Λέγαμε «Χαρίλαος» κι όλοι ξέραμε, κι όλοι ήξεραν για ποιόν μιλούσαμε. Γιατί οι ηγέτες, οι πραγματικοί ηγέτες, οι λαϊκοί ηγέτες, έτσι καταγράφονται στη ζωή, στην ιστορία.
Έτσι περνάνε από στόμα σε στόμα, έτσι περπατάνε ανάμεσα στους ανθρώπους, είτε συμφωνείς, είτε διαφωνείς μαζί τους: Με το μικρό τους όνομα.
Στο βιβλίο του Χρήστου Θεοχαράτου για τον Χαρίλαο Φλωράκη («ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΦΛΩΡΑΚΗΣ – Ο Λαϊκός Ηγέτης», τόμος Β΄), ο συγγραφέας ρωτά τον Χαρίλαο:
«Πρόεδρε, μια – μια και ένας – ένας, η γενιά σου φεύγει. Έφυγε ήδη. Μετρημένοι είστε όσοι μένετε. Κι όμως, μετά από κάθε ξόδι, κοιτάς ίσα μπροστά και εκφράζεις την πίστη σου ότι ο σοσιαλισμός βρίσκεται στο δρόμο, ότι έρχεται! Από πού αντλείς την αισιοδοξία σου για την επιτυχία του αγώνα, αφού οι αγωνιστές – οι πολλοί αγωνιστές – βρίσκονται, πια, στο χώμα;».
O Χαρίλαος απαντά:
«Οι ζευγάδες φεύγουν, μωρέ! Η σπορά μένει. Και φουντώνει. Και μεγαλώνει. Και καρπίζει. Και ρίχνει νέους σπόρους στη γη. Και οι κύκλοι επαναλαμβάνονται. Έτσι νόμιζε και η γενιά του 1912-1913 ότι είναι η τελευταία ηρωική γενιά. Και τι θα γίνει ο τόπος μόλις φύγει. Μα ήρθε η γενιά του ’40, η νέα σπορά, και ανέβασε πιο ψηλά τη σημαία του αγώνα. Έτσι λέει κάθε γενιά – ταυτίζοντας τον εαυτό της με την ιστορία. Και λησμονά τη σπορά. Που έρχεται πολύ βαθιά από το παρελθόν και πηγαίνει πολύ βαθιά στο μέλλον. Βλέπεις, μωρέ, αυτά τα νιάτα γύρω σου, που νομίζεις πως είναι ξεστρατισμένα και συμβιβασμένα; Κούνια που σε κούναγε. Μόλις υπάρξει μια σπίθα, αυτά τα νιάτα θα γίνουν πυρκαγιά, θα γίνουν ηφαίστειο. Και θα αποδειχθούν καλύτερα από τη γενιά των πατεράδων τους και των παππούδων τους. Και θα σηκώσουν τη σημαία του αγώνα μέχρι τον ήλιο. Είναι η σπορά, σου λέω».
Σήμερα συμπληρώνονται 19 χρόνια από τις 22 Μάη 2005, από το «πέταγμα» του Χαρίλαου Φλωράκη στο τελευταίο του αγνάντιο, στον Αη-Λιά.
«Δεν το ονοματίζω τούτο το χαρτί διαθήκη για το λόγο ότι δεν έχω τίποτα να διαθέσω.
Ό,τι βιος είχα το έχω δώσει στο Κόμμα, στο Κόμμα στο ΚΚΕ με τα γνωστά σύμβολά του, την Μαρξιστική – Λενινιστική ιδεολογία του, το πρόγραμμά του και τις αρχές του.
Πολιτικά δεν έχω επίσης τίποτα να αφήσω. Ό,τι είχα το έδωσα με τη συγκεκριμένη δράση μου. Να αφήσω πολιτικές ορμήνιες δεν το θεωρώ σοβαρό.
Θέλω να επιστρέψω, και να ταφώ στον τόπο που γεννήθηκα στο Παλιοζογλώπι και συγκεκριμένα στον Αηλιά για νάχω αγνάντιο. Ο τάφος να είναι απλός, μόνο να φραχτεί για να μην με ξεχώσουν τα αγρίμια.
Δεν θέλω λόγους και στεφάνια. Αυτά να εκφραστούν με βοήθεια στο Κόμμα.
Σεπτέμβρης 1994
Γεια σας
Χαρίλαος Φλωράκης»
Ο Χαρίλαος λείπει. Αλλά είναι πάντα εδώ. Όπως ακριβώς το λένε εκείνοι οι στίχοι του Γιάννη Ρίτσου:
«Nα λείπεις – δεν είναι τίποτα να λείπεις.
Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει, θα είσαι για πάντα
μέσα σ’ όλα εκείνα που γι’ αυτά έχεις λείψει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλο τον κόσμο…»
Ο Χαρίλαος είναι πάντα ζωντανός στις μνήμες και τις καρδιές μας. Στο πρόσωπό του και στη μνήμη του καθρεφτίζεται μια ολόκληρη γενιά κομμουνιστών. Οι ζευγάδες! Εκείνοι οι αλύγιστοι της ανθρωπιάς που με τη σπορά τους σφράγισαν ανεξίτηλα τους αγώνες του λαού και την ιστορία του τόπου.
Ο «αποχαιρετισμός» που ακολουθεί γράφτηκε στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του Χαρίλαου, πριν από 19 χρόνια. Δεν έχουμε να προσθέσουμε ή να αφαιρέσουμε ούτε μια λέξη:
«Οι άλλοι χρειάζονταν σελίδες. Αυτός τα ίδια πράγματα μπορούσε να τα συμπυκνώσει σε μιαν αράδα. Μια κουβέντα του μέτραγε όσο χίλιες.
Το “μάλωμα” του Χαρίλαου είχε κάτι από την τρυφεράδα της μάνας. Ο Χαρίλαος ήξερε να σε“μαλώνει”. Γιατί το δικό του το “μάλωμα” ερχόταν από έναν άνθρωπο, που ποτέ δεν τσιγκουνευόταν το “μπράβο”. Αν άξιζες το “μπράβο”, στο ‘δινε από καρδιάς. Κι όταν “άστραφτε και βρόνταγε”, τότε ήξερες ότι πήρες και πάλι αυτό που σου άξιζε. Σταράτα.
Για τη γενιά των νεότερων κομμουνιστών, αυτός, που πια αναμετριόταν με την Ιστορία, είχε πάντα χρόνο. Να δείξει, να προτείνει, να συμβουλέψει, να ρωτήσει, να “πάρει γνώμες”.
Η σοφία του Χαρίλαου δεν ήταν μόνον ότι ήξερε τι έλεγε και πώς το έλεγε. Ο Χαρίλαος ήταν σοφός, γιατί ήξερε να ακούει. Κέρδιζε με την απλότητα του ανθρώπου, που ποτέ δεν καμώθηκε ότι τα ξέρει όλα, αποδείχνοντας, έτσι, ότι ήξερε τα περισσότερα από όλους τους άλλους.
Ο Χαρίλαος ήταν από κείνους, που στο ‘δειχνε ότι πάντα σε είχε στην “έγνοια” του. Τον ένιωθες πλάι σου, όπως τη φροντίδα και τη ζεστασιά του δικού σου ανθρώπου. Ο Χαρίλαος είχε πάντα το νου του στην ορμήνια μην πέσεις σε κακοτοπιά. “Γνοιαζόταν” μη χάσεις το δρόμο, σου ‘δειχνε τα “περάσματα”.
Για μας, για τη γενιά των νεότερων κομμουνιστών, δεν ήταν ποτέ ο Φλωράκης. Ήταν ο “Χαρίλαος”. Ο καπετάνιος, ο αντάρτης, ο ηγέτης. Στρατηγός και στρατιώτης μαζί.
Ήταν ο “Χαρίλαος”. Ο δικός μας και όλης της Ελλάδας. Ήταν το “πρόσωπό” μας στην κοινωνία. Μας ρωτούσαν πώς πρέπει να είναι οι κομμουνιστές και μείς απαντούσαμε: “Να, όπως αυτός”! Ήταν η ιστορία του Κόμματός μας. Το καθάριο των οραμάτων μας. Τα τιμαλφή του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντός μας. Το διαβατήριο στα ταξίδια της συνείδησής μας. Ήταν το σύμβολο, η υπόληψη και η Τιμή μας».