Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Βασίλης Διαμαντόπουλος: «Το να αγωνίζεται κανείς είναι κι αυτό μια ηδονή»

«Εγώ ευτυχώς δεν έχω πάψει να ονειρεύομαι. Δεν έχω πάψει να θέλω. Βέβαια αυτό κοστίζει κόπους, διαψεύσεις. Ομως αυτό δεν με πειράζει. Το να αγωνίζεται κανείς είναι κι αυτό μια ηδονή»…

«Εγώ ευτυχώς δεν έχω πάψει να ονειρεύομαι. Δεν έχω πάψει να θέλω. Βέβαια αυτό κοστίζει κόπους, διαψεύσεις. Ομως αυτό δεν με πειράζει. Το να αγωνίζεται κανείς είναι κι αυτό μια ηδονή»…

 

Βασίλης Διαμαντόπουλος (15 Νοεμβρίου 1920 –  5 Μαΐου 1999) – Το κείμενο που ακολουθεί είναι εκτενές απόσπασμα από δημοσίευμα στον Ριζοσπάστη (6/5/1999) την επόμενη μέρα του θανάτου του σπουδαίου ηθοποιού. 

 

Ο Βασίλης Διαμαντόπουλος γεννήθηκε το 1920 στον Πειραιά. Σπούδασε αρχικά στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά αναζητώντας το καινούριο, μόλις ο Κάρολος Κουν δημιούργησε τη σχολή του εντάχθηκε από τους πρώτους στη νεοσύστατη σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Σε αυτό έκανε την πρώτη ερμηνεία, το 1942, παίζοντας μαζί με τον ΕΑΜίτη επίσης δάσκαλό του Κ. Κουν, στην Αγριόπαπια του Ιψεν, την «παρθενική» παράσταση του ΘΤ, στο οποίο παρέμεινε μέχρι το 1949, ερμηνεύοντας περί τους τριάντα πρωταγωνιστικούς ρόλους σε έργα των Πιραντέλλο, Ιψεν, Τσέχωφ, Πρίσλεϋ, Ο’Νηλ, Ξενόπουλου, Λόρκα, Ουίλλιαμς, Μύλλερ κ. ά. Ακολούθησε συνεργασία με το θίασο Κατερίνας (Νίνα του Ρουσέν) και το 1950 προσελήφθη στο Εθνικό, όπου μέχρι το 1953 πρωταγωνίστησε σε έργα των Πιραντέλλο, Τσέχωφ, Μπ. Σω κ.ά. 

Την ίδια χρονιά συγκροτεί δικό του θίασο και ανεβάζει τους Εκατομμυριούχους της Νάπολης του Ντε Φίλιπο και το πιραντελλικό Ο άνθρωπος, το κτήνος και η αρετή. Το 1954 παίζει στο σαιξπηρικό Ρωμαίος και Ιουλιέτα με το θίασο Χατζήσκου. Το χειμώνα ’54 – ’55 επανακάμπτει στο Θέατρο Τέχνης με τα σολιστικά μονόπρακτα του Τσέχωφ Αρκούδα και Οι βλαβερές συνέπειες του καπνού και του Πιραντέλλο Ο άνθρωπος με το λουλούδι στο στόμα, με τα οποία επέδειξε τη μεγάλη υποκριτική «στόφα» του. Επανέρχεται στο ΕΘ και παίζει Σαίξπηρ, Αριστοφάνη, Πιραντέλλο, Μεριμέ. Το 1958 ιδρύει με τη σύζυγό του Μαρία Αλκαίου,το Νέο Θέατρο και μέχρι το 1966 ανεβάζει θεατρικά ποιοτικό και θεματικά προοδευτικό ρεπερτόριο (Καμπανέλλη, Κασσόνα, Μπρεχτ, Ντε Φίλιπο, τα έργα για την ελληνική φτωχολογιά Πέντε στρέμματα παράδεισο των Γ. Σταύρου – Α. Φραγκιά, Κορομηλά κ. ά. ), αποσπώντας με τη δουλιά την κρατική διάκριση με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α.

