Η έναρξη της κατοχής – Τα πρώτα θύματα
Τι δουλιά είχε ο ελληνικός στρατός στη Σμύρνη;
Εδώ και 85 χρόνια ως επίσημη δικαιολογία για την απόβαση ελληνικών δυνάμεων στη Σμύρνη προβάλλεται η παρουσία στα παράλια της Μικράς Ασίας ισχυρού ελληνικού μειονοτικού στοιχείου. Η απόβαση, αλλά και η όλημικρασιατική εκστρατεία εμφανίζεται με μανδύα εθνικό – απελευθερωτικό, με αποτέλεσμα να συγκαλύπτεται η ιστορική αλήθεια και να καθαγιάζεται μια στρατιωτική επιχείρηση που ξεκίνησε πάνω στην αντιδραστική βάση της υποδούλωσης ενός άλλου λαού για να καταλήξει στην καταστροφή και στον ξεριζωμό των ελληνικών πληθυσμών της περιοχής. Από τυπικής απόψεως τα ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στη Σμύρνη ύστερα από απόφαση του Ανωτάτου Συμμαχικού Συμβουλίου του Συνεδρίου των Παρισίων. Αλλά όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο Ν. Ψυρούκης15, «Η απόφαση για αποστολή ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία άνοιγε διάπλατα το δρόμο της τυχοδιωκτικής περιπέτειας και της καταστροφής… Η απόφαση είχε παρθεί πίσω από τις πλάτες της Ιταλίας και χωρίς καμία εγγύηση για τη μελλοντική στάση των ΗΠΑ και της Γαλλίας ή καλύτερα με τη βεβαιότητα ότι η στάση τους θα άλλαζε οπωσδήποτε και μάλιστα πολύ σύντομα».
Σε γενικές γραμμές η στάση των μεγάλων δυνάμεων της εποχής εκείνης – όπως συμβαίνει άλλωστε πάντοτε – καθοριζόταν από τα γενικότερα στρατηγικά τους συμφέροντα και την εκάστοτε συγκυρία που τα επηρέαζε. Ειδικότερα για το ζήτημα που εξετάζουμε είναι χαρακτηριστικά τα όσα γράφει στα απομνημονεύματά του ο Αλέξανδρος Μαζαράκης – Αινιάν. «Οταν απεφασίσθη -σημειώνει16– υπό των μεγάλων συμμάχων (Απρίλιος 1919) η αποστολή ελληνικού στρατού εις Σμύρνην, είχεν ήδη ως ελέχθη κατ’ αρχήν αποφασισθή η παραχώρησις εις την Ελλάδα της Δυτικής Μικράς Ασίας… Η πρώτη προσφορά της Δυτικής Μικράς Ασίας εγένετο υπό της Αγγλίας εις την Ελλάδα τον Ιανουάριον του 1915 διά να εξέλθη της ουδετερότητος. Ματαιωθείσης όμως ταύτης συνήψαν αι δυτικαί δυνάμεις τας προς τη Ρωσίαν και Ιταλίαν συμφωνίας του 1915 και του 1917 δι’ ων ανεγνωρίζετο εις αμφοτέρας παραχωρήσεις εις Μικράν Ασίαν, εις δεν την Ιταλίαν διά της τελευταίας συμφωνίας του Απριλίου 1917 παρεχωρείτο η Δυτική Μικρά Ασία μέχρι και της Σμύρνης συμπεριλαμβανομένης».
Ο κυνισμός των μεγάλων δυνάμεων να μοιράζουν δεξιά και αριστερά εδάφη που δεν τους ανήκαν αποκαλύπτεται περίφημα στα λόγια του Α. Μαζαράκη. Εντούτοις ο συγγραφέας κάνει λάθος όταν ισχυρίζεται ότι το 1919 είχε αποφασιστεί η παραχώρηση από μέρους τους της Δυτικής Μικράς Ασίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αντίθετες με τις ελληνικές διεκδικήσεις στη Μικρά Ασία, δεδομένου ότι στη σύγκρουσή τους με τους Αγγλογάλλους για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών της περιοχής είχαν συμφέρον να μη διαλυθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τη θέση τους αυτή την είχαν εκφράσει απερίφραστα με το γνωστό διάγγελμα των «14 σημείων» του Προέδρου Ουίλσον, όπου στο 12ο σημείο εκφραζόταν ρητή και κατηγορηματική άρνηση στο ενδεχόμενο διαμελισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Ιταλία, που κατείχε τα Δωδεκάνησα, είχε σαφείς βλέψεις στην περιοχή της Μικράς Ασίας, ανταγωνιζόταν ευθέως την Ελλάδα και το Μάρτη του 1919 δε δίστασε να κάνει απόβαση στην Αττάλεια σχεδιάζοντας να επεκτείνει ακόμη περισσότερο τις κτήσεις της. Την κατάσταση περιέπλεκε περισσότερο το γεγονός ότι «η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία είχαν υποσχεθεί την παραχώρηση των μικρασιατικών παράλιων εδαφών στην Ιταλία»17.
Πώς όμως φτάσαμε να ληφθεί απόφαση υπέρ της ελληνικής στρατιωτικής απόβασης στη Σμύρνη; Επρόκειτο για εκδήλωση εύνοιας προς την Ελλάδα από τις μεγάλες δυνάμεις; Γράφει ο πρέσβης Κ. Σακελλαρόπουλος18: «Η Απόφασις να ανατεθή εις ελληνικάς δυνάμεις η κατάληψις της Σμύρνης ελήφθη, όπως έχει εκτεθή, κατά τρόπον εντελώς αιφνίδιον, σχεδόν αιφνιδιαστικόν, εις μίαν στιγμήν κατά την οποίαν η συμπτωματική συνύπαρξις και αλληλεπίδρασις ωρισμένων συντελεστών έκαμε τη λύσιν αυτήν ανεκτήν, διά την έλλειψιν άλλης καλυτέρας. Μόνος ο Lloyd George, μεταξύ των συμμάχων, σχεδόν και μεταξύ των Αγγλων, θα ήτο ίσως κατ’ αρχήν διατεθειμένος να την εισηγηθή και την υποστηρίξη υπό οποιασδήποτε περιστάσεις. Αλλά ασφαλώς θα απετύγχανε να την επιβάλη αν οι Ιταλοί δεν είχον ήδη καταλάβει το νοτιοδυτικόν τμήμα της Μικράς Ασίας, αν ο κίνδυνος να επεκτείνουν την κατοχήν των και επί της Σμύρνης δεν εφαίνετο άμεσος, αν το ζήτημα του Φιούμε δεν είχε φέρει αυτούς εις πλήρη ρήξιν με τον πρόεδρον Wilson, και αν, εκ της αφορμής αυτής δεν είχον αποχωρήσει από τη διάσκεψιν. Εχρειάσθησαν όλα αυτά διά να δεχθή την πρόταση του Αγγλου πρωθυπουργού -ως κακόν μη χείρον παντός- και ο Wilson, αλλ’ ιδίως ο Clemenceau. Ούτε λοιπόν του ενός, ούτε του άλλου τη στάσιν ενέπνευσε εύνοιαν προς την Ελλάδα, της οποίας την εις Μικράν Ασίαν επέκτασιν εθεώρουν και οι δύο αντίθετον προς τους σκοπούς και τα συμφέροντά των».
Πέραν των όσων αναφέρει ο Σακελλαρόπουλος, που σχετίζονται κυρίως με την Ιταλία, την ελληνική στρατιωτική παρουσία στη Μικρά Ασία επέβαλλαν στις μεγάλες δυνάμεις και οι παρακάτω λόγοι: Η ανικανότητα της Τουρκίας, του σουλτάνου να επιβάλει τάξη στο εσωτερικό της χώρας και να καθυποτάξει το εθνικό επαναστατικό κίνημα, υποχρέωσε τις μεγάλες δυνάμεις να αναζητήσουν ένα ξένο αστυνόμο που θα έφερνε σε πέρας αυτή τη δουλιά, ούτως ώστε αυτές να μοιράσουν με την ησυχία τους την Εγγύς Ανατολή και ιδιαίτερα να κανονίσουν ποιος θα κυριαρχούσε στα πετρέλαια της Μοσούλης και της Μεσοποταμίας. Επίσης υπήρχε διαμάχη αναμεταξύ τους για τον έλεγχο των συγκοινωνιακών κόμβων, ενώ είχαν σοβαρές ανοικτές πληγές με το αντιαποικιακό κίνημα που φούντωνε στην Ανατολή και το εργατικό επαναστατικό κίνημα που τράνταζε την Ευρώπη με το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και το ξέσπασμα της Οκτωβριανής Επανάστασης19. Ο έλεγχος επομένως της Τουρκίας και ειδικότερα του εθνικοεπαναστατικού κινήματος, που γιγαντωνόταν στο εσωτερικό της, ήταν ζήτημα πρώτης προτεραιότητας για τα τότε ιμπεριαλιστικά κράτη. Το δύσκολο όμως γι’ αυτά ήταν να βρούνε ένα κράτος – χωροφύλακα που θα ήταν κοινής εμπιστοσύνης. Ετσι φτάσαμε στην επιλογή της Ελλάδας, την οποία για μια στιγμή η συγκυρία το έφερε να την ανεχτούν ή να την αποδεχτούν ως χωροφύλακα στη Μικρά Ασία όλες οι μεγάλες δυνάμεις.
Οι Εγγλέζοι, που ήσαν και οι υπέρμαχοι της ελληνικής στρατιωτικής παρουσίας στη Μικρά Ασία, κράτησαν αυτή τη στάση διότι αναφορικά με τη διαφύλαξη των συμφερόντων τους στην περιοχή, εμπιστεύονταν περισσότερο την Ελλάδα παρά στην Ιταλία που ήταν μια χώρα με αποικιακές κτήσεις και ιμπεριαλιστική συμπεριφορά. Γράφει ο καθηγητής Κ. Σβολόπουλος20: «Η βρετανική πλευρά, και ειδικότερα ο πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ, υιοθετούσε την άποψη ότι η καλύτερη εξυπηρέτηση των επιδιώξεών του -πολιτικών, στρατηγικών και οικονομικών- στο χώρο της εγγύς ανατολής συνεχόταν με την ενίσχυση του ελληνικού παράγοντα».
Ο ίδιος ο Λόιντ Τζορτζ έλεγε χαρακτηριστικά21: «Οι Ελληνες… θα γίνουν οι πρώτοι φύλακες της μεγάλης οδού ήτις εξασφαλίζει την ενότητα της Συμπολιτείας».
Υπό τέτοιες συνθήκες φτάσαμε στη συνεδρίαση του Ανωτάτου συμμαχικού Συμβουλίου στις 23 Απρίλη/6 Μαΐου του 1919 -κι ενώ απουσίαζαν οι Ιταλοί αντιπρόσωποι- ο Λ. Τζορτζ πρότεινε την απόβαση ελληνικών δυνάμεων στη Σμύρνη. Επιφυλάξεις εξέφρασε μόνο ο Κλεμανσό εκ μέρους της Γαλλίας, αλλά στη συνέχεια δε χρειάστηκαν ούτε αυτές, δεδομένου ότι η Ιταλία και οι ΗΠΑ απέφυγαν να πάρουν αρνητική θέση στην αγγλική πρόταση22.
Αντί επιλόγου
Στην απόφαση για απόβαση του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία σημειωνόταν πως σκοπός ήταν να εμποδιστούν οι σφαγές σε βάρος των χριστιανών. Μια τέτοια επιχειρηματολογία -χώρια που οι σφαγές στο έλος δεν αποσοβήθηκαν- θυμίζει έντονα τις σημερινές στρατιωτικές επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών που βαφτίζονται «ειρηνευτικές αποστολές». Είναι φανερό πως το παρελθόν διδάσκει το μέλλον.
Ενα άλλο παραμύθι είναι ότι δήθεν ο ελληνικός στρατός πήγε και επιτέλεσε εκπολιτιστικό έργο στην περιοχή. Πρόκειται για προπαγανδιστικά τρυκ που πρόβαλε τότε η επίσημη προπαγάνδα του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών23 και που ορισμένοι δεν ντρέπονται να τα επαναλαμβάνουν ως τις μέρες μας. Εντούτοις η αλήθεια δεν μπορούσε να κρυφτεί ούτε τότε, ιδιαίτερα μάλιστα όταν οι επίσημες ελληνικές αρχές εκείνης της εποχής καλούνταν να δώσουν τα διαπιστευτήριά τους στους ισχυρούς του κόσμου. Σε ένα απολογιστικό προπαγανδιστικό έντυπο του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που απευθυνόταν προς τις μεγάλες δυνάμεις διαβάζουμε τα εξής αποκαλυπτικά24: «Η Ελληνική Διοίκησις Σμύρνης… ουδέν παρέλειψεν όπως παρέχη αμέριστον τη συνδρομήν και βοήθειάν της εις ό,τι αφορά της αποτελεσματικήν προστασίαν των ενταύθα ξένων συμφερόντων, έχουσα υπ’ όψιν ότι και ταύτα συντελούν μεγάλως εις την οικονομικήν παραγωγήν του τόπου τούτου και εμπράκτως ούτω αποδεικνύουσα ότι, ανεξαρτήτως του κυβερνώντος εκάστοτε κόμματος, εμφορείται πάντοτε υπό των αυτών διαθέσεων σεβασμού προς τα ξένα συμφέροντα και προστασίας αυτών, ου μόνον επί τω σκοπώ της εξασφαλίσεώς των, αλλά και αυτής της προαγωγής των». Περισσότερα σχόλια περιττεύουν…
Η ελληνική αστική τάξη ανέλαβε το ρίσκο τη μικρασιατικής εκστρατείας, χωρίς να αγνοεί τον τυχοδιωκτικό χαρακτήρα της επιχείρησης με σκοπό, υπηρετώντας τα σχέδια και τα συμφέροντα των ισχυρών -και κυρίως της Αγγλίας- να αποκομίσει κάποια οφέλη στο πλαίσιο του μεγαλοϊδεατισμού της. Το ότι γνώριζε τους κινδύνους βεβαιώνεται από πλήθος ιστορικών πηγών. Θα σταθούμε -κλείνοντας αυτό το σημείωμα- σε μία εξ αυτών. Στις 18 Ιανουαρίου του 1921 ο αρχηγός της Επιτελικής υπηρεσίας του Στρατού, στρατηγός Κ. Γουβέλης, σε υπόμνημά του προς την κυβέρνηση γράφει ανάμεσα σε άλλα25: «Η Μικρασιατική εκστρατεία, ως εξέθηκα υμίν, επ’ ουδενί λόγω έπρεπε να επιχειρηθή… Μόνον άφρων, θα ετόλμων να είπω, θα ήτο δυνατόν να συλλάβη τοιούτον σχέδιον πολιτικής και στρατιωτικής ενεργείας και να προβή εις εκτέλεσιν τοιαύτης παρατόλμου υπερποντίας εκστρατείας ριψοκινδύνου κι αμφιβόλου λίαν, τελικής και οριστικής επιτυχίας απαιτούσης δεν κολοσσιαίας θυσίας και δυσβάστακτα διά το Ελληνικόν κράτος και τον λαόν βάρη…». Και να σκεφθεί κανείς πως όλα αυτά γράφονται προτού φανεί στον ορίζοντα η Μικρασιατική καταστροφή..!
Το νεαρό τότε ΚΚΕ (ονομαζόταν ΣΕΚΕ), ήταν το μόνο κόμμα που αντιτάχθηκε στη Μικρασιατική εκστρατεία. Σε απόφαση του Εθνικού του Συμβουλίου για την «Εξωτερική πολιτική του Κόμματος», χαρακτηρίζει τις αποφάσεις της Διάσκεψης Ειρήνης του Παρισιού ως «βία κατά των λαών» και καταδικάζει τις προετοιμαζόμενες επεμβάσεις στην Τουρκία, σ’ αυτά τα πλαίσια έγινε η Μικρασιατική εκστρατεία, με βάση αυτή τη Διάσκεψη και τις Συνθήκες που ως τότε είχαν υπογραφεί, θεωρώντας ότι αποτελούν συνέχεια του Α’ Παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού Πολέμου, όπως πράγματι ήταν. «Το Συμβούλιον διαμαρτύρεται κατά της ειρήνης βίας που θέλουν να επιβάλουν εις τους υποφαινομένους λαούς… Απαιτεί από την κυβέρνησιν να έλθη εις σχέσεις με τας σοσιαλιστικάς χώρας. Στιγματίζει τας ιμπεριαλιστικάς αξιώσεις των δυνάμεων μικρών και μεγάλων…»26.
1. Η ημερομηνία είναι με το παλιό ημερολόγιο που ίσχυε τότε. Με το καινούργιο ημερολόγιο ήταν 14 Μαΐου
2. Μ. Ροδά: «Απομνημονεύματα – Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία –Μικρασιατική Καταστροφή», Αθήναι 1950, σελ. 60
3. «Το Αρχείον του Εθνομάρτυρος Σμύρνης Χρυσόστομου», εκδόσεις Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, τόμος Γ, σελ. 47-49
4. Κ. Σβολόπουλου: «Η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική 1900-1945», εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, σελ. 151
5. Μ. Ροδά, στο ίδιο, σελ. 61
6. Χρ. Σολομωνίδη: «Ο Σμύρνης Χρυσόστομος», εκδόσεις ΕΙΡΜΟΣ, σελ. 197-199
7. Φ. Κουντουριώτης: «Εξήντα χρόνια Δημοσιογραφία – Ενας κόσμος μια εποχή», Αθήνα 1975, σελ. 120
8. Σπ. Μαρκεζίνη: «Πολιτική ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος», εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ, τόμος 4ος, σελ. 286
9. Σπ. Μαρκεζίνη, στο ίδιο σελ. 287
10. Χρ. Αγγελομάτη: «Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας (το έπος της Μικράς Ασίας», εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, σελ. 47
11. Χρ. Αγγελομάτη, στο ίδιο, σελ. 50
12. «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού», ΓΕΣ/ΔΙΣ, 1998, σελ. 194
13. ΓΕΣ/ΔΙΣ: «Επίτομος Ιστορία Εκστρατείας Μικράς Ασίας 1919- 1922», Αθήναι 1967, σελ. 18.
14. ΓΕΣ/ΔΙΣ, στο ίδιο, σελ. 19
15. Ν. Ψυρούκη: «Η Μικρασιατική Καταστροφή», εκδόσεις Επικαιρότητα, σελ. 113
16. Αλέξανδρου Μαζαράκη – Αινιάνος: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις Ικαρος 1948, σελ. 257 και 260
17. ΓΕΣ/ΔΙΣ: «Η Ιστορία του Ελληνικού Στρατού», Αθήνα 1998, σελ. 193
18. Κ. Σακελλαρόπουλος: «Η Σκιά της Δύσεως», Αθήναι 1961, σελ. 85-86
19. Ν. Ψυρούκη, στο ίδιο, σελ. 111
20. Κ. Σβολόπουλου, στο ίδιο, σελ. 152
21. Γ. Κορδάτου: «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», εκδόσεις 20ός Αιώνας, τόμος XIII, σελ. 527
22. «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους», εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΕ’, σελ. 115
23. “Η Ελλάς εις τη Μικράν Ασίαν”, Αθήναι 1921, έκδοσις Γραφείου Τύπου Υπουργείου Εξωτερικών, τεύχος I σελ. 3 και τεύχος II, Αθήναι 1922, σελ. 3
24. «Η Ελλάς εις την Μικράν Ασίαν», τεύχος I, Αθήναι 1921, έκδοσις Γραφείου Τύπου Υπουργείου Εξωτερικών, σελ. 17
25. Ολόκληρο το υπόμνημα: Μ. Ροδά: «Απομνημονεύματα – Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία – Μικρασιατική Καταστροφή», Αθήναι 1950, σελ. 379-381
26. «Ριζοσπάστης», 30 του Μάη 1919.
* Το κείμενο αναδημοσιεύεται από το «Ριζοσπάστη» της 16 Μαίου 2004