Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η Αρχαία Σπάρτη και ο Φασισμός

Ο φασισμός, που από την φύση του κατατρύχονταν από τους μύθους, εκτός από τον τευτονισμό, αγάπησε και τα κορμιά της αρχαίας ελληνικής..

Ο φασισμός, που από την φύση του κατατρύχονταν από τους μύθους, εκτός από τον τευτονισμό, αγάπησε και τα κορμιά της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής! Ο φασισμός, δια της οδού του αρχαίου ελληνικού κάλλους και της «συμφιλίωσής» του με την τευτονολατρεία των Γερμανών,  την «καθαρότητα» του αίματος, μα και τη «δύναμη της θέλησης», δημιούργησε ένα θεωρητικό κατασκεύασμα που δίδασκε πως ο γερμανικός λαός ήταν ο δημιουργικός και δυναμικός  συνεχιστής του πολιτισμού των αρχαίων Ελλήνων.

Το λειψό δείγμα του ελληνικού κάλλους Αδόλφος Χίτλερ θαύμαζε ιδιαίτερα την αρχαία πόλη της Σπάρτης που βρισκόταν στους πρόποδες του Ταϋγέτου. Την  θεωρούσε μοντέλο διακυβέρνησης, λόγω των δυο βασιλέων αλλά «αρχή υπό του πρώτου βασιλέως»∙ πίστευε πως ήταν «πόλη ηρώων» και ο πρόδρομος της «ευγονικής καθαρότητας» λόγω του Καιάδα, το βάραθρο το οποίο σύμφωνα με το μύθο λειτουργούσε ως «αποθετήριο» ανάπηρων παιδιών, αρρώστων, γερόντων και γενικά όσων θεωρούνταν από την εξουσία άχρηστοι για την κοινωνία.

Ένα άλλο γνώρισμα της Σπάρτης που έκανε τον Αδόλφο να αναριγά από συγκίνηση ήταν η παρουσία στην Σπάρτη των ειλώτων. Οι είλωτες ήταν άτομα στερημένα από την προσωπική τους ελευθερία, ωστόσο δεν ήταν δούλοι στην ιδιοκτησία κάποιου, αλλά αποτελούσαν ιδιοκτησία του κράτους.

Παρόλα αυτά, για την αρχαία Σπάρτη έχουμε ελάχιστα ευρήματα και γνώσεις, οι οποίες στηρίζονται σε ένα και μόνο πρόσωπο, τον Πλούταρχο, που χαρακτηρίστηκε από τους σύγχρονους ιστορικούς ως «ο αρχιτέκτονας του μύθου της Σπάρτης».Όμως ο Χίτλερ χρησιμοποίησε τα μυθικά στερεότυπα, τα μετασχημάτισε  και τα ταίριαξε με τα φυλετικά και εθνικιστικά ιδεώδη του Τρίτου Ράιχ με τα γνωστά αποτελέσματα.

Γοητευμένος από  αυτούς τους φασιστικούς ψιθύρους ήταν άλλο ένα λειψό δείγμα του ελληνικού κάλλους,  ο λογοτέχνης Νίκος Καζαντζάκης, ο οποίος ονειρευόταν να αναβιώσει τη χρυσή εποχή του Ελληνισμού με νέο πιο καθαρό αίμα. Το 1937, έχοντας σε γνώση του τις φασιστικές πρακτικές για τους περιττούς ανθρώπους,  γράφει τον «ευγονικό Καιάδα»: «Καιάδας. Τέτοιος γκρεμός πρέπει ν’ ανοίγεται στην καρδιά του ανθρώπου και στη ακρόπολη κάθε πολιτείας. Μα η χριστιανική ανατροφή μας, οι νοσοκομειακές φιλανθρωπίες, οι κλαίουσες καλοσύνες, η λαχτάρα να σώσουμε τους περιττούς, αντιστέκονται ως τώρα σε μια τέτοια σπαρτιάτικη επιλογή. Μα έως πότε; Αποστειρώνουνται κιόλας οι παράφρονες, οι σακάτηδες κι οι άρρωστοι. Καθαρίζονται οι ράτσες. Ετοιμάζουνται. Ένα ένστιχτο σίγουρο και σκοτεινό τις σπρώχνει στη σωτηρία. Όχι όλες. Όσες νιώθουν το νόημα της εποχής μας και προφταίνουν να ετοιμαστούν». (Νίκος Καζαντζάκης: «Τα ερείπια της Σπάρτης» Εφημερίδα Καθημερινή 25-26/11/1937)

Ωστόσο, τον θαυμασμό των φασιστών για την Σπάρτη τον περιγράφει τέλεια  το έτερο λειψό δείγμα του ελληνικού κάλλους, ο Γιόζεφ Γκέμπελς  κατά την επίστεψη του στην πόλη τον Σεπτέμβριο του 1936: «αισθάνομαι σαν να βρίσκομαι σε γερμανική πόλη».(Γερμανική Πρεσβεία Αθηνών 30-9-36 Χάγκεν Φλάισερ: Η Ναζιστική Γερμανία και η Ελλάδα. Ιστορικά Ελευθεροτυπία).

Εντούτοις, το ελληνικό κάλλος, όπως αυτό εκφραζόταν από τα μαρμάρινα αγάλματα στη λιπαρή κοιλότητα των φασιστικών κρανίων, δεν λειτουργεί μόνο ως μεταφορά της «άριας» τελειότητας από την Ελλάδα στην Γερμανία.

Είναι κάτι περισσότερο!

Είναι ο φυλετικός φασιστικός κανόνας, σαρξ εκ σαρκός και αίμα εξ αίματος, ίδιο με αυτό των Τευτόνων! Αυτό το ιδεώδες ήταν απαράκαμπτη διδασκαλία στα σχολεία και στα Πανεπιστήμια. Δεν απορεί λοιπόν κανείς όταν διαβάζει ότι: «οι Έλληνες ήταν βόρειας καταγωγής αποδεικνύεται επαρκώς από τα γλυπτά τους. Οι μορφές των θεών τις οποίες αποτύπωσαν στην πέτρα εκφράζουν το σώμα τους, το σχήμα του κρανίου τους την έκφραση του προσώπου τους και σε όλα αυτά τα γνωρίσματα, τη βόρεια προέλευση τους. Με δυσκολία τους διακρίνουμε από τους σύγχρονους εκπροσώπους της βόρειας φυλής[…]». (Hermann Jekeli Rasse ist Verpflichtung“, in Rasse und Volk – Stoffsammlung für die weltanschauliche Schulung – Herausgegeben vom Beauftragten für die weltanschauliche Schulung der deutschen Volksgruppe NSDAP)

Προσοχή όμως εδώ: Τα προγράμματα διδασκαλίας στα εκπαιδευτικά ιδρύματα δίδασκαν μεν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και αναγνώριζαν τα συγγενικά φυλετικά κριτήρια των αρχαίων Ελλήνων με τους Τεύτονες, αλλά ο ύστερος ελληνικός πολιτισμός χρησίμευε στους διδασκάλους μόνο ως παράδειγμα φυλετικής αποφυγής γιατί είχε διαβρωθεί από επιμιξίες με κατώτερο ανθρώπινο υλικό. Για τους φασίστες η διάβρωση του «άριου» ελληνικού αίματος ξεκινά την ελληνιστική περίοδο όταν: «πολυπληθείς ασιατικές μάζες από την ανατολή εισέδυσαν δια χιλίων διαύλων, δηλητηρίαζαν την Ελλάδα και εξέθρεψαν τον μεταγενέστερο, χλεμπονιάρη λεβαντίνο ο οποίος δεν έχει τίποτα κοινό με τους αρχαίους Έλληνες εκτός από το όνομα». (Alfrend Rosenberg: Der Mythus des 20 Jahrhunderts: Eine Wertung der seelisch-geistigen Gestaltenkämpfe unserer Zeit σελ 35)

Με αυτόν τον τρόπο, αποδείκνυαν στους μαθητές τους εξελικτικούς νόμους που επέτρεψαν της άνοδο και την καθαρότητα του αίματος της βόρειας τευτονικής φυλής.

Όλα αυτά όμως προκάλεσαν μια αμηχανία στην Ελλάδα και στο φασιστικό καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά. Η ιδεολογία του  ελληνικού φασιστικού καθεστώτος ήταν ο «Τρίτος Ελληνικός Πολιτισμός» που είχε ως βασικό περίζωμα τον «ελληνοχριστιανικό πολιτισμό», ο οποίος παρουσιαζόταν ως συνέχεια της βυζαντινής αυτοκρατορίας και της αρχαίας Σπάρτης. Άρα, πώς θα ευδοκιμούσαν οι συγγενικές ιδεολογίες; Την στιγμή μάλιστα που η φυλετική πραγματογνωμοσύνη στο γερμανικό εθνολογικό λεξικό στο λήμμα «Ελλάς» αναφέρει: «Ο σύγχρονος ελληνικός λαός συνεχίζει την παράδοση των Βυζαντινών του Μεσαίωνα οι οποίοι αυτοαποκλήθηκαν Ρωμιοί, δηλαδή Ρωμαίοι. Οι Βυζαντινοί, που από πολιτισμική άποψη αποτελούσαν ένα κράμα χριστιανικών και ανατολίτικων στοιχείων-και πολιτειακά ένα όψιμο ρωμαϊκό κράτος- ήταν απόρροια του εξελληνισμού ξένων λαών, ενώ ο αρχαίος ελληνικός λαός ήχε πάψει να υπάρχει[…]»

Η αλήθεια είναι ότι ο Γερμανός πρέσβης στην φασιστική Αθήνα, πρίγκιπας φον Ερμπαχ  διαμαρτυρήθηκε στην κυβέρνησή του για αυτήν την αρνητική εικόνα του  σύγχρονου Έλληνα που παρουσίαζε η επιστημονική γερμανική κοινότητα, προκαλώντας πρόβλημα στην θεωρία της συνέχειας του ελληνικού αίματος και της φυλής, που πρέσβευε η φασιστική κυβέρνηση των Αθηνών.  Ο φον Ερμπαχ έλαβε δια της υπηρεσιακής οδού την  απάντηση της κυβέρνησής του: «Θεωρούμε απαραίτητο να αναφερθούμε στον αφανισμό των αρχαίων Ελλήνων, έστω και αν αυτό δεν αρέσει στους Νεοέλληνες». (Χάγκεν Φλάισερ ο.π)

Ήταν ξεκάθαρο πως στην φασιστική ταξινόμηση των ανθρώπινων ομάδων ανάλογα με την καθαρότητα ή τον εκφυλισμό του αίματός τους, οι σύγχρονοι Έλληνες υστερούσαν έναντι των καθαρών από επιμιξίες σύγχρονων Τευτόνων.

Στο σημείο αυτό, αισθάνομαι την ανάγκη να παραθέσω την εισαγωγή της ανθολογίας αποσπασμάτων της Πολιτείας του Πλάτωνα που προορίζονταν για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην φασιστική Γερμανία: «Εκείνη την εποχή του βαθύτατου κλονισμού όλων των ηθικών αξιών ο μεγάλος Πλάτων ορθώνει το ανάστημα του και δίνει μια ηρωική μάχη εναντία στο καταστροφικό πνεύμα του απόλυτου ολέθρου[…] Ο μεγάλος αυτός φιλόσοφος φέρνει στο νου το μεγαλείο της βόρειας ψυχής[…] Η μάχη που δίνει σήμερα ο Αδόλφος Χίτλερ έχει τον ίδιο υψηλό στόχο. Τα λόγια του Φύρερ δείχνουν προς τα πού πρέπει να μας οδηγήσει το έργο του Πλάτωνα και πως πρέπει να εισχωρήσει στις ψυχές της Γερμανικής νεολαίας» (Johann Chapoutot, «Ο εθνικοσοσιαλισμός και η αρχαιότητα», εκδ. Πόλις, 2012)    

Ωστόσο, αυτή η μεταλαμπάδευση, απευθείας και χωρίς μεσάζοντες, του ελληνικού κάλλους που υποδείκνυε την εγγύτητα της σύγχρονης βόρειας τευτονικής φυλής των Γερμανών με τους αρχαίους Έλληνες, σε συμβολικό επίπεδο, εκφράστηκε με την ευφυή φασιστική ιδέα της αφής της ολυμπιακής φλόγας στα ερείπια της Ολυμπίας και την μεταφορά της με λαμπαδηδρόμους στο Βερολίνο για τις ανάγκες της ολυμπιάδας του 1936.

«Οι ενδέκατοι Ολυμπιακοί Αγώνες που ήταν αφιερωμένοι προς τιμήν των νεκρών Γερμανών στρατιωτών του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, πραγματοποιήθηκαν από 1 ως 16 Αυγούστου 1936, στο Βερολίνο. Για πρώτη φορά στην ιστορία, αρχαία και νέα, η ολυμπιακή φλόγα άναψε στην αρχαία Ολυμπία. Ήταν μια απόφαση του εξέχοντος φασίστα Γιόζεφ Γκέμπελς  στηριγμένη σε μια ιδέα του φασίστα Καρλ Ντίεμ, γενικού γραμματέα της οργανωτικής επιτροπής των αγώνων του Βερολίνου.

Για την ιστορία, παρενθετικά πρέπει να επισημάνω πως  τον Μάρτιο του 1945, καθώς ο Κόκκινος Στρατός πλησίαζε στο Βερολίνο, ο Καρλ Ντίεμ οργάνωσε άλλη μια διάσημη εκδήλωση στο Ολυμπιακό Στάδιο της πόλης, όπου σε ομιλία του μπροστά σε μια συγκέντρωση χιλιάδων εφήβων, εξηγούσε γιατί πρέπει να υπερασπιστούν τον Χίτλερ μέχρι θανάτου σύμφωνα με το πνεύμα των αρχαίων Σπαρτιατών. Μετά το πέρας του πολέμου, ο Ντίεμ γρήγορα αποκαταστάθηκε -αφού πρώτα βαφτίστηκε στην αντικομμουνιστική κολυμπήθρα- και μεταμορφώθηκε πάλι σε μια λαμπρή παγκόσμια και ολυμπιακή φυσιογνωμία.

Τις σχεδόν 4000 δάδες που χρησιμοποίησαν οι λαμπαδηδρόμοι για να μεταφέρουν τη φλόγα κατασκεύασε η εταιρεία Krupp. Έκαιγαν εμπρηστικό μαγνήσιο, μια πυριφλεγή ύλη που εφηύραν Γερμανοί χημικοί. Η φλόγα άναψε με τη βοήθεια ενός ειδικού, κοίλου κατόπτρου, κατασκευασμένου για την περίσταση από τη γερμανική εταιρεία οπτικών συστημάτων Zeiss.

Τη φλόγα συνόδευαν 15 Ελληνίδες παρθένες σε μια τελετή μεταμφιεσμένου κιτς, με κοπέλες ντυμένες με αρχαίους χιτώνες και αγόρια ντυμένα τοξότες μπροστά στους εικονολήπτες της φασιστικής «Ολυμπιακής Εταιρείας Κινηματογράφησης», την οποία διεύθυνε η  σκηνοθέτης Έλενα Μπέρτα Αμάλιε “Λένι” Ρίφενσταλ, με βοηθό  την Ελληνίδα φωτογράφο Έλλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη, γνωστή με το ψευδώνυμο «Nelly’s». Και πρέπει να ομολογήσω πως χωρίς την αριστοτεχνική σκηνοθεσία της Ρίφενσταλ, που αποφάσισε να ξαναγυρίσει και δεύτερη φορά την τελετή αφής, γιατί δεν της άρεσε το αρχαιοελληνικό κιτς, η ελληνογερμανική συγγένεια αίματος θα ήταν απλά μια φασιστική επινόηση. Η “Λένι” όμως εικονοποίησε τελετουργικά την μεταφορά του πνεύματος από ένα αρχαίο μαρμάρινο ελληνικό σώμα στο ζωντανό σαρκικό τευτονικό σώμα, το σμιλευμένο όμοια με άγαλμα! Μεγαλοφυές!

Απολαύστε:  

Ειρήσθω εν παρόδω, επίσημος χορηγός των φασιστικών Ολυμπιακών Αγώνων ήταν η Coca-Cola. Γι’ αυτό και ο γραμματέας της «Αμερικανικής Ολυμπιακής Επιτροπής», Frederick W. Rubien ανακοίνωσε τα εξής: «Οι Γερμανοί δεν κάνουν διακρίσεις εις βάρος των Εβραίων […]. Οι Εβραίοι αποκλείονται επειδή δεν είναι αρκετά καλοί αθλητές. Γιατί άλλωστε δεν υπάρχουν στον κόσμο ούτε δώδεκα Εβραίοι ολυμπιακού διαμετρήματος;» (Κώστας Λουλουδάκης : Από το Τρίτο Ράιχ στην Ευρωπαϊκή Ένωση Εκδόσεις ΚΨΜ 2017)  Ενώ ο Υπουργός Επιστημών, Παιδείας και Πολιτισμού του Ράιχ φασίστας  Μπέρνχαρντ Ρουστ, στην ομιλία του κατά την τελετή άφιξης των ολυμπιακών ομάδων, δεν έχασε την ευκαιρία να τονίσει πως «Οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί αγώνες ξαναβρήκαν τις βαθύτερες ρίζες τους», κάνοντας σαφές πως η αρχαία Ελλάδα είναι κτήμα τώρα ανόθευτης και τέλειας τευτονικής φυλής της Γερμανίας.

Σήμερα, αναβιώνουν οι φασιστικές ιδέες, με ουσιαστικό επίκεντρο την μορφή του φανατικού εθνικισμού που θεωρεί το έθνος προϊόν των γενετικών ορμέμφυτων που σχετίζονται με το ντι εν έι της φυλής. Θυμηθείτε μόνο τα  πρόσφατα γεγονότα ελληνοχριστιανικής εθνικής μυθοπλασίας, γύρω από την ιστορία της ειδωλολατρικής αρχαίας Μακεδονίας και του δωδεκαθεϊστή και αυτοδιοριζόμενου θεού Μέγα Αλέξανδρου (είχε διακηρύξει σοβαρά –σοβαρά πως δεν είναι γιος του Φιλλίπου, αλλά του Αιγύπτιου θεού Άμμωνα), τα οποία θεμελιώνουν την ισχύ της εθνικο-θρησκευτικής έκστασης των χλαμυδοφόρων διαδηλωτών με το ανόθευτο ελληνομακεδονικό αίμα. 

Γενικά όμως ο σύγχρονος ευρωπαϊκός φασισμός έχει στην θεματική του, με διαφορετικές εννοιολογήσεις ανάλογα την χώρα, το ζήτημα της εθνικής «καθαρής» ταυτότητας, που απειλείται λόγω της πολιτικής κοινωνικής και πολιτιστικής παρακμής που προκαλεί η μετανάστευση. Η επίκληση από μεγάλη μερίδα του αστικού πολιτικού συστήματος για προστασία της «εθνικής ταυτότητας» από τους «λαθραίους μετανάστες», δηλαδή η δημιουργία  αποδιοπομπαίων τράγων και εχθρών για να καλυφθεί η κοινωνική υστέρηση της ενιαίας οικονομικά Ευρώπης, επέτρεψε την αναβίωση των φυλετικών ιδεών.

 Εν κατακλείδι, φίλοι μου και για να μην ψάχνουμε ηθικά διδάγματα, απαντήστε μου με το χέρι στην καρδιά: μήπως όλη αυτή η ιστορία μας φαίνεται πολύ μακρινή για να επηρεάσει την καθημερινή και άσπιλη ζωή μας;

            

Σχετικά θέματα

Απόψεις