Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Bάζω κόκκινα γυαλιά (μέρος 3ο)

   Ο χειμώνας ερχόταν. Τι ερχόταν δηλαδή?Είχε ήδη έρθει. Μεταφορικά και κυριολεκτικά.Είχε μπει Δεκέμβρης και εγώ ακόμα δεν είχα βγάλει..

   Ο χειμώνας ερχόταν. Τι ερχόταν δηλαδή?Είχε ήδη έρθει. Μεταφορικά και κυριολεκτικά.Είχε μπει Δεκέμβρης και εγώ ακόμα δεν είχα βγάλει άκρη. Αντιμετώπιζα ,όμως, με άλλη ματιά πια, τον γραφειοκρατικό μου εφιάλτη. Τον είχα …΄΄ιδεολογικοποιήσει΄΄: Γραφειοκρατία, ένας ακόμη τρόπος του συστήματος να με αποθαρρύνει. Να με αποθαρρύνει σε βαθμό παραίτησης. Και όλα αυτά για 360 ευρώ per month. E, όχι.

   Όχι!! Τι να κάνω, λοιπόν? Προσέδωσα χαρακτηριστικά πολιτικής αντίστασης στην προσωπική μου σταυροφορία. Σταυροφορία να συγκεντρώσω κάθε πιθανό και απίθανο δικαιολογητικό. Δεν θα άφηνα να τους περάσει. Έπρεπε να βρω κουράγιο. Οι παππούδες στον ΔΣΕ, οι γονείς στην αντι-ΕΦΕΕ, εγώ κουραμπιέ? Όχι. Έπρεπε να τελειώνω. Καλύτερα 40 χρόνια σκλαβιά και φυλακή παρά άλλη μια ώρα παράνοιας σε υπηρεσίες και ιδρύματα. Άλλωστε, μόνο ένα ακόμη χαρτί είχε μείνει και το όνειρο θα ήταν δικό μου.360 ευρώ το μήνα μόνο δικά μου!! Ζωή τρυφηλή!

   Ένα χαρτί ακόμα. Τίποτα φοβερό.  Έπρεπε μόνο να πάρω ένα πιστοποιητικό απόλυσης από τον Διευθυντή που είχε υπογράψει ήδη την …απόλυσή μου, να το πάω στη Νομαρχία που θα …πιστοποιούσε ότι το πιστοποιητικό του Διευθυντή είναι έγκυρο και μετά να περάσω από το Υπουργείο Υγείας ώστε να …πιστοποιήσει ότι το πιστοποιητικό, που κρίθηκε έγκυρο από την Νομαρχία, που αρχικά είχε πιστοποιήσει ο Διευθυντής μου, είναι όντως έγκυρο. Γενικώς..της πιστοποίησης το κάγκελο!

   Ξεκίνησα από τον Διευθυντή, αλλά λογάριαζα χωρίς την  τεφροδόχο(η παραλλαγή με την άδεια του ξενοδόχου*), μέσα στην οποία αναπαυόταν η τέφρα της κοινής λογικής, που την κάψαν μετά την κηδεία της, αν και πολλοί ήθελαν να τη κάψουν ζωντανή, ενώ αρκετοί τα καταφέρνουν κιόλας. Όπως ο κος Διευθυντής, που αρνήθηκε να μου δώσει το χαρτί.                                

-Δεν μπορείς να απεργείς συστηματικά και μετά να ζητάς πιστοποιητικά απόλυσης, είπε.                                         

Ό,τι του φανεί του Λολοστεφανή,εμείς οι βλάχοι, ό,τι λάχει,3 λαλούν και 2 χορεύουν και άλλες 15 παροιμίες πέρασαν από το μυαλό μου αναδεικνύοντας μια προφανή ειρωνεία: ότι η συλλογική,λαϊκή σοφία εμπνέεται κατά κανόνα από την ιδιωτική, ατομική βλακεία κάτι τέτοιων τύπων, σαν τον Διευθυντή μου.

   Αυτές οι σκέψεις πέρασαν με ταχύτητα φωτός από το μυαλό μου, εξού και δε με φώτισαν καθόλου να απαντήσω κάτι εξυπνότερο από:

-Μα μα έχετε ήδη απολύσει, επισήμως και εγγράφως, μετά δόξης και τιμής, είπα σαν κυρία Κοκοβίκου. Δε ζητάω τίποτα, το προβλεπόμενο θέλω.

-Ε, όχι, δε σου δίνω τίποτα. Και αυτό είναι οριστικό, είπε κοφτά.

Του απάντησα ότι αυτό είναι παράλογο, παράνομο, παρανοϊκό και άλλες 22 λέξεις από παρά-, που δε φάνηκαν να τον αγγίζουν ιδιαίτερα, παρά- τις φωνές μου…Μ΄έπιασε στον ύπνο. Έχω κόψει και τον πρωινό καφέ λόγω ΔΦΑ-ΦΠΑ-ΕΝΦΙΑ-ΑΦΡΑΓΚΙΑ, οπότε ήμουν πανεύκολη λεία πρωινιάτικα.

   Είχα καταλάβει από παλιά, βέβαια, ότι είναι μαλάκας. Δεν είχα καταλάβει ότι είναι και φασίστας. Θανατηφόρος συνδυασμός. Όμως για κάτι τέτοια, στη δική μου δουλειά έχουμε 2 λέξεις: ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ. Και σωματείο αγωνιστικό,όχι μπαρμπούτσαλα. Έτσι, 1 τηλεφώνημα μου και 14 λεπτά αργότερα, εκπρόσωποι του Σωματείου βρίσκονταν στο γραφείο του Διευθυντή. Εγώ πέρασα έξω, οι του Σωματείου πέρασαν μέσα, ακούστηκαν αστραπές, βροντές και μπουμπουνητά, ο διευθυντής μαγκώθηκε γιατί ο καιρός μεχρι τότε ήταν αίθριος, βγήκε πρόσχαρος με αυτή τη μούρη απέξω χαμόγελο-από μέσα μανέστρα, προσφέρθηκε μέχρι και καφέ να ψήσει, αλλά επειδή εμείς πίναμε ελληνικό και αυτός δεν είχε μπρίκι, αρκεστήκαμε στο πιστοποιητικό. Ανταλλάξαμε παγερά βλέμματα με τον…μανέστρα, χλιαρές χειραψίες με τους αμέτοχους συναδέλφους, θερμές αγκαλιές με τους συναγωνιστές και ξεκίνησα για τη Νομαρχία.

   Αυτά τα φασισταριά σαν τον Διευθυντή, μεγάλα παλικάρια. Αλλάζουν άποψη σε λιγότερο χρόνο από όσο τρέχει το 100άρι ο Μπολτ…Αυτά σκεφτόμουν περιμένοντας στη στάση το λεωφορείο. Και η ώρα περνούσε. Έπρεπε να κυνηγήσω το χαμένο χρόνο. Κοίταξα τον τύπο δίπλα μου, ένας μετανάστης, ίδιος ο Προυστ. Μπήκε στο 1ο λεωφορείο που ήρθε και τον ακολούθησα υπνωτισμένος.

    Μέγα λάθος. Ήταν το 140. Ένα λεωφορείο με ηπερήρωα οδηγό, κάτι σαν τον Σταχάνοφ σε εκδοχή ΟΑΣΑ, που αναζητά το τέλος διαδρομής με μεγαλύτερη επιμονή από ότι ο Ιντιάνα Τζόουνς το Άγιο Δισκοπότηρο. Το δρομολόγιό του όμως , εκτός από σύλληψη ενός διαβολικού νου, αποτελεί και μια πραγματική πρόκληση(κυρίως για τον οδηγό), αφού ξεπερνά σε φαντασία τον Σπίλμπεργκ και τον Ιούλιο Βερν μαζί. Μία τέτοια διαδρομή και δικαιολογείς κάθε μισθολογική απαίτηση των οδηγών. Είδα 2 δήμους που δεν είχα ξαναδεί, ξεγέννησα με τον Προυστ μια έγκυο, επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμο ΕΚΑΒ, (αλλά και να υπήρχε δε θα μπορούσε να πάει εκεί που είχε φτάσει το 140), μια ομάδα αναρχικών διέλυσε τα ακυρωτικά μηχανήματα εν κινήσει, μια ομάδα τεχνικών τα επισκεύασε και όλα αυτά στην ίδια διαδρομή.

   Και πάρα ταύτα , έφτασα στη Νομαρχία 7 λεπτά πριν τη λήξη του ωραρίου! Ανέβηκα τρέχοντας στον 4ο όροφο, έπεσα πάνω στο γραφείο ασθμαίνοντας.

-Για χαρτιά ήρθατε?ρώτησε ο υπάλληλος.

Όχι, για να σας δω, μου ήρθε να απαντήσω, αλλά κρατήθηκα.

-Μάλιστα, απάντησα.

-Πιστοποιητικό?με ρώτησε κοιτώντας το…πιστοποιητικό.

Όχι, προσάναμμα, μου ήρθε πάλι να απαντήσω, αλλά πάλι κρατήθηκα.

-Μάλιστα.

-Για πρόσληψη ή για απόλυση?

-Γιατί, έχει σημασία?δεν κρατήθηκα αυτή τη φορά.

-Φυσικά,κύριε.Για απόλυση, η προθεσμία τελείωσε…χτες, απάντησε με ειλικρινη λύπη.

