Από τις 14 Μαΐου, την ημέρα δηλαδή που πραγματοποιήθηκε ο πρώτος γύρος των τουρκικών εκλογών – αν όχι νωρίτερα –, τα μεγάλα κέντρα αποφάσεων στη Δύση άρχισαν να συμβιβάζονται με την ιδέα ότι ο Ερντογάν θα εξακολουθήσει να είναι το ευμέγεθες και ενοχλητικό χαλίκι στο παπούτσι τους…
Πράγματι το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου επιβεβαίωσε τις βαθιές ρίζες που έχει αναπτύξει το «σύστημα» Ερντογάν στην οικονομία και την κοινωνία της χώρας, γεγονός που αποτυπώθηκε με μεγάλη ευκρίνεια και στην κάλπη.
Παρά τις προεκλογικές προβλέψεις των μεγάλων δυτικών ΜΜΕ, οι οποίες εν πολλοίς απηχούσαν ευσεβείς πόθους και εξυπηρετούσαν προφανείς σκοπιμότητες, το κόμμα του Ερντογάν (AKP) σάρωσε στις βουλευτικές εκλογές και ο Τούρκος Πρόεδρος έχασε μόλις για δέκατα της μονάδας την επανεκλογή του από τον πρώτο γύρω της αναμέτρησης. Αναζητώντας, τώρα, μόλις κάποια δέκατα της μονάδας για να αποσπάσει το 50% (συν μία ψήφο), η επανεκλογή του στις επαναληπτικές της προσεχούς Κυριακής είναι κάτι παραπάνω από δεδομένη.
Εξετάζοντας τους λόγους της εικοσαετούς και πλέον κυριαρχίας του Ταγίπ στην τουρκική πολιτική σκηνή, με δεδομένα τη σκληρή οικονομική πραγματικότητα που βιώνει μεγάλο τμήμα του τουρκικού πληθυσμού καθώς και τις τρομακτικές (οικονομικές και άλλες) συνέπειες των πρόσφατων σεισμών, ο ψύχραιμος και «αμερόληπτος» παρατηρητής μπορεί να καταλήξει σε ένα και μόνο συμπέρασμα: Ο Ερντογάν με λόγια και πράξεις έπεισε τους Τούρκους συμπολίτες/ψηφοφόρους ότι μάχεται για την εδραίωση των συμφερόντων μιας ισχυρής Τουρκίας, η οποία κινείται στη μεγάλη διεθνή σκακιέρα ανεξάρτητη, χωρίς δεσμούς υποτέλειας, με μόνο γνώμονα τα συμφέροντά της.
Αυτό το αφήγημα (της ανεξάρτητης και μη υποτελούς Τουρκίας) ο Ερντογάν άρχισε να το υπηρετεί με σύστημα και συνέπεια από τις πρώτες μέρες της θητείας του (ξεχρεώνοντας άμεσα το ΔΝΤ και βάζοντας φρένο στις ΗΠΑ, που το 2003 σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν το τουρκικό έδαφος για να επιτεθούν στο Ιράκ [και] από τον Βορρά). Μετά το καλοκαίρι του 2016 (όταν εκδηλώθηκε το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του), αυτό το αφήγημα έγινε κυρίαρχο μέσα στην τουρκική κοινωνία.
Από τότε και με την κρατική συνδρομή και υποβοήθηση καλλιεργήθηκε συστηματικά η αντίληψη ότι το πραξικόπημα οργανώθηκε από τους Αμερικανούς και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Η κοινή γνώμη βομβαρδίστηκε από αναλύσεις ακαδημαϊκών, «χόρτασε» από κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές και δικαίως ή αδίκως πείστηκε πως οι Δυτικοί υπονομεύουν τη δεσπόζουσα θέση που ανήκει στη χώρα και για την οποία μάχεται ο Ερντογάν. Έκτοτε ο μέσος Τούρκος πολίτης έχει πειστεί πως ο Πρόεδρος της Τουρκίας τα βάζει στα ίσα με τους μεγάλους και οδηγεί τη χώρα ολοένα και πιο κοντά στο ένδοξο αυτοκρατορικό της παρελθόν.
Με αυτό ακριβώς το αφήγημα κατέβηκε στον πρώτο γύρο των εκλογών στις 14 Μαΐου, θέτοντας στους ψηφοφόρους το δίλημμα: «Με εμένα ή τις μαριονέτες των ξένων;».
