
Ένας λαχειοπώλης ήταν που γύριζε όλη μέρα με το κοντάρι των λαχνών, πουλώντας ελπίδες για να συμπληρώσει την σύνταξη. Κουτσός αλλά το χαμόγελό του, ολόκληρο. Τον θυμάμαι για χρόνια, να περνά από τη γειτονιά κάθε Τετάρτη. Στη γωνία, μετά το «γηπεδάκι», υπήρχε μία μάντρα οικοδομών, ένα σιδεράδικο και ένα καφενείο. Πελάτες ελπίδας. Τον είχαν για […]