Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Από τον Κεμαλισμό στον Ερντογανισμό: Η ασθμαίνουσα τουρκική δημοκρατία

Ένα ιστορικό «οδοιπορικό» στη γειτονική χώρα, μετά από μια ακόμα επικράτηση του Ερντογάν

 Οι εκλογές στην Τουρκία ανέδειξαν ξεκάθαρα ως νικητή τον Ερντογάν και το ΑΚP, παρά την μεγάλη προσπάθεια σχεδόν όλων των αντι-ΑΚP κομμάτων να συνασπιστούν εναντίον του. Στην εγχώρια δημοσιογραφική κάλυψη η ανάλυση πριν τις εκλογές περιορίστηκε σε δύο μέτωπα:

Tο πρώτο είναι η αυταρχικότητα του «Σουλτάνου» Ερντογάν και, το δεύτερο, οι επιπτώσεις της κακής οικονομικής κατάστασης της Τουρκίας στα πολιτικά τεκταινόμενα. Οι πτυχές αυτές, αν και σημαντικές, συσκοτίζουν την περίπλοκη ιστορία της αντιπαράθεσης μεταξύ κεμαλικών και αντικεμαλικών δυνάμεων στην τουρκική πολιτική που ξεκινά με την ίδρυση του τουρκικού κράτους.

Ο κεμαλισμός ως εθνική ιδεολογία

Η Τουρκία γεννήθηκε ως έθνος- κράτος στα αποκαΐδια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1922. Μετά από μία αρχική περίοδο πολυκομματικότητας που διήρκεσε εξαιρετικά λίγο, ο Κεμάλ Αταττούρκ με τη βοήθεια του Ισμέτ Ινονού εγκαθίδρυσαν ένα μονοκομματικό καθεστώς, προσπαθώντας να κάνουν τη μετάβαση από το ισλαμικό καθεστώς σε ένα δυτικής μορφής κράτος. Ο κεμαλισμός, όπως διαμορφώθηκε τότε, έγινε η κυρίαρχη ιδεολογία του νέου κράτους με τρείς βασικούς άξονες: την κοσμικότητα σε αντίθεση με τον ισλαμισμό, τον εθνικισμό σε αντίθεση με την πολυπολιτισμικότητα και τον κορπορατισμό σε αντίθεση με τον συνδικαλισμό.

Στα πλαίσια αυτά οι ιδρυτές του κράτους ανάγκασαν τους Τούρκους να πάρουν επίθετο, διαχώρισαν την θρησκεία από το κράτος, απαγόρευσαν το φέσι και την μαντίλα στα δημόσια κτήρια και κυβέρνησαν με σθένος με τη βοήθεια των ενόπλων δυνάμεων –τις οποίες ήλεγχαν όντας και οι δύο στρατιωτικοί κατά τη διάρκεια του λεγόμενου πολέμου της ανεξαρτησίας 1919-1923. Στον οικονομικό τομέα προτάχθηκε ο βίαιος εκσυγχρονισμός από το κράτος με ασφυκτικό έλεγχο των εργαζομένων και την διαμόρφωση συνδικάτων σε μορφή συντεχνιών στα πλαίσια του κορπορατισμού.

Αριστερά: Ο Κεμάλ Αττατούρκ το 1918 όταν ήταν διοικητής της 7ης στρατιάς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεξιά: Ο Ισμέτ Ινονού το 1913 με το βαθμό του λοχαγού.