Καθώς η απάντηση που βγήκε από την κάλπη στις 14 Μαΐου τον δικαίωσε, ο Ταγίπ Ερντογάν φροντίζει να επαναλαμβάνει και να υπενθυμίζει το δίλημμα και τώρα, λίγες μέρες πριν από τις επαναληπτικές:
Ερντογάν: «Όσο ο λαός στέκεται δίπλα μας, εμείς θα αντιμετωπίζουμε τις τρομοκρατικές οργανώσεις, τους ιμπεριαλιστές και τους τοκογλύφους»
«Όσο ο λαός», είπε μιλώντας σε συνέντευξη, «στέκεται δίπλα μας, εμείς θα αντιμετωπίζουμε τις τρομοκρατικές οργανώσεις, τους ιμπεριαλιστές και τους τοκογλύφους. Για μένα δεν είναι παράξενο που οι Δυτικοί λένε ‘‘να φύγει ο Ερντογάν’’. Διότι ο Ερντογάν είναι εγχώριος και εθνικός. Δεν μας χωνεύουν επειδή ξεριζώσαμε την τρομοκρατία. Βλέπετε πως όλα τα περιοδικά της Δύσης είχαν πρωτοσέλιδα με τίτλους ‘‘να φύγει ο Ερντογάν’’. Δεν μας θέλουν επειδή πληρώσαμε το χρέος μας και βγάλαμε το ΔΝΤ έξω από την Τουρκία. Σε επίπεδο πολιτισμού κάναμε κάποια βήματα. Απελευθερώσαμε την Αγια-Σοφιά. Αυτοί μας μισούν επειδή απελευθερώσαμε την Αγια-Σοφιά».
Σε άλλο σημείο των δηλώσεών του ο Ταγίπ Ερντογάν υπογράμμισε τις χειροπιαστές δυνατότητες που έχει δημιουργήσει ως ηγέτης, προκειμένου η χώρα του να κατοχυρώσει και να διεκδικήσει αυτά που θεωρεί ότι της ανήκουν:
«Με τα βήματα τα οποία κάναμε στην αμυντική βιομηχανία θεωρείτε πως (οι Δυτικοί) θα μας λένε καλωσορίσατε; Αυτή η χώρα ναυπήγησε το δικό της αεροπλανοφόρο. Αν θέλει ο Θεός, στη νέα περίοδο, καθώς ήδη είχα κάνει τις συζητήσεις με τους Άγγλους ή με τους Ισπανούς ή με όποιον βάλει ο νους σας, θα ναυπηγήσουμε μεγαλύτερης κατηγορίας πλοίο από το ‘‘TCG Αnadolu’’. Με αυτόν τον τρόπο το τουρκικό Ναυτικό, ο τουρκικός Στρατός θα γίνει ακόμη πιο ισχυρός. Εμείς ήδη ναυπηγούμε φρεγάτες κ.τ.λ. Αυτά για εμάς είναι (εύκολα) σαν στραγάλια, σαν πασατέμπος. Φτάσαμε σε επίπεδο εξαγωγών. Ναυπηγούμε τα υποβρύχιά μας. Έτσι οι συνεργασίες μας με τους Γερμανούς και με άλλες χώρες θα συνεχιστούν και για να γίνουμε πιο ισχυροί».
Και για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι θα συνεχίσει στον ίδιο δρόμο, ο Ερντογάν, απευθυνόμενος εντός και εκτός χώρας, υπογράμμισε: «Μήπως θα έρθουν κι άλλα νέα που θα ενοχλήσουν τη Δύση; Γιατί να μην έρθουν; Αν τα βήματα που κάνουμε στην αμυντική βιομηχανία θα υπερτερούν από την ισχύ της Δύσης, αν θα υπερτερούμε, φυσικά και θα ενοχληθούν».
Ταυτόχρονα, ο στενός συνεργάτης του Ερντογάν, Σουλεϊμάν Σοϊλού, με μεγαλύτερη σαφήνεια υπενθύμισε στους Τούρκους ψηφοφόρους τον μεγάλο εξωτερικό εχθρό: «Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ», είπε ο Σοϊλού, «βγήκε και είπε πως θα λογοδοτήσει ο Ερντογάν για όσα έκανε. Τους κάναμε κάποια πράγματα για την πολιτική τους. Λέει πως θα μας τιμωρήσει. Αν τολμάς, τιμώρησέ μας. Εμείς δεν πολεμάμε το PKK, πολεμάμε τις ΗΠΑ. Είναι τόσο απλό. Απέναντί μας δεν έχουμε την τρομοκρατική οργάνωση του PKK. Εμείς δεν αγωνιζόμαστε εναντίον του PKK, αλλά εναντίον των ΗΠΑ».
ΥΓ.: Στην Τουρκία τουλάχιστον το δίλημμα της κάλπης είναι σαφές και έχει να κάνει με μείζονες επιλογές. Γι’ αυτό και έσπευσε στην κάλπη περίπου το 90% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων…