Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

«Εσύ είσαι ο Ζώρζος με τα πολλά παιδιά;»

Μια μικρή ανθρώπινη ιστορία από τις μέρες του Δεκέμβρη στα Ιλίσια

Ο Γιώργος Ζώρζος, νιόπαντρος στα μέσα του 1934, με την Αθηνά, την γυναίκα του, και τη βοήθεια των αδελφών του κατάφερε να χτίσει ένα μικρό σπίτι με πλίνθους χωμάτινους, στα Κουπόνια, στην ανηφόρα που οδηγούσε στην Καισαριανή, στη γωνία Υφασίου και Κορνόβου.

Τους πλίνθους από κοκκινόχωμα τους έφτιαχναν επιτόπου, με χώμα που μάζευαν από τα χωράφια και για να γίνουν γεροί έβαζαν μέσα στη λάσπη άχυρο. Ένα μεγάλο δωμάτιο στην αρχή, 5Χ5, μια κουζίνα και έναν «καμπινέ» εκτός σπιτιού.

Το δωμάτιο στην  οροφή το ταβάνιασαν με πηχάκια και μετά το σοβάτισαν για να είναι ομοιόμορφη η οροφή, όπως και οι τοίχοι. Στο πάτωμα τοποθέτησαν μωσαϊκά πλακάκια. Στη μια άκρη του μικρού οικοπέδου υπήρχε το κοτέτσι με κότες και μια κατσίκα για το γάλα της οικογένειας.

Ηλεκτρισμός δεν υπήρχε στην περιοχή, ούτε νερό. Η οικογένεια όπως όλη η περιοχή έπαιρνε νερό από ένα κοινόχρηστο πηγάδι, δυο στενά παρακάτω, που είχαν ανοίξει οι κτηματίες της περιοχής.

Ο Γιώργος είχε μόνιμη δουλειά στην Εταιρεία Προστασίας των Ζώων όπου με το αυτοκίνητο της εταιρείας περισυνέλλεγαν αδέσποτα σκυλιά προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μεγάλη επιδημία της λύσσας που ταλαιπωρούσε την Αθήνα από το 1916.

Το 1940 βρίσκει την οικογένεια Ζώρζου να έχει αποκτήσει τέσσερα παιδιά, το σπίτι απόκτησε ένα ακόμη δωμάτιο, χτισμένο με πέτρες αυτή τη φορά και η οικογένεια κοίταζε το μέλλον με αισιοδοξία.

Κι ύστερα ξέσπασε ο πόλεμος που έφερε τα πάνω κάτω. Από τις πρώτες βδομάδες της κατοχής άρχισαν οι ελλείψεις σε τρόφιμα και οι ανατιμήσεις των αγαθών. Η δραχμή αρχίζει να χάνει σταδιακά την αξία της. Τους πρώτους μήνες του 1941 η Εταιρεία Προστασίας των Ζώων κλείνει. Η πείνα μαστίζει την Αθήνα, ο Γιώργος μένει χωρίς δουλειά και ο αγώνας για την επιβίωση της πολύτεκνης οικογένειας παίρνει τρομακτικές διαστάσεις. Ο πατέρας με τις τόσες ευθύνες κάνει ότι δουλειά βρει: μεταφορέας, εργάτης, μικροπωλητής. Οι Γερμανοί μαζεύουν τους άντρες και τους πάνε στο Χασάνι, στο Αεροδρόμιο του Ελληνικού, να εργαστούν στα πολυβολεία που κατασκεύαζαν, για ένα κομμάτι ψωμί.

Με το αυτοκίνητο της Εταιρείας Προστασίας των Ζώων ο Γιώργος Ζώρζος, «θρυλικός μπόγιας».

Το φθινόπωρο του 1941 ξεσπάει η μεγάλη πείνα της Κατοχής με χιλιάδες νεκρούς. Τον Φλεβάρη του 1942, ο μικρότερος γιός του πεθαίνει από την πείνα. Τον επόμενο μήνα η Αθηνά γεννάει ένα ακόμη αγόρι.

Φιλήσυχος άνθρωπος ο Γιώργος Ζώρζος, φιλοβασιλικός και πατριώτης προσπαθούσε να μείνει έξω από όλες τις επικίνδυνες καταστάσεις με κύριο και μοναδικό μέλημά του η επιβίωση της οικογένειας.

Το τέλος του 1942 οι Γερμανοί βάζουν σε λειτουργία τους στρατιωτικούς φούρνους στο Γουδί. Εκεί θα βρουν δουλειά αρκετοί Κουπονιώτες, Ζωγραφιώτες , Γουδιώτες. Το μεροκάματο είναι πολύ λίγο αλλά κάθε εργαζόμενος παίρνει κάθε μέρα μια κουραμάνα κι αυτό ήταν πολύ σημαντικό.

Το 1944 στις Ανατολικές Συνοικίες, Καισαριανή, Βύρωνα, Κουπόνια, Ζωγράφου, φουντώνει η Εθνική Αντίσταση. Η περιοχή είναι ορεινή με λόφους και ρέματα και αυτό βοηθάει στο να φεύγουν οι αγωνιστές προς τον Υμηττό όταν γινόντουσαν μπλόκα και εκκαθαριστικές επιχειρήσεις από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους.

Καλοκαίρι του 1944, σε μια εκκαθαριστική επιχείρηση των Γερμανών, ένας ΕΛΑΣίτης λίγο χοντρούλης, που φύλαγε τα γραφεία του ΕΛΑΣ στο επιταγμένο σπίτι του Μήλια, Υφασίου 38, την ώρα που έφταναν οι Γερμανοί, άρχισε να τρέχει την ανηφόρα για να πάει στη Καισαριανή. Οι Γερμανοί είχαν στήσει ένα πολυβολείο δυο στενά πιο πάνω στην κορυφογραμμή του λόφου στην Παραπαμίσου. Ο ΕΛΑΣίτης κατευθύνεται, χωρίς να το αντιληφθεί, προς το μέρος τους. Φτάνοντας στην, σημερινή, Ικαρίας, ο Γιώργος Ζώρζος του σφυρίζει και του κάνει νόημα να πέσει μέσα στο ρέμα που ανέβαινε μπροστά από το σπίτι του. Ο ΕΛΑΣίτης άλλαξε πορεία, μπήκε στο ρέμα, προχώρησε λίγο προς τα πάνω και χώθηκε μέσα σε ένα μεγάλο νεροφάγωμα. «Η Ψυχή μας είχε πάει στην Κούλουρη», καταγράφει ο Γιάννης Ζώρζος στο βιβλίο του «1890 – 2000 Ανατολικά της Αθήνας – τα Κουπόνια», «ένας Γερμανός είχε φτάσει μέχρι τη γωνία της Ιαξάρτου σχεδόν δέκα μέτρα από τον κρυπτόμενο, είδε το σπίτι που ήταν λίγο πιο ψηλά και μακριά, δεν ήρθε για να κάνει έρευνα και η ψυχή μας πήγε στη θέση της. Ετσι ο χοντρούλης έφυγε και γλίτωσε από το μπλόκο των Γερμανών. Αργότερα θα μάθουμε ότι ο ΕΛΑΣίτης ήταν ο Νίκος Σολωμός, καθοδηγητής του έκτου γραφείου με το ψευδώνυμο Κώστας».

Φωτογραφία από την πλατεία με τους Πέντε Κομμουνιστές κρεμασμένους και έναν γερμανοτσολιά φρουρό. Πρωινό της 5.4.1944. Το παιδί με το ποδήλατο είναι ο Γιάννης Ζώρζος.

 

Στα Δεκεμβριανά — «Εσύ είσαι ο Ζώρζος με τα πολλά παιδιά…»

 

Στις 12 Οκτώβρη 1944 οι Γερμανοί φεύγουν από την Αθήνα. Ο λαός πανηγυρίζει και αρχίζει να ονειρεύεται μια καλύτερη ζωή, έναν καλύτερο κόσμο. Αντί γι’ αυτό ήρθε ο Δεκέμβρης του ’44. Οι Αγγλοι, νέοι εισβολείς και κατακτητές, μαζί με τον αστικό στρατό, την χωροφυλακή, και τους ταγματασφαλίτες, τις παρακρατικές φασιστικές συμμορίες και τους ντόπιους συνεργάτες τους που από την υπηρεσία των Γερμανών πέρασαν στην υπηρεσία των νέων αφεντικών τους, αιματοκύλησαν για άλλη μια φορά την Ελλάδα και έθαψαν τα όνειρα και τις προσδοκίες του λαού μας.

Κύριος στόχος των Αγγλων και των Ριμινιτών η ανταρτομάνα Καισαριανή κι ο δρόμος για να κτυπηθεί η ηρωική συνοικία περνούσε από του Ζωγράφου, από τα Ιλίσια. Σφοδρές μάχες γίνονται στην περιοχή του Ζωγράφου και βαρύ το τίμημα σε αίμα που πλήρωσε και ο λαός της περιοχής.

Το μεσημέρι της 6ης του Δεκέμβρη τρία τάγματα της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας εξαπολύουν την πρώτη τους επίθεση εναντίον του ΕΛΑΣ. Στην πρώτη τους πολεμική επιχείρηση εναντίον Ελλήνων είχαν μαζί τους δύναμη της Χωροφυλακής, θωρακισμένα άρματα και δέκα τανκς. Ξεκίνησαν από το Γουδί με κατεύθυνση του Ζωγράφου και τα Κουπόνια. Στο ύψος της Βίλας Κοτοπούλη σημειώθηκε η πρώτη σύγκρουση, με τους 1ο και 3ο λόχους του ΕΛΑΣ Καισαριανής.

« … Στις 6 του Δεκέμβρη ανήμερα του Αγίου Νικολάου, οι συνοικίες μας παρουσιάζουν όψη πολεμικού στρατοπέδου. Η θύελλα δεν έχει ξεσπάσει ακόμα αλλά όλα δείχνουν πως πλησιάζει. Ανάμεσα στις λαϊκές συνοικίες και το δωσίλογο κέντρο έχει ανοίξει ένα βάραθρο που στις 33 μέρες του Δεκέμβρη γέμισε με αίμα. Λαός και στρατός περιμένουν την επίθεση ψύχραιμα και αποφασιστικά. Και δεν αργεί να έρθει. Στις 12.30 Τάγματα της Ορεινής Ταξιαρχίας, με την προστασία δέκα τανκς «Σέρμαν» και πολλών θωρακισμένων αυτοκινήτων, κινούνται προς Ζωγράφου-Κουπόνια- Λόφο Αράπη. Το μέτωπο αυτό κρατούσαν μικρά τμήματα του 4ουΤάγματος του ΕΛΑΣ. Παρά την τρομακτική υπεροχή του εχθρού πολεμάνε με λύσσα και ηρωισμό που ξεπερνάει κάθε όριο.

Κόσκινο από τις ριπές και τα βλήματα όλμων οι προσφυγικές πολυκατοικίες.

Μόλις έπειτα από 6 ώρες μάχης και κατά τις 5 το απόγευμα κατορθώνει ο εχθρός να καταλάβει τις συνοικίες Ζωγράφου και Κουπόνια και να φτάσει στο ρέμα της Καισαριανής. Εκεί, για πρώτη φορά, μπαίνουν στη μάχη τα’ αεροπλάνα που πολυβολούν τις θέσεις του ΕΛΑΣ, ενώ οι Ριμινίτες κάνουν προσπάθεια να διεισδύσουν στην Καισαριανή. Σπάνε, όμως τα μούτρα τους και το βράδυ σταματάνε κάθε προσπάθεια.

 Έτσι δημιουργήθηκε το μέτωπο της Καισαριανής. Από εκείνη τη μέρα η Καισαριανή ζούσε σ’ ένα κατακλυσμό φωτιάς και σίδερου. Από κείνη τη μέρα και επί 25 ακόμα μέρες ο λαός της και ο ΕΛΑΣ κράτησαν με τα νύχια τους, κυριολεκτικά, τις επιθέσεις μιας ολόκληρης Ταξιαρχίας, εξοπλισμένης μέχρι τα δόντια και ενισχυμένης με χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες…».

(«Οι Ανατολικές Συνοικίες το Δεκέμβρη του 1944»,
έκδοση της 6ης Αχτίδας της ΚΟΑ, Αθήνα 1945 ,
επανέκδοση από τη Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2014).

Όπως διηγούνται της περιοχής των Κάτω Κουπονιών «από τους λόφους του Παπαδόπουλου και του Καλαρύτη γίνονται μεγάλες μάχες με δεκάδες νεκρούς, τους οποίους θάβουν πρόχειρα μπροστά από το 9ο Δημοτικό Σχολείο Κουπονιών».

Ο Γιάννης Ζώρζος, στο βιβλίο του «1890 – 2000 Ανατολικά της Αθήνας – τα Κουπόνια», διηγείται:

«Ένα γεγονός που μας προβλημάτισε, και ιδιαίτερα τον πατέρα μου που είναι φιλοβασιλικός, συνέβη σε μια επίθεση που δέχεται η περιοχή μας από τους Ελασίτες της Καισαριανής, με όλμους.

Είναι μεσημέρι και τρώμε φασολάδα. Την ώρα που τρώγαμε πέφτει ένας όλμος στο μέσο του οικοπέδου μας. Η μάνα μου μας βγάζει έξω γρήγορα και τρέχουμε στην αυλή του σπιτιού σ’ ένα πρόχειρο καταφύγιο που είχε φτιάξει ο πατέρας μου. Πριν προλάβουμε να μπούμε μέσα στο καταφύγιο έρχεται ένας άλλος όλμος και πέφτει πάνω στον τοίχο του σπιτιού γκρεμίζοντάς τον και τα χαλάσματα πέφτουν πάνω στο τραπέζι. Στη γειτονιά μεταδίδεται ότι έχουμε σκοτωθεί. Το νέο φτάνει και στο Γουδί στους φούρνους.

Την άλλη μέρα το πρωί, έρχεται ο πατέρας μου με ένα στρατιωτικό τζιπ με ένα τσουβάλι κουραμάνες για όλη τη γειτονιά, αφού τον έχουν καθησυχάσει ότι δεν έχουμε πάθει τίποτα.

Η οικογένεια φιλοξενείται στη γειτονιά και στο καταφύγιο του Παρασκευά. Ο πατέρας μου μένει στο σπίτι 3 – 4 μέρες για να μας τακτοποιήσει. Το σπίτι είναι ακατοίκητο.

Ένα βράδυ, το τρίτο ή το τέταρτο, πάει στο μπακάλικο – ταβέρνα, του Τσίφα. Εκεί μαζεύονταν συνήθως όλοι οι γείτονες για να πιούν κανένα κρασάκι και να κουβεντιάσουν.

Ο πατέρας μου δέχεται μια απροσδόκητη επίσκεψη. Έναν Ελασίτη από την Καισαριανή, όπως του είπε, τον φωνάζει έξω και του λέει:

‘‘Εσύ είσαι ο Ζώρζος με τα πολλά παιδιά που γκρεμίστηκε το σπίτι σου απ’ τον όλμο; ’’

Ο πατέρας μου απαντάει καταφατικά. Τότε ο Ελασίτης του δίνει ένα μάτσο λεφτά για να επισκευάσει το σπίτι Το γεγονός αυτό πρέπει να έγινε στα τέλη του Δεκεμβρίου του ’44. Όμως αυτή η χειρονομία κάνει τον πατέρα μου να βλέπει τα πράγματα με άλλο μάτι και από την άλλη πλευρά. Ισως αιτία γι’ αυτή την χειρονομία να ήταν το περιστατικό με τον Ελασίτη που είχε σώσει προ 6 μηνών από το μπλόκο των Γερμανών».

Στις 5 του Γενάρη του ’45 τελείωσε, με οδυνηρή ήττα, η ηρωική, πλην όμως άνιση μάχη των 33 ημερών που έδωσαν ο ΕΛΑΣ και ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά.

Στα μέσα του Γενάρη άνοιξαν ξανά τα σχολεία. Απέναντι από το 9ο Δημοτικό Σχολείο Κουπονιών ήταν το οικοδομικό τετράγωνο μεταξύ των οδών Λιβύης – Κρατερού – Γρηγορίου Αυξεντίου και Πελοποννήσου. Ένα πρωί ήρθαν τα αυτοκίνητα του Δήμου Αθηναίων με εργάτες, σκάβουν το οικόπεδο και ξεθάβουν δεκάδες πτώματα από τις μάχες του Δεκέμβρη που έγιναν στην περιοχή. Το θέαμα από το σχολείο ήταν ανατριχιαστικό και σοκαριστικό. Με αυτό τον τρόπο τα Δεκεμβριανά σφράγισαν ανεξίτηλα τις μνήμες των μαθητών του Δημοτικού.

 

Βασική πηγή από όπου και εκτεταμένα αποσπάσματα: Ιωάννη Γ. Ζώρζου,
1809-2000 Ανατολικά της Αθήνα – τα «Κουπόνια» — Ανω Ιλίσια – Γουδί – Ζωγράφου», Αθήνα 2001

 

Απόψεις