Με την επικράτηση της δικτατορίας αυτοεξορίζεται, μαζί με τη γυναίκα του, στο Παρίσι. Επιστρέφοντας στις αρχές της δεκαετίας του ’70, χάρη στον Σωκράτη Καραντηνό προσλαμβάνεται στο ΚΘΒΕ, και πρωταγωνιστεί σε παραστάσεις του Μίνου Βολανάκη.Συμβάλλοντας στην ίδρυση του Θεάτρου Σάτιρας του Γ. Μιχαλακόπουλου, έπαιξε μαζί του το 1973 – 74 στην επίκαιρη πολιτική σάτιρα του Κ. Μουρσελά Ω, τι κόσμος, μπαμπά, στο Ας παίξουμε τους δολοφόνους του Φάιφερ και το Συνεργό του Ντύρρενματ – η σκηνοθεσία δική του. Την ίδια εποχή μαζί με τον Γ. Μιχαλακόπουλο παίζει στην αξέχαστη, συμβολική τηλεοπτική σειρά Εκείνος κι εκείνος.

Ακολουθούν πρωταγωνιστικές ερμηνείες του με διάφορους θιάσους (Μιστέριο Μπούφο, Σφήκες, Αννα Καρένινα, Φοίνισσες) και οι σπουδαίες ερμηνείες του στον μπρεχτικό Κύκλο με την κιμωλία και στο Βολπόνε του Τσόνσον. Το 1993 δημιουργεί το Σύγχρονο Θέατρο,όπου ανεβάζει την αντιφασιστική “Ανάκριση” του Βάις.

Στο ενεργητικό του είχε ακόμη: Τη θητεία του σαν δάσκαλος στις σχολές του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης και στο Θεατρικό Εργαστήρι του, το οποίο δημιούργησε παράλληλα με τον τελευταίο θίασο Νέο Θέατρο. Το θεατρικό έργο Καλικαντζαραίοι που ο ίδιος το ανέβασε το 1979 στο Θέατρο Λυκαβηττού. Πολλές ταινίες (Μαρίνος Κοντάρας, Τελευταία αποστολή, Νυχτερινή περιπέτεια σε σενάριο – σκηνοθεσία Αγ. Τερζάκη, Η αρπαγή της Περσεφόνης, Το αμαξάκι, Ερωτικές ιστορίες, Μάθε παιδί μου γράμματα κ. ά. ) και τηλεοπτικές σειρές (Συμβολαιογράφος, Χατζημανουήλ, Αλέξανδρος Δελμούζος, Κλειδαρότρυπα σε δικό σενάριο και σκηνοθεσία κ. ά. ).

Πιστός στις κομμουνιστικές του ιδέες ο Βασίλης Διαμαντόπουλος , στάθηκε πάντα ονειροπόλος. Οπως έλεγε σε συνέντευξή του στο «Ρ»:

«Εγώ ευτυχώς δεν έχω πάψει να ονειρεύομαι. Δεν έχω πάψει να θέλω. Βέβαια αυτό κοστίζει κόπους, διαψεύσεις. Ομως αυτό δε με πειράζει. Το να αγωνίζεται κανείς είναι κι αυτό μια ηδονή».

Ο Β. Διαμαντόπουλος ήξερε ότι

«πρέπει να έχουμε ανοιχτά τα μάτια μας, γιατί το κεφάλαιο και ο καπιταλισμός ξέρει πολλά κόλπα», παρασύροντας λαούς, ακόμα και ανθρώπους με αριστερές ιδέες.

Μιλώντας για τα χρόνια της Αντίστασης, έλεγε ότι αυτά

«έβαλαν τα θεμέλια της σταθερότητάς μου στο ΚΚΕ. Κι επιπλέον πιστεύω ότι ο κομμουνισμός είναι στέρεος. Κυκλοφορεί μέσα στο ανθρώπινο αίμα. Ο Μαρξ δεν εφηύρε έτσι μια φιλοσοφία, αλλά την άντλησε από την ανθρώπινη πραγματικότητα. Είναι όνειρο ανθρώπινο, όνειρο δικό μας, το να υπάρξει μια κοινωνία ελεύθερη και οι άνθρωποι να ζουν με ισότητα και δικαιοσύνη».

 

Απόψεις