσεις του. Για παράδειγμα, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή»7, το Γενάρη του 1934, είχε, μεταξύ άλλων, υπογραμμίσει: «Το κοινοβουλευτικόν σύστημα είναι εν απολύτω αδυναμία να ανταποκριθή εις τα νέα προβλήματα, τα οποία εδημιούργησεν η ζωή των λαών… το πρόβλημα δεν είναι πώς θα μείνωμεν εις τον κοινοβουλευτισμόν, αλλά διά ποίας θύρας θα εξέλθωμεν εξ αυτού. Διά της θύρας του κομμουνισμού ή διά της θύρας του εθνικού κράτους». Αλλά δεν ήταν μόνο ο Μεταξάς που έθετε στην ημερήσια διάταξη τη δικτατορία. Με το ενδεχόμενο της δικτατορίας ερωτοτροπούσαν όλοι οι κορυφαίοι αστοί πολιτικοί της εποχής, ενώ άλλοι βοηθούσαν αντικειμενικά στην επιβολή της, ανεξαρτήτως αν το αντιλαμβάνονταν. Τα πιο ακραιφνή φιλοδικτατορικά στοιχεία συγκεντρώνονταν στο χώρο της λεγόμενης Δεξιάς, η δράση της οποίας άλλωστε υπονόμευε ανοικτά την προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία του 1924 και πρωταγωνιστούσε στην παλινόρθωση της μοναρχίας, πράγμα που έγινε με το δημοψήφισμα της βίας και νοθείας της 3ης Νοέμβρη του 1935. Το γεγονός αυτό, η επιστροφή της μοναρχίας δηλαδή, αποτέλεσε την αντίστροφη μέτρηση προς την 4η Αυγούστου, αλλά και την αναγκαία προϋπόθεση γι’ αυτήν. Η εξ αντικειμένου ευνοϊκή, για την επιβολή της δικτατορίας, δράση της λεγόμενης δεξιάς δε σημαίνει πως τα κόμματα του Κέντρου – με κορυφαίο το κόμμα των Φιλελευθέρων, του Ελ. Βενιζέλου – πήγαιναν πίσω. Απ’ αυτό το χώρο, άλλωστε, ξεκίνησαν δύο αποτυχημένα στρατιωτικά κινήματα για την κατάληψη της εξουσίας. Το πρώτο, ήταν ένα πραξικόπημα – οπερέτα, με επικεφαλής τον Πλαστήρα, που εκδηλώθηκε στις 6 Μάρτη του ’33 (μια μέρα μετά τις εκλογές) και κράτησε λίγες ώρες. Το δεύτερο είναι το γνωστό Βενιζελο-πλαστηρικό κίνημα της 1ης Μάρτη του ’35, που έστω κι αν είχε στις γραμμές του πολλούς δημοκρατικούς αξιωματικούς, είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως άνοιξε το δρόμο στην αντίδραση για να προωθήσει από καλύτερες θέσεις τα αντιδημοκρατικά της σχέδια.
Η δικτατορία και οι κορυφαίοι αστοί πολιτικοί
Πέρα από το ρόλο που έπαιξαν τα αστικά κόμματα στην προετοιμασία της Μεταξικής δικτατορίας, εξίσου αξιοσημείωτος και αξιοπρόσεκτος είναι ο αντίστοιχος ρόλος κορυφαίων αστών πολιτικών ηγετών εκείνης της εποχής. Ο Ελ. Βενιζέλος, για παράδειγμα, μιλώντας από το βήμα της Βουλής στις 15/3/1933 αποκάλυπτε πως είχε μια συνομιλία με τον Πλαστήρα, λίγο πριν αυτός κάνει το γνωστό κίνημα, όπου συμφώνησαν ότι θα ήταν καλή για την Ελλάδα μια δικτατορία. Η μόνη διαφωνία τους ήταν στο γεγονός ότι ο Βενιζέλος δε θεωρούσε τον Πλαστήρα ικανό να παίξει το ρόλο του Μουσολίνι την Ελλάδας. «Διά να υπάρξη μία τοιαύτη δικτατορία – ισχυρίστηκε ο Βενιζέλος ότι είπε στον Πλαστήρα – πρέπει να υπάρξη δικτάτωρ, και τέτοιο δικτάτορα εγώ δεν τον βλέπω. Εγώ νομίζω αγαπητέ φίλε στρατηγέ Πλαστήρα ότι δεν είσαι ικανός να κάνεις τον δικτάτορα ως ο Μουσολίνι»8. Επίσης, όπως προκύπτει από δικές του επιστολές το Φλεβάρη του ’35, ο Βενιζέλος έκρινε ως αναγκαία – με περιορισμένη, όμως χρονική διάρκεια – την επιβολή δικτατορίας στη χώρα9. Ο Πλαστήρας , με τη σειρά του ήταν κατ’ απόλυτο τρόπο οπαδός μια δικτατορικής λύσης στο ελληνικό πολιτικό πρόβλημα. Πρωταγωνίστησε, άλλωστε, στα δύο στρατιωτικά κινήματα που προαναφέραμε. Ακόμη, πριν ο Μεταξάς εγκαθιδρύσει τη δικτατορία του, ο Πλαστήρας με δηλώσεις του, στις 29/6/1936, φρόντισε να ταχθεί αλληλέγγυος, λέγοντας ανάμεσα στα άλλα10: «Πρόκειται συγκεκριμένως περί των κατά τας ημέρας αυτάς διαδόσεων προς εγκαθίδρυσιν δικτατορίας εκ μέρους των κυβερνώντων σήμερον. Θα ήτο τη αληθεία ευχής έργον, εάν ήτο δυνατόν να πραγματοποιηθή η ιδέα αύτη το ταχύτερον, διότι προσωπικώς πιστεύω, όπως πάντα και τώρα, ότι μόνον μία ηθική και αφατρίαστος δικτατορία είναι δυνατόν να σώση την χώραν από την πλήρη αποσύνθεσιν». Ο Θ. Σοφούλης , ως επικεφαλής του κόμματος των Φιλελευθέρων είχε υπογράψει με το Παλλαϊκό Μέτωπο (ΚΚΕ-αγροτιστές), στις 19/2/1936, σύμφωνο συνεργασίας (γνωστό ως σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα) από το οποίο στη συνέχεια υπαναχώρησε υποστηρίζοντας μαζί με το κόμμα του και το δεξιό Λαϊκό Κόμμα τη λύση Δεμερτζή, την κυβέρνηση Μεταξά και το καθεστώς της «3 1/2 Αυγούστου». Ακόμη, λίγο πριν την επιβολή της δικτατορίας με δηλώσεις του, φρόντιζε να αποπροσανατολίζει το λαό, διαβεβαιώνοντας ότι κίνδυνος για τους «ελεύθερους κοινοβουλευτικούς θεσμούς» δεν υπήρχε11. Ο Σοφοκλής Βενιζέλος – γιος του Ελ. Βενιζέλου και διάδοχος του πατέρα του στο κόμμα των Φιλελευθέρων – όπως ο ίδιος αποκάλυψε δημόσια στα 193912 είχε συζητήσει και είχε συμφωνήσει με το Μεταξά για την επιβολή της δικτατορίας, προβάλλοντας κάποιους όρους δευτερεύουσας σημασίας. Τέλος, ο Γ. Παπανδρέου και ο Α. Παπαναστασίου λίγο πριν ο Μεταξάς πραγματοποιήσει τα σχέδιά του – κι ενώ ο κίνδυνος ήταν κάτι παραπάνω από φανερός – αρθρογραφούσαν κατά του ΚΚΕ13. Για τον Γ. Παπανδρέου μάλιστα αξίζει να προσθέσουμε και τούτο. Το Φλεβάρη του 1935 με άρθρο του στην εφημερίδα «ΕΘΝΟΣ» υποστήριξε τα εξής για το θέμα της δικτατορίας14: «η δικτατορία ως προσωρινόν μέτρον προς αντιμετώπισιν εξαιρετικών εθνικών περιστάσεων, το οποίον συμπαρέρχεται μαζί με τας εξαιρετικάς αυτάς περιστάσεις, ως υπαγόρευσις και υπέρτατος νόμος εθνικής σωτηρίας, δεν ημπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτισιν». Τη δικτατορία ως αναγκαιότητα προέβαλε και ο αστικός Τύπος. Πρωταγωνιστές η «Καθημερινή» του Γ. Βλάχου, που το έγραφε ανοικτά στις σελίδες της, και το «Βήμα» του Λαμπράκη που υποστήριξε το Μεταξά στην πορεία του προς την εξουσία, με αξιοζήλευτη συνέπεια.
Το ΚΚΕ στην πάλη κατά του φασισμού και της δικτατορίας
Το ΚΚΕ ήταν το μοναδικό πολιτικό κόμμα που με συνέπεια πάλεψε κατά του φασισμού και της επερχόμενης δικτατορίας. Εγκαιρα είχε προειδοποιήσει για τους κινδύνους και είχε απευθύνει προσκλητήριο αντιφασιστικής συσπείρωσης και πάλης. Η αντιφασιστική πάλη του Κόμματος σ’ όλο το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’30 – και πριν την 4η Αυγούστου του ’36 – ασφαλώς δεν είναι δυνατόν να παρουσιαστεί εδώ. Ενας όμως σημαντικός σταθμός αυτού του αγώνα, που πρέπει να τον αναφέρουμε, είναι το πολυσυζητημένο σύμφωνο Σκλάβαινα – Σοφούλη15. Συγκεκριμένα το Γενάρη του ’36 το ΚΚΕ συγκρότησε με το Αγροτικό Κόμμα (παράταξη Βογιατζη) το συνασπισμό του Παλλαϊκού Μετώπου, ο οποίος σημείωσε επιτυχία στις εκλογές που έγιναν στις 26 του ιδίου μήνα. Οι εκλογές εκείνες δεν έδωσαν αυτοδύναμη κυβέρνηση, αλλά το Παλλαϊκό Μέτωπο δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Στις 19/2 ήρθε σε συμφωνία με το κόμμα των Φιλελευθέρων του Θ. Σοφούλη και ανέλαβε την υποχρέωση να ψηφίσει τους Φιλελεύθερους για προεδρείο της Βουλής, καθώς και να δώσει ψήφο ανοχής σε κυβέρνηση που θα συγκροτούσε αυτό το κόμμα, στη βάση ενός μίνιμουμ δημοκρατικού, φιλολαϊκού, αντιφασιστικού προγράμματος. Το σύμφωνο αυτό – εκτός από την περίπτωση της εκλογής του προεδρείου της Βουλής – δεν εφαρμόστηκε ποτέ, με ευθύνη του κόμματος των Φιλελευθέρων, γιατί οι τελευταίοι, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, προτίμησαν να ανοίξουν το δρόμο στον Μεταξά. Μόνο το ΚΚΕ και οι σύμμαχοι του αντιτάχθηκαν στην προσπάθεια της ντόπιας ολιγαρχίας και του ξένου παράγοντα να συγκεντρώσει ο Μεταξάς στα χέρια του όλες τις εξουσίες που χρειαζόταν ώστε να πραγματοποιήσει με επιτυχία τη δικτατορία. Γι’ αυτό και δεν είναι καθόλου παράξενο που το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, από την επομένη της εγκαθίδρυσής του, ξεκίνησε έναν απηνή διωγμό κατά των κομμουνιστών έχοντας ως κύριο στόχο του να εξαφανίσει από προσώπου Γης το κόμμα τους. Σπ. Λιναρδάτου: «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Θεμέλιο» 1965, σελ. 178 «Ελεύθερο Βήμα» 18/3/1936 «Ριζοσπάστης» 6/3/1936 «Φοίβου Γρηγοριάδη»: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909 – 1940», εκδόσεις «Κ. Καπόπουλος», τόμος 4ος, σελ. 141 κ.ε. Βλέπε «Ημερολόγιο Ι. Μεταξά», εκδόσεις «Γκοβόστη», τόμος 4ος (7ος), σελ. 222 – 225 Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», εκδόσεις «Διογένης», σελ. 25 «Καθημερινή», 6/1/1934 Ν. Ψυρούκη: «Ο Φασισμός και η 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Επικαιρότητα», σελ. 62 και Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος» 1955, τόμος β’, σελ. 183 Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», τόμος β’, σελ. 290 10 Μ. Μαλαίνου: «Η 4η Αυγούστου», Αθήναι 1947, σελ. 86 11 Ν. Ψυρούκη: «Ο Φασισμός και η 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Επικαιρότητα», σελ. 73 12 Σπ. Λιναρδάτου, στο ίδιο, σελ. 233 – 236 13 Δ. Σάρλη: «Η πολιτική του ΚΚΕ κατά του μοναρχοφασισμού», Αθήνα 1975, σελ. 397 14 «ΕΘΝΟΣ» 9/2/1935 15 «Το ΚΚΕ – Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος Δ’ σελ. 342 – 343 Πηγή: Ριζοσπάστης 
 

Απόψεις