Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η μάχη των τραγουδιών το Δεκέμβρη

«Μας πήραν την Αθήνα, μα μόνο για ένα μήνα…» τραγουδούσαν οι μαχητές του ΕΛΑΣ που έφευγαν από την Αθήνα μετά τα Δεκεμβριανά. Ένα τραγούδι που αποτύπωνε το αποτέλεσμα μιας μάχης («Μας πήραν την Αθήνα…») που κράτησε 33 μέρες (από τις 3 Δεκέμβρη 1944 ως τις 5 Γενάρη 1945) και τέλειωσε με τη νίκη των Εγγλέζων και των δυνάμεων της αντίδρασης με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου -- Του Δάνη Παπαβασιλείου* -- από το μεγάλο αφιερώμα του «Ημεροδρόμου» «Μέρες του Δεκέμβρη ’44»

 Του Δάνη Παπαβασιλείου* από το μεγάλο αφιερώμα του «Ημεροδρόμου» «Μέρες του Δεκέμβρη ’44»

«Μας πήραν την Αθήνα, μα μόνο για ένα μήνα…» τραγουδούσαν οι μαχητές του ΕΛΑΣ που έφευγαν από την Αθήνα μετά τα Δεκεμβριανά. Ένα τραγούδι που αποτύπωνε το αποτέλεσμα μιας μάχης («Μας πήραν την Αθήνα…») που κράτησε 33 μέρες (από τις 3 Δεκέμβρη 1944 ως τις 5 Γενάρη 1945) και τέλειωσε με τη νίκη των Εγγλέζων και των δυνάμεων της αντίδρασης με πρωθυπουργό τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ένα τραγούδι που αποτύπωνε, ταυτοχρόνως, και την πίστη για την προσωρινότητα της ήττας και την τελική νίκη του λαού («…μα μόνο για ένα μήνα»).

Το τραγούδι αυτό τραγουδήθηκε και τα επόμενα χρόνια, στη διάρκεια του εμφυλίου, αλλά και μετά, με διάφορες παραλλαγές. Ήταν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά τραγούδια που γράφτηκαν κατά την περίοδο των Δεκεμβριανών. Πάνω σε ένα απλό μοτίβο, κάποιοι ανώνυμοι στιχοπλόκοι κατέγραψαν όλα τα σκληρά βιώματα της μάχης. Μετά από κάθε δίστιχο ακολουθούσε το ρεφρέν: «Κάπα- κάπα- έψιλον, γειά σου κου- κου- ε».

Δίνουμε ένα μικρό ηχητικό δείγμα για το πώς τραγουδιόταν και στη συνέχεια παραθέτουμε τους στίχους όπως είναι καταγεγραμμένοι στη συλλογή «Τα αντάρτικα τραγούδια», εκδόσεις «Τετράδιο», 1975.

 

 

              Μας πήραν την Αθήνα
               μόνο για ένα μήνα.

               Του Σκόμπι τα κανόνια
               γκρεμίσαν τα Κουπόνια.

               Μπόμπες βροχή στου Γκύζη
               κι εμείς στο μετερίζι.
 

               Κι η τελευταία ελπίδα
               τ’ οδόφραγμα, πατρίδα.

               Μαύροι πατούν τη γη μας,
               βάστα Καισαριανή μας.

               Μάχονται σα λιοντάρια
               στα Εξάρχεια παλικάρια
 

                του Πανεπιστημίου
               και του Πολυτεχνείου.

               Τρέξτε, καπεταναίοι,
               απ’ τα βουνά, γενναίοι.

               Μας πήραν την Αθήνα,
               μόνο για ένα μήνα.

 

Ο λόχος «Λόρδος Μπάυρον»

 

 Ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης και των Δεκεμβριανών είναι ο ύμνος του επονίτικου λόχου «Λόρδος Μπάυρον», που  διακρίθηκε για τον απαράμιλλο ηρωϊσμό των μαχητών του στη διάρκεια των μαχών το Δεκέμβρη του ΄44. Ο λόχος «Λόρδος Μπάυρον» συγκροτήθηκε από φοιτητές και σπουδαστές, μέλη της ΕΠΟΝ.

 

 

 

 

Έχε γειά χαρά σπουδάζουσα γενιά
 που βγήκες στον αγώνα για τη λευτεριά
βουνά και κάμποι και της Αθήνας όλοι οι δρόμοι αντιλαλούν
Λόρδος Μπάυρον λόχος ΕΛΑΣ ΕΠΟΝ
ιερός λόχος των σπουδαστών.

Εμπρός νεολαία σπουδάζουσα εμπρός εμπρός
Εμπρός  στον αγώνα τα νιάτα μας εμπρός εμπρός
 δημοκρατία ελευθερία καινούρια γνώση και προκοπή
Λόρδος Μπάυρον λόχος ΕΛΑΣ ΕΠΟΝ
ιερός λόχος των σπουδαστών.
 

 Έχε γειά χαρά σπουδάζουσα γενιά
που βγήκες στον αγώνα για τη λευτεριά
κουράγιο και σπάζουν οι αλυσίδες και θα ‘ρθουν τα φλάμπουρα της αυγής
 Λόρδος Μπάυρον λόχος ΕΛΑΣ ΕΠΟΝ
 ιερός λόχος των σπουδαστών.

 Έχε γειά χαρά σπουδάζουσα γενιά
που βγήκες στον αγώνα για τη λευτεριά
 ηρώων θυσίες χαράζουν το δρόμο του χρέους της δόξας και της τιμής
Λόρδος Μπάυρον λόχος ΕΛΑΣ ΕΠΟΝ
ιερός λόχος των σπουδαστών (δις).

 

«Τίνος είναι βρε γυναίκα τα παιδιά…»

 

Πάνω σε ένα μοτίβο παλιού λαϊκού αμερικάνικου τραγουδιού γράφτηκαν οι στίχοι ενός από τα πιο γνωστά τραγούδια που τραγουδήθηκε στην περίοδο της απελευθέρωσης της Αθήνας (Οκτώβρης 1944) αλλά και την περίοδο των Δεκεμβριανών. Αναφέρεται με ιδιαίτερα σκωπτικό τρόπο στους συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών, οι περισσότεροι των οποίων έγιναν στη συνέχεια συνεργάτες των Εγγλέζων, προσφέροντας τις «υπηρεσίες» τους στους νέους κατακτητές.

 

 

 

               Γιούπι για για γιούπι γιούπι για

               γιούπι για για γιούπι γιούπι για
                γιούπι για για γιούπι γιούπι για για
               γιούπι γιούπι για για γιούπι γιούπι για.

               Τίνος είναι βρε γυναίκα τα παιδιά;
               Το `να μου φωνάζει “Σι” τ’ άλλο μου φωνάζει “Για”,
               τίνος είναι βρε γυναίκα τα παιδιά;

               Το `να είναι του Γερμαναρά,
               τ’ άλλο είναι του Μακαρονά
               και το τρίτο είναι το δικό μας
               γαμώ το κέρατό μας αγάπη μου γλυκιά.

               Τα κορίτσια που `χαν πρώτα Γερμανούς
               τώρα έχουν Εγγλεζάκια
               με κοντά παντελονάκια
               κι από πίσω ένα σύνταγμα Ινδούς.

 

«Μας εφέραν στην Ελ Ντάμπα, βάρκα- γιαλό…»

 

Χιλιάδες Έλληνες πατριώτες που πιάστηκαν από τους Εγγλέζους και τους ταγματασφαλίτες- εθνοφύλακες κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών στάλθηκαν, ως όμηροι, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Ελ Ντάμπα, στην Αίγυπτο. Υπό άθλιες συνθήκες παρέμειναν εκεί μέχρι την άνοιξη του 1945. Σχετικά με το πώς γίνονταν οι συλλήψεις στην Αθήνα, στη διάρκεια του Δεκέμβρη, πως γίνονταν οι ανακρίσεις και κατόπιν η μεταφορά των ομήρων στο Ελ Ντάμπα, μπορείτε να διαβάσετε τη μαρτυρία του γνωστού ηθοποιού Μίμη Φωτόπουλου (εδώ), ο οποίος ήταν ένας από τις χιλιάδες κρατούμενους του Ελ Ντάμπα.

Πάνω στο γνωστό σκοπό του λαϊκού τραγουδιού «Βάρκα γιαλό», οι κρατούμενοι του Ελ Ντάμπα έγραψαν τους στίχους για να εξιστορήσουν την περιπέτεια τους, από τη σύλληψη, τη μεταφορά και τη ζωή τους στο στρατόπεδο, με μια διάθεση σκωπτική, κόντρα στις συνθήκες της εξορίας τους και έντονη επιθυμία  για την επιστροφή στην πατρίδα.

 

 

 

 

Θα σας πω μιαν ιστορία
από την αιχμαλωσία,
– βάρκα γιαλό – Κάποια μέρα του πολέμου
(δεν το πίστευα ποτέ μου)
– βάρκα γιαλό – Οι Εγγλέζοι μας κυκλώσαν
με τα τανκς και μας τσακώσαν,
– βάρκα γιαλό – Μας επήραν τα ρολόγια,
με το ξύλο, με τα λόγια
– βάρκα γιαλό – Στ’ αυτοκίνητα μας βάλαν
και την πίστη μας εβγάλαν,
– βάρκα γιαλό – Στο Γουδί και στο Χασάνι
κι από ‘κει για το λιμάνι,
– βάρκα γιαλό – Μας εβάλαν στο βαπόρι
και για το Πόρτ-Σάϊντ πλώρη,
– βάρκα γιαλό – Μας εφέραν στην Ελ Ντάμπα
και στην πλάτη μας μια στάμπα.
– βάρκα γιαλό – Μας εδίναν τη βδομάδα
δυο κουτάλια μαρμελάδα,
– βάρκα γιαλό – Μας εδίναν και φυστίκια
που ‘τανε για τα κατσίκια,
– βάρκα γιαλό – Μας εδίναν και μια στάλα
συμπεπυκνωμένο γάλα,
– βάρκα γιαλό – Δεν ξεχνούσαν οι Εγγλέζοι
το ελληνικό τραπέζι,
– βάρκα γιαλό – Και μας δίναν ταχτικά
και μπιζέλια αρακά,
– βάρκα γιαλό – Δεν το θέλουμε το γάλα
ούτε και τη μαρμελάδα,
– βάρκα γιαλό – Μόνο θέλουμε να πάμε
πίσω στη γλυκιά Ελλάδα,
– βάρκα γιαλό.

 

Η «μάχη των τραγουδιών» στο «Θίασο»

 

Στην αριστουργηματική ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου, «Ο Θίασος», υπάρχει μια σκηνή που εκτυλίσσεται σε ένα κέντρο διασκέδασης, την Πρωτοχρονιά του 1946. Είναι δύο παρέες, η μια αποτελείται από νέα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, η άλλη, από «εθνικόφρονες», φιλοβασιλικούς. Δεν ανταλλάσσουν μεταξύ τους κουβέντα, λένε, όμως, όσα έχουν να πουν με τα τραγούδια. Τραγούδια γνωστά, που όμως στην αλληλουχία τους εκφράζουν τη σύγκρουση των  δύο διαφορετικών κόσμων το Δεκέμβρη του ΄44 στην Αθήνα.

Απολαύστε τη σκηνή:

Ακολουθούν οι στίχοι κάποιων τραγουδιών που γράφτηκαν και τραγουδήθηκαν στη διάρκεια των Δεκεμβριανών και λίγο μετά, όπως τους βρήκαμε στη συλλογή «Τα αντάρτικα τραγούδια», εκδόσεις «Τετράδιο», 1975.

 

Ήρθανε πάλι τύραννοι 

 

 Μοιρολογούνε τα βουνά και σιγοκλαιν’ οι κάμποι
Ο Κιθαιρώνας έγειρε, στον Ελικώνα λέει:
Πες μου μεγάλε μου αδερφέ, μην άκουσες, μην είδες
που πήγε ο καπετάνιος μας, ο αρχηγός μας Άρης
με τη γενειάδα τη δασιά και τ’ αετού το μάτι
που τ’ όνομα του τρέμανε ναζήδες και φρατέλοι
κι οι Ράλληδες λουφάζανε στις τρύπες σαν ποντίκια; 

Πες του να κάνει γρήγορα καθόλου μην αργήσει 
κι ήρθανε πάλι τύραννοι, οι γερμανοτσολιάδες, 
με τους Εγγλέζους συντροφιά και με τους αραπάδες.
Κλέβουν, ρημάζουν τα χωριά, σκοτώνουν, σκλάβους παίρνουν. 

 

Το τραγούδι της αμνηστίας 

 

 Στις φυλακές δεκαοχτώ χιλιάδες
αντιφασίστες κρατούνται στα δεσμά
όλοι μαζί, πατέρες και μανάδες 
να λευτερώσουν τα ένδοξα παιδιά

Απ΄άκρη σ’ άκρη σ΄όλη την Ελλάδα 
ας ακουστεί η δίκαιη φωνή 
ας το βροντήξει της Λευτεριάς καμπάνα
κι΄ας το φωνάξει το θρυλικό χωνί.

Θέλει ο Λαός να δώσουν αμνηστία
σ΄αγωνιστές μ΄ατρόμητη καρδιά
που πολεμήσαν για την ελευθερία
μέσα στις πόλεις κι΄απάνω στα βουνά.

Για να χτιστεί καινούργια η πατρίδα
απ΄τα συντρίμια κι΄απ΄το χαλασμό
πρέπει να σπάσει η μαύρη αλυσίδα
να θανατώσουμε το νέο φασισμό. 

 

Το τραγούδι του Γκύζη 

 

Καισαριανή το Στάλινγκραντ
η Καλλιθέα η Μόσχα
κι οι συνοικίες του Λαού (δις)
μας οδηγούν στη δόξα. 

Μ΄ανδρειωμένη καρδιά του ΕΛΑΣ τα παιδιά
θα βαδίσουμε εμπρός, πάντα εμπρός, πάντα εμπρός.

Η Καλογρέζα, η Κοκκινιά
που στον αγώνα πρώτες
συνθήματα ερίξαμε
θάνατος στους προδότες.

Στα Τουρκοβούνια εκεί ψηλά
στο δοξασμένο Γκύζη
χαφιές, προδότης, Μπουραντάς
ποτέ δεν θα πατήσει. 

Μαλιχέρια, τραμπλόν
χειροβομβίδες, λεμπλέν 
και στη δόξα αυτά 
μας οδηγούν, μας οδηγούν. 

 

Αν είσαι κι αν δεν είσαι 

 

-Αν είσαι κι αν δεν είσαι του βασιλιά παιδί
να μάθεις να δουλεύεις αν θες να τρως ψωμί.
Σφυροδρέπανο κι αξίνα 
κάτω ο φασισμός κι η πείνα. 

-Αν είσαι κι αν δεν είσαι και του δημάρχου γιος
να μάθεις να δουλεύεις αν θέλεις για να τρως.
Σφυροδρέπανο κι αστέρι
και γροθιά με τόνα χέρι.

-Αντε να πάμε πέρα- και τι να κάνουμε
Να ιδούμε τη Ρωσία κι ας αποθάνουμε.
Το σφυρί και το δρεπάνι
τους φασίστες θα ξεκάνει.

-Ήρθε ο καιρός μας ήρθε, βαράτε τα βιολιά
να ειδεί μιαν άσπρη μέρα και η φτωχολογιά.
Σφυροδρέπανο κι αξίνα
κι ο ΕΛΑΣ μεσ΄στην Αθήνα. 

 

Της Μυτιλήνης

 

Του ΙΑΜ, του ΙΑΜ τσι γ΄ ΙΠΟΝ
μας ανοίξαν τα μάτια λοιπόν
τσ΄ότ΄να κάνιτι, ρε γκμπάρ, 
δε μας βάζιτι σαμάρ΄
στις ικλουγές θα μας βρείτε απών!

Ρε Γιώργου βασλέ μας
για ρίξε μπρούς τνη γη κουμμάτ΄του βλέμμα σ΄. 
Ο βασλές του κλουτσιάρικου του μλάρ, 
δεν του πήρι ακόμα χαμπάρ΄
τς έστλι τουν Παπαντριγιά 
τσι τς αράπιδες, ντ γκουπριγιά, 
να μας βάλουν τσινούργιου σαμάρ΄.

Φονιάδες φασίστες, 
αγήτε μη σας στείλουμε στς ακσίστις.
Μα ξυσπάσαν τ΄μλάρια
πετάξαν απ΄τς κατίνις τα σαμάρια. 

(Το τραγούδι αυτό γράφτηκε από το λαϊκό ποιητή Στρατή Ανεζινό και  αναφέρεται στην απόβαση που θέλησε να κάνει ο βρετανικός στόλος στη Μυτιλήνη το Δεκέμβρη του 1944) 

 

Μαντινάδες του Δεκέμβρη 

 

– Γεια σου χαρά σου αγωνιστή λεβέντη ελασίτη,
που έχεις κάνει Στάλνγκραντ εσύ το κάθε σπίτι

–Παίρνει τους όλμους ο ΕΛΑΣ και μια παλιά αραβίδα
και κανονίζει δύο τανκς με μια χειροβομβίδα

–Ο Σκόμπυ νάνους έφερε, μα τίποτα δεν κάνει, 
γιατί κι αυτό  κι οι νάνοι του είναι μπροστά μας… νάνοι

–Η συνοικία του Ψυρή ξεπέρασε τ΄ Αρκάδι 
και Άγγλους με τη σέσουλα ξαπόστειλε στον Άδη

–Τώρα τους μάθαμε καλά τους Άγγλους μας συμμάχους
που με τ΄αεροπλάνα τους χτυπάνε τους αμάχους

–Από τ΄αεροπλάνα του το σήμα ο Σκόμπυ σβήνει
μα κι αν το σήμα έσβησε, το στίγμα θα του μείνει

–Γεια σου λεβέντη μου ΕΛΑΣ, εσύ τη νίκη δος μου, 
εσένα καμαρώνουνε όλοι οι λαοί του κόσμου. 

 

Αθήνα και πάλι Αθήνα 

 

Αθήνα και πάλι Αθήνα 
θάνατος ή λευτεριά
στη βια ορθώνεται κάστρο
συντρίβει η γροθιά σου τα ξένα θεριά.

Με μπόρα ή με λιακάδα
μ΄ορμή ο λαός προχωρεί
έτοιμη όλη η Ελλάδα
στο πλάι σου Αθήνα μας ν΄αγωνιστεί.

Αθήνα και πάλι Αθήνα
θάνατος ή λευτεριά
με φτυάρια, με πέτρες, με ξύλα
παλεύομε γέροι, γριές και παιδιά. 

Αθήνα, πολέμα Αθήνα 
πιστός ο ΕΛΑΣ ο φρουρός
χτυπάτε, συντρίψτε το Σκόμπυ
στα όπλα, πολίτες, στη νίκη, εμπρός! 

 

 

Απόψεις