Η ασταθής δημοκρατία των Κεμαλιστών

Το κόμμα του Κεμάλ επιθυμούσε την μετάβαση από το μονοκομματικό καθεστώς σε πολυκομματική δημοκρατία και κατά συνέπεια επιτράπηκε από τον Ινονού η συμμετοχή άλλων κομμάτων στις εκλογές το 1947 (ο Κεμάλ είχε πεθάνει το 1938). Στις πρώτες εκλογές του 1950 οι φιλελεύθεροι υπό τον Μεντερές κέρδισαν και συνέχισαν να κερδίζουν κάθε αναμέτρηση μέχρι το 1960. Μετά από μία δεκαετία στην εξουσία οι φιλελεύθεροι φάνηκαν να γίνονται καθεστωτική δύναμη στην Τουρκία και να έχουν ολοένα πιο επιθετική συμπεριφορά απέναντι στους κεμαλικούς αμφισβητώντας την κυριαρχία τους. Η αντίδραση του βαθέος κράτους ήταν ολοκληρωτική, το 1960 έγινε πραξικόπημα που οδήγησε στον απαγχονισμό τριών βασικών μελών της κυβέρνησης των φιλελευθέρων, μεταξύ των οποίων και ο Πρωθυπουργός Μεντερές. Οι στρατιωτικοί ένα χρόνο μετά μεταβίβασαν την άμεση εξουσία στους πολιτικούς και ο Ινονού ξαναέγινε πρωθυπουργός.

Αριστερά ο Αντάν Μεντερές εξώφυλλο στο Time Magazine το 1958 και δεξιά στην αγχόνη το 1960.

Ωστόσο οι επόμενες εκλογές οδήγησαν σε διαδοχικές ήττες των κεμαλικών και παράλληλα επήλθε άνοδος της πολιτικής βίας, ιδίως κατά το τέλος της δεκαετίας του 1960. Ομάδες ανταρτών πόλεων ήρθαν σε ευθεία ρήξη με τους ακροδεξιούς εθνικιστές της οργάνωσης των Γκρίζων Λύκων με αποτέλεσμα χιλιάδες νεκρούς και βομβιστικές επιθέσεις εκατέρωθεν αλλά με κυρίαρχη την βία των εθνικιστών.

Ο Τουρκοκύπριος ακροδεξιός και ρατσιστής Αλπαρσλάν Τουρκές:
Αριστερά το 1945 όταν δικάστηκε ως παντουρκιστής ρατσιστής στις δίκες τουρανισμού, στο κέντρο το 1960 ως εκπρόσωπος τύπου της δικτατορίας που εκτέλεσε τον Μεντερές και δεξιά το 1975 όταν ήταν πρόεδρος του ακροδεξιού ΜHP, de facto αρχηγός των Γκρίζων Λύκων και αντιπρόεδρος δεξιάς κυβέρνησης συνασπισμού.

Το 1971 έγινε δεύτερη σημαντική παρέμβαση του στρατού καθώς οι Στρατηγοί απείλησαν με πραξικόπημα και οδήγησαν την κυβέρνηση του Ντεμιρέλ σε παραίτηση, απαγόρευσαν το ισλαμικό κόμμα του Ερμπακάν και επέβαλαν μέτρα για την καταπίεση αριστερών ένοπλων σχηματισμών (άλλα όχι των Γκρίζων Λύκων), χωρίς να καταφέρουν όμως να εξομαλύνουν την κατάσταση παρά μόνο προσωρινά. Σε όλη η δεκαετία του 1970 η άνοδος της αριστεράς ήταν εμφανής και η πολιτική βία είχε φτάσει σε σημείο να θυμίζει εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στις φράξιες των ακροδεξιών (που στηρίζονταν σε μεγάλο βαθμό στο στρατό) και στους κομμουνιστές των οποίων τα κόμματα απαγορευόταν να κατέβουν στις εκλογές.

Ο Ντεμιρέλ την περίοδο που έγινε το στρατιωτική παρέμβαση του 1971.

 

Αριστερά: Ο Ibrahim Kapakkaya αρχηγός του TKP-ML. Το 1973, αφού βασανίστηκε, εκτελέστηκε στη φυλακή χωρίς δίκη. Μετά το θάνατο του το πτώμα του τεμαχίστηκε και τα μέλη του διασκορπίστηκαν. Κέντρο: Ο Deniz Germis αρχηγός THKO πέρασε από δίκη και εκτελέστηκε δι’ απαγχονισμού το 1972. Δεξιά: O Mahir Çayan ηγέτης του THKP-C πέθανε σε ανταλλαγή πυροβολισμών με την αστυνομία το 1972.

Το 1980 η κατάσταση είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο, με αποτέλεσμα οι Στρατηγοί με επικεφαλής τον Κενάν Εβρέν να κάνουν πραξικόπημα με κανονική χούντα και να εξαπολύσουν μια μεγάλης κλίμακας επίθεση σε όλες τις κοινωνικές τάξεις της τουρκικής κοινωνίας. Ο τουρκικός στρατός φυλάκισε, έστω προσωρινά, σχεδόν 650 000 Τούρκους πολίτες, έκανε εκτεταμένη χρήση βασανιστηρίων, εκτέλεσε κατόπιν δίκης 50 άτομα, ενώ ο αριθμός των εξαφανισμένων, δεν ήταν εφικτό να υπολογιστεί με ακρίβεια (πιθανώς ανήλθε σε χιλιάδες).Οι Στρατηγοί αφού τσάκισαν το λαϊκό κίνημα και περιόρισαν αρκετά τους Γκρίζους Λύκους, πέρασαν τις πολυπόθητες νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις και επέβαλαν καινούριο σύνταγμα. Ο περιορισμός των ελευθεριών κατέστη εμφανής και από την δήλωση του Εβρέν, που χαρακτήριζε ορισμένες πολιτικές ελευθερίες ως «πολυτέλεια για την Τουρκία». Ο Εβρέν έγινε πρόεδρος μέχρι το 1989 για να ελέγχει την κατάσταση και ο στρατός, αν και παρέδωσε την εξουσία, παρακολουθούσε διαρκώς την πορεία των κυβερνήσεων κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 80.

Ο Στρατηγός Κενάν Εβρέν

Η δεκαετία του 90

Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης σε συνδυασμό με το γεγονός ότι από το αριστερό κίνημα προέκυψε το PKK του Οτσαλάν οδήγησε την αριστερά να μην είναι τόσο μεγάλος αντίπαλος κατά την δεκαετία του 90. Το 1993 πρωθυπουργός έγινε η Τανσού Τσιλέρ, η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην Τουρκία. Η πρωθυπουργία της Τσιλέρ στιγματίστηκε από πολιτικά και οικονομικά σκάνδαλα και μέχρι το 1996 η δημοτικότητά της είχε φτάσει στον ναδίρ. Αφού έχασε τις εκλογές του Δεκεμβρίου του 1995, η Τσιλέρ πήρε την απόφαση να συμμετάσχει στην κυβέρνηση του Ερμπακάν, ο οποίος έγινε ο πρώτος ισλαμιστής πρωθυπουργός της χώρας. Η συμμετοχή της Τσιλέρ στο κυβερνητικό σχήμα του Ερμπακάν είχε περισσότερο να κάνει με τις καλές σχέσεις της Τσιλέρ στο στράτευμα παρά με την πολιτική σύγκλιση των δύο. Ωστόσο οι Στρατηγοί εγκατέλειψαν την Τσιλέρ μόλις ο Ερμπακάν έβγαλε τον πρώτο λόγο στον οποίο έκανε εμφανή την ισλαμική του πολιτική ταυτότητα.

Το κεμαλικό στράτευμα, όπως και το 1971, παρέδωσε τελεσίγραφο προκειμένου να αλλάξει η κυβέρνηση της χώρας και οι πολιτικοί υποτάχθηκαν στην βούληση του στρατού. Η πορεία της Τσιλέρ στην πολιτική μετά από αυτό ήταν ενδεικτική, αφού είχε ήδη χρεοκοπήσει ως πολιτικός και αφού την εγκατέλειψε και το βαθύ κράτος, στις επόμενες εκλογές απέτυχε να μπει στη Βουλή και λίγο μετά εγκατέλειψε την πολιτική.

Αριστερά: Ο Ερμπακάν σε θερμή χειραψία με την Τσιλέρ όταν συγκυβερνούσαν. Δεξιά: O Ερμπακάν σε εθιμοτυπική εκδήλωση στο μαυσωλείο του Κεμάλ 5 μήνες μετά την αποπομπή του, μαζί με τους στρατηγούς που τον έδιωξαν.

Τα όρια του Κεμαλισμού

Το στιβαρό χέρι των κεμαλιστών στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας φάνηκε να υπερισχύει για άλλη μια φορά το 1997, αλλά αυτή αποδείχτηκε και η τελευταία τους νίκη. Οι εποχές είχαν αλλάξει και η ανάγκη διαφύλαξης της κληρονομιάς του Κεμάλ, έχανε την στήριξη της από πλευράς του λαού της Τουρκίας. Τα κεμαλικά κόμματα έφερναν όλο και χειρότερα αποτελέσματα στις εκλογές, τα κόμματα με φιλελεύθερες και ισλαμιστικές αναφορές κέρδιζαν ολοένα και μεγαλύτερες δυνάμεις στις εκλογές. Η αποδοχή της κεμαλικής επιβολής βασιζόταν στο φόβο που ενέπνεαν οι εχθροί της, κυρίως οι κομμουνιστές και οι ισλαμιστές. Τη δεκαετία του ‘90 όμως ο φόβος του κομμουνισμού έχει εκλείψει λόγω της πτώσης της ΕΣΣΔ. Οι ισλαμιστές από την άλλη μεριά εμφανίζονταν σαν μία μετριοπαθής πολιτική δύναμη, σε αντίθεση με τη δεκαετία του 1980, που λόγω της επανάστασης στο Ιράν φάνταζαν ως υπαρκτός κίνδυνος ενάντια στην δομή του τουρκικού κράτους. Με αυτά τα δεδομένα ο βραχίονας της επιβολής των κεμαλικών, που ήταν το βαθύ κράτος, είχε χάσει τη νομιμοποίηση του και εμφανιζόταν πια ως απλά ένα διεφθαρμένο παρακράτος.

Φωτογραφία που πόσταρε ο Deniz Güzelay, αντιπρόεδρος των Γκρίζων Λύκων στην Κωνσταντινούπολη, με άλλους δύο, το 2017.

Τι είναι το Βαθύ Κράτος στην Τουρκία ;

Από πολύ νωρίς στην πολιτική ιστορία της τουρκικής δημοκρατίας όλοι οι πολιτικοί παράγοντες αναγνώριζαν ότι υπήρχε το λεγόμενο «βαθύ κράτος», το οποίο ήταν η σύμπραξη μεταξύ στρατού, Γκρίζων Λύκων (παραστρατιωτική οργάνωση του ακροδεξιού MHP), αστυνομίας και δικαστών. Για δεκαετίες οι κύριοι εκφραστές της σύμπραξης αυτής αρνούνταν την ύπαρξη του βαθέος κράτους. Όλα αυτά μέχρι τις 3 Νοεμβρίου του 1996 όταν ένα θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα 145 χλμ μακριά από την Κωνσταντινούπολη παρείχε τις απαραίτητες αποδείξεις. Εκείνη τη μέρα από μία διαλυμένη μαύρη μερσεντές ανασύρθηκαν νεκροί ένα μέλος των Γκρίζων Λύκων με καταδίκες για εμπόριο ναρκωτικών, η κοπέλα του και ο πρώην υποδιευθυντής της αστυνομίας της Κωνσταντινούπολης, ενώ ο μόνος επιζών ήταν ένας βουλευτής του ακροδεξιού κόμματος DYP. Ο βουλευτής είχε στην κατοχή του διπλωματικό διαβατήριο (ενώ δεν ήταν διπλωμάτης) υπογεγραμμένο από τον Υπουργό των Εσωτερικών και στο πορτμπαγκάζ βρέθηκαν μεταξύ άλλων όπλα και ναρκωτικά.