   Για κάποια δευτερόλεπτα, πίστεψα ότι μου κάνουν πλάκα. Ότι θα εμφανιστεί η Candid Camera. Mάταια. Μάζεψα τα κομμάτια μου, βγήκα στο δρόμο. Πήρα ξανά το 140. Τηλεφώνησα στον Αντώνη, είχα και τόσο δρόμο μπροστά μου…

-Έλα, ρε φίλε, είπα.

-Γεια σου, αγορίνα!

-Αντώνη, πες μου που πουλάν…

-Καρδιές?γέλασε…

-Καλάσνικοφ!

-Γιατί ρε φίλε?Τι έγινε?

Του είπα…

-Που καταλήγεις, λοιπόν?με ρώτησε.

-Ότι άμα δεν κρατάς όπλο στο χέρι, δεν ορίζεις τη ζωή σου.

-Πρέπει να ξέρεις πού να τα στρέψεις. Να είναι και ο λαός μαζί σου…

-Το ξέρω, ρε Αντώνη. Αλλά χωρίς όπλα, δεν αλλάζει η φάση. Λες να το ζήσουμε?

-Ίσως η επόμενη γενιά…

-Γιατί, η δικιά μας τι έχει?Κουτσή είναι?

-Η δική μας πρέπει να κρατήσει τη φλόγα αναμμένη.Να την παραδώσει στην επόμενη γενιά.

   Σκέφτηκα τα παιδιά του Αντώνη. Σκέφτηκα την κόρη μου. Σκέφτηκα την επόμενη γενιά. Λες να είναι έτσι?

……………………………………………………………….

Έκλεισα το κινητό χωρίς να χαιρετήσω. Ήμουν στη μέση της διαδρομής. Λίγο αργότερα,τηλεφώνησα στον Νίκο, που δουλεύει στην Αλεξανδρούπολη…

-Ρε συ, αυτά θα παραδώσω στην κόρη μου?Τη φλόγα?Τα ιδανικά?Εγώ θέλω να της παραδώσω έναν καλύτερο κόσμο…

Σαν να ήταν συντονισμένος στην ασυνάρτητη σκέψη μου, απάντησε αμέσως…

-Ε, άμα δεν προλάβεις, τουλάχιστον να της παραδώσεις τα απαραίτητα.

-Και ποια είναι αυτά δηλαδή? Η φλόγα? Τα ιδανικά για ειρήνη?Για διακαιοσύνη?

-Όχι.

Να μην της παραδώσεις φλόγα.

Να της παραδώσεις φωτιά.

Να μην της παραδώσεις Ειρήνη.

Να της παραδώσεις Πόλεμο.

Να μην της παραδώσεις ιδέες για το δίκιο.

Να της παραδώσεις Κόκκινο Στρατό!!!

   Δεν μίλησε κανείς για λίγο. Μίλησε πρώτος ο Νίκος:

-Άλλωστε, όπως είπε πριν λίγο ένας μαλλιάς που καθόταν μπροστά μου στο λεωφορείο, αν δεν κρατάς όπλο, δεν ορίζεις τη ζωή σου. Κόκκινος Στρατός, ρεεεε!!

  Έκλεισε το κινητό χωρίς να χαιρετήσει, όπως και εγώ πρωτύτερα. Γέλασα και…

Οοοοπ, για κάτσε! Αυτός ο μαλλιάς είμαι εγώ. Αυτό το είπα εγώ.  Πριν από λίγο. Μιλώντας στον Αντώνη.

Καλά, κάθεται πίσω μου τόση ώρα ο μαλάκας και παίζει?Και χρεωνόμαστε και στα κινητά…

Γύρισα χαμογελώντας προς τα πίσω. Φυσικά, δεν καθόταν κανείς εκεί…

………………………………………………………..

   Άνοιξα την πόρτα κατάκοπος. Έπεσα σα σακί στον καναπέ. Κοιμήθηκα όπως ήμουν, με τα ρούχα. Είδα στον ύπνο μου την κόρη μου, να φοράει μαύρο αμπέχωνο. Με το περιβραχιόνιο του Κόκκινου Στρατού στο ένα χέρι και με όπλο στο άλλο.**

Ξύπνησα χαρούμενος.  Χαμογελώντας. Για πρώτη φορά εδώ και πολλούς μήνες…

Συνεχίζεται.

*η παραλλαγή γίνεται με την άδεια όχι του ξενοδόχου, αλλά των ξενοδοχοϋπαλλήλων (νόμος είναι το δίκιο του εργάτη, αυτός δίνει την άδεια) που είναι-δυστυχώς-επίκαιροι με τις διαρκείς κινητοποιήσεις τους…

**Αφιερωμένο στην Αργυρώ Μ., στους κομμουνιστές γονείς και παππούδες της.

Απόψεις