Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

ΕΛΛΗΝΙΚΟ:
Ο ευρών αρχαία… πληρώνει τον αγοραστή!

  Μεγάλος θρήνος ξέσπασε με το άκουσμα της είδησης, όπως αποκάλυψε η εφημερίδα Καθημερινή, ότι η Αρχαιολογική Υπηρεσία του Υπουργείου..

 

Μεγάλος θρήνος ξέσπασε με το άκουσμα της είδησης, όπως αποκάλυψε η εφημερίδα Καθημερινή, ότι η Αρχαιολογική Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού σχεδιάζει να κηρύξει αρχαιολογικό χώρο ένα μεγάλο κομμάτι της έκτασης του Ελληνικού. Η ίδια εφημερίδα που αποκάλυψε το σχετικό έγγραφο, το οποίο διακινήθηκε από την Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟ, δείχνει εξαιρετικά ανήσυχη που μία τόσο «μεγαλειώδης» εκποίηση δημόσιου πλούτου (παραπλανητικά ονομάζεται επένδυση) κινδυνεύει τάχα να καταστραφεί λόγω των αρχαιολόγων, οι οποίοι άλλο τίποτα δεν κάνουν παρά να παρακωλύουν το αναπτυξιακό έργο των κυβερνήσεων.

Για να βάλουμε, λοιπόν, τα πράγματα στη θέση τους:

Πρώτον: Ας σταματήσει ο θρήνος ότι η δήθεν επένδυση θα εμποδιστεί ή και θα σταματήσει. Η κήρυξη μιας έκταση σε αρχαιολογικό χώρο δεν ακυρώνει τα προβλεπόμενα έργα ,κάτι που θα το ευχόμασταν στην περίπτωση του Ελληνικού. Υποχρεώνει, όμως, σε αρχαιολογικό έλεγχο κατά τη διάρκεια των εκσκαφών. Υποχρεώνει δηλαδή στην αναγκαστική εφαρμογή του αρχαιολογικού νόμου. Βέβαια το αστικό κράτος δεν διστάζει να ακυρώσει ακόμα και τους προστατευτικούς νόμους και θεσμούς που το ίδιο επέβαλε όταν αυτοί οι νόμοι παύουν να εξυπηρετούν τα σχέδιά του. Οσα, λοιπόν, γράφονται περί εμπλοκής στο «έργο» είτε δηλώνουν άγνοια είτε ηθελημένα επιδιώκουν να προκαλέσουν συσκότιση και σύγχυση στη βάση του χυδαίου και αγοραίου διλήμματος «ανάπτυξη ή αρχαία».

Δεύτερον: Η απαράδεκτη σύμβαση παραχώρησης του Ελληνικού που υπεγράφη μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της Lamda Development και πρόκειται να κυρωθεί από την Ελληνική Βουλή, προβλέπει τα εξής ομοίως απαράδεκτα: ο χαρακτηρισμός μέρος του ακινήτου ως δάσος, η εύρεση αρχαιοτήτων καθώς και η μόλυνση του εδάφους αποτελούν «γεγονός αποζημίωσης». Δηλαδή ο ευρών αρχαία, δηλαδή η Αρχαιολογική Υπηρεσία, αποζημιώνει τον αγοραστή! Επίσης, στην περίπτωση 6 του άρθρου 9 της Σύμβασης ορίζεται ότι «σε περίπτωση εύρεσης αρχαιοτήτων το γραφείο Ελληνικού θα ενημερώσει την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία εντός προθεσμίας 60 ημερών πρέπει να υποδείξει μεθόδους συνέχισης των εργασιών και να προβεί σε ενέργειες για την προστασία των ευρημάτων». Αν οι 60 ημέρες παρέλθουν χωρίς να έχουν γίνει οι σχετικές ενέργειες από την Αρχαιολογική Υπηρεσία αυτό αποτελεί «γεγονός καθυστέρησης του Δημοσίου». Δηλαδή η κατάπτυστη Σύμβαση υποχρεώνει τους αρχαιολόγους να στριμώξουν το αρχαιολογικό έργο, δηλαδή το επιστημονικό έργο σε 60 ημέρες, αλλιώς το Δημόσιο πρέπει να αποζημιώσει τον αγοραστή. Εδώ όμως λέει και κάτι άλλο: Λέει ότι τα αρχαία, αν βρεθούν, δεν θα βρεθούν από τους αρχαιολόγους αλλά από τον εργολάβο ο οποίος θα ενημερώσει την Αρχαιολογική Υπηρεσία! Με άλλα λόγια οι αρχαιολόγοι δεν θα είναι παρόντες στη διάρκεια των εκσκαφών κατά παρέκκλιση της αρχαιολογικής νομοθεσίας. Δηλαδή παρακάμπτεται ο αρχαιολογικός νόμος.

Επομένως, η επικείμενη κήρυξη μεγάλου μέρους του Ελληνικού ως αρχαιολογικού χώρου επί της ουσίας αποκαθιστά τη νομική τάξη, δηλαδή τον επιβεβλημένο από το νόμο αρχαιολογικό έλεγχο. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση ο νόμος μάλλον… δεν είναι βολικός.

Ωστόσο, σύμφωνα με τα όσα προβλέπει η Σύμβαση εάν βρεθούν αρχαιότητες εκτός των ορίων της κήρυξης που προτείνει η Αρχαιολογική Υπηρεσία, τότε και πάλι το Δημόσιο πρέπει να αποζημιώσει τον αγοραστή!

Τρίτον: Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού δεν είναι η αντιπολίτευση της κυβέρνησης! Αντίθετα, όταν οι ίδιοι που θρηνούν για το Ελληνικό θρηνούσαν για τη χαμένη τάχα «επένδυση» στο Αφάντου της Ρόδου, καθώς και εκεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία κήρυξε αρχαιολογικό χώρο το σύνολο της έκτασης, τότε το Υπουργείο Πολιτισμού έσπευσε να καθησυχάσει τους σφόδρα ανησυχούντες με Δελτίο Τύπου το οποίο διευκρίνιζε ότι «η πράξη της αναοριοθέτησης του αρχαιολογικού χώρου ουδόλως θέτει σε αμφισβήτηση το σύνολο του εγχειρήματος για το οποίο η κυβέρνηση έχει αναλάβει τη δέσμευση να υλοποιήσει και τούτο διότι η κήρυξη αρχαιολογικού χώρου δεν συνεπάγεται την ταυτόχρονη απαγόρευση δόμησης, αλλά την παρακολούθηση των εργασιών από την αρχαιολογική υπηρεσία, όροι που ούτως ή άλλως είχαν τεθεί κατά την έγκριση του ΕΣΧΑΔΑ από αρχαιολογικής πλευράς… Εξάλλου, για το θέμα των επενδύσεων στο Αφάντου, έχει αναπτυχθεί συνεχής και γόνιμη συνεργασία όλων των εμπλεκομένων πλευρών – ΤΑΙΠΕΔ, συναρμόδια Υπουργεία Πολιτισμού και Αθλητισμού, Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, Περιβάλλοντος και Ενέργειας καθώς και της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών μεταξύ των οποίων υπάρχει ομοφωνία ότι η αναοριοθέτηση δεν θέτει σε αμφισβήτηση την πραγματοποίηση της επένδυσης».

Στην περίπτωση του Ελληνικού, συμβαίνει ακριβώς το ίδιο. Σε Δελτίο Τύπου του Υπουργείου Πολιτισμού αναφέρονται τα εξής: «Η πρόταση κήρυξης – οριοθέτησης αρχαιολογικού χώρου αφορά σε μία ευρύτερη περιοχή στους Δήμους Αλίμου και Ελληνικού – Αργυρούπολης, περιλαμβάνοντας τμήμα της επένδυσης στο Ελληνικό και όχι ολόκληρη την επένδυση, όπως ανακριβώς αναφέρεται στα δημοσιεύματα. Στο σύνολο της περιοχής αυτής έχουν ανασκαφεί στο παρελθόν και υπάρχουν ορατές αρχαιότητες, που ανήκουν στους αρχαίους Δήμους Αλιμούντος και Ευωνύμου.Η πρόταση περιλαμβάνει εκτάσεις των συνεκτικών πολεοδομικών ιστών των σύγχρονων δήμων Αλίμου και Ελληνικού – Αργυρούπολης και εκτείνεται σε τμήμα της έκτασης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού. Κριτήριο για τον καθορισμό ορίων είναι η αρχαιολογική έρευνα πεδίου και οι αρχαιότητες που έχουν εντοπιστεί.Όπως έχει επανειλημμένα εξηγηθεί και στην περίπτωση Αφάντου, όπου η στάση του Υπουργείου Πολιτισμού δικαιώθηκε απόλυτα και από το Συμβούλιο της Επικρατείας, η κήρυξη – οριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου δεν δεσμεύει την περιοχή ούτε μεταβάλλει επί τα χείρω τους συνήθεις όρους που ισχύουν γενικότερα από την πλευρά του αρχαιολογικού νόμου για δημόσια και ιδιωτικά έργα σε ολόκληρη τη χώρα.Η μόνη υποχρέωση που προκύπτει από την κήρυξη είναι ότι τα έργα που εκτελούνται στην περιοχή που οριοθετείται, πρέπει να εγκρίνονται από το Υπουργείο Πολιτισμού, μετά από γνώμη του αρμόδιου Συμβουλίου, και να παρακολουθούνται από την αρχαιολογική υπηρεσία. Πρόκειται για συνήθεις όρους που ούτως ή άλλως τίθενται σε περιοχές όπου έχουν εντοπιστεί ή είναι ορατές αρχαιότητες, όπως στη συγκεκριμένη. Συνεπώς, η κήρυξη – οριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα στην εξέλιξη της επένδυσης του Ελληνικού ούτε στρέφεται ενάντιά της. Απλά επισημαίνει και γνωστοποιεί με θεσμικό τρόπο ότι στην ευρύτερη περιοχή έχουν εντοπιστεί και υπάρχουν ορατές αρχαιότητες, συνεπώς θα πρέπει να τηρούνται οι προβλεπόμενες διαδικασίες του αρχαιολογικού νόμου, που ισχύουν σε όλα τα μεγάλα και μικρά έργα σε ανάλογες περιπτώσεις».

Αρα, κανένας λόγος ανησυχίας. Η «επένδυση» δεν κινδυνεύει…

Τέταρτον: Ουδέποτε μέχρι σήμερα σταμάτησε κανένα μεγάλο έργο παρά τα εκατοντάδες αρχαία κατάλοιπα που έφερναν οι αρχαιολόγοι στο φως. Δεν σταμάτησε ή έστω τροποποιήθηκε ακόμα και όταν η σημασία των αποκαλυμένων αρχαίων το επέβαλε, αφού προείχε να μη δυσαρεστηθεί (οικονομικά εννοείται) ο εργολάβος. Θυμίζουμε ότι χάριν του αεροδρομίου στα Σπάτα ξυρίστηκε ολόκληρος λόφος με προϊστορικό οικισμό, ο λόφος Ζάγανι, παρά τις δραματικές εκκλήσεις και τις διαμαρτυρίες του επιστημονικού κόσμου.

Πέμπτον: Προφανώς ετούτος ο αχός και κουρνιαχτός έχει στόχο να εμποδίσει ακόμα και την εφαρμογή των δικών τους νόμων, να εκφοβίσει τους εν ενεργεία αρχαιολόγους να κάνουν αυτό που υποχρεούνται απέναντι στην Πολιτιστική Κληρονομιά: Να την προστατεύουν.

Εκτον: Φιλολογικές πηγές, αναφορές σε κείμενα περιηγητών, αλλά και προηγούμενες ανασκαφικές έρευνες  τεκμηριώνουν ότι στην περιοχή του πρώην αεροδρομίου αναμένεται να βρεθούν αρχαιότητες που χρονολογικά εκτείνονται από τα προϊστορικά ως και τα βυζαντινά χρόνια. Ακόμα χειρότερα, στα στοιχεία του ακινήτου έτσι όπως καταγράφονται στη σελίδα του ΤΑΙΠΕΔ αποκαλύπτεται ότι ήταν γνώστες του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος της περιοχής, αφού μεταξύ άλλων έχουν καταγραφεί τα εξής:

«Τέσσερα Κτίρια χαρακτηρίζονται αυτή τη στιγμή ως «Διατηρητέα Κτίρια», ειδικότερα:

Το κτίριο του πρώην «Ανατολικού Αεροδρομίου Αθηνών», σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Eero Saarinen.

Τρία υπόστεγα της Πολεμικής Αεροπορίας.

Το Αεροδρόμιο περιλαμβάνει επίσης τους διαδρόμους του πρώην αεροδρομίου, καθώς και άλλα κτίρια της Ελληνικής Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ).

Επιπρόσθετα, το Ακίνητο περιλαμβάνει μικρής έκτασης περιοχές με αρχαιολογικά ευρήματα, όπως ενδεικτικά:

Ένα νεκροταφείο της Γεωμετρικής Περιόδου ευρισκόμενο στο Βορειοανατολικό τμήμα του Αεροδρομίου.

Μία μικρή ομάδα τάφων ευρισκόμενων εντός των εγκαταστάσεων του σταθμού μετρό της Αργυρούπολης.

Χαρακτηρισμένη Αρχαιολογική Ζώνη εντός της παραλιακής ζώνης του Αγίου Κοσμά, που περιλαμβάνει και έναν αρχαίο ναό (4ου – 5ου αιώνα π.Χ).

Αρχαία ερείπια πλησίον των εγκαταστάσεων κανό-καγιάκ».

Δηλαδή, παραχωρήθηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ για εκποίηση διατηρητέα μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι!

Τόσο γύρω από το πρώην Αεροδρόμιο και σε επαφή με αυτό όσο και εντός της έκτασης του Αεροδρομίου έχουν εντοπιστεί αρχαιότητες (οικιστικά, ταφικά και οδικά κατάλοιπα) οι οποίες αποδίδονται στους τρεις αττικούς δήμους, του Αλιμούντος, του Ευωνύμου και της Αιξωνής, οι οποίοι διαμορφώθηκαν από τον Κλεισθένη περί το 506 π. Χ. και συμμετείχαν στην Αθηναϊκή Βουλή των 500. Οι μελετητές, τους τρεις αρχαίους δήμους, τους τοποθετούν στην περιοχή των δήμων Αλίμου, Αργυρούπολης – Ελληνικού και Γλυφάδας. Μάλιστα στο παρελθόν είχαν υπάρξει προτάσεις για την δημιουργία αρχαιολογικών περιπάτων στην περιοχή, αλλά και την κατασκευή Αρχαιολογικού Μουσείου στο Ελληνικό, που θα στέγαζε τα ευρήματα της περιοχής. Ηδη, η περιοχή του Αγίου Κοσμά είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος. Εντός του αεροδρομίου διασώζεται ο λόφος Χασάνι, στο περιβάλλον του οποίου έχουν εντοπιστεί αρχαιότητες των προϊστορικών και ιστορικών χρόνων. Επίσης, εντός του Αεροδρομίου βρίσκεται και ο επιβλητικός ταφικός περίβολος του Ελληνικού του 4ου αι. πΧ., ο οποίος το 1960 μεταφέρθηκε στο τότε Αμερικανικό Κολλέγιο Θηλέων, στο χώρο δηλαδή που σήμερα στεγάζεται η Υ.Π.Α., επειδή εμπόδιζε στην επέκταση του Αεροδρομίου προς τα ανατολικά.

Φυσικά, όλα τα παραπάνω καλό θα ήταν να μην υπήρχαν… Μπορεί η επικείμενη αρχαιολογική κήρυξη να μην παρακωλύει την εκποίηση της δημόσιας έκτασης, αλλά, αλίμονο, δημιουργεί καθυστερήσεις στον «επενδυτή» και ο χρόνος είναι χρήμα… Επιπλέον, οι αρχαιολόγοι θέλουν να βάλουν και άλλο μπελά, αφού επιθυμούν να χαρακτηρίσουν νεότερο μνημείο το πρώην Αμερικανικό Κολλέγιο Αθηνών. Το Εργαστήριο Αστικού Περιβάλλοντος της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ στην έκθεση που συνέταξε τον Ιούνιο του 2016 και με την οποία τεκμηριώνει την αρχιτεκτονική σπουδαιότητα κτηρίων και εγκαταστάσεων στο χώρο του Αεροδρομίου και προτείνει το χαρακτηρισμό τους ως μνημεία, σημείωνει για το Κολλέγιο Αθηνών: «Κατασκευάστηκε το 1932 για τη στέγαση του Κολεγίου σε έκταση που παραχωρήθηκε από το Ελληνικό Κράτος. Πρόκειται για αρκετά αξιόλογες κατασκευές με λιτό ύφος, οι οποίες δεν εμφανίζουν σημάδια επιτήδευσης. Το στυλ της αρχιτεκτονικής παραπέμπει σε ύστερο νεοκλασικισμό με κυρίαρχη την ισχυρή συμμετρία των όψεων, αλλά και των διατάξεων στο χώρο. Χαρακτηριστικό του συγκροτήματος είναι και η υψηλή φύτευση κυρίως με πεύκα».

Στη θέση αυτού του κτηρίου και αφού γκρεμιστεί η Lamda Development σκοπεύει να κατασκευάσει το καζίνο. Διότι τι λείπει από τους άνεργους, εξαθλιωμένους, άστεγους, συνταξιούχους χωρίς σύνταξη… Μα φυσικά ένα καζίνο!

Σχετικά θέματα

Απόψεις