Αριστερά: Τα συντρίμμια της μαύρης Μερσεντές που απέδειξε την ύπαρξη του βαθέος κράτους. Δεξιά: Ο ακροδεξιός βουλευτής Sedat Bucak μόνος επιζών του δυστυχήματος.

 

Η εμφάνιση του Ερντογάν και η …απίθανη επικράτηση του

Την ίδια περίοδο που συμβαίνουν αυτά ένα αουτσάιντερ της τοπικής αυτοδιοίκησης, ονόματι Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είχε καταφέρει να κερδίσει τις δημοτικές εκλογές της Κωνσταντινούπολης το 1994. Το 1997 ο Ερντογάν σε δημόσια εκδήλωση θα κάνει μία αναφορά σε ένα ποίημα ενός ισλαμιστή ποιητή και θα συλληφθεί, θα καταδικαστεί σε 10 μήνες φυλάκιση και θα εκτίσει τους τέσσερις για προτροπή σε θρησκευτική βία, παραδίδοντας ταυτόχρονα την δημαρχία της Πόλης. Το πιο σημαντικό στοιχείο της καταδίκης του ήταν η απαγόρευση του Ερντογάν να κατέβει στις εκλογές. Φάνηκε ότι με αυτόν τον τρόπο θα περιοριζόταν ο Ερντογάν που μέχρι τότε υπήρξε ένας εξαιρετικά επιτυχημένος δήμαρχος Κωνσταντινούπολης με πολύ υψηλή δημοτικότητα.

O Ερντογάν νικητής των εκλογών για την δημαρχία της Κωνσταντινούπολης.

Σε παλαιότερες εποχές το τσάκισμα του Ερντογάν θα ήταν δεδομένο, ωστόσο η κατάσταση στα τέλη της δεκαετίας του 1990 δεν είχε σχέση με την εποχή που οι στρατιωτικοί απαγχόνιζαν τον Μεντερές το ‘60. Το κεμαλικό σύστημα ήταν αποδυναμωμένο και στα μάτια πολλών Τούρκων χρεοκοπημένο. Αυτό το δεδομένο σε συνδυασμό με τις αδιαμφισβήτητες ικανότητες του Ερντογάν οδήγησε στην τελική του υπερίσχυση.

Το 2002 στις εκλογές το ΑΚP (κόμμα δικαιοσύνης και ανάπτυξης) θα κερδίσει συντριπτική νίκη και Πρωθυπουργός θα γίνει αναγκαστικά ο Αμπντουλάχ Γκιούλ ακριβώς επειδή ο Ερντογάν δεν μπορούσε να συμμετέχει. Ο Γκιούλ ως Πρωθυπουργός θα αναιρέσει την στέρηση του δικαιώματος του εκλέγεσθαι που είχε επιβληθεί στον Ερντογάν. Στην συνέχεια το εκλογοδικείο διέταξε οι εκλογές στην περιφέρεια του Sirit να επαναληφθούν και ο Ερντογάν κέρδισε, μπήκε στο κοινοβούλιο και ο Γκιούλ παραιτήθηκε και του παραχώρησε στη θέση του (το AKP είχε παρει 34,3 % σε ψήφους και το 66% των εδρών).

Το σύνολο των ισλαμιστών τάχθηκαν υπέρ του Ερντογάν (ακόμη και ο σημερινός του εχθρός Φετουλάχ Γκιουλέν). Στις επόμενες τρεις εκλογικές αναμετρήσεις το AKP κέρδισε την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος στην Τουρκία, παίρνοντας διαδοχικά 46,7% και 49,8% το 2007 και 2011 αντίστοιχα. Αυτή η πρωτοφανής εξέλιξη για την πολιτική πραγματικότητα της Τουρκίας οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές. Το σύνταγμα της Τουρκίας απαιτούσε 67% των εδρών προκειμένου να γίνουν αλλαγές στο κείμενο του και το ΑΚΡ ήταν το πρώτο κόμμα που ήταν πολύ κοντά σε αυτόν τον αριθμό. Παρότι το ΑΚP δεν είχε τις έδρες για να αλλάξει το Σύνταγμα μόνο του, είχε αρκετές για να προκηρύξει δημοψηφίσματα, το οποίο και έκανε το 2007 και το 2010. Με αυτά αναθεώρησε πολλές διατάξεις από το χουντικό σύνταγμα του Εβρέν του 1980 και ταυτόχρονα μετέτρεψε το θεσμό του Προέδρου σε εκλέξιμο από τον λαό. Το σύνταγμα του 1980 δεν είχε ανανεωθεί ριζικά ποτέ και ήταν ουσιαστικά η αποκρυστάλλωση των κεμαλικών αρχών. Οι αλλαγές του AKP ήταν σημαντικές καθώς πολλά δικαιώματα θεσπίστηκαν στο Σύνταγμα και η εκλογή του Προέδρου δημιούργησε έναν έξτρα πόλο εξουσίας που παρέμβαινε πλέον στην τούρκικη πολιτική.

Ερντογάν και Κεμαλικοί, μια διαρκής διαμάχη

Από την άλλη πλευρά η διαμάχη του Ερντογάν με το ακροδεξιό, αντικομμουνιστικό, αντισλαμικό και υπερεθνικιστικό βαθύ κράτος δεν σταμάτησε στην πρώτη νίκη του. Το 2008 ξεκίνησαν οι πρώτες κλήσεις από δικαστικούς για το σκάνδαλο Ergenekon το οποίο υποτίθεται ότι ήταν μία συνωμοτική οργάνωση του βαθέος κράτους με πιθανούς δεσμούς με τους Γκρίζους Λύκους. Παρότι οι δίκες του σκανδάλου Ergenekon δεν οδήγησαν σε καταδίκες, ωστόσο η προσπάθεια των αρχών βρήκε υποστηρικτές σε όλες τις ισλαμιστικές, φιλελεύθερες και αριστερές δυνάμεις της Τουρκίας καθώς για πρώτη φορά παραπέμπονταν στρατιωτικοί για τις επεμβάσεις τους στην πολιτική

Την ίδια χρονιά ένας Εισαγγελέας παρέπεμψε το ΑΚΡ στο συνταγματικό δικαστήριο της Τουρκίας, με πρόταση για απαγόρευση να κατέλθει στις εκλογές. Το κόμμα δεν κρίθηκε παράνομο αλλά το δικαστήριο του επέβαλε ποινή να του καταβληθεί μόνο το 50% της κρατικής επιχορήγησης. Περίπου την ίδια περίοδο ο Φετουλάχ Γκιουλέν απέσυρε την στήριξη του στον Ερντογάν και οι Γκιουλενιστές (που είναι ισλαμιστές) θεωρήθηκαν η αντίπαλη φράξια στο ΑΚΡ εντός των πλαισίων του ισλαμιστικού πολιτικού χώρου, ενώ άρχισαν οι πρώτες καταγγελίες ότι οι Γκιουλενιστές είχαν προσβάσεις στο στράτευμα.

Ο εισαγγελέας Abdurrahman Yalçınkaya που παρέπεμψε το AKP στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο επειδή η κυβέρνηση ήρε την απαγόρευση μαντίλας από τα δημόσια πανεπιστήμια.Το AKP δεν καταδικάστηκε τελικά για μόλις μία ψήφο.

Σε όλες αυτές τις θεσμικές, εξωθεσμικές ή συνομωτικές επιθέσεις ο Ερντογάν πάντα αντλούσε δύναμη από την λαοφιλία του. Τα δημοψηφίσματα του 2007 και 2010 εγκρίθηκαν με ποσοστό 69% και 58% αντίστοιχα και την ίδια στιγμή το ΑΚΡ κέρδισε 3 διαδοχικές εκλογές και κάθε φορά έπαιρνε μεγαλύτερο ποσοστό από την προηγούμενη. Το ΑΚP θεωρούσε τα εκλογικά αποτελέσματα ως δικαίωση της πολιτικής του και καταδίκης των πολιτικών των αντιπάλων του.

