Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Μια αποτίμηση του βιβλίου «Η ποίηση στην Οκτωβριανή Επανάσταση»

Το  κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την γραπτή μεταφορά της ομιλίας  της Μαρίας Δουκάκη για το βιβλίο του Παναγιώτη Μανιάτη Η..

Το  κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την γραπτή μεταφορά της ομιλίας  της Μαρίας Δουκάκη για το βιβλίο του Παναγιώτη Μανιάτη Η Ποίηση στην Οκτωβριανή Επανάσταση. Η παρουσίαση στην Θεσσαλονίκη πραγματοποιήθηκε στο συνεταιριστικό βιβλιοπωλείο Ποέτα, στις 11 Οκτώβρη, με την παρουσία του ίδιου του συγγραφέα και ομιλήτριες την φιλόλογο Μαρία Δουκάκη, την δασκάλα Ματίνα Τσιμοπούλου και την ηθοποιό και ποιήτρια Ιωάννα Λιούτσια.

Για μια κριτική αποτίμηση της σημασίας του βιβλίου του Παναγιώτη Μανιάτη Η Ποίηση στην Οκτωβριανή Επανάσταση θα μπορούσε να κάνει κάποιος μια σύντομη «έρευνα», έστω και διαδικτυακή ή ακόμα στο πίσω μέρος του ίδιου του βιβλίου, όπου παρατίθεται η αντίστοιχη βιβλιογραφία, προκειμένου να διαπιστώσει ότι κάποια μελέτη που να καταπιάνεται με το θέμα της ποίησης στην οκτωβριανή επανάσταση στα σύγχρονά μας δεδομένα με επικαιροποιημένη έρευνα και μεθοδολογία δεν υπάρχει. Το βιβλίο αυτό, παρότι όχι συνταγμένο με αυστηρή φιλολογική πρόθεση, ωστόσο με αξιόλογη και συστηματική προσπάθεια, αρχειακή δουλειά σε βιβλιοθήκες, στο ΕΛΙΑ και όχι μόνο, με εποπτεία ελληνόφωνης και ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας και περιοδικών νομίζω απαντάει πράγματι σε ένα ερώτημα και καλύπτει ένα ερευνητικό κενό για τα ελληνικά δεδομένα στον τομέα της επισκόπησης των ποιητικών πρωτοποριών –συστηματοποιώντας την πορεία αυτών στη «μάνα» των επαναστατικών εξελίξεων, την Ρωσία.

Υπό αυτή την έννοια, το βιβλίο του Παναγιώτη Μανιάτη έχει τον χώρο να καταλάβει μια ουσιαστική θέση ως κυκλοφορία και ως «εργαλείο» χρήσιμο, σαφές και σχετικά σύντομο, προκειμένου να εισαχθεί κανείς στο ζήτημα του κοινωνικού χαρακτήρα που λαμβάνουν η τέχνη, και εξειδικευμένα η ποίηση, εν μέσω καιρών που καλούσαν το ανθρώπινο πνεύμα, την διανόηση και την καλλιτεχνική δημιουργία να δώσουν απαντήσεις πιο επιτακτικές από ποτέ στο «ποιοι είμαστε, τί κάνουμε, πού βαδίζουμε, με τί “τραγουδάμε” τις χαρές, τις λύπες μας και τους αγώνες μας», ζητήματα, δηλαδή, σύμφυτα με τον λόγο ύπαρξης της τέχνης και ιδιαίτερα των ρευμάτων εκείνων που λειτούργησαν με όρους πρωτοπορίας στην εποχή τους.

Στα ενδότερα του βιβλίου, φυλλομετρώντας το μπορεί κανείς  να εποπτεύσει με γραμματολογικό ορίζοντα την σειρά με την οποία ρεύματα και καλλιτεχνικές οργανώσεις έκαναν την εμφάνισή τους στη ρώσικη, κυρίως, ποίηση και τέχνη. Αρχής γενομένης από τον προεπαναστατικό συμβολισμό με τον γνωστό μεταφυσικό και μυστικιστικό του χαρακτήρα (μιλάμε για την περίοδο 1892 με 1910). Οι αρχές της στράτευσης της διανόησης δεν ήταν καθόλου δεδομένες για την εποχή και τους εκπροσώπους αυτής της τάσης (Μίνσκι, Μερεζκόφσκι κ. ά.). Ως «αντίλογος» στον συμβολισμό αναπτύχθηκε ένα πρωτότυπο λογοτεχνικό κίνημα στη Ρωσία, ο «ακμεϊσμός» (από την ελληνική λέξη ακμή) που εχθρεύεται την υπόκωφη ποίηση του συμβολισμού και προτείνει μια περισσότερο συνεκτική και «γήινη» ποίηση, χωρίς, ωστόσο, να ξεφύγουν οι ακμεϊστές από το πρόταγμα της «τέχνης για την τέχνη». Συσπειρώνονταν γύρω από το περιοδικό «Απόλλων», ενώ καθώς βάδιζε η κοινωνία προς την επαναστατική μεταστροφή της, ο ακμεϊσμός νομοτελειακά εξέπεσε.

Έτερο κίνημα του «αντιλόγου» στον συμβολισμό ήταν ο ευρέως μέχρι και σήμερα γνωστός φουτουρισμός, με ρίζες στην Ιταλία και πρωτεργάτη τον Φιλίππο Τομάζο Μαρινέττι. Οι Ρώσοι «μπουντετλιάνιν» εν αντιθέσει με τους δυτικότροπους «φουτουρίστι» τόνιζαν τον επαναστατικό ρόλο της τεχνολογίας με κοινωνικούς όρους. Ο Μαρινέττι και η συνομοταξία των Ιταλών εκπροσωπούσαν για τους Ρώσους φουτουριστές την αστική τάξη, με αποτέλεσμα κατά την επίσκεψή του στη Ρωσία το 1913 οι Ρώσοι ομόλογοί του να γιουχάρουν το Μαρινέττι, με την εξαίρεση του Μαγιακόφσκι. Στον τελευταίο αποδίδεται μαζί με τον Χλέμπνικοφ και άλλους φουτουριστές το γνωστό μανιφέστο Ένα χαστούκι στη δημόσια καλαισθησία του 1912. Γύρω από το κίνημα αναπτύχθηκαν ομάδες όπως οι κυβοφουτουριστές και οι εγωφουτουριστές που αποτέλεσαν, μάλιστα, ένωση η οποία ίδρυσε τη βραχύβια Ακαδημία της Εγωποίησης. Αυτά τα στοιχεία παρατίθενται για να δημιουργηθεί μια εικόνα σχετικά με τις διαρκείς ζυμώσεις που λάμβαναν χώρα προεπαναστατικά στο καλλιτεχνικό πεδίο, ζυμώσεις όχι άσχετες, βέβαια, με την αντίστοιχη έντονη κοινωνική και ιδεολογική κινητικότητα.

Στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται η ιδέα της προλεταριακής λογοτεχνίας, της λογοτεχνίας, δηλαδή, που θεματοποιεί την υπόθεση της ζωής και της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης. Στον τύπο της εποχής («Πράβντα», «Αστέρας» κ.ά.) δημοσιεύονται ποιήματα εργατών και επαναστατών ποιητών με αγωνιστικό περιεχόμενο. Πλήθος πνευματικών ανθρώπων της εποχής παρεμβαίνουν στις συζητήσεις για την μαρξιστική αντίληψη της τέχνης, μεταξύ άλλων και ο ίδιος ο Λένιν. Το βιβλίο του Παναγιώτη Μανιάτη απαριθμεί με λεπτομέρειες πρόσωπα κα γεγονότα που δεν θα ήταν χρήσιμο να μεταφέρω αυτούσια. Θα αναφερθώ μόνο στον Μαξίμ Γκόρκι και το έργο του Μάνα του 1906, έργο του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, παρόλο που ο όρος αποκρυσταλλώνεται σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, στο Πρώτο Πανενωσιακό Συνέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων του 1934 στην Μόσχα, αποτελώντας την βασική μέθοδο της σοβιετικής λογοτεχνίας, αλλά και κριτικής. Στο πλαίσιό του η τέχνη απεικονίζει την ιστορική πραγματικότητα στην επαναστατική της εξέλιξη.

Κατά την επανάσταση και εξής πολλοί λογοτέχνες συνδέονται με τον αγώνα και περνούν στις γραμμές της σοβιετικής λογοτεχνίας. Οι κοσμοϊστορικές αλλαγές της εποχής αντανακλώνται στην ποίηση και παράγονται εξυμνητικά ποιήματα και ηρωικές μπαλάντες, ενίοτε με εικόνες σχεδόν βιβλικές. Βέβαια, την «νέα» αυτή ποιητική (και κοινωνική) εποχή δεν ακολουθούν όλοι οι λογοτέχνες. Αρκετοί εκπροσωπούν ακόμα την παλιά κοινωνία και πολλοί εξ αυτών (δεδομένης και της οικονομικής τους άνεσης εκ της τσαρικής ακόμα Ρωσίας) μεταναστεύουν στη Δύση. Σημαντικό όνομα «αντιφρονούντα» αυτό του Μπορίς Παστερνάκ, συγγραφέα του Δόκτωρ Ζιβάγκο.

Ένα από τα πιο πυκνά κεφάλαια του βιβλίου είναι το τρίτο, που αναφέρεται στην επαναστατική καλλιτεχνική διαπάλη και στο ζήτημα της κουλτούρας της νέας κοινωνίας. Δύο ειδών ομάδες φέρουν το πρακτικό βάρος της παραπάνω διαδικασίας: οι «προλεταριακές», με έμφαση στο ταξικό περιεχόμενο, αλλά χωρίς αποστροφή απέναντι στον πειραματισμό στην μορφή και οι «αριστερές» με πιο έντονη πειραματικότητα, χωρίς, όμως, να αμελούν κι εκείνες το επαναστατικό περιεχόμενο. Η πιο σημαντική οργάνωση, στην δράση της οποίας ο Παναγιώτης Μανιάτης αφιερώνει σημαντικό χώρο παραθέτοντας πλούσια ιστορικά στοιχεία, είναι η Προλέτκουλτ (δηλ. Προλεταριακή Κουλτούρα), μια λογοτεχνική, καλλιτεχνική και διαφωτιστική οργάνωση που ιδρύθηκε πριν το 1917 με σκοπό την δημιουργία προλεταριακού πολιτισμού από τους ίδιους τους προλεταρίους. Η Προλέτκουλτ με τα δικά της μέσα, τα πολιτιστικά, με λέσχες, θεατρικά εργαστήρια, βιβλία τύπο και οργανωμένους πυρήνες σε εργοστάσια, εκπαίδευε ιδεολογικοπολιτικά, ενώ ίδρυσε ακόμα και Πανεπιστήμιο στην Μόσχα, το Προλεταριακό Πανεπιστήμιο, και Εργατικό Θέατρο στο οποίο εργάστηκαν μορφές, όπως ο Σεργκέι Αιζενστάιν.

Έτερη σημαντική ομάδα το ΛΕΦ (Αριστερό Μέτωπο Τεχνών) που ιδρύθηκε στην Μόσχα στα τέλη του 1922, εκδίδοντας το ομώνυμο περιοδικό μέχρι το 1925. Αναβίωσε το 1927 ως Νέο ΛΕΦ, ενώ στη συνέχεια με πρωτοβουλία του Μαγιακόφσκι δημιουργήθηκε το ΡΕΦ (Επαναστατικό Μέτωπο Τεχνών). Σε αρκετά ζητήματα, όπως ότι η εργασία συσχετίζεται με την καλλιτεχνική δημιουργία, Προλέτκουλτ και ΛΕΦ βαδίζουν παράλληλα. Το ΛΕΦ προσανατολίζεται προς νέες μορφές έκφρασης, απέρριπτε π.χ. την ζωγραφική σε καβαλέτο, ενώ προωθούσε το επίκαιρο και το ντοκουμέντο σε αντιδιαστολή με κλασικές φόρμες, όπως το μυθιστόρημα.

Επόμενο σημαντικό και επίσης πυκνό κεφάλαιο, αυτό που αφιερώνεται στην πιο εμβληματική φιγούρα της ρώσικης ποίησης της εποχής, τον Βλαντίμιρ Βλαντίμιροβιτς Μαγιακόφσκι. Γίνεται λόγος για την πολυτάραχη ζωή, το σημαντικό, καταγγελτικό, πρωτοποριακό έργο του, ενώ επιχειρείται και μια τοποθέτηση γύρω από το πολύκροτο ζήτημα της αυτοκτονίας του. Τέλος, το βιβλίο κλείνει με ένα κεφάλαιο αναφορικά με τα ηρωικά χρόνια των Σοβιετικών κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την ποιητική παραγωγή που σφράγισε πολλά σημαντικά γεγονότα αυτής της περιόδου.

Το σχεδόν τερατώδες εγχείρημα των επαναστατών καλλιτεχνών να αναμορφώσουν την παρακμιακή τέχνη της παλιάς τσαρικής Ρωσίας, να παραγάγουν αυτούσια προλεταριακή τέχνη διακηρύσσοντας το καινούργιο, πώς «προέκυψε», αλλά και πώς θα εξελιχθεί αυτό, αν το τοποθετήσουμε δίπλα σε σημαίνοντα για την παγκόσμια τέχνη ονόματα, όπως αυτά των Αιζενστάιν, Σοστακόβιτς, Μαγιακόφσκι, Γκόρκι, Μάλεβιτς, που «διαπέρασαν» με το έργο τους την εποχή και αυτήν την καλλιτεχνική και κοινωνική ορμή, θα το αντιμετωπίσουμε στην ορθή του υπόσταση και σημασία. Το παραπάνω αποπειράται από την πλευρά του και με τις δυνατότητές του να πραγματευτεί ο Παναγιώτης Μανιάτης στην Ποίηση στην Οκτωβριανή Επανάσταση, αφιερώνοντάς την σε ονειροπόλους, σαν αυτούς που περιδιάβαιναν καλλιτεχνικές οργανώσεις και εργοστάσια για να εμπεδώσουν το στίγμα ενός άλλου κόσμου και μιας άλλης τέχνης, για όλους τους ανθρώπους.

 

Απόψεις