Η πρώτη ρωγμή στην λαοφιλία του Ερντογάν προέκυψε με τα οικονομικά σκάνδαλα του 2013-14 στα οποία ενεπλάκησαν οι δύο γιοι του. Στα μάτια των πιστών οπαδών του όμως και αυτά τα γεγονότα ήταν ακόμη μία προσπάθεια να ανατραπεί η απόφαση του λαού να βγάζει το ΑΚΡ στην εξουσία. Οι συνομωσίες απέτυχαν, οι θεσμικές προσπάθειες απαγόρευσης αποφεύχθηκαν και πλέον σειρά είχαν τα σκάνδαλα και στην συνέχεια η ωμή στρατιωτική παρέμβαση.

Το ΑΚΡ πεισμένο ότι έχει την στήριξη του κόσμου σε αυτό το παιχνίδι δύναμης αποφάσισε να κάνει συνταγματική μεταρρύθμιση και να περάσει όλες τις αρμοδιότητες στον Πρόεδρο. Η ισχυροποίηση της Προεδρίας με δεδομένο ότι ο κόσμος θα ψήφιζε τον Ερντογάν θα οδηγούσε στην πλήρη διάλυση όλων των δικτύων των αντιπάλων του.

Ο Ερντογάν παντοδύναμος

Το 2014 ήταν η χρονιά των πρώτων εκλογών για την Προεδρία και ο Ερντογάν πήρε την απόφαση να κατέβει εναλλασσόμενος στην Πρωθυπουργία με τον Γκιούλ που ήταν μέχρι τότε μη εκλεγμένος Πρόεδρος. Στις εκλογές ο Ερντογάν βγήκε από τον πρώτο γύρο με 52% και 14 ποσοστιαίες μονάδες διαφορά από τον δεύτερο.

Στην συνέχεια προέκυψαν τα γεγονότα του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016,του οποίου η πατρότητα δεν είναι ξεκάθαρη, καθώς τα μέλη του Γενικού Επιτελείου Στρατού δεν συμμετείχαν στο πραξικόπημα ούτε το υποστήριξαν όταν αυτό εκδηλώθηκε. Επομένως η κεμαλική ελίτ μάλλον δεν ήταν στους οργανωτές του πραξικοπήματος. Αυτό το δεδομένο έδωσε πάτημα στον Ερντογάν να εκκαθαρίσει το στράτευμα και όλη τη διοικητική μηχανή από όλους όσοι τον αντιμάχονταν.

Η εκπαίδευση, ο στρατός, η αστυνομία, το δικαστικό σώμα και η πολιτική εκκαθαρίστηκαν από όλους όσοι ήταν αντίθετοι στο ΑΚΡ και το φταίξιμο για το πραξικόπημα αποδόθηκε στον Γκιουλέν, αν και αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο και ο ίδιος ο Γκιουλέν το αρνείται κατηγορηματικά. Ουσιαστικά ο Ερντογάν με το πραξικόπημα του 2016, την συνταγματική αναθεώρηση του 2017 και την επανεκλογή του στην θέση του Προέδρου το 2018, κατέστη παντοδύναμος. Σε αυτό βοήθησε η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που επέβαλε από το 2016 έως το 2018 που του επέτρεψε να ολοκληρώσει το τσάκισμα των αντιπάλων του.

Άλλωστε από το 2002 που ανέβηκε στην εξουσία, η κυβέρνηση του AKP έδειξε πόσο αδίστακτα αντιμετώπισε τις αμφισβητήσεις της πολιτικής της, ενώ παράλληλα απέδειξε ότι είναι πάνω από όλα ένα δεξιό τουρκικό κόμμα που χρησιμοποιεί όλα τα όπλα που είχαν ανέκαθεν οι καθεστωτικές δυνάμεις στην Τουρκία για να χτυπήσουν λαϊκά κινήματα, οργανωμένα κόμματα ή και μεμονωμένα άτομα.

Όταν το 2013-4 αναπτύχθηκε ένα λαϊκό κίνημα ενάντια στην ανάπλαση του πάρκου Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, οι επιθέσεις της αστυνομίας οδήγησαν σε 22 νεκρούς. Όταν το πραξικόπημα του 2016 απέτυχε, η επίθεση του AKP δεν περιορίστηκε σε αυτούς που συμμετείχαν ή στήριξαν το πραξικόπημα αλλά γενικεύτηκε και οδήγησε σε φυλακίσεις δημοσιογράφων, φοιτητών ακόμη και καθηγητών πανεπιστημίου. Όταν τελικά το κουρδικό κόμμα HDP εκπροσωπήθηκε το 2016 στη Τουρκική Εθνοσυνέλευση με 59 βουλευτές, οι 10 από αυτούς συνελήφθησαν, οι 54 παραπέμφθηκαν σε δίκη, όλοι οι εκλεγμένοι δήμαρχοι του HDP αποπέμφθηκαν από το Υπουργείο Εσωτερικών και τελικά το κόμμα απαγορεύτηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Τέλος ακόμη και μεμονωμένοι αριστεροί καλλιτέχνες όπως το δημοφιλέστατο Grup Yorum είδαν τις συναυλίες τους να απαγορεύονται, τα μουσικά τους όργανα να καταστρέφονται και τα μέλη τους να οδηγούνται στη φυλακή.

Η Helin Bölek (28) και ο İbrahim Gökçek (39) φυλακισμένα μέλη του μουσικού συγκροτήματος Grup Yorum που έκαναν απεργία πείνας, ζητώντας να σταματήσει το κυνηγητό του συγκροτήματος από την αστυνομία και να αποφυλακιστούν όλα τα μέλη του. Όταν η υγεία τους κατέρρευσε απελευθερώθηκαν προσωρινά από τη φυλακή (κατά τη γνώμη τους προσχηματικά) και συνέχισαν την απεργία πείνας μέχρι το θάνατο τους το 2020.

Μετά από όλες αυτές τις εξελίξεις φτάσαμε στο 2023 όταν και η αντιπολίτευση προσπάθησε να νικήσει το AKP σε εκλογές και όχι να στηριχθεί στις προσβάσεις της στο στράτευμα προκειμένου να ξεφορτωθεί τον επονομαζόμενο «Σουλτάνο». Για πρώτη φορά έγινε μία ευρεία αντιπολιτευτική συνεργασία που εκτείνεται σχεδόν σε όλους τους μη Ερντογανικούς χώρους ακόμη και τους Κούρδους.

Φέτος όμως οι συνθήκες έχουν αλλάξει, τώρα τις προσβάσεις τις έχει ο Ερντογάν και όχι οι αντίπαλοι του. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι παρά την πόλωση και παρά την αποξένωση κάποιων ψηφοφόρων του λόγω της αντιδημοκρατικότητας των μέτρων του, ο Ερντογάν παραμένει ο βασικός παίκτης της πολιτικής στην Τουρκία. Οι εκλογές αυτές ήταν Ερντογαν ή όχι Ερντογάν και η απάντηση είναι πάλι η ίδια όπως και τα τελευταία 20 χρόνια.

Η τελευταία συγκέντρωση του Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη πριν τις εκλογές της 14η Μαΐου, η αντίστοιχη της αντιπολίτευσης υπολογίζεται ότι είχε λιγότερους από τους μισούς.

Πηγές:

http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/2270642.stm

https://www.middleeasteye.net/big-story/ergenekon-trials-turkey-gulen

https://www.nytimes.com/2013/12/26/world/europe/turkish-cabinet-members-resign.html?pagewanted=1&_r=0&hp

https://www.britannica.com/place/Turkey/Political-developments-1970s-to-90s

https://www.iemed.org/publication/turkeys-constitutional-reform-and-the-2010-constitutional-referendum